Όσο δεν κουραζόμαστε να μιλάμε και να αναφερόμαστε στο προσφυγικό, τόσο δυναμώνουμε τη μνήμη, τη γνώση και την ανθρωπιά μας. Η πολιτική που εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση είναι να ποντάρει στην αδυναμία της μνήμης μας. Ποντάρει στην κούρασή μας. Ποντάρει στο να πιστέψουμε ότι δεν αλλάζει τίποτα. Εδώ, όμως, πρέπει να είναι και η αντίστασή μας. Η επιμονή μας ενάντια στη λήθη. Ο Μίλαν Κούντερα είχε πει «ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη». Το προσφυγικό, όμως, είναι εδώ και είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα.
Βιώνουμε τη μεγάλη απραξία και ανικανότητα μιας κυβέρνησης που λέει «δεν κάνω τίποτα, δεν μεταδίδεται τίποτα από τα MME, που λαδώνω και ελέγχω απόλυτα, άρα πρόβλημα δεν υπάρχει».
Θυμάμαι, από το 2015 και μετά, τα Mέσα Mονομερούς Eνημέρωσης και παραπλάνησης να έχουν πρώτο θέμα τις αφίξεις των προσφύγων με κραυγές υπόγειου, κρυμμένου μίσους, λέγοντας ότι αδυνατεί η κυβέρνηση να ελέγξει τις ροές και αδυνατεί να παρέχει τη βοήθεια που πρέπει (τι ειρωνεία!) σε αυτούς τους ανθρώπους. Έστηναν κάμερες σε όλες τις εισόδους, σε όλες τις ακτές, κρύβοντας βέβαια επιμελώς ότι πριν από το 2015 αυτή η χώρα δεν είχε ούτε μία θέση φιλοξενίας προσφύγων και ξαφνικά έπρεπε να δημιουργηθούν χιλιάδες τέτοιες θέσεις. Τώρα βασιλεύει μία καλά πληρωμένη σιωπή.
Έζησα από κοντά όλη την προσπάθεια τότε, με τον δήμαρχο Περάματος, Γιάννη Λαγουδάκη, να δημιουργηθεί χώρος υποδοχής και φιλοξενίας στο Σχιστό Περάματος σε ένα σχεδόν εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο. Προς τιμήν του, ήταν ο πρώτος δήμαρχος, τότε, που βγήκε ανοιχτά και είπε: «ναι, θα φιλοξενήσουμε πρόσφυγες στην περιοχή μας». Σε μια πόλη όπου τότε η Χρυσή Αυγή αλώνιζε με τα φασιστοπαλίκαρά της. Βέβαια, πώς θα μπορούσε να ξεχάσει ότι οι πρώτοι κάτοικοι της πόλης ήταν μικρασιάτες πρόσφυγες. Δεν θα μπορούσε να ξεχάσει μία βασική αρχή της Αριστεράς για αλληλεγγύη σε κυνηγημένους και ξεριζωμένους ανθρώπους. Η δομή φιλοξενίας στο Σχιστό Περάματος, όπως και σε άλλα μέρη της χώρας, στήθηκε σε χρόνο ρεκόρ. Ο αγώνας δόθηκε και κερδήθηκε. Σημειώνω εδώ ότι όλο αυτό έγινε χωρίς καμία προηγούμενη τεχνογνωσία και βέβαια μέσα στην εποχή των απάνθρωπων μνημονίων και της οικονομικής ασφυξίας.
Ας έρθουμε, όμως, στο σήμερα. Η ταφική σιωπή που έχει επιβληθεί στα ΜΜΕ για το προσφυγικό, με τη συναίνεση δημοσιογράφων–κονφερασιέ δεν μπορεί να κρύψει την πραγματικότητα. Οι εφημερίδες της Αριστεράς, αλλά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συνεχώς αναφέρονται στην κατάσταση που επικρατεί στις δομές φιλοξενίας. Στην Μόρια, στο Καρά Τεπέ, οι άνθρωποι ζουν την Κόλαση του Δάντη. Έχουν υποχρεωθεί να ζουν τον χειμώνα μέσα στο χιόνι και τη λάσπη και το καλοκαίρι μες στη ζέστη που σπάει την πέτρα, με μηδαμινές ως και ανύπαρκτες υποδομές διαβίωσης. Με ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη που πολλές φορές στηρίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος σε εθελοντές και αλληλέγγυους. Η μέριμνα για μωρά, παιδιά, εφήβους, γυναίκες, ευπαθείς ομάδες, ανθρώπους με κινητικά προβλήματα είναι τραγική. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι η ζωή αυτών των ανθρώπων είναι «η ζωή εν δομή», παραφράζοντας τη φράση «η ζωή εν τάφω».
Η κυβέρνηση αρνείται να διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τα δικαιώματά τους και για τη μεταφορά τους στα κράτη που επιθυμούν. Ας σημειωθεί εδώ ότι, μέσα από συζητήσεις που κάνουμε με αυτούς τους ανθρώπους, η επιθυμία τους είναι να φύγουν από εδώ με προορισμό άλλα κράτη της Ευρώπης. Ποιος άνθρωπος, αλήθεια, μπορεί να αντέξει μια τέτοια ζωή, μέσα σε μια τέτοια κατάσταση και για πόσο καιρό; Έχοντας αφήσει την πατρίδα και το βιος του; Έχοντας χάσει παιδιά, φίλους, αδέρφια, συγγενείς και χωρίς να βλέπει έστω ένα μικρό φως στον ορίζοντα; Πώς μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος χωρίς όνειρα για μια λίγο καλύτερη ζωή; Πόσο μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος που παρακαλάει να του δοθεί άσυλο και δεν του δίνεται; Είναι τραγικό. Αυτή η κυβέρνηση, με την κτηνώδη (χωρίς υπερβολή) αδιαφορία της, τους οδηγεί στα άκρα της ανθρώπινης αντοχής. Τους οδηγεί στην απόγνωση.
Ο Χαμίντ, που έσωσε τη ζωή του από τους βομβαρδισμούς, που γλίτωσε από τους Ταλιμπάν και έφτασε στη χώρα ποιος ξέρει με πόσες δυσκολίες, δεν άντεξε και αυτοκτόνησε στη δομή προσφύγων στο Σχιστό Περάματος. Ένας νέος άνθρωπος. Άραγε πόσα όνειρα να είχε στο μυαλό και στην καρδιά του; Και με πόσο τραγικό τρόπο έδωσε τέλος στη ζωή του, επειδή δεν του δόθηκε η ευκαιρία να ζήσει… Άραγε πόσο φτηνή είναι η ζωή σε αυτήν την Ευρώπη που συνεχώς επικαλείται ανθρώπινες αξίες; Να ‘χαμε, να λέγαμε! Όσον αφορά τη χώρα μας, τρεις φορές έκανε αίτηση ασύλου αυτός ο νέος άνθρωπος και τις τρεις φορές την απέρριψαν. Μήπως κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει για ποιο λόγο δεν του δόθηκε το άσυλο; Πόσο εύκολα κάποιοι άνθρωποι συνεδριάζουν στα γραφεία τους για το ποιος θα οδηγηθεί στην κρεμάλα; Όλη η ανθρωπιά μας τελείωσε σε μια συνεδρίαση. Όταν η ζωή μετριέται με αριθμούς και όχι με ψυχές, έχουμε χάσει την ψυχή μας. Έχουμε γίνει ένα γρανάζι μιας κρεατομηχανής που αλέθει ανθρώπους.
Ο Βαγγέλης Βελώνιας είναι συντονιστής στη δομή φιλοξενίας προσφύγων Σχιστού Περάματος
Πηγή: Η Εποχή