Είναι κοινά αποδεκτό, τουλάχιστον μεταξύ των εμπλεκομένων και μυημένων, ότι ο τρόπος που λειτουργούν οι COP (Διασκέψεις των Μερών για το Κλίμα) πρέπει να αναθεωρηθεί. Ωστόσο, αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα όταν η πρόταση για αναθεώρηση προέρχεται από ανθρώπους που συνετέλεσαν οι ίδιοι στη δημιουργία του μηχανισμού των COP. Προχθές δημοσιεύτηκε επιστολή[1] ομάδας προσωπικοτήτων, που ασχολούνται με το θέμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη, στην οποία δηλώνεται ότι οι COP «δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην επίτευξη των στόχων τους», συνεπώς η μεταρρύθμιση τους καθίσταται επιβεβλημένη.
Οι COP είναι οι ετήσιες διαπραγματευτικές συναντήσεις που διοργανώνονται από τα Ηνωμένα Έθνη για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Η συνάντηση που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν είναι η 29η (η πρώτη πραγματοποιήθηκε το 1994). Σύμφωνα με τους υπογράφοντες την επιστολή, υπάρχουν τρία κρίσιμα σημεία: 1. Η φιλοξενούσα χώρα –που ορίζει και την προεδρία– θα πρέπει να επιδεικνύει «υψηλό επίπεδο φιλοδοξίας για την επίτευξη των στόχων». Δηλαδή, όχι άλλες σύνοδοι κορυφής σε πετρελαιο-κράτη (oil@gas states), όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Αζερμπαϊτζάν. 2. Η επιρροή του λόμπι των ορυκτών καυσίμων πρέπει, τουλάχιστον, να περιοριστεί. Φέτος, σύμφωνα με την οργάνωση Kick Big Polluters Out, υπάρχουν τουλάχιστον 1.773 διαπιστευμένοι λομπίστες πετρελαίου και φυσικού αερίου, δηλαδή περισσότεροι από το σύνολο των εκπροσώπων των δέκα πιο ευάλωτων χωρών. 3. Βασικό σημείο της επιστολής αφορά στις δημοκρατικές διαδικασίες συμμετοχής και την ανάγκη για συχνότερες συνελεύσεις.
Οι προτάσεις αλλαγών (μεταρρυθμίσεων)
1. Νέα διαδικασία επιλογής για τις προεδρίες της COP. Υιοθέτηση αυστηρών κριτήριων επιλεξιμότητας για τον αποκλεισμό χωρών που δεν υποστηρίζουν τη σταδιακή κατάργηση/μετάβαση από τις ορυκτές πηγές ενέργειας.
2. Αποτελεσματικότερη διαδικασία εφαρμογής των συμφωνημένων. Μετατόπιση από τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων στην υλοποίηση των συγκεκριμένων και συμφωνημένων δράσεων, μέσω μικρότερων και συχνότερων συνεδρίων.
3. Βελτίωση της εφαρμογής και της λογοδοσίας. Η διαδικασία της COP πρέπει να ενισχυθεί με μηχανισμούς που θα καθιστούν τις χώρες υπόλογες για τους κλιματικούς στόχους και τις δεσμεύσεις τους, υποβάλλοντας εκθέσεις προόδου για την πορεία των εθνικών δράσεων με αναφορά τις ανακοινώσεις του UN Gap Report[2].
Η τελευταία έκθεση» Emissions Gap Report 2024 προσδιορίζει τους επικαιροποιημένου στόχους μείωσης των εκπομπών των αέριων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) που θα συγκροτήσουν τα νέα εθνικά σχέδια ΕΣΕΚ (NDC), που πρόκειται να υποβληθούν στις αρχές του 2025 πριν από την COP30. Απαιτούνται παγκοσμίως, περικοπές, τουλάχιστον, κατά 42% έως το 2030 και 57% έως το 2035 για να παραμείνουμε σε τροχιά 1,5°C.
«Η πιθανότητα (βάσιμη) αποτυχίας στην επίτευξη των ανανεωμένων και επιβεβλημένων νέων στοχων, θα βάλει τον πλανήτη σε πορεία αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2,6-3,1°C, κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Αυτό θα είχε εξουθενωτικές επιπτώσεις στους ανθρώπους, στον πλανήτη και στις οικονομίες. Παραμένει πολύ δύσκολο, αλλα τεχνικά εφικτή η παραμονή στην τροχιά του στόχου 1,5°C, με την ηλιακή και την αιολική ενέργεια να αντικαθιστούν αμέσα και πλήρως την χρήση ορυκτών καυσίμων και την παράλληλη διακοπή της αποδάσωσης (deforestation), συνθήκες που μπορούν να επιφέρουν, πραγματικά, σαρωτικές και γρήγορες περικοπές εκπομπών. Για να αξιοποιηθεί αυτή η δυνατότητα χρειάζονται δεσμευτικά ΕΣΕΚ, με ισχυρή κρατική και κοινωνική αποδοχή και στήριξη, ενισχυμένη διεθνή συνεργασία, νέα χρηματοδοτική αρχιτεκτονική και εξαπλασιασμό της αύξησης των επενδύσεων μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης. Τα κράτη της G20 και ιδιαίτερα οι χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές, θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος».
4. Βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου της χρηματοδότησης για το κλίμα. Ένα μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης για το κλίμα εκταμιεύεται με τη μορφή εντόκων δανείων, επιδεινώνοντας το βάρος του χρέους για τις κλιματικά ευάλωτες χώρες. Χρειάζεται να τυποποιηθούν οι ορισμοί και τα κριτήρια για το τι μπορεί να χαρακτηριστεί ως χρηματοδότηση για το κλίμα και να υιοθετηθούν κοινοί μηχανισμοί παρακολούθησης και επαλήθευσης των χρηματοδοτικών ροών.
5. Ενίσχυση της επιστημονικής υποστήριξης. Ενώ η COP για το κλίμα βασίζεται στις εκθέσεις του IPCC (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος), και σε άλλους συναφείς φορείς, όπως το Επικουρικό Όργανο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Συμβουλών (SBSTA), δεν διαθέτει δικό της μόνιμο επιστημονικό συμβουλευτικό όργανο, ενταγμένο στην οργανωτική δομή της COP.
6. Αναγνώριση των αλληλεξαρτήσεων μεταξύ φτώχειας, ανισότητας και πλανητικής αστάθειας. Νέα έρευνα του Earth Commission και Earth4All, επιβεβαιώνει και αναλύει τις αλληλοεπιδράσεις μεταξύ των διαδικασιών οικολογικής και κοινωνικής αλλαγής. Η COP θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι ο σημερινός ρυθμός απώλειας φυσικού κεφαλαίου (π.χ. λειψυδρία, υποβάθμιση της γης και του εδάφους, μείωση της επικονίασης, ρύπανση των ωκεανών), επηρεάζει τη σταθερότητα του πλανήτη. Εκ τούτων η πλανητική σταθερότητα, που τώρα βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο, είναι αδύνατη χωρίς αποφασιστική δράση για την ισότητα, τη δικαιοσύνη και την αντιμετώπιση της φτώχειας.
7.Ενίσχυση της δημοκρατικής εκπροσώπησης. Παρά τους περιορισμούς των νέων κανόνων διαπίστευσης των COP, ένας αριθμός ρεκόρ 2.456 λομπιστών ορυκτών καυσίμων έλαβε μέρος στην προηγουμένη COP28, αριθμός σχεδόν τετραπλάσιος των συμμετεχόντων στην COP27. Το γεγονός ότι υπήρχαν πολύ περισσότεροι λομπίστες ορυκτών καυσίμων από επίσημους εκπροσώπους επιστημονικών ιδρυμάτων, αυτόχθονων κοινοτήτων και ευάλωτων εθνών αντικατοπτρίζει τη συστημική ανισορροπία στην εκπροσώπηση.
Πλησιάζοντας στην τελική φάση της Cop29
Και ενώ συνεχίζονται και εντείνονται οι συζητήσεις για την αναμόρφωση του τρόπου λειτουργίας των COP, η «διπλωματική» δουλειά συνθέσεων και συγκρότησης των τελικών πορισμάτων προχωρά –με μεγάλη δυσκολία. Οι απεσταλμένοι των κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο πρέπει να συμφωνήσουν στο New Collective Quantified Goal (χρηματοοικονομικές ροές από τον βιομηχανικό Βορρά για να βοηθήσουν τη μετάβαση στον Παγκόσμιο Νότο). Μια ανεξάρτητη μελέτη που ανατέθηκε από τις εκ περιτροπής προεδρίες των COP εκτιμά τις ανάγκες των λεγόμενων αναπτυσσόμενων χωρών σε 1.000 δισεκατομμύρια ετησίως ξεκινώντας από το 2030 και σε 1.300 δισεκατομμύρια ετησίως ξεκινώντας από το 2035. Είναι ακριβώς αυτό που οι κυβερνήσεις της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας ήθελαν να ακούσουν. Στη μελέτη, τη μερίδα του λέοντος καλύπτει η ιδιωτική χρηματοδότηση. Ένα σημαντικό μέρος, όμως, θα πρέπει να προέρχεται από δημοσιές επενδύσεις −και οι πιο ευάλωτες (και φτωχές) χώρες επιμένουν σε αυτή τη διάσταση της χρηματοδότησης για τουλάχιστον δύο λόγους: α) μόνο από τα κράτη μπορούν να ελπίζουν ότι θα εισπράξουν μη επιστρεπτέα χρηματοδότηση, χωρίς να αναγκαστούν να επιλέξουν μεταξύ χρέους και μετάβασης και β) μόνο τα κράτη μπορούν να χρηματοδοτήσουν έργα, συνήθως προσαρμογής και ανθεκτικότητας, τα οποία, αν και απαραίτητα για τις τοπικές κοινότητες, δεν αποφέρουν καμία οικονομική απόδοση στους εν δυνάμει ιδιώτες επενδυτές.
Τα μεγάλα funds της Wall Street μπορούν, ευχαρίστως, να χρηματοδοτήσουν αιολικά ή ηλιακά πάρκα στην Αφρική, ειδικά αν έχουν σημαντικές κρατικές εγγυήσεις, αλλά ποτέ δεν θα επενδύσουν σε έργα π.χ. αναδάσωσης ή για την καταπολέμηση της υδρογεωλογικής αστάθειας. Σε αυτό το πλαίσιο η συμφωνία είναι πολύ μακριά: το τελευταίο διαθέσιμο προσχέδιο που κυκλοφορεί αποτελείται από 25 σελίδες, ένας μακρύς, χωρίς ιεράρχηση , κατάλογος όλων των προϋποθέσεων.
Τελικά, η περίεργη συμπεριφορά των οικοδεσποτών του Αζερμπαϊτζάν, οι οποίοι έχουν ξεκινήσει μια σειρά αντιπαραθέσεων με διάφορα ευρωπαϊκά κράτη, στο κέντρο των οποίων βρίσκεται η Γαλλία, ένοχη για την υποστήριξη της αντίπαλης Αρμενίας στη δεκαετή σύγκρουση για τον έλεγχο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, δεν βοηθά τις διαπραγματεύσεις.
Ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ, σε σχετική ομιλία, υπενθύμισε τους πληθυσμούς των «γαλλικών υπερπόντιων αποικιών που καταπιέζονται βάναυσα από το καθεστώς (σ.σ. γαλλικό)». Ο Αλίγιεφ έβαλε, επίσης, στο στόχαστρο την Ολλανδία, η οποία εξακολουθεί να κατέχει υπερπόντια εδάφη, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «το οποίο μοιράζεται την ευθύνη με τον Μακρόν για τη δολοφονία αθώων πολιτών».
Μετά τις έντονες διαμαρτυρίες της ΕΕ, η γαλλίδα υπουργός Μετάβασης, Pannier-Runacher, ακύρωσε το ταξίδι της στο Μπακού. Μια απουσία που μπορεί να βαρύνει, γιατί είναι οι υπουργοί αυτοί που δίνουν το πράσινο φως για οικονομικές δεσμεύσεις.
Το επίπεδο της τρέχουσας γεωπολιτικής κατάστασης και ιδιαίτερα ο «αμερικάνος φίλος», δεν επιτρέπουν καμία αισιοδοξία για το κλίμα.
Σημειώσεις:
1. https://www.clubofrome.org/cop-reform-2024/
2. https://www.unep.org/resources/emissions-gap-report-2024
Ο Ιωσήφ Σινιγάλιας είναι μηχανολόγος μηχανικός.