Macro

Ιωσήφ Σινιγάλιας: Ένα διάτρητο ενεργειακό καπέλο

Μετά από 9μηνη κύηση και 30 ώρες «καταναγκαστικών» εργασιών, το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας κατέληξε σε συμφωνία επιβολής πλαφόν στη χονδρική τιμή (price cap) του φυσικού αέριου στα 180€/MWh, με ισχύ από τις 15 Φεβρουάριου 2023 για τον δείκτη τιμών TTF και από 31 Μαρτίου για όλους τους υπόλοιπους δείκτες (μετά από αξιολόγηση του ESMA και του ACER) για δοκιμαστική περίοδο ενός έτους.
 
 
Η συμφωνία προβλέπει την υιοθέτηση διπλού ορίου (κόφτη) της τιμής: πλαφόν 180€/MWh, ή εναλλακτικά, τιμή όχι μεγαλύτερη από 35€ σε σχέση με την τιμή του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Εάν κάποιο από τα δύο όρια ξεπεραστεί, για τρεις συνεχόμενες εργάσιμες ημέρες, το πλαφόν καθίσταται δεσμευτικό για τις συναλλαγές των επόμενων 20 ημερών. Εφόσον η εφαρμογή του μηχανισμού επιδράσει αρνητικά στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή τις αγορές φυσικού αερίου, η ESMA μπορεί να εξαιρέσει ορισμένα παράγωγα από την εφαρμογή του μηχανισμού.
 
Ο νέος μηχανισμός θα αξιολογηθεί στην πράξη, λαμβάνοντας υπόψη σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των τελικών τιμών αποκλειστικά εντός της αγοράς spot και όχι στη μεγαλύτερη αγορά των μακροχρόνιων διμερών συμβάσεων αγοράς φυσικού αερίου που διακινείται μέσω αγωγών.
 
Η πολιτική διάσταση της συμφωνίας είναι σημαντικότερη της αμιγώς διαχειριστικής, οδηγώντας χώρες με διαφορετικά συμφέροντα και προτεραιότητες να συμφωνήσουν σε ένα κοινά αποδεκτό μηχανισμό. Χώρες, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Ελλάδα εισάγουν σημαντικές ποσότητες αερίου για ηλεκτροπαραγωγή από ρωσικές πηγές. Οι χώρες της Ιβηρικής χερσονήσου δεν έχουν ουσιαστική παρουσία στο ευρωπαϊκό δίκτυο αγωγών, ενώ έχουν υψηλή ικανότητα σε μονάδες επαναεριοποίησης (regasification), Ολλανδία και Νορβηγία κάνουν εξαγωγές φυσικού αερίου.
 
Είναι κοινή αντίληψη, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, ότι οι αγορές spot είναι ένα είδος άγριας Δύσης, όπου πραγματικά «αφεντικά» είναι οι κερδοσκόποι. Στην πράξη, η διαμόρφωση των τιμών σε αυτές τις αγορές έντονης μεταβλητότητας, ακολουθούν πιστά την εξέλιξη των θεμελιωδών οικονομικών τάσεων (αυξημένη ζήτηση από την Ασία, μεταπανδημική ανάκαμψη, εισβολή στην Ουκρανία). Σε αυτό συνέβαλαν οι μειώσεις στις ρωσικές προμήθειες, η δυσκολία εύρεσης εναλλακτικών πηγών, η ανάγκη πλήρωσης αποθεμάτων ενόψει του χειμώνα, η αυξημένη ζήτηση φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή λόγω της συντήρησης των μισών γαλλικών πυρηνικών σταθμών, το ξηρό καλοκαίρι που στέγνωσε τις υδροηλεκτρικές λεκάνες κ.λπ.
 
Η αποκλιμάκωση των τιμών που καταγράφηκε τους φθινοπωρινούς μήνες μπορεί, επίσης, να αποδοθεί στην ολοκλήρωση του κύκλου πλήρωσης των αποθηκευτικών χώρων, στο ήπιο κλίμα που περιόρισε την κατανάλωση για θέρμανση και στη μείωση της ζήτησης αερίου σε πολλούς βιομηχανικούς τομείς.
 
Ο μηχανισμός αφορά στη διαμόρφωση της τιμής στις spot αγορές, εκεί δηλαδή που συγκεντρώνεται η προσφορά και η ζήτηση για τον καθορισμό της τιμής εκκαθάρισης. Εξαιρούνται οι διμερείς συναλλαγές (εξωχρηματιστηριακές), που σήμερα αποτελούν τον μεγαλύτερο όγκο. Εγκυμονείται συνεπώς ο κίνδυνος η μονομερής επιβολή πλαφόν σε μόνο ένα μέρος των συναλλαγών να μετατοπίσει τις συναλλαγές στην αγορά των ελεύθερων διμερών συναλλαγών, αποδυναμώνοντας την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού.
 
Επιπλέον, η πλεονάζουσα ζήτηση που ενδεχόμενα εκδηλωθεί, λόγω επιβολής του πλαφόν, απαιτεί είτε να «ρυθμιστεί» η ζήτηση (περιορίζοντας την σύμφωνα με τις υποδείξεις της Επιτροπής), με τρόπους που δεν έχουν ακόμη καθοριστεί επαρκώς, είτε να αυξηθεί η προσφορά στο επίπεδο του πλαφόν, ή συνδυασμός και των δυο.
 
Δεν είναι σαφές ποιος φορέας θα μπορέσει να λειτουργήσει ως «προμηθευτής έσχατης ανάγκης», στην περίπτωση που οι περιορισμοί καταστούν εμπορικά «άκαμπτοι».
 
Είναι προφανής η αναγκαιότητα δημιουργίας ενός κεντρικού ευρωπαϊκού φορέα. Η συγκέντρωση παραγγελιών στο πλαίσιο του πλαφόν προϋποθέτει την ύπαρξη πωλητών διατεθειμένων να πουλήσουν σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς, θέτοντας πρόβλημα αποτελεσματικότητας του νέου μηχανισμού.
 
Για την αντιμετώπιση των πιθανών αδιέξοδων, προβλέπονται ρήτρες διασφάλισης, που θα λειτουργήσουν ανασταλτικά στον μηχανισμό, στη περίπτωση ισχυρών ανισορροπιών μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, ρήτρες που προφανώς θα επιδράσουν στην αποτελεσματικότητα της ρυθμιστικής αρχής να αντιστέκεται στις προκλήσεις της αγοράς και να ενταθούν, σαν απάντηση της παρέμβασης της ΕΕ στην επιβολή τιμών στην αγορά, «προσβάλλοντας» την κατά τεκμήριο αποκλειστική αρμοδιότητα της.
 
Ο Ιωσήφ Σινιγάλιας είναι μηχανολόγος μηχανικός.