Η κλιματική αλλαγή προκάλεσε ήδη σημαντικές επιπτώσεις σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Είναι πολύ πιθανό η υπερθέρμανση του πλανήτη να υπερβεί τους 1,5 βαθμούς Κελσίου στις επόμενες δύο δεκαετίες. Αυτό σημαίνει ότι θα αυξηθούν τα ακραία φαινόμενα όπως οι ξηρασίες, οι πυρκαγιές ή οι πλημμύρες, πράγμα που θα έχει εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες για το περιβάλλον, την υγεία, τη διατροφή, τα αποθέματα νερού κλπ. Για το λόγο αυτό επιβάλλεται η λήψη ενός συνόλου μέτρων, όπως η ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, η εξοικονόμηση ενέργειας, η ανάπτυξη πράσινων μεταφορών κλπ. Σε αυτό το πλαίσιο προτείνεται από την ΕΕ η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στο 40% του ενεργειακού μείγματος έως το 2030, πράγμα που σημαίνει ότι το ποσοστό εγκαταστάσεων ιδίως στον τομέα της αιολικής ενέργειας θα αυξηθεί σημαντικά τόσο στην ξηρά, όσο και στη θάλασσα. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την αιολική ενέργεια, η δυναμικότητα θα αυξηθεί από το επίπεδο των 180 GW το 2018 σε 351 GW το 2030, ενδέχεται δε το 2050 να αυξηθεί έως 1.200 MW.
Εξαφάνιση 1 εκατ. ειδών του πλανήτη
Ωστόσο, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις εκτείνονται πέραν της κλιματικής αλλαγής, όπως είναι η γενικευμένη υποβάθμιση του περιβάλλοντος, με ιδιαίτερη αιχμή την απώλεια της βιοποικιλότητας. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΟΗΕ, μεταξύ των 8 εκατομμυρίων ειδών του πλανήτη, 1 εκατομμύριο θα απειληθεί με εξαφάνιση εντός των επόμενων λίγων δεκαετιών. Επίσης, θα υπάρξουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος δεδομένου ότι, για παράδειγμα, το 75% των καλλιεργειών εξαρτώνται από τους επικονιαστές, περίπου δε το 75% των γλυκών νερών προέρχεται από τα υγιή δάση. Ενώ, λοιπόν, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στην κλιματική κρίση, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τον σημαντικό ρόλο των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας τόσο για τις οικοσυστημικές τους υπηρεσίες, όσο και για τη λειτουργία τους ως καταβόθρες άνθρακα που βοηθούν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή κατατάσσεται ως η τρίτη κυριότερη αιτία απώλειας της βιοποικιλότητας, γεγονός που αποτυπώνει τη σύνδεση μεταξύ ανάπτυξης ΑΠΕ και της διατήρησης της φύσης. Επομένως, αυτή η στενή σχέση μεταξύ της κλιματικής κρίσης, της απώλειας της βιοποικιλότητας, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης (ρύπανση εδαφών, υδάτων και αέρα) και της υγείας του ανθρώπου, απαιτούν μια κοινή στρατηγική που θα υπηρετεί όλους τους στόχους και όχι τον ένα εις βάρος του άλλου.
Όταν οι ΑΠΕ δεν είναι πράσινες
Ωστόσο, η κατάσταση σήμερα τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα (πολύ περισσότερο) διακρίνεται από μια μονοσήμαντη επιλογή για ανάπτυξη ΑΠΕ (ιδίως αιολικής ενέργειας), χωρίς να δίνεται η δέουσα σημασία στην προστασία της βιοποικιλότητας και των δασικών οικοσυστημάτων. Άλλωστε, οι αρνητικές επιπτώσεις από την ανάπτυξη ΑΠΕ αφορούν την άμεση απώλεια φυσικών οικοτόπων, την απώλεια περιοχών αναπαραγωγής ή ανάπαυσης των ειδών (σε κάθε ανεμογεννήτρια με τα συνοδά έργα αντιστοιχεί απώλεια 5–6 στρεμμάτων), την κατάτμηση οικοτόπων, ενοχλήσεις ή θάνατοι ειδών κλπ.
Δυστυχώς, ιδίως στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν πλήρεις και αντικειμενικές αξιολογήσεις των επιπτώσεων αυτών, πολλώ δε μάλλον που για εγκατάσταση ανεμογεννήτριας (Α/Γ) μέχρι 10 MW δεν ακολουθείται η διαδικασία της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να σαλαμοποιούν τα έργα, ώστε να μην υπερβαίνουν τα 10 MW και έτσι να αποφεύγουν τη διαδικασία ΕΠΕ. Επίσης, λόγω της επιτρεπτικής νομοθεσίας εγκαθιστούν Α/Γ σε δάση και δασικές εκτάσεις (και σε ορεινούς όγκους ή βουνοκορφές), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι πλήττονται τόσο η βιοποικιλότητα, όσο και τα δασικά οικοσυστήματα. Αν δε, αναλογιστεί κανείς ότι λόγω των χρηματοδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης θα πολλαπλασιαστούν οι εγκαταστάσεις Α/Γ, οι βλάβες στη βιοποικιλότητα και στα δασικά οικοσυστήματα θα καταστούν μη αναστρέψιμες. Για τους λόγους αυτούς επιβάλλεται να ακολουθηθεί μια άλλη στρατηγική, που θα υπηρετεί τον κοινό στόχο της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και της προστασίας της βιοποικιλότητας.
Στοιχεία της κοινής στρατηγικής
Καθοριστικής σημασίας είναι η προώθηση μιας συνολικής πολιτικής για το κλίμα, στην οποία η ανάπτυξη ΑΠΕ θα είναι σε συνάρτηση με την προαγωγή και άλλων τομεακών στόχων. Τέτοιοι στόχοι αφορούν την αντιμετώπιση των εκπομπών στους τομείς των κτιρίων, των μεταφορών, της γεωργίας, των αποβλήτων, που η επίτευξη τους θα επιφέρει μείωση κατά 40% των εκπομπών. Περαιτέρω, η ανάπτυξη ΑΠΕ θα πρέπει να σέβεται την αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πρέπει να προκαλεί σημαντική βλάβη στη βιοποικιλότητα, εφαρμόζοντας παράλληλα την αρχή της προφύλαξης. Ο σεβασμός της αρχής της μη πρόκλησης βλάβης αποτελεί νομικό κανόνα της ΕΕ και κατ’ επέκταση της χώρας μας, οι δε παράμετροί της ορίζονται σαφώς στη νομοθεσία. Η διοίκηση, λοιπόν, είναι υποχρεωμένη να τηρεί τον κανόνα αυτό, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να αρθεί το καθεστώς των πρότυπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων και να επανέλθει η διαδικασία ΕΠΕ για όλες τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ.
Η εν λόγω συνολική πολιτική θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα που πρόκειται να αναθεωρηθεί, δεδομένου ότι το υπάρχον είναι επικεντρωμένο στην ανάπτυξη ΒΑΠΕ (μεγάλης κλίμακας αιολικά πάρκα και φωτοβολταϊκά) και προσανατολισμένο προς την αναδιάρθρωση της αγοράς ενέργειας προς όφελος ενός μικρού κύκλου μεγάλων εταιρειών, καθόσον δεν εντάσσει την κοινωνία στην εξυπηρέτηση αυτού του στόχου, αφού δεν υπάρχει αναφορά στις ΜΜΕ, στις ενεργειακές κοινότητες ή στην τοπική αυτοδιοίκηση, πράγμα που επιβάλλεται να γίνει άμεσα.
Ειδικότερα, η εγκατάσταση ΑΠΕ, ιδίως Α/Γ, δεν θα πρέπει να γίνεται σε δάση και δασικές εκτάσεις, δεδομένου ότι η διατήρηση και, κυρίως, η ενίσχυσή τους αποτελεί στόχο της πολιτικής της ΕΕ για τα δάση, καθώς λειτουργούν ως καταβόθρες του διοξειδίου του άνθρακα. Επομένως, η εθνική νομοθεσία που επιτρέπει την εγκατάσταση στα δάση θα πρέπει να καταργηθεί, διότι διαφορετικά δεν υπάρχει η επιβαλλόμενη από τη νομοθεσία της ΕΕ συνεκτική πολιτική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει τα δικαστήρια να εφαρμόζουν το σύνολο της νομοθεσίας για το κλίμα και να ακυρώνουν κάθε επέμβαση στα δάση, πράγμα που γίνεται σε άλλες χώρες (Γαλλία, Βέλγιο κλπ). Τέλος, στο πλαίσιο της αλλαγής της διαδικασίας αδειοδότησης των Α/Γ, θα πρέπει να περιλαμβάνεται η υποχρέωση ολικής εκσκαφής των θεμελίων τους και η ανακύκλωση του συνόλου των στοιχείων που τις συνθέτουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους.
Γιώργος Μπάλιας
Πηγή: Η Εποχή