Macro

Ιωσήφ Σινιγάλιας: Συμφωνία για «κλιματικές αποζημιώσεις», ένδεια τόλμης για μείωση των εκπομπών

Η συνολική αποτίμηση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Από τη μια μεριά, η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2, με τον γγ του ΟΗΕ Γκουτιέρες να δηλώνει: «βρισκόμαστε στον αυτοκινητόδρομο της κλιματικής κόλασης, με το πόδι σταθερά στο γκάζι». Από την άλλη, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι κάποιες COP συνέβαλαν θετικά, με το θέμα των αποζημιώσεων για τις προκαλούμενες κλιματικές ζημιές να βρίσκει, μετα από αρκετά χρόνια, θετική εξέλιξη στην τελευταία COP.
 
Η ολοκλήρωση της τελευταίας COP για το κλίμα (Conference of the Parties του ΟΗΕ, 27 τον αριθμό), με χιλιάδες συμμετοχές και ισχυρή παρουσία των lobbies (600 παρέταξαν οι πετρελαιάδες), συνοδεύεται από συμπεράσματα , σχόλια και εκτιμήσεις ημιτελών η άλυτων προβλημάτων που στην πλειονότητα τους αρχειοθετούνται για επανεξέταση εις το επανιδειν, ενώ λίγα ξεφεύγουν και μετατρέπονται σε λύσεις.
 
Τον επόμενο χρόνο, στην επόμενη COP, θα ανοίξει το σακί για να αναζητηθούν εκ νέου λύσεις για τα σιτεμένα προβλήματα, ενώ ταυτόχρονα, θα πρέπει να δημιουργηθεί χώρος για τα νέα πιεστικά προβλήματα που θα έχουν ενσκήψει.
 
Η αίσθηση μελαγχολίας που προκαλεί η περιορισμένη αποτελεσματικότητα των μέτρων και των αποφάσεων, προσκρούει σε στιγμές ικανοποίησης, που οι σύνεδροι βιώνουν, προκειμένου να συντηρήσουν την ελπίδα ότι αυτή τη φορά κάτι θα γίνει… Κάθε χρόνο η προσμέτρηση των βημάτων προς τα εμπρός, τα πισωγυρίσματα, οι επίμονες μακροχρόνιες ακινησίες και τα ισχνά αποτελέσματα αποδυναμώνουν κάθε αναμονή για ευχάριστη έκπληξη. Στο τέλος, κέρδη, ζημιές, συναισθήματα, υποχρεώσεις και υποσχέσεις, φορτώνονται στα καμιόνια μεταφοράς και μετάθεσης για την επόμενη COP.
 
Η καλλιέργεια αυτής της βολικής αναβλητικότητας, πιθανόν να οφείλεται στο ότι ο ανθρώπινος νους δεν είναι προγραμματισμένος να λειτουργεί με το ένστικτο, το επείγον και την αμεσότητα μπροστά σε μελλοντικές, αλλά αχνές και δυσδιάκριτες κλιματικές απειλές που καταφθάνουν.
 
Το πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή συνίσταται στο ότι λίγοι, τα τελευταία χρόνια, φάνηκε να ανησυχούν και να προβληματίζονται από την αύξηση στη συγκέντρωση στην ατμόσφαιρα των αερίων του θερμοκηπίου (CO2), την αδιάκοπη αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας καθώς και των εκπομπών CO2 (βλέπε πίνακα).
 
Ίσως επειδή όλα αυτά δεν είναι ορατά και επαρκώς κατανοήσιμα…
 
Το να καταστεί καλλιεργήσιμη η Σιβηρία, να διασχίζεται από πλοία η Αρκτική και η Βρετανία να αρχίσει να παράγει καλό κρασί, ίσως να θεωρείται από πολλούς θετική εξέλιξη που βάζει σε δεύτερη μοίρα ότι, κάπου μακριά, κάποια νησιά και παράκτιες πόλεις κινδυνεύουν να εξαφανιστούν για πάντα!
 
Αυτές οι εξελίξεις με όρους βιωσιμότητας της διατροφικής αλυσίδας, της αντιμετώπισης της φτώχειας και των αναγκαστικών μετακινήσεων πληθυσμού, συνθέτουν ένα επικίνδυνο δυναμικό αστάθειας και πολεμικών αναμετρήσεων.
 
Οι χώρες G77 του ΟΗΕ που συνθέτουν ένα μεγάλο μέρος των φτωχών, πληττόμενων χωρών, γνωρίζει καλά τις επιπτώσεις και έμαθαν πλέον να κάνουν λογαριασμούς και να διεκδικούν αποζημιώσεις από εκείνους πού έχουν προκαλέσει το πρόβλημα.
 
 
 
Loss and damage
 
Τη νύχτα της 19ης Νοεμβρίου, στην COP27, κάποιοι θεωρούν ότι επιτεύχθηκε μια «πολιτική επιτυχία»: για πρώτη φορά οι φτωχές χώρες συντονίστηκαν και διεκδίκησαν τα «οφειλόμενα» από τις πλούσιες, αφήνοντας στην άκρη τις διαφορές τους και τις αόριστες υποσχέσεις.
 
Η Ευρώπη που, αν και τσαλακωμένη, συνεχίζει να θέλει να κρατά ψηλά το λάβαρο της οικολογικής πρωτοπορίας, άλλαξε τη διστακτική αρχική στάση της, όταν αντιλήφθηκε ότι η επίμονη άρνηση της θα της κόστιζε ακριβά. Το ιδιο έπραξε και ο εκπρόσωπος των ΗΠΑ Τζον Κέρι (απομονωμένος λόγω Covid στο δωμάτιο του εξωτικού του ξενοδοχείου).
 
Μέσα σ’ αυτές τις άυπνες ζεστές νύχτες στο Σαρμ ελ Σεΐχ επήλθε η συμφωνία που στην πράξη αποτελεί μέρος και ολοκληρώνει ένα κομμάτι της συμφωνίας του Παρισιού που έλειπε. Αυτή η εξέλιξη έχει ένα σημαντικό πολιτικό βάρος, σε σχέση τα μέχρι τώρα πενιχρά αποτελέσματα των COP και χρονική εμβέλεια μεγαλύτερη από τον χρόνο ζωής όσων διαβάζουν αυτό το αρθρο, εμπλέκοντας την τρέχουσα και τις επόμενες γενεές. Οι απόγονοι θα κληθούν να καλύψουν τις αμαρτίες των προ-παππούδων. Οι επιπτώσεις στη δια-γενεακή δικαιοσύνη, καθώς και στις εσωτερικές πολιτικές των πλούσιων χωρών θα είναι σοβαρες.
 
Ήδη ξεκίνησαν οι προπαρασκευαστικές συζητήσεις για την επόμενη COP28, που θα γίνει το 2023 στο Dubai (χώρα πετρελαιοπαραγωγό), για να επιστρέψει αργότερα σε κάποια χωρα της ανατολικής Ευρώπης. Ο νέο-εκλεγείς βραζιλιάνος πρόεδρος Λούλα έχει ήδη προτείνει να φιλοξενηθεί η COP30 σε όσα δάση απέμειναν στον Αμαζόνιο, δίνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα ανατροπής της οικολογικής καταστροφής της διακυβέρνησης Μπολσονάρο (μέσα σε λίγα χρόνια αποψίλωσε δασικές εκτάσεις μεγαλύτερες από το Βέλγιο…).
 
Αν καταφέρει να επιζήσει μέχρι το 2100 (!) η συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, θα πρέπει, τότε, να αναπροσαρμοστεί, αντικατασταθεί, βελτιωθεί, με βάση τον βαθμό επίτευξης των στόχων της απανθρακοποίησης με σειρά νέων συμφωνιών, προκειμένου να διασωθεί ότι επέζησε της εισβολής των ορυκτών καυσίμων, αποφεύγοντας να μετατρέψουμε τον πλανήτη σε μια τεράστια αποθήκη CO2, μέσω των νέων αμφιλεγόμενων τεχνολογιών.
 
 
Η «παραπλάνηση» των COP
 
Είναι καιρός πλέον που η ανθρωπότητα καταναλώνει περισσοτέρους πόρους από όσους παράγει το γήινο οικοσύστημα, εκπέμποντας ρυπογόνα αέρια του θερμοκηπίου ΑτΘ σε ποσότητες πολύ μεγαλύτερες από όσες οι βιολογικοί κύκλοι της φύσης μπορούν να απορροφήσουν. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρία οι οικονομικές, δεν είναι πλέον περιβαλλοντικά βιώσιμες, δηλαδή η οικονομική ανάπτυξη και η διατήρησή της ισορροπίας του οικοσυστήματος δεν είναι συμβατές.
 
Σο τελευταίο του βιβλίο «L’imbroglio dello sviluppo sostenibile – Η εξαπάτηση της βιώσιμης ανάπτυξης» ο Μ. Pallante εκτιμά ότι όλες οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση της επαπειλουμένης κλιματικής καταστροφής, που δεν στηρίζονται στη λογικευμένη και προγραμματισμένη, σε παγκόσμιο επίπεδο, μείωση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να επιβραδύνουν την πορεία. Ο Pallante φέρνει το παράδειγμα των ΑΠΕ, οι οποίες, αν και απαραίτητες, δεν μετριάζουν την τάση για διαρκώς μεγαλύτερη κατανάλωση.
 
Για να επανέλθει η ισορροπία στη σχέση μεταξύ ανθρώπινης δραστηριότητας και φύσης, χρειάζεται να μειωθεί η συνολική ζήτηση ενέργειας, βάζοντας ποιοτικά κριτήρια στις παραγωγικές δραστηριότητες δηλαδή επιλεκτική μείωση του ΑΕΠ, μειώνοντας το βάρος των άχρηστων και επιζήμιων εμπορευμάτων που επιδεινώνουν την ποιότητα της ζωής: «η υπανάπτυξη δεν είναι η αντιπαράθεση του λιγότερου με το περισσότερο, αλλα το λιγότερο με το καλύτερο».
 
Ο Pallante δεν θεωρεί απαραίτητα ότι η υπανάπτυξη συνδέεται με ένα εναλλακτικό μοντέλο παραγωγής, αλλα εκτιμά ότι, σε αυτή την ιστορική φάση, είναι μονόδρομος για την επιστροφή μέσα στα όρια της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Η στόχευση είναι η δημιουργία μιας βιώσιμης κοινωνίας δίκαιης και αλληλέγγυας, βασισμένης σε ένα πολιτισμικό υπόδειγμα όχι ανθρωποκεντρικό, αλλα βιοκεντρικό, σε διαφορετική πορεία από τη σημερινή νεοφιλελεύθερη «επανάσταση».
 
Η θέση του αυτή αφορά σε μια «καπιταλιστική διόρθωση» σε αναζήτηση καπιταλιστικής βιωσιμότητας και αποκλίνει από τις αντίστοιχες προσεγγίσεις των John Bellamy, Andreas Malm και αλλων μελετητών της σύγχρονης πολιτικής οικολογίας, που ανασύρουν και επανα-χρησιμοποιούν τα εργαλεία της μαρξιστικής και της ριζοσπαστικής σκέψης για να καταδείξουν ότι, παραμένοντας μέσα στην περίμετρο του σημερινού κοινωνικού, οικονομικού συστήματος, η περιβαλλοντική καταστροφή είναι αναπόφευκτη.

Ιωσήφ Σινιγάλιας