Μια κοινή αυγουστιάτικη μέρα, σε ένα φιλικό των 49ers με τους Green Bay Packers, επέλεξε να μη σταθεί περήφανα με το χέρι στη καρδιά, αλλά να γονατίσει, κατά την ανάκρουση του αμερικανικού εθνικού ύμνου. Το είχε κάνει ξανά, αλλά κανείς δεν το είχε προσέξει. Την πρώτη μέρα της προετοιμασίας είχε εμφανιστεί, φορώντας κάλτσες που παρουσίαζαν τους αστυνομικούς σαν γουρούνια (θέλοντας να στηλιτεύσει τη διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας που δημιουργούσε περιβάλλον έλλειψης εμπιστοσύνης ακόμη και απέναντι στους τίμιους αστυνομικούς).
Η διακριτική διαμαρτυρία του, πίσω από τους θηριώδεις, όρθιους συναδέλφους του παρ’ολίγον να περάσει και πάλι απαρατήρητη. Έγινε αντιληπτή, όμως, από τον Steve Wyche, έναν οξυδερκή δημοσιογράφο του τηλεοπτικού δικτύου που κάλυπτε το φιλικό.
Το πέρας του αγώνα βρήκε το Κάπερνικ να πολιορκείται από δημοσιογράφους που τον σφυροκοπούσαν με ερωτήσεις για το συμβολισμό της πράξης του. Εκείνος, σαν έτοιμος από καιρό, απάντησε λιτά αλλά χωρίς περιστροφές.
Μέσα σε 18 λεπτά περιέγραψε, σε ένα ειλικρινές, πηγαίο «μανιφέστο», τις ρίζες του προσωπικού του κινήματος. Μίλησε «για τους ανθρώπους που δεν έχουν φωνή, για τους καταπιεσμένους, για όσους θέλουν ίσες ευκαιρίες στην επιτυχία». Μίλησε για κοινωνική αδικία στην Αμερική για την οποία κανείς δε λογοδοτεί ως θα όφειλε, για τις φυλετικές διακρίσεις, την αστυνομική αυθαιρεσία, τις ζωές που χάθηκαν, τον παγιωμένο ρατσισμό, την ανάγκη κοινωνικής αλλαγής.
Ένας Κόλιν δε φέρνει την άνοιξη…
Το μόνο που ήθελε ο Κόλιν Κάπερνικ ήταν να ανοίξει το δημόσιο διάλογο για τις φυλετικές διακρίσεις στις ΗΠΑ. Ήξερε πως δε θα ήταν εύκολο, γνώριζε πως ίσως τού κόστιζε όλα όσα είχε κατακτήσει αλλά ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει ακόμα και την καριέρα του. Και ένα βράδυ Παρασκευής, σχεδόν ένα χρόνο μετά από την πρώτη του δημόσια διαμαρτυρία, ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος, άθελά του έδωσε στον άλλοτε quarterback των 49ers αυτό ακριβώς που ήθελε. Με μία λυσσαλέα, φαινομενικά αναίτια, επίθεση στους διαμαρτυρόμενους παίκτες του NFL, o Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε κάτι πέρα από κάθε προσδοκία: Να ενώσει λευκούς και μαύρους παίκτες με τους βαθύπλουτους λευκούς ιδιοκτήτες.
Καθυβρίζοντας τους παίκτες ως καθάρματα και προτρέποντας τα αφεντικά να απολύσουν όποιον δε στέκεται στο άκουσμα του εθνικού ύμνου, ο Τραμπ φαίνεται πως υπερέβη τα εσκαμμένα. Κανείς δεν μπορούσε πια να κλείσει τα μάτια και τα αυτιά: Η επόμενη Κυριακή βρήκε τους παίκτες που μέχρι πρότινος αδιαφορούσαν ή και δυσφορούσαν με τις ανταρσίες, αγκαλιασμένους τον έναν δίπλα στον άλλο. Τους ιδιοκτήτες που πονοκεφάλιαζαν για την «προσβλητική στάση απέναντι στους φιλάθλους», να βγάζουν ανακοινώσεις υπέρ των παικτών τους. Τα τηλεοπτικά δίκτυα που εστίαζαν σε μία επιλεκτική «κανονικότητα», να «ανοίγουν» το πλάνο, παρουσιάζοντας τη μαζικότητα της αθλητικής αλληλεγγύης.
Η σύμπνοια δεν έμελλε να μακροημερεύσει. Ο ιδιοκτήτης των Dallas Cowboys, Τζέρι Τζόνσον που γονάτιζε μαζί με τους παίκτες του, γρήγορα σηκώθηκε. Μαζί με αυτόν και άλλοι δισεκατομμυριούχοι που απαίτησαν από τους παίκτες να κάνουν το ίδιο. Οι εστιάτορες έκλεισαν τα αθλητικά τις Κυριακές. Τα νούμερα στην τηλεθέαση του NFL έπεσαν.
Ο Κόλιν Κάπερνικ απειλήθηκε, γιουχαΐστηκε, λοιδωρήθηκε, έμεινε άνεργος. Όμως, ο κύβος είχε ριφθεί. Και οι Αμερικανοί άρχισαν μετά από χρόνια σιωπής να μιλούν για τις άβολες αλήθειες που επιμελώς έκρυβαν «κάτω από το χαλάκι». Οι πολίτες αναγκάστηκαν να αναλογιστούν, να αναρωτηθούν και να επανακαθορίσουν έννοιες όπως ο πατριωτισμός, η κοινωνική αντίσταση, η ελευθερία του λόγου, τα εθνικά σύμβολα.
Το ρατσιστικό “DNA” της «Γης της Ελευθερίας»
Ο Κόλιν Κάπερνικ θέλησε να αναδείξει την υποκρισία και, κυρίως, την ανακολουθία της Αμερικής των λόγων και της Αμερικής των έργων. Ουσιαστικά, έθεσε το δίλημμα, τι είναι πιο πατριωτικό, να στέκεσαι περήφανος κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου πριν από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα ή να τιμάς ως ύπαρξη και στην πράξη τους στίχους της αστερόεσσας σημαίας «γη των ελευθέρων, πατρίδα των γενναίων»; Ως παίκτης μιας διοργάνωσης ταυτόσημης με τον αμερικανικό πατριωτισμό, ως πολίτης μιας χώρας που αυτοπροσδιορίζεται ως γη της ελευθερίας και των ευκαιριών, επέλεξε να μιλήσει για τις παθογένειες την πιο «ιερή» στιγμή, τη στιγμή που παιάνιζε ο εθνικός ύμνος της χώρας του. Έναν εθνικό ύμνο που δεν τιμά μόνο την ελευθερία αλλά και τη σκλαβιά, που γράφτηκε από έναν υπέρμαχο της δουλείας και που ακόμα κουβαλά (αν και καλά κρυμμένα) τα σημάδια ενός νοσηρού και βίαιου παρελθόντος.
“No refuge could save the hireling and slave
From the terror of flight, or the gloom of the grave”,
«κανένα καταφύγιο δεν μπορεί να σώσει τους μισθοφόρους και τους σκλάβους. Από τον τρόμο της φυγής ή το ζόφο του τάφου», έγραφε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1814 ο εθνικός ποιητής, Φράνσις Σκοτ Κι, ένας 35χρονος δικηγόρος και ερασιτέχνης ποιητής, ο οποίος έγινε μάρτυρας του βομβαρδισμού του Φορτ ΜακΧένρι από πολεμικά πλοία του Βασιλικού Ναυτικού της Βρετανίας, στη Μάχη της Βαλτιμόρης.
Οι στίχοι αυτοί στην τρίτη στροφή τής «Αστερόεσσας σημαίας» – που σπανίως ακούγεται και λίγοι γνωρίζουν – αναφέρονται στους μαύρους Αμερικανούς που πολέμησαν στο πλευρό των Βρετανών, με την υπόσχεση να κερδίσουν την ελευθερία τους.
Για την ιστορία, πριν από ένα μήνα, το παράρτημα της Εθνικής Ένωσης για την Πρόοδο των Έγχρωμων, NAACP της Καλιφόρνια ζήτησε από το Κογκρέσο να καταργηθεί ο εθνικός ύμνος ως «άκρως ρατσιστικός».
Ένα αστέρι γεννιέται
Το Τάρλοκ είναι μία μικρή, συνηθισμένη πόλη, στην ενδοχώρα της Καλιφόρνια, γεμάτο μικροαστικές γειτονιές και εμπορικά κέντρα. Η συντριπτική πλειονότητα των περίπου 73.000 κατοίκων του είναι λευκοί, οι υπόλοιποι Λατίνοι και μόλις το 2% αφροαμερικανοί. Ο 4χρονος Κόλιν μετακόμισε εκεί με την νέα του οικογένεια, μετά την υιοθεσία του.
Γεννήθηκε στο Μιλγουόκι από μία λευκή, άπορη μητέρα και έναν αφροαμερικανό πατέρα που τους παράτησε πολύ πριν έρθει στη ζωή ο ίδιος. Υιοθετήθηκε από τον Ρικ και την Τερέζα Κάπερνικ που είχαν χάσει δύο αγόρια από παιδική καρδιοπάθεια και ήθελαν άλλο έναν αδερφό για τα δύο τους παιδιά. Η οικογένεια, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του πατέρα, γρήγορα μετακόμισε στην Καλιφόρνια. Το δέρμα του τον ξεχώριζε από την οικογένειά του κι ο Κόλιν άρχισε να συνηθίζει από νωρίς τις αδιάκριτες ερωτήσεις και τα σχόλια των γύρω του που τον θεωρούσαν «ξένο σώμα».
Στο σχολείο ήταν αριστούχος μαθητής και θριάμβευε σε φούτμπολ, μπέισμπολ και μπάσκετ. Ο ίδιος ήξερε τι ήθελε να κάνει, αλλά έλειπε η ευκαιρία. Ο αδερφός του, Κάιλ έφτιαξε dvd με τα κατορθώματα του Κόλιν και τα έστειλε σε κολεγιακές ομάδες σε όλη τη χώρα. Μόνο η Νεβάδα πρόσφερε υποτροφία. Κι ήταν στο Ρίνο που άρχισαν να διαφαίνονται οι εκπληκτικές δυνατότητες ενός επίδοξου σταρ quarterback. Παράλληλα, γνωρίζοντας συμπαίκτες με εντελώς διαφορετικά βιώματα από τα δικά του, άρχισε να εκδηλώνει ενδιαφέρον για τις αφροαμερικανικές ρίζες του.
«Τον είδα να μεταμορφώνεται, να αναπτύσσεται. Το να βρει την ταυτότητά του ήταν δύσκολο για εκείνον, γιατί κάποιες φορές αντιμετωπιζόταν ρατσιστικά. Από τους μεν λευκούς επειδή ήταν ένας μαύρος quarterback κι από άλλους επειδή ήταν μεγαλωμένος σε οικογένεια λευκών», θυμάται ο Τζον Μπέντερ, ένας από τους συναθλητές του.
Παγκόσμιο σύμβολο ακτιβισμού αλλά… άνεργος
Ο Κόλιν Κάπερνικ έπαιξε την 1η Ιανουαρίου του 2017 το τελευταίο του παιχνίδι. Τους τελευταίους 12 μήνες, όμως, έχει αποδειχτεί ασύγκριτα πιο επιδραστικός στην αμερικανική κοινωνία απ’ ό,τι αυτόκλητοι εθνοσωτήρες, παγκόσμιου κύρους καλλιτέχνες ή αστέρες εκατομμυρίων που αποθεώνονται κάθε Κυριακή στα γήπεδα.
«Είναι ο Μοχάμεντ Άλι της γενιάς του», λέει ο Χάρι Έντουαρντς, κοινωνιολόγος στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια, ακτιβιστής και ενορχηστρωτής της διαμαρτυρίας των Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος, στους Ολυμπιακούς του 1968, υπερθεματίζοντας πως «ο Κάπερνικ κατάφερε κάτι στο οποίο απέτυχαν ο Μπαράκ Ομπάμα, οι πιο ταγμένοι ακτιβιστές και οι πιο εξέχουσες ‘μαύρες’ φωνές της χώρας: να πυροδοτήσει μία δημόσια συζήτηση που έλειπε εδώ και πολλές γενιές».
«Μιλάμε για έναν άνθρωπο που οργάνωσε μία ολόκληρη πτήση με τρόφιμα και προμήθειες για τη, χτυπημένη από λιμό, Σομαλία. Για έναν άνδρα που έχει επενδύσει χρόνο και χρήμα σε κοινότητες που βρίσκονται σε ανάγκη, εδώ στην πατρίδα. Για έναν άνθρωπο που νιώθω περήφανος να αποκαλώ αδερφό μου, που θα έπρεπε να τιμάται για το κουράγιο του να διεκδικεί την αλλαγή σε σημαντικά ζητήματα. Αντιθέτως, παραμένει άνεργος και παρουσιάζεται σαν ένας ριζοσπάστης που θέλει να διχάσει τη χώρα μας, αντί ως Αμερικανός », έλεγε τον προηγούμενο Σεπτέμβρη ο πρώην συμπαίκτης του στους 49ers, Έρικ Ριντ, ο οποίος ήταν ο πρώτος που εγκολπώθηκε τις ιδέες του Κάπερνικ, γονατίζοντας κι ο ίδιος στο πλευρό του.
Ο (πρώην) παίκτης με το νούμερο επτά στη φανέλα τείνει να γίνει ο πρώτος αθλητής από την εποχή του πολέμου στο Βιετνάμ που χάνει την καριέρα του λόγω πεποιθήσεων και δράσης. Υπάρχει πάντα το επιχείρημα των πεσμένων επιδόσεων και της επαγγελματικής ανεπάρκειας που αναχαράσσουν εμμονικά πολλοί, του «βαθέος κράτους» Συντηρητικών, ακροδεξιών, Αμερικανών πατριωτών – που εξεμάνησαν βλέποντας έναν ακριβοπληρωμένο αφροαμερικανό να περιφρονεί επιδεικτικά τα εθνικά σύμβολα για τα οποία πολέμησαν και σκοτώθηκαν οι συμπατριώτες τους.
«Όποιος διαθέτει στοιχειώδη γνώση ποδοσφαίρου, γνωρίζει πως η ανεργία του Κάπερνικ δε σχετίζεται με την απόδοσή του στο γήπεδο», επιμένει αντιστοίχως ο Ριντ αλλά και πλήθος ειδημόνων στο αμερικανικό ποδόσφαιρο που χαρακτηρίζουν τη θεωρία αυτή απλή προσπάθεια εκτροπής από την πεμπτουσία του προσωπικού αγώνα του Κάπερνικ.
«Είναι πραγματικά δύσκολο να επιχειρηματολογήσεις για το αν είναι ο καλύτερος από τους τουλάχιστον 64 quarterbacks» (σ.σ η λίγκα του NFL περιλαμβάνει 32 ομάδες, με τουλάχιστον 2 quarterbacks έκαστη), λέει ο αναλυτής του NBC, Κρις Κόλινσγουορθ, αντιτείνοντας: «Όλοι έχουν ένα λόγο που δεν έχουν υπογράψει τον Κάπερνικ. Ίσως έχουν δύο ή τρεις quarterbacks τους οποίους θεωρούν καλύτερους. Ίσως δε θέλουν περισπασμούς. Ίσως δε θέλουν να δώσουν τα χρήματα. Αλλά είναι γελοίο να υποστηρίζουμε πως και οι 32 ιδιοκτήτες σκέφτονται το ίδιο».
Το 2017 μπορεί να μην ήταν η χρονιά του εντός γηπέδου, ήταν όμως αναμφίβολα εκτός. Ο 27χρονος αναδείχτηκε «πολίτης της χρονιάς» από το GQ, έλαβε το βραβείο ‘Muhammad Ali Award’ του Sports Illustrated που τιμά αθλητές με παγκόσμια επιρροή, βραβεύτηκε από την Αμερικανική Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες, ήταν υποψήφιος για το πρόσωπο της χρονιάς του περιοδικού Time.
Ο ίδιος, όσο περίμενε εκτός γηπέδων κάποια επαγγελματική εξέλιξη, συνέχισε να δραστηριοποιείται παντοιοτρόπως υπέρ των ανθρώπων: Όπως είχε δεσμευτεί στο πλαίσιο του One Million Pledge, από τον Οκτώβριο του 2016 έκανε δωρεά 100.000 δολαρίων κάθε μήνα σε πλήθος –μικρών και, σχετικά, άγνωστων– οργανώσεων (μεταξύ αυτών το Η.Ο.Μ.Ε, ίδρυμα στήριξης των μόνων μητέρων στη Τζόρτζια, η οργάνωση I Will Not Die Young που βοηθά νέους να ξεφύγουν από το περιθώριο του δρόμου, η Appetite for Change που προωθεί την κουλτούρα της σωστής διατροφής).
Οργάνωσε το ‘Know Your Rights’, τρεις δωρεάν κατασκηνώσεις για παιδιά, στο πλαίσιο της «ενημέρωσης για την ανάγκη της ανώτερης εκπαίδευσης, της αυτάρκειας και της σωστής αντίδρασης σε αστυνομική βία». Το καλοκαίρι δε, ταξίδεψε στη Γκάνα σε ένα ταξίδι σύνδεσης με τις «αφρικανικές πατρογονικές ρίζες». Στα «πεπραγμένα» του 2017 περιλαμβάνεται και η αγωγή κατά της εκτελεστικής επιτροπής του NFL, κρίνοντας πως υπάρχει μία σιωπηρή, αθέατη συμφωνία αποκλεισμού του από το πρωτάθλημα.
Από την εποχή που ο Μοχάμεντ Άλι αρνιόταν να υπηρετήσει στο Βιετνάμ και οι αφροαμερικανοί αθλητές, Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος, με μαύρο περιβραχιόνιο, ύψωναν τις γροθιές τους κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου, όρθιοι στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1968, πολλά έχουν αλλάξει. Σε μια λίγκα που χωρά κατάδικους, υπόδικους, παραβατικούς, αλλά δύσκολα ξεχνά και, κυρίως, συγχωρεί όσους αντιστέκονται κι αμφισβητούν, ο Κόλιν Κάπερνικ υπενθυμίζει, στηλιτεύει και διεκδικεί όσα δεν έχουν, όσα υπολείπεται κι όσα επιβάλλεται να αλλάξουν. Και στον αγώνα του αυτόν δεν είναι πια μόνος…
Κατερίνα Αγριμανάκη
Πηγή: Pass-world