Είναι αφελές να θεωρηθεί η επικείμενη εξαγορά του μεγάλου ιταλικού εκδοτικού ομίλου GEDI (εκδίδει τις γνωστές εφημερίδες La Repubblica και La Stampa του Τορίνο), ιδιοκτησίας της Exor, θησαυροφυλακίου της οικογένειας Agnelli-Elcan (Fiat), από τον όμιλο Antenna της οικογένειας Κυριακού, σαν μια απλή επιχειρησιακή πρωτοβουλία, στερούμενη γεωπολιτικού ενδιαφέροντος, αναφορικά με τους νέους περιφερειακούς «άξονες επιρροής» στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου και των κρατών του Αραβικού Κόλπου.
Η κυοφορούμενη από το περασμένο καλοκαίρι εξαγορά «έσκασε» στον εκδοτικό – πολιτικό χώρο της γείτονος χώρας σαν ασυνήθιστη και αναπάντεχη είδηση (έρχονται οι Έλληνες…), φορτισμένη με δόση ειρωνείας, που βρίσκει πάντα χώρο στο πολιτισμικό ιστορικό υπόστρωμα της γραφικότητας του δίπολου «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα», που χρωματίζει, επιπόλαια, τις σχέσεις των δύο λαών.
Πολιτική διάσταση
Πέραν από τις πολιτισμικές πλευρές, των οποίων η δημοσιογραφία λειτουργεί ως «επίσημος μεταφορέας», και τις ανερχόμενες νέες οικονομικές περιφερειακές δυνάμεις, είναι η πολιτική διάσταση του εκδοτικού εγχειρήματος στη νέα αμερικανο-οδηγούμενη κατασκευή αξόνων συνεργασίας μεταξύ της υπερχειλίζουσας οικονομικής ισχύος των χωρών του Κόλπου, και του καλπάζοντας ακροδεξιού πολιτικού πληθωρισμού του ευρωπαϊκού Νότου.
Η ενέργεια, οι εξοπλισμοί και νεο-αποικιοκρατισμός πόρων και πληθυσμών, συνθέτουν το αναγνωριστικό τρίπτυχο των κυοφορούμενων ατλαντικών σχεδίων, η προώθηση και η εγκαθίδρυση των οποίων διασφαλίζεται μέσω αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου και νομιμοποίησης, που μπορεί να προσφέρει η δημοσιογραφία.
Τον περασμένο Σεπτέμβρη, στο περιθώριο της 80 ης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, παρουσιάστηκε η «Συμμαχία για την Ευρώπη και τον Κόλπο στη Γεωπολιτική και στις Επενδύσεις» (AEGGIS). Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι πρωτοβουλίες του ομίλου Antenna, με την ανακοίνωση της έναρξης συνεργασίας του ομίλου με το ισχυρό αμερικανικό think tank Atlantic Council. Στην εναρκτήρια εκδήλωση της Νέας Υόρκης, παρευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο έλληνας πρωθυπουργός ο υπουργός Επικρατείας του Κατάρ και η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, μέσω τηλεδιάσκεψης.
Τα δύο μέρη προγραμματίζουν τη διοργάνωση μιας ετήσιας συνόδου κορυφής, η οποία θα συγκεντρώνει εκπροσώπους της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομίας, για την ενίσχυση των «οικονομικών σχέσεων μεταξύ της Ευρώπης και των χωρών του Κόλπου».
Η παρουσία και οι δραστηριότητες του ομίλου Antenna του Θ. Κυριακού, ξεπερνούν τα σύνορα της Ελλάδας. Τα ΜΜΕ υπογραμμίζουν τις «στενές σχέσεις» με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ (ο επιχειρηματίας συμμετείχε στο δείπνο που προσέφερε τον περασμένο Μάιο στη Ντόχα ο εμίρης του Κατάρ, με αφορμή το ταξίδι του προέδρου των ΗΠΑ). Τον περασμένο μήνα πρόβαλε την παραδοσιακή ελληνική φιλοξενία, διοργάνωσε δείπνο στο πολιτιστικό κέντρο Νιάρχος, προς τιμήν της πολυμελέστερης αντιπροσωπείας αμερικανών επιχειρηματιών και πολιτικών που έφτασε ποτέ στην Αθήνα, για να συνάψει συμφωνίες με την ελληνική κυβέρνηση στον τομέα της ενέργειας.
Το fund PIF του σαουδάραβα πρίγκηπα Μπιν Σαλμάν (συνδέεται με τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Χασόγκτζι), μέσω του μιντιακού κολοσσού MBC Group, κατέχει μερίδιο 30% στον όμιλο Antenna Greece του Κυριακού (έχει επενδύσει 225 εκατ. ευρώ).
Η εξαγορά της GEDI εντάσσεται σε μια σειρά επενδύσεων στην Κύπρο, Πολωνία, Τσεχία, Βουλγαρία, καθώς και στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία. Για τον σκοπό αυτό ο όμιλος Antenna μαζί με το Qatar Investment Authority, έχουν συγκροτήσει ένα επενδυτικό fund 1 δισ. δολαρίων.
Η εξαγορά
Ο όμιλος GEDI κατέχει τη δεύτερη σε κυκλοφορία ιταλική κεντροαριστερή εφημερίδα La Repubblica (ημερήσια κυκλοφορία 75.000) και την ιστορική La Stampa του Τορίνο (53.000 ημερήσια κυκλοφορία), καθώς και δημοφιλείς ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Σύμφωνα δημοσιογραφικές πηγές, η La Repubblica θα μπορούσε να περάσει μέχρι το τέλος του χρόνου στον ελληνικό όμιλο της οικογένειας Κυριακού. Η εμπλοκή, άμεση ή έμμεση, του σαουδαραβικού ταμείου του Μπιν Σαλμάν δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Η πώληση σηματοδοτεί το τέλος ενός πεντηκονταετούς ταξιδιού πολιτισμού και πληροφόρησης μιας από τις πλέον σημαντικές εφημερίδες του ιταλικού εικοστού αιώνα: ιδρύθηκε το 1976 από τους Εουτζένιο Σκαλφάρι και Κάρλο Καρατσιόλο, συνέχισε τη δεκαετία του 2000 με τους Έζιο Μάουρο και Κάρλο ντι Μπενεντέτι και στη συνέχεια «προσγειώθηκε» στη GEDI του Έλκαν (οικογένεια Ανιέλι) που επιμελείται μεθοδικά την απο-ιταλοποίηση όλων των assets της πάλαι ποτέ κραταιής Fiat.
Εκπρόσωποι της κυβέρνησης δήλωσαν στα μέσα ότι αυτό το εκδοτικό και πολιτισμικό κεφάλαιο δεν πρέπει να εκχωρηθεί σε «ξένους». Πρόκειται για καθυστερημένα αντανακλαστικά της ακροδεξιάς κυβέρνησης που δεν θέλησε να αποτρέψει το ξεπούλημα της Fiat, την οποία το ιταλικό δημόσιο επιδότησε εις το διηνεκές.
Η κυβέρνηση Μελόνι δεν θα στεναχωρηθεί εάν εκλείψει η συγκρατημένη αντιπολιτευτική δημοσιογραφική φωνή της εφημερίδας και αντικατασταθεί από μια άλλη ικανή να «κεντήσει» τις νέες γεωπολιτικές συμμαχίες. Τα τελευταία χρόνια η La Repubblica είχε πλήρως υιοθετήσει την κεντρο-ευρωπαϊκή αντίληψη για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αναγκαιότητα επανεξοπλισμού της Ευρώπης.
Η ιστορία της GEDI (Fiat) εντάσσεται στην ραγδαία αναδιάταξη των εσω-καπιταλιστικών ισορροπιών και αναπροσαρμογών σε μια φάση εσωτερικού ανταγωνισμού του κεφαλαίου (βιομηχανικό, χρηματοδοτικό, τεχνολογικό), όπου τα μεγάλα mainstream επικοινωνιακά μέσα διεκπεραιώνουν τη χειραγώγηση της κοινωνίας.
Οι εργαζόμενοι των εφημερίδων του ομίλου GEDI βρίσκονται σε αγωνιστική κινητοποίηση και απεργίες για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και της πολιτικής γραμμής.
Αγώνες που συνοδεύουν πάντα τις επιχειρηματικές αναδιατάξεις, που συνυφαίνονται χωρίς τον κοινωνικό έλεγχο, όταν επίδικο είναι το αγαθό της αδέσμευτης, ελεύθερης δημοσιογραφίας.