Macro

Ιωσήφ Σινιγάλιας: CCS: Στον Πρίνο για δεύτερη φορά…

Συνεπής στην ακολουθουμένη αντιφατική και μυωπική περιβαλλοντική πολιτική, η κυβέρνηση, αφού «αναπτύσσει» τη χώρα μέσω εξορύξεων υδρογονανθράκων σε θάλασσες και στεριές και «γεμίζει» την ατμόσφαιρα με ορυκτά αέρια και ρύπους, επενδύει τώρα στο «επιχειρείν» της δέσμευσης και αποθήκευσης του CO2.

Μια επιπλέον αγορά στα πλαίσια της ενεργειακής αγοράς, που έχει μετατρέψει κάθε κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα υψηλής απόδοσης.

Αφού εισέπραξε αμερικανικά εύσημα και αναγνώριση για την επιδειχθείσα προθυμία μετατροπής της χώρας σε «πολυκόμβο» (ενεργειακό, μεταφοράς LNG κλπ.), στο μεγάλο καλάθι της ενεργειακής εμπορευματοποίησης, προσέθεσε έναν ακόμη «κόμβο»: το μεσογειακό κόμβο CCS (carbon capture and storage hub).

Μέσω του Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ), που ελέγχεται κατά 60% από ξένα κεφάλαια, κρατικά και ιδιωτικά (35,6% η ιταλική SNAM, 12% η ισπανική ENAGAS και 12% η βέλγικη FLYXYS), παρουσιάστηκε στο ICM Forum 2025 το πρόγραμμα ApolloCO, πρώτο έργο συγκέντρωσης (aggregation) CO2 σε επίπεδο midstream στη Νότια Ευρώπη, ανοικτής πρόσβασης, που θα συνδέει μεγάλους ρυπαντές με τον Πρίνο και άλλους μεσογειακούς χώρους αποθήκευσης. Το CO2 θα μεταφέρεται στον τερματικό σταθμό LNG της Ρεβυθούσας, θα υγροποιείται και θα μεταφέρεται με πλοία στον Πρίνο και σε άλλους χώρους αποθήκευσης.

Εγκαταστάσεις CCS, τεχνολογικά ορια και κίνδυνοι

Μια από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS), η Gorgon της Chevron στην Αυστραλία, κατέγραψε τη χαμηλότερη απόδοση από την έναρξή λειτουργίας το 2019.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρείχε η ίδια Chevron, το 2024-25 η εγκατάσταση δέσμευσε και αποθήκευσε περίπου 1,33 εκατ. τόνους CO2, σε σύγκριση με ονομαστική δυναμικότητα 4 εκατ. (ένα τρίτο), και κυρίως έναντι συνολικών εκπομπών περίπου 50 εκατ. τόνων που παράγονται ετησίως από την εξόρυξη, επεξεργασία και καύση του αερίου που σχετίζεται με το έργο.

Η απόκλιση μεταξύ προβλέψεων και αποτελεσμάτων αναδεικνύει ένα ζήτημα αξιοπιστίας της τεχνολογίας CCS.

Η CCS έχει παρουσιαστεί ως πυλώνας της κλιματικής ουδετερότητας για μεγάλα έργα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) τύπου Gorgon.

Η αρχική, διακηρυγμένη πρόθεση των μονάδων CCS αφορούσε στην αντιστάθμιση, μέρους των εκπομπών, μέσω της δέσμευσης και της μόνιμης αποθήκευσης CO2 στο υπέδαφος

Ο Paul Martin, προγραμματιστής βιομηχανικών μοντέλων, υποστηρίζει ότι το CCS λειτουργεί πραγματικά καλά «για αυτό που επιδιώκει στην πραγματικότητα: δηλαδή να εξασφαλίσει στο σύστημα ορυκτών καυσίμων να διαιωνιστεί χωρίς να αντιμετωπίσει την καρδιά του προβλήματος, που είναι ο μηδενισμός της χρήσης ορυκτων καυσίμων».

CCS εναντίον φωτοβολταϊκών

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA), την τελευταία δεκαετία το μέσο κόστος της παραγόμενης ενέργειας των μεγάλων φωτοβολταϊκών σταθμών μειώθηκε κατά 90% και το κόστος επένδυσης ανά kW περισσότερο από 80%.

Μετά από 30 χρόνια πειραματισμών, το κόστος δέσμευσης ανά τόνο, παραμένει πολύ υψηλό, ανάλογα με το είδος των εγκαταστάσεων.

Από το 1996, η συνολική ποσότητα CO2 που αποθηκεύτηκε σε γεωλογική μορφή, δεν υπερβαίνει τους 383 εκατ. τόνους, που αντιστοιχεί σε λιγότερο από τέσσερις ημέρες των παγκόσμιων εκπομπών από ορυκτά καύσιμα σήμερα (περίπου 1%), δηλαδή η αποτελεσματικότητα της μεθόδου, στην πράξη, είναι ανύπαρκτη.

Οι ρυθμιστικοί κανόνες και τα όρια αποθήκευσης

Ο Michael Liebreich, ιδρυτής του BloombergNEF εκτιμά ότι το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, αλλά ρυθμιστικό. Όσο οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων, βασιζόμενες σε πολύ φθηνότερες αντισταθμίσεις (offsets) από την CCS, επιτρέπεται να επιτύχουν τους κλιματικούς τους στόχους, τόσο τα κίνητρα για την αποδοτική και βιώσιμη λειτουργία μονάδων CCS παραμένουν αναποτελεσματικά.

Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature[1], προτείνει, για πρώτη φορά, την έννοια ενός προληπτικού γεωλογικού ορίου, σύμφωνα με το οποίο η πραγματικά χρησιμοποιήσιμη παγκόσμια χωρητικότητα αποθήκευσης, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους 1.460 δισ. τόνους (Gt) CO2. Ο ποσοτικός προσδιορισμός προκύπτει μετά από τον αποκλεισμό σεισμικά ενεργών περιοχών, προστατευόμενων περιοχών, ζωνών πολύ κοντά σε κατοικημένα κέντρα, μικρού βάθους γεωλογικών καταβοθρών και εδαφικά αμφισβητούμενων λεκανών.

Από κλιματική άποψη, η πλήρης εκμετάλλευση του γεωλογικού δυναμικού αποθήκευσης θα μπορούσε να επιφέρει μείωση της θερμοκρασίας μεταξύ 0,4 και 0,7 βαθμών Κελσίου, μείωση σημαντική, αλλά κάτω από πολύ δύσκολες, αν όχι αδύνατες, συνθήκες, για να επιτευχθεί.

Σύμφωνα με τη μελέτη, με βάση τον τρέχοντα ρυθμό παγκόσμιων εκπομπών (38 Gt/έτος), η παγκόσμια χωρητικότητα αποθήκευσης θα επαρκούσε για μια περίοδο 38-39 ετών.

Εάν η δέσμευση αφορούσε μόνο στο ήμισυ των υπολειπόμενων και τεχνικά συλλέξιμων εκπομπών, υπόθεση πολύ φιλόδοξη, αλλά πιο συμβατή με ένα σενάριο διευρυμένου εξηλεκτρισμού και άμεσης απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, η χωρητικότητα θα επαρκούσε περίπου για 75-77 έτη. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει ότι η τεχνολογία CCS χρησιμοποιείται μόνο σε βιομηχανικούς τομείς που είναι δύσκολο να απαλλαγούν από τις ανθρακούχες εκπομπές, όπως τσιμεντοβιομηχανίες, χαλυβουργεία, λιπάσματα, βασικές χημικές ουσίες και επεξεργασίες αερίων με υψηλή συγκέντρωση CO2, και όχι για να αντισταθμιστεί ολόκληρη η αλυσίδα εφοδιασμού πολύπλοκων έργων ορυκτών καυσίμων, όπως αυτά της υγροποίησης και της εξαγωγής LNG.

Πρέπει, επίσης, να υπογραμμιστεί ότι η θεωρητική περίοδος 75-77 ετών μπορεί να φαίνεται μεγάλη, αλλά η πλήρης χρηστικότητά της δεν είναι καθόλου προφανής. Μεγάλο μέρος της χωρητικότητας είναι υπεράκτιο ή απομακρυσμένο από βιομηχανικές μονάδες εκπομπών (hard-to-abate), γεγονός που απαιτεί ειδικές υποδομές μεταφορών υψηλής πίεσης, με μακροχρόνιες επενδύσεις.

Επιπλέον, οι συνθήκες κάτω από την επιφάνεια των εδαφών δεν είναι στατικές ή ομοιόμορφες: η πίεση, η διαπερατότητα και η μετανάστευση του πλουμίου, δηλαδή του μετώπου του ρευστού που διασκορπίζεται στον γεωλογικό σχηματισμό μετά την έγχυση, δεν είναι σταθερές και πολλές τοποθεσίες θα απαιτούσαν πρόσθετη γεώτρηση με την πάροδο του χρόνου. Για το λόγο αυτό, το εκτιμώμενο γεωλογικό δυναμικό, αν και μεγάλο, δεν ισοδυναμεί αυτόματα με μια επιχειρησιακή ικανότητα που μπορεί πραγματικά να υλοποιηθεί σε παγκόσμια βιομηχανική κλίμακα.

Οι ερευνητές επισημαίνουν επίσης ότι κάθε τόνος CO2 που αποθηκεύεται για να αντισταθμίσει τις τρέχουσες εκπομπές ορυκτών μειώνει τον διαθέσιμο χώρο για μελλοντική αποθήκευση και επομένως για πιθανή περαιτέρω πτώση της θερμοκρασίας.

Το αποτέλεσμα της μελέτης δεν αμφισβητεί τη χρησιμότητα της τεχνολογίας CCS, αλλά την αξιολογεί ως ένα «σπάνιο διαγενεακό πόρο», υιοθετώντας μια νέα έννοια στην κλιματική διακυβέρνηση.

Εφαρμογές CCS

Σύμφωνα με τον Michael Barnard, της TFIE Strategy Inc. η τεχνολογία CCS ενδείκνυται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις που παράγουν συγκεντρωμένες και ελεγχόμενες ποσότητες CO2 των οποίων η γεωγραφική θέση επιτρέπει ελάχιστη μεταφορά ρύπων, ή επιτόπια αποθήκευση.

Ο Barnard αναφέρει ως παράδειγμα τα εργοστάσια αμμωνίας, τη ζύμωση βιοαιθανόλης, την παραγωγή μεθανόλης από reforming, την παραγωγή τσιμέντου.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η υπόγεια έγχυση συνιστά «άμεση λειτουργία της ίδιας της μονάδας» και δεν χρειάζεται να δημιουργηθούν ξεχωριστές αλυσίδες συλλογής και μεταφοράς: το CO2 συμπιέζεται και αποστέλλεται στη δεξαμενή απευθείας από το σημείο παραγωγής, ως επέκταση της μονάδας επεξεργασίας.

Με βάση τα παραπάνω, η τεχνολογία CCS δεν θα πρέπει να θεωρείται ως αυτόνομη, γενική τεχνολογία, αλλά μάλλον ως χειρουργικό εργαλείο για λίγους τομείς όπου δεν υπάρχουν άμεσα βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές.

Συμπέρασμα

Για να περιορίσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας της γης κάτω από 2 βαθμούς, πρέπει τα επόμενα 50 χρόνια να αδρανοποιήσουμε τουλάχιστον 1.000 δισεκατομμύρια τόνους CO2: είναι μια κολοσσιαία ποσότητα. Οι πιθανότητες να αναπτυχθεί αποτελεσματικά κάποια από τις τεχνολογίες μείωσης του CO2 είναι ελάχιστες. Το ίδιο ισχύει και για την αλλαγή τρόπου αντιμετώπισης του CO2, από ρύπο με απλό κόστος αποθήκευσης (σήμερα), σε πρώτη ύλη, εμπορικής αξίας, για την πετροχημική βιομηχανία (αύριο).

Οι εταιρείες oil&gas ζητούν δημόσιο χρήμα διατηρώντας ενεργό τον απύθμενο λάκκο του CCS, προκειμένου να διασφαλίσουν τη χρήση των ορυκτών καυσίμων εις το διηνεκές.

Τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να παραμείνουν εκεί που βρίσκονται!

Η ΕΠΟΧΗ