Με αφορμή τη στυγερή γυναικοκτονία στα Γλυκά Νερά διαπιστώνουμε και πάλι ότι στο άκουσμα της λέξης “γυναικοκτονία” επιδεικνύεται μια μεγαλύτερη ή μικρότερη δυσανεξία από πολλές πλευρές. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτή η δυσανεξία παίρνει ενίοτε διαστάσεις υστερίας – και όχι μόνο από τους επαγγελματίες “αντιδικαιωματικούς”. Όσοι, πάλι, έχουν αποφασίσει να κάνουν καριέρα ως εναλλακτικοί ακροδεξιοί -ονόματα δεν λέμε, επιπλέον διαφήμιση δεν τους κάνουμε- αμφισβητούν ευθέως τον όρο “γυναικοκτονία” επειδή κατά βάθος δεν θεωρούν και τόσο στυγερό έγκλημα τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών λόγω του φύλου τους.
Είναι όλοι αυτοί που ανατρέχουν σε άσματα του τύπου “Τη σκότωσα γιατί την αγαπούσα” για να χαϊδέψουν τα αυτιά του συντηρητικού -και νεοσυντηρητικού- ακροατηρίου, το οποίο θέλει τη γυναίκα να είναι του πατρός της ή του ανδρός της, να κάνει παιδιά, να δουλεύει υφιστάμενη, κατά προτίμηση μόνο για να τσοντάρει στον προϋπολογισμό της οικογένειας, και να μην κάνει θέμα το ξύλο που βγήκε από τον Παράδεισο.
Δεν θέλω να αναφερθώ σε διάφορους ανανήψαντες πρώην αριστερούς που δεν θέλουν να ακούν τον όρο “γυναικοκτονία” μόνο και μόνο επειδή τον χρησιμοποιούν οι… οχτροί, καθώς ελπίζω ακόμη πως διαθέτουν λίγη από την περιβόητη κοινή λογική, την οποία αρνούνται στους άλλους, και ότι στα δύσκολα θα ανακρούσουν πρύμναν.
Ποια είναι τα δύσκολα; Αυτά που παρακολουθούμε να γίνονται στην Πολωνία ή την Ουγγαρία. Την εκ νέου ποινικοποίηση των αμβλώσεων, λες και γυρίσαμε στη δεκαετία του 1970 και πρέπει να βγούμε πάλι στους δρόμους για να ανακτήσουμε τον έλεγχο πάνω στο σώμα μας, τον οποίο διεκδικούν με μανία η πατριαρχία, η Εκκλησία ή/και οι αυταρχικές νεοδεξιές κυβερνήσεις. Την ευθεία αμφισβήτηση του κολάσιμου της έμφυλης βίας. Τη μεγάλη αντεπίθεση σε όλα τα νομικά επιτεύγματα για την ισότητα των φύλων των τελευταίων δεκαετιών, έστω κι αν αυτά δεν εφαρμόζονται ικανοποιητικά.
Η Ουγγαρία, άλλωστε, δεν είναι τόσο μακριά από την Ελλάδα. Αυτό φάνηκε με τον νόμο για τη συνεπιμέλεια – αυτόν που επικαλείται ήδη ο γυναικοκτόνος των Γλυκών Νερών για να αποκτήσει την επιμέλεια του παιδιού του. Φάνηκε και με το άθλιο συνέδριο περί γονιμότητας, όπως την αντιλαμβάνονται οι παπάδες και οι γιατροί -υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας και με τη συμμετοχή του μισού υπουργικού συμβουλίου-, που ευτυχώς ακυρώθηκε. Γι’ αυτό και απαιτείται επαγρύπνηση από τις γυναίκες και τα κορίτσια, ώστε να μην χρειαστεί να δώσουμε ξανά τις μάχες του προηγούμενου αιώνα.
Κάποιες το κατάλαβαν αμέσως και έσπευσαν μέσα στη ζέστη του πρώτου εορταστικού τριημέρου μετά την καραντίνα να διαδηλώσουν στο Σύνταγμα ότι “Η πατριαρχία δολοφονεί”. Και να απαιτήσουν, ως ελάχιστο φόρο τιμής προς τα θύματα, την ένταξη του όρου “γυναικοκτονία” στον νομικό και ευρύτερα στον δημόσιο λόγο.
Κάκη Μπαλή
Πηγή: Η Αυγή