Η Άννα Διαμαντοπούλου, σε πάνελ στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών «Η Ελλάδα Μετά VII», συμπύκνωσε σε λίγες λέξεις την άποψη της ψηλομύτικης Δεξιάς (και όχι μόνο) για το μεταναστευτικό: μας είπε ότι η Ευρώπη απειλείται από την επέλαση σκουρόχρωμων, οι οποίοι είναι ήδη εδώ, και μάλιστα σε «τεράστια νούμερα», και, ειδικά οι μουσουλμάνοι, «έχουν μια θεοκρατική προσέγγιση η οποία δεν αλλάζει με τίποτα». Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς δηλαδή. Για την ίδια, είπε, ήταν «piece of cake» η ενσωμάτωση των μεταναστών στην Ευρώπη πριν από μια δεκαετία, όταν ήταν η ίδια επίτροπος. Το κέικ δεν είδαμε, γιατί αν η Ευρώπη είχε φροντίσει για την ενσωμάτωση αυτών των ανθρώπων 10 χρόνια πριν, η έλευση περισσότερων μεταναστών δεν θα αντιμετωπιζόταν τώρα ως «πρόβλημα» – γιατί, βεβαίως, όταν χαράσσεις μια πολιτική ενσωμάτωσης, ευρωπαϊκή κιόλας, δεν την χαράσσεις για 1-2 χρόνια, ούτε μπορεί να πιστεύεις πως σε μια Ευρώπη ευημερίας (τότε) δεν θα θέλουν να έρθουν περισσότεροι άνθρωποι αναζητώντας μια καλύτερη ζωή και δραπετεύοντας από τις άθλιες συνθήκες στις οποίες τους έχουν εξαναγκάσει να ζουν πολιτικές της Ευρώπης και του Δυτικού κόσμου.
Η άποψη ότι η Ευρώπη απειλείται κινείται στην τροχιά της συνωμοσιολογικής ρατσιστικής θεωρίας της Μεγάλης Αντικατάστασης, σύμφωνα με την οποία η μαζική μετανάστευση (βλ. τα «τεράστια νούμερα» που ανέφερε η Διαμαντοπούλου») στοχεύει στην αντικατάσταση του λευκού ευρωπαϊκού πληθυσμού από μη-λευκούς («σκουρόχρωμους», κατά τη Διαμαντοπούλου), κυρίως μουσουλμάνους, που θα καταστρέψουν τον Δυτικό πολιτισμό και θα τον αντικαταστήσουν με τον δικό τους – ο οποίος προφανώς θεωρείται κατώτερος. Αυτή η αντικατάσταση, που βλασταίνει στη φαντασία ακροδεξιών εθνικιστών λευκών του Βορείου Ημισφαιρίου, είναι αυτό ακριβώς που έκαναν οι πρόγονοί τους, Ισπανοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Πορτογάλοι, όταν κατέκτησαν την Αμερική. Αντικατέστησαν, με σχέδιο και σκοπό, πληθυσμιακά και πολιτιστικά, τους λαούς των αυτόχθονων Αμερικάνων (Μάγιας, Αζτέκους και Ινδιάνους) με τον δικό τους λαό, τη δική τους γλώσσα, τον δικό τους πολιτισμό. Διά της βίας και οργανωμένα, όπως φοβάται τώρα η κυρία Διαμαντοπούλου ότι θα συμβεί.
Οι δηλώσεις αυτές της πρώην ευρωπαίας επιτρόπου είναι τριπλά προβληματικές και κατακριτέες. Πρώτον, γιατί είναι ρατσιστικές, εθνικιστικές, μισαλλόδοξες και σπέρνουν φόβο, υποδαυλίζουν μίσος· ακόμη, δεν απέχουν πολύ από μια συνωμοσιολογική θεωρία που κρίνεται από τους επιστήμονες ανά τον κόσμο ως γελοία και εντελώς αβάσιμη, διότι διαστρεβλώνει τα αντικειμενικά δημογραφικά στοιχεία· άρα εμμέσως δίνουν τροφή στην άκρως επικίνδυνη τάση που παρατηρείται παγκοσμίως, και κυρίως στις ΗΠΑ, για αμφισβήτηση της επιστημονικής γνώσης και της επιστημοσύνης.
Δεύτερον, επειδή οι απόψεις αυτές εκφράζονται από τα χείλη μιας γυναίκας που έχει ένα στάτους, ήταν βουλεύτρια, υπουργός και ευρωπαία επίτροπος, γίνονται mainstream. Έχουμε να κάνουμε με τον ορισμό του mainstreaming, για την ακρίβεια. Μισαλλόδοξες και ρατσιστικές απόψεις ξεπλένονται μέσα από το στόμα ενός ανθρώπου που δεν (θα έπρεπε να) έχει αυτό το προφίλ. Και εκφράζονται δημόσια – δεν πήγε να τα πει στους φίλους της και να κρυφογελάνε.
Τρίτον, και συνδεδεμένο με τον δημόσιο χαρακτήρα του λόγου, είναι ότι η Διαμαντοπούλου εξέφρασε αυτές τις απόψεις λέγοντας ότι «πρέπει να έχουμε τη γενναιότητα να τα λέμε […] κι ας μην ακούγονται πολιτικά ορθά», ρίχνοντας λάδι στη φωτιά ενός διπόλου που δημιουργούν οι λευκοί υπερσυντηρητικοί ρατσιστές θεωρητικοί: στο ένα άκρο του διπόλου βρίσκονται αυτοί και στο άλλο άκρο οι αποκαλούμενοι «δικαιωματιστές», όλοι εμείς δηλαδή που θεωρούμε αυτονόητο τον σεβασμό στον άλλο, την προσπάθεια για ειρηνική συνύπαρξη των λαών, τον ανθρωπισμό, την ισότητα, την ισονομία και ένα σωρό άλλα, τα οποία αποτελούν, θαρρώ, κατακτήσεις του κόσμου που θέλει να ονομάζεται προοδευτικός και ανεπτυγμένος. Η τροφοδότηση αυτού του διπόλου, που εκφράζεται και από το anti-woke κίνημα, μια θεώρηση που αντιστρέφει τις αξίες και βάζει όσους εξέφραζαν εξοβελιστέες (ως τώρα) απόψεις στη θέση των θυμάτων που είναι φιμωμένα και δεν μπορούν να πουν τα «πράγματα με το όνομά τους», όπως είπε και η Διαμαντοπούλου, μια τέτοια θεώρηση είναι άκρως επικίνδυνη. Γιατί ταυτίζει την υπεράσπιση αξιών και δικαιωμάτων με πολιτικές τοποθετήσεις (δηλαδή με την Αριστερά και τη Σοσιαλδημοκρατία), ενώ η υπεράσπιση αυτή ήταν ο στόχος και το ενωτικό όραμα όταν η Ευρώπη αναγεννιόταν με κόπο από τα συντρίμμια του πολέμου που είχε προκληθεί ακριβώς από αυτό το μίσος. Οι αξίες που παλιότερα ένωναν μια διχασμένη Ευρώπη, τώρα δεν αμφισβητούνται απλώς, αλλά θεωρούνται καταπιεστικές. Άρα χρειάζεται «γενναιότητα» για να τις εκφράσεις. Γραμμή Όρμπαν, Λεπέν, Μελόνι και άλλων ρατσιστών και εθνικιστών που φοράνε τον μανδύα του κοινωνικού στάτους και που κάνουν την Ακροδεξιά στην Ευρώπη να στοχεύει στη δεύτερη θέση στις επερχόμενες Ευρωεκλογές.
Άννα, να ένα μήλο, το μήλο της Ευρώπης, μόνο που είναι σκουληκιασμένο, από κάτι τέτοιες απόψεις και θέσεις που εκφράζουν οι πλούσιοι λευκοί που την κυβερνούν.
Ιωάννα Μεϊτάνη