Πίσω από το ισπανικό μπλακ-άουτ της 28 ης Απριλίου, υπάρχει μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια αποφυγής αποκάλυψης της αλήθειας, οι λόγοι της οποίας είναι πρωτίστως οικονομικοί, επομένως και πολιτικοί.
Πώς προξενούνται τα μπλακ-άουτ
Οι τοπικές διακοπές ρεύματος είναι ένα συνηθισμένο γεγονός, αντίθετα οι γενικές διακοπές ρεύματος είναι σπάνιο συμβάν. Σε γενικές γραμμές, καθοριστική παράμετρος είναι η δημιουργία, στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης, του φαινόμενου ντόμινο.
Τα δίκτυα λειτουργούν στη βάση δύο κύριων παραμέτρων: την τάση και τη συχνότητα του ηλεκτρικού ρεύματος. Η τάση αλλάζει στους διάφορους τομείς, στη μεταφορά (υψηλή τάση: από 115-765KV), στη διανομή (μέση τάση: από 2,4-69KV) και στην κατανάλωση (χαμηλή τάση: από 240-600V). Οι τιμές τους μπορούν να διαφέρουν μόνο εντός μέγιστης ζώνης ταλάντωσης ±10%. Η συχνότητα (η οποία στην Ευρώπη ορίζεται στα 50 Hertz) μπορεί να ποικίλει μόνο κατά ±1%, αλλά επιτρέπονται μεγαλύτερες στιγμιαίες ταλαντώσεις (από +4% αύξηση, έως -6% μείωση). Πέραν αυτών των ορίων, παρεμβαίνουν προστατευτικοί μηχανισμοί που αποσυνδέουν τα τμήματα του δικτύου (και τις σχετικές μονάδες παραγωγής). Όταν δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί το πρόβλημα στη συγκεκριμένη περιοχή της βλάβης, ενεργοποιείται το φαινόμενο ντόμινο, το οποίο μεταδίδει την ανισορροπία σε ολόκληρο το διασυνδεδεμένο δίκτυο. Εν ολίγοις, προστατεύοντας τον εαυτό του, το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας αδρανοποιείται!
Η επανεκκίνηση απαιτεί χρόνο: Οι μονάδες πρέπει να επανα-ενεργηθούν μία προς μία, πρώτα οι υδροηλεκτρικές και οι αεριοστρόβιλοι φυσικού αερίου (turbogas) και μετά οι άλλες. Οι διάφορες γεωγραφικές περιοχές πρέπει να αναπληρώνονται σταδιακά, εξασφαλίζοντας συνεχώς ισορροπία με την παραγωγή.
Στην προκείμενη περίπτωση, η επανεκκίνηση δύσκολα θα μπορούσε να ήταν ταχύτερη. Και ούτε σημειώθηκε «ατύχημα ανάφλεξης», το οποίο μπορεί πάντα να συμβεί, αλλά στο οποίο το σύστημα θα πρέπει να είναι σε θέση να αντιδράσει αποκαθιστώντας τις σωστές τιμές τάσης και συχνότητας. Το πραγματικό ερώτημα έγκειται ακριβώς στην ανυπαρξία (ή τουλάχιστον στη σοβαρή ανεπάρκεια) αυτής της απόκρισης του ισπανικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας. Το πρόβλημα που ανέκυψε ονομάζεται «ζεστό αποθεματικό», τεχνικός όρος πίσω από τον οποίο, βρίσκεται η οικονομική διαχείριση του ιδιωτικοποιημένου συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας.
Τι συνέβη στις 28 Απριλίου;
Τη στιγμή του μπλακ-άουτ, η ισπανική παραγωγή 30GW συντίθετο από: 18GW φωτοβολταϊκά, 3,5GW αιολικά, 3GW από υδροηλεκτρικά, 3GW πυρηνικά, 2,5GW από ορυκτές πηγές, 2GW από απροσδιόριστη αυτοπαραγωγή, κατανεμημένη κατά 82% στην ηπειρωτική Ισπανία 9,6% μέσω εξαγωγών στην Πορτογαλία, 6,4% στη Γαλλία, 3,2% στις Βαλεαρίδες Νήσους και στο Μαρόκο.
Η Ισπανία, την ώρα του μπλακ-άουτ είχε υψηλή παραγωγή ΑΠΕ, με 56% από φωτοβολταϊκά και 11% αιολικά, Μια κατάσταση που της επέτρεψε σημαντική εξαγωγική ροή σε γειτονικές χώρες, από τη Γαλλία κατά κύριο λόγο, η οποία αναγκάζεται να εισάγει ενέργεια κατά τη διάρκεια της ημέρας (και όχι μόνο από την Ισπανία), ακριβώς λόγω της ακαμψίας που χαρακτηρίζει την ισχυρή συμβολή των πυρηνικών στο μείγμα του δικτύου της.
Επομένως, δεν καταγράφηκαν ούτε εσωτερικές ούτε εξωτερικές παρενέργειες, ενώ οι διακυμάνσεις της παραγωγής των ΑΠΕ αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία, όπως την προηγουμένη ημέρα, με τα τρία δοκιμασμένα εργαλεία, δηλαδή: σωστό προγραμματισμό φορτίου, επαρκή ικανότητα αντιστάθμισης συγχρονισμού και ικανή διαθεσιμότητα «θερμού αποθέματος», που αποτελείται από γεννήτριες που μπορούν να αντικαταστήσουν την ισχύ που λείπει. Το «θερμό απόθεμα» διαφέρει από το «κρύο», επειδή δεν είναι μηχανισμοί έτοιμοι να ξεκινήσουν στον απαραίτητο χρόνο (ψυχρό απόθεμα), αλλά γεννήτριες που υπολειτουργούν ήδη στο δίκτυο, άμεσης αντίδρασης σε τυχόν ανάγκες. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι με το «ζεστό απόθεμα» το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας αποκτά άμεση και αποτελεσματική ικανότητα αυτορρύθμισης. Υπό το φως των διαθέσιμων πληροφοριών, στις 28 Απριλίου αυτή η χωρητικότητα στο ισπανικό δίκτυο δεν υπήρχε.
Η παραπληροφόρηση για τη συμβολή των ΑΠΕ
Πολλοί βιάστηκαν να αποδώσουν tout-court στις ΑΠΕ τη δημιουργία του προβλήματος, με επιχειρήματα μερικώς βάσιμα (στοχαστικότητα λειτουργίας), για να καταλήξουν σε μια ανακριβή και αστήρικτη εξήγηση των αιτιών της βλάβης. Ας περιοριστούμε, λοιπόν, σε μερικές διευκρινίσεις.
Πρώτον, είναι ανακριβές ότι όλες οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν είναι προγραμματιζόμενες. Τα υδροηλεκτρικά, η γεωθερμία και η βιομάζα είναι όλες προγραμματιζόμενες πηγές, όπως ακριβώς και τα παραδοσιακά ορυκτά καύσιμα. Επιπλέον, η υδροηλεκτρική ενέργεια έχει ευελιξία και χωρητικότητα αποθήκευσης που δεν έχει καμία άλλη πηγή. Είναι ωστόσο ακριβές ότι αιολική και ηλιακή ενέργεια δεν προγραμματίζονται, είναι όμως προβλέψιμες. Οι προβλέψεις (γίνονται μέρα με τη μέρα, με δυνατότητα προσαρμογής σε πραγματικό χρόνο) λειτουργούν αποτελεσματικά.
Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα αυξάνει την πιθανότητα ανισορροπιών μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, θέμα, όμως, τεχνικά εύκολα διαχειρίσιμο. Στη Δανία, όπου το 2024 η παραγωγή από ΑΠΕ καλύπτει το 69% των αναγκών, δεν έχουν σημειωθεί μπλακ-άουτ.Οι ΑΠΕ το 2024 κάλυψαν το 32% της παγκόσμιας κατανάλωσης, ενώ η παγκόσμια παραγωγή ηλιακής ενέργειας έχει διπλασιαστεί τα τελευταία τρία χρόνια, υπερβαίνοντας τις 2.000 δισ. ΚWh. Περισσότερο από το ήμισυ (53%) αυτής της αύξησης πραγματοποιήθηκε στην Κίνα, μακράν πρώτη χώρα στην παγκόσμια παραγωγή και κατανάλωση και ο λόγος δεν είναι οικολογικές ευαισθησίες, αλλα οικονομικός. Η ενέργεια που παράγεται από τις ΑΠΕ έχει σημαντικά χαμηλότερο κόστος από εκείνη άλλων πηγών.
Ο νεοφιλευθερισμός μπορεί να οδηγεί στο σκοτάδι
Οι περισσότεροι συνδέουν τις διακοπές ρεύματος με την έλλειψη ενέργειας, αυτό δεν συνέβη. Κάποιοι στο αστάθμητο του καιρού και τις σχετικές διακυμάνσεις της παραγωγής, κανείς όμως δεν θεωρεί μια άλλη ακόμη πιο αποφασιστική πτυχή: Τον μηχανισμό των χονδρικών τιμών ενέργειας που διαμορφώνονται στο Χρηματιστήριο Ηλεκτρικής Ενέργειας (συνεπακόλουθο των διαδικασιών απελευθέρωσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, που πριν από μια τριακονταετία ήταν υπό αυστηρό κρατικό έλεγχο), δηλαδή σε ένα χώρο θεσμοποιημένης κερδοσκοπίας, όπου η ίδια κιλοβατώρα έχει πολύ διαφορετικες τιμές κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας!
Οι κατασκευαστικές εταιρείες, όλες ιδιωτικές και εισηγμένες, προσπαθούν να αρπάξουν τη μέγιστη παραγωγή τις ώρες που η τιμή είναι υψηλή, μηδενίζοντάς την (ή περιορίζοντάς την όσο το δυνατόν περισσότερο), τις ώρες που η τιμή είναι χαμηλή.
Δεν μιλάμε για ψίχουλα! Ενδεικτικά, στις 3μ.μ. της 1ης Μαΐου οι χρηματιστηριακές τιμές KWh επομένης ημέρας ήταν: στις 3:00 π.μ. 45 ευρώ/KWh, στις 8:00 π.μ. 130 ευρώ/KWh, στις 2:00 μ.μ. 14 ευρώ/KWh, στις 9:00 μ.μ. 146 ευρώ/KWh. Δηλαδή το ίδιο προϊόν έχει διακύμανση τιμής έως και 10 φορές υψηλότερη!
Ποιος μπορεί να υποχρεώσει τους άρχοντες της ενέργειας να καίνε για ηλεκτροπαραγωγή, για παράδειγμα, το ίδιο κυβικό μέτρο αερίου στις 2 μ.μ., όταν στις 9 μ.μ. εισπράττουν δέκα φορές περισσότερο; Η απάντηση είναι ο φορέας παροχής υπηρεσιών ηλεκτρικής ενέργειας (στην Ισπανία η REE, στην Ελλάδα η ΡΑΑΕΥ), διαφορετικά θα πηγαίναμε όλοι στο σκοτάδι συνεχώς. Το θέμα είναι αν ο φορέας διαθέτει τα μέσα και την πολίτικη βούληση για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενα, αλλά πάντα πιθανά, απρόβλεπτα γεγονότα;
Με βάση τα παραπάνω, η αιτία του μπλακ-άουτ είναι σαφής: οι άρχοντες της ενέργειας προτιμούν να κρατούν τους παραγωγούς τους σε ηρεμία όταν η τιμή της KWh πιέζεται προς τα κάτω από τις ΑΠΕ. Θεωρητικά ο ισπανικός φορέας παροχής υπηρεσιών ηλεκτρικής ενέργειας (REE) θα έπρεπε να είχε επιβάλει τις σωστές ποσοστώσεις του «θερμού αποθέματος», και σε κάποιο βαθμό το είχε κάνει, αλλά όχι στην έκταση που επιβάλλετο. Εξάλλου, οι πιέσεις από τους παραγωγούς είναι ισχυρές και –όσο επικίνδυνο κι αν είναι– το παιχνίδι λειτουργεί γενικά. Έρχεται όμως η μέρα που ανατρέπονται όλα και τότε, κάποιοι (οι υπεύθυνοι) αρχίζουν να μιλάνε για δήθεν ευφάνταστες «επαγόμενες ατμοσφαιρικές δονήσεις»…
Στη χρηματιστηριακή αγορά ενέργειας υπάρχουν διάφοροι τρόποι χειραγώγησης των τιμών. Τα κράτη μερικές φορές συμμετέχουν σε αυτά τα «παιχνίδια». Για παράδειγμα, η Γαλλία έχει, προς το παρόν, αντιταχθεί στην αναβάθμιση των ηλεκτρικών συνδέσεων με την Ιβηρική Χερσόνησο, μέσω των Πυρηναίων, για να μην υποφέρει η ακριβή δικής της παραγωγής πυρηνική ενέργεια από τον ανταγωνισμό των ισπανικών και των πορτογαλικών ΑΠΕ.
Συμπέρασμα
Τα γεγονότα στην Ισπανία επιβεβαιώνουν την ανάγκη για ένα ενεργειακό σύστημα υπό πλήρη δημόσιο έλεγχο, με την πλήρη εθνικοποίηση του τομέα και την επιβολή αυστηρών προδιαγραφών ασφαλείας. Τα χρηματιστήρια ενέργειας (όχι μόνο ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και φυσικού αερίου) πρέπει απλώς να καταργηθούν. Το κράτος πρέπει να καθορίζει τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων ετησίως, με μια πολιτική χαμηλών τιμών υπέρ των ασθενέστερων τμημάτων του πληθυσμού. Η μετάβαση στις ΑΠΕ πρέπει να συνεχιστεί, διασφαλίζοντας όλες τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές προϋποθέσεις και κανόνες.