Ανάλυση του Βασίλη Δελή, Απόφοιτου Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, Επιστημονικού Συνεργάτη της Ομάδας Κοινωνικών Αναλύσεων ΕΝΑ | Δημοσίευση του Focus Report του Παρατηρητηρίου Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» και ΕΣΠΑ 2021-2027 του ΕΝΑ σε συνεργασία με την Ομάδα Kοινωνικών Eξελίξεων ENA
Πρόλογος
Η στεγαστική κρίση που βιώνει η Ευρώπη αναδεικνυόταν ήδη στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2020[1], στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή συνιστούσε στα κράτη-μέλη «να προστατεύσουν τα νοικοκυριά που επιβαρύνονται υπερβολικά από το κόστος στέγασης, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν προσωρινή αναστολή εξώσεων και κατασχέσεων ή αναβολή πληρωμών υποθηκών και ενοικίων για χαμηλά εισοδήματα κατά τη διάρκεια της κρίσης (COVID19), διατηρώντας παράλληλα την οικονομική σταθερότητα και τα κίνητρα αποπληρωμής μεσοπρόθεσμα». Επιπλέον, στην ίδια ανακοίνωση επισημαινόταν ότι «οι επενδύσεις σε υποδομές “μεγάλου αντίκτυπου” μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των υφιστάμενων αντισταθμίσεων πολιτικής και κοινωνικών ανισορροπιών».
Ποιότητα στέγασης
Η ποιότητα της στέγασης μπορεί να μετρηθεί με αρκετούς τρόπους και ένας εξ αυτών αποτελεί το εάν οι άνθρωποι ζουν σε ένα σπίτι με συνωστισμό. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία (έτος αναφοράς το 2020), περίπου το 18% του πληθυσμού της ΕΕ ζει σε συνθήκη οικιακού συνωστισμού. Συγκρίνοντας τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, βλέπουμε ότι η Ελλάδα έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων που ζουν σε συνωστισμό με 29%, ενώ ακολουθούν η Ιταλία με 26% περίπου, η Πορτογαλία με 9% και η Ισπανία με 7,6% για το 2020.
Κόστος στέγασης
Ένα από τα πιο καίρια ζητήματα στις πολιτικές στέγασης είναι το κόστος της στέγασης σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτή η σχέση μετριέται κυρίως με το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης, το οποίο αποτυπώνει το μερίδιο του πληθυσμού της χώρας που ζει σε ένα νοικοκυριό για το οποίο το συνολικό κόστος στέγασης αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40 % του διαθέσιμου εισοδήματός του. Στην ΕΕ[2] το 2020, το 9,9% του πληθυσμού στις πόλεις ζούσε σε ένα τέτοιο νοικοκυριό, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις αγροτικές περιοχές ήταν 5,8 %. Η Ελλάδα διέθετε το υψηλότερο ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης κόστους στέγασης στην ΕΕ, τόσο στις πόλεις με 37% όσο και στις αγροτικές περιοχές με 25%. Από τις υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, ακολουθούν η Ισπανία με 10,1% και 5,1% αντίστοιχα, η Ιταλία με 8,9% και 6,8% και τέλος η Πορτογαλία με 4,8% και 3,2%.
Επενδύσεις σε Οικονομικά Προσιτή Κατοικία στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Σχετικά με την κατασκευή νέας κοινωνικής και οικονομικά προσιτής στέγης, επτά χώρες υπέβαλαν πακέτα χρηματοδότησης συνολικού ύψους 5,51 δισ. ευρώ. Η Πορτογαλία είναι η πρώτη σε αυτόν τον προϋπολογισμό με 2,7 δισ. ευρώ για τη δημιουργία νέας οικονομικά προσιτής κατοικία.
Αυτό σημαίνει ότι οι δεσμεύσεις για τη στέγαση συνολικά στα σχέδια όλων των κρατών μελών της Ε.Ε. για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναλογούν σε ένα ποσό της τάξεως των 52,8 δισ. ευρώ, το οποίο κρίνεται ως αρκετά μετριοπαθές σε σύγκριση με τις τρέχουσες επενδυτικές ανάγκες. Πιο συγκεκριμένα, η συχνά αναφερόμενη «Έκθεση της Task Force υψηλού επιπέδου για τις επενδύσεις στην Κοινωνική Υποδομή στην Ευρώπη» προσδιόρισε ένα επενδυτικό κενό σε οικονομικά προσιτή στέγαση κατ’ ελάχιστον σε 57 δισ. ευρώ ανά έτος σε επίπεδο Ε.Ε. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2026 (λήξη της ισχύος του Ταμείου Ανάκαμψης), πρέπει να επενδυθούν στον κλάδο σε επίπεδο Ε.Ε. 342 δισ. Ευρώ. Έτσι, τα 52,8 δισ. ευρώ ως συμβολή του RRF, αν και ευπρόσδεκτη, καλύπτει μόνο ένα μικρό μέρος αυτής της ανάγκης πανευρωπαϊκά.
Επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας σε Οικονομικά Προσιτή και Κοινωνική Κατοικία στα Εθνικά Σχέδια των χωρών του ευρωπαϊκού νότου
Ιταλία[3]
Το ιταλικό Σχέδιο προβλέπει τη διάθεση των κοινωνικών κατοικιών αλλά για ομάδες χαμηλού εισοδήματος. Επίσης προβλέπει συγκεκριμένα στεγαστικά έργα για ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, για παράδειγμα σε άτομα με αναπηρία, για τους νέους και για τους μη αυτάρκεις ηλικιωμένους. Σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι η Ιταλία έχει ρίξει ιδιαίτερο βάρος στην ολιστική ανακαίνιση κτιρίων με έμφαση τη σεισμική θωράκιση αλλά και την εξοικονόμηση ενέργειας διαθέτοντας προς αυτό το σκοπό πόρους ύψους 15,3 δις ευρώ από το Εθνικό της Σχέδιο. Στον άξονα «Συμπερίληψη και Συνοχή» βρίσκονται οι εξής επενδύσεις κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής:
Επένδυση 1.3: Προσωρινές κατοικίες (450 εκατ. ευρώ)
Ενίσχυση της πρόσβασης αστέγων σε προσωρινή διαμονή, σε διαμερίσματα για μικρές ομάδες ή οικογένειες, προσφέροντας επίσης ολοκληρωμένες υπηρεσίες με στόχο την προώθηση της αυτονομίας και της κοινωνικής ένταξης. Η επένδυση χωρίζεται σε δύο κατηγορίες παρεμβάσεων: (i) Προσωρινή στέγαση, στην οποία Δήμοι, μεμονωμένα ή σε συνεργασία, θα παρέχουν διαμερίσματα για άτομα, μικρές ομάδες ή οικογένειες έως και 24 μήνες σε συνδυασμό με την κινητοποίηση τους μέσω υλοποίησης προγραμμάτων προσωπικής ανάπτυξης ώστε να επιτύχουν μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας· (ii) Κέντρα που θα προσφέρουν, εκτός από περιορισμένη νυχτερινή υποδοχή, πρόσθετες υπηρεσίες όπως π.χ υπηρεσίες υγείας, εστίαση, επαγγελματικό προσανατολισμό, διανομή τροφίμων κ.λπ.
Επένδυση 2.3: Καινοτόμο πρόγραμμα ποιοτικής στέγασης (175 εκατ. ευρώ)[4]
Στόχος της επένδυσης είναι η κατασκευή νέων δημόσιων οικιστικών δομών, με σκοπό τη μείωση των δυσκολιών εύρεσης στέγασης, με έμφαση στο υπάρχον δημόσιο στεγαστικό απόθεμα και την ανάπλαση υποβαθμισμένων περιοχών, με έμφαση κυρίως στην πράσινη καινοτομία και τη βιωσιμότητα. Η επένδυση χωρίζεται σε δύο γραμμές παρεμβάσεων, που θα πραγματοποιηθούν χωρίς τη χρήση νέας γης: (i) ανάπλαση και αύξηση των κοινωνικών κατοικιών, ανακαίνιση και ανάπλαση αστικού περιβάλλοντος, βελτίωση της προσβασιμότητας και της ασφάλειας, μετριασμός της έλλειψης στέγης και αύξηση περιβαλλοντικής ποιότητας, χρήση καινοτόμων μοντέλων και εργαλείων για τη διαχείριση, την ένταξη και την αστική ευημερία (ii) παρεμβάσεις στη δημόσια στέγαση με υψηλό στρατηγικό αντίκτυπο στην εθνική επικράτεια. Η επιλογή των προτάσεων χρηματοδότησης θα γίνει μέσω δεικτών που στοχεύουν στην αξιολόγηση του αντίκτυπου περιβαλλοντικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, πολεοδομικά-εδαφικά, οικονομικά-χρηματοπιστωτικά και τεχνικών προδιαγραφών των έργων.
Ισπανία[5]
Η Ισπανία έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο προϋπολογισμό για προσιτή και κοινωνική κατοικία με 1 δισ. ευρώ για την η κατασκευή νέων κοινωνικών κατοικιών. Στοχεύει να κατασκευάσει τουλάχιστον 20.000 νέες κατοικίες για κοινωνικούς σκοπούς ενοικίασης έως το 2026. Αυτές θα κατασκευαστούν ιδίως σε περιοχές στις οποίες η κοινωνική στέγαση είναι επί του παρόντος ανεπαρκής και σε δημόσια γη.
Επένδυση C02.I02: Πρόγραμμα κατασκευής ενεργειακά αποδοτικά κτιρίων κοινωνικής κατοικίας προς ενοικίαση (1 δισ. ευρώ)
Σκοπός της επένδυσης είναι να προωθήσει την ανάπτυξη ενός συνόλου μέτρων για την ουσιαστική αύξηση της προσφοράς ενοικιαζόμενων κατοικιών σε προσιτή τιμή, με τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα. Το πρόγραμμα θεσπίζει διάφορες δράσεις που στοχεύουν στην κατασκευή κοινωνικών ενοικιαζόμενων κατοικιών σε ενεργειακά αποδοτικά κτίρια, προκειμένου να αυξηθούν οι οικιστικές υποδομές δημόσιας στέγασης. Στόχος είναι η κατασκευή ενός δημόσιου αποθέματος κοινωνικών κατοικιών προς ενοικίαση που να είναι οικονομικά βιώσιμες, οι οποίες επί του παρόντος βρίσκονται στο 2,5% περίπου του συνολικού οικιστικού αποθέματος το οποίο δεν επαρκεί για την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών. Ειδικότερα, μέσω του Προγράμματος θα ευνοηθούν μηχανισμοί συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αν και δεν αποκλείεται η χρηματοδότηση δράσεων με εξ ολοκλήρου δημόσιους πόρους. Η συνολική επένδυση ύψους 1.000.000.000 € θα διατεθεί σε άμεσες επενδύσεις από τις διάφορες Εδαφικές Διοικήσεις, για την πλήρη ή μερική κάλυψη των δαπανών που σχετίζονται με την ανάπτυξη κατασκευαστικών εργασιών ενός εκτιμώμενου αριθμού 20.000 Κοινωνικών Ενοικιαζόμενων Κατοικιών.
Πορτογαλία[6]
Το πορτογαλικό Σχέδιο φαίνεται το πιο φιλόδοξο ως προς την πρόσβαση σε στέγη και την κοινωνική κατοικία με έξι διαφορετικά προγράμματα. Συνολικά αφιερώνει περισσότερο από το 20% του συνόλου του προϋπολογισμού για τον στεγαστικό τομέα, με στόχο να κατασκευαστούν περισσότερες από 12.000 κατοικίες. Σε στρατηγικό επίπεδο, επιδίωξη είναι η επανεκκίνηση και ο επαναπροσανατολισμός της στεγαστικής πολιτικής στην Πορτογαλία, η διασφάλιση της στέγασης για όλους, μέσω της ενίσχυσης του δημόσιου οικιστικού αποθέματος και της η διασφάλιση της προσιτότητας στη στέγη για οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, προκειμένου να προωθηθεί η ευρεία πρόσβαση σε κατάλληλες συνθήκες στέγασης.
Επένδυση: Πρόγραμμα Υποστήριξης Πρόσβασης σε Στέγη (1.211 δισ. ευρώ)
Σε αντίθεση με τα προηγούμενα προγράμματα για τη δημόσια προώθηση της κοινωνικής στέγασης, που ήταν προσανατολισμένα σχεδόν αποκλειστικά στην εξάλειψη μόνο ενός τύπου έλλειψης στέγης -διαμονή σε επισφαλείς κατασκευές, παράνομης προέλευσης- το Πρόγραμμα Υποστήριξης για Πρόσβαση σε Στέγη υπάρχει ευρεία προσέγγιση, συμπεριλαμβανομένων άλλων ελλείψεων, όπως η απουσία υποδομών και βασικού εξοπλισμού, η ανασφάλεια του τόπος διαμονής, επισφάλεια ή ανυπαρξία συμβατικής σχέσης, ο συνωστισμός, η ακαταλληλότητα στέγης για τις ειδικές ανάγκες κατοίκων με αναπηρία, η μειωμένη κινητικότητα, που απαιτεί μια ολοκληρωμένη και συμμετοχική προσέγγιση που προωθεί κοινωνική και εδαφική ένταξη, η οποία θα επιτευχθεί μέσω ενός νέου σχήματος διακυβέρνησης και στρατηγικού σχεδιασμού, μέσω των Τοπικών Στρατηγικών Κατοικίας. Η υλοποίηση της οικονομικής στήριξης πηγάζει από τον ουσιαστικό ρόλο που αναγνωρίζεται ότι έχουν οι τοπικές αρχές, οι οποίες πρέπει να προετοιμάσουν και να υποβάλουν τις Τοπικές Στρατηγικές που πλαισιώνουν και προγραμματίζουν τις σχετικές επενδύσεις σε κάθε περιοχή. Αναμένεται, με αυτή την επένδυση, να ευνοηθούν τουλάχιστον 26.000 οικογένειες έως το 2026.
Επένδυση: Πρόγραμμα εθνικής επιχορήγησης για επείγουσα και προσωρινή στέγαση (176 εκατ. ευρώ)
Με το Εθνικό Επίδομα Στέγασης, στόχος είναι να δημιουργηθεί μια δομημένη και εγκάρσια απάντηση για άτομα που χρειάζονται επείγουσες λύσεις στέγασης (λόγω έκτακτων ή απρόβλεπτων γεγονότων ή καταστάσεων επικείμενου κινδύνου) ή μετάβασης (καταστάσεις που, από τη φύση τους, απαιτούν συνοδευτικές απαντήσεις καταλύματος προτού παραπεμφθούν σε οριστική λύση στέγασης), με σκοπό την κοινωνική τους ένταξη, προστασία και ενδυνάμωση, την καταπολέμηση των ανισοτήτων και τη διασφάλιση της επαρκούς κοινωνικής προστασίας έναντι καταστάσεων κινδύνου και έκτακτης ανάγκης. Η προσφορά διαμονής θα εφαρμοστεί απευθείας από δημόσιους φορείς, από φορείς του ιδιωτικού και κοινωνικού τομέα με αρμοδιότητες στο θέμα αυτό ή και σε συνεργασία, και θα βασίζεται στην απόκτηση, αποκατάσταση ή κατασκευή οικιστικών μονάδων. Αυτή η επένδυση προορίζεται να δημιουργήσει περίπου 2.000 καταλύματα έκτακτης ανάγκης ή υποδοχής/μετάβασης, και 473 κατοικίες, 3 πολυκατοικίες και 5 κέντρα προσωρινής εγκατάστασης.
Επένδυση: Ενίσχυση υποστηριζόμενης παροχής κατοικιών στην Αυτόνομη Περιοχή της Μαδέρας (136 εκατ. ευρώ)
Η Αυτόνομη Περιοχή της Μαδέρας ανέπτυξε την Περιφερειακή Στρατηγική Στέγασης 2030, με βάση το όραμα «αξιοπρεπή στέγαση για όλους τους πολίτες της Περιοχής» που φιλοδοξεί να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή και τις ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στη στέγη, έχοντας ως βάση λύσεις στεγαστικών εγκαταστάσεων για οικογένειες που ζουν σε κακές συνθήκες και δεν έχουν χρηματοοικονομική ικανότητα για τη στήριξη του κόστους πρόσβασης σε επαρκή στέγαση. Στόχος είναι να μειωθούν οι ελλείψεις κατοικιών έως το 2026, ο οποίες υπολογίζονται στο 29%, μέσω της μετεγκατάστασης 1.422 οικογενειών και συγκεκριμένα:
α) Μετακίνηση 1.122 οικογενειών σε νέες κοινωνικές κατοικίες.
β) Υποστήριξη της αποκατάστασης 300 ιδιόκτητων κατοικιών, μεταξύ άλλων και ενενεργειακών αναβαθμίσεων, παρέχοντας σημαντικές βελτιώσεις στις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων του αλλά και τη μείωση του λογαριασμού ενέργειας των δικαιούχων.
Επένδυση: Αύξηση των συνθηκών στέγασης και του οικιστικού αποθέματος της Αυτόνομης Περιοχής των Αζορών (60 εκατ. €)
Η «Ατζέντα για τη στέγαση στις Αζόρες, 2020-2031» ενίσχυσε την ανάγκη να διασφαλιστεί η δημόσια προσφορά οικονομικής στέγης. Για να ανταποκριθεί σε αυτή την έλλειψη, η Αυτόνομη Περιοχή των Αζορών προτίθεται να ενισχύσει την προσφορά σε διάφορα επίπεδα, έπειτα από ορατή επιδείνωση της υποβάθμισης των ακινήτων και τη μείωση της προσφοράς στην αγορά ακινήτων. Υπό αυτή την έννοια, θα υλοποιθούν δράσεις κατασκευής και αποκατάστασης ή μετατροπής υφιστάμενου οικιστικού αποθέματος. Προβλέπεται η κατασκευή 91 ακινήτων σε γη ή οικόπεδα και 4 νέες υποδιαιρέσεις που θα επιτρέψουν την ανέγερση 88 οικιστικών μονάδων.
Επένδυση: Δημόσιο κτιριακό απόθεμα προς στέγαση σε προσιτό κόστος (775 εκατ. Ευρώ)
Κατασκευή και αποκατάσταση του κενού δημόσιου κτιριακού αποθέματος, με σκοπό τη διαθεσιμότητα του προς στέγαση με προσιτό ενοίκιο. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε οικογένειες που ουσιαστικά δεν βρίσκουν στεγαστικές λύσεις στην παραδοσιακή αγορά λόγω ανισορροπίας του εισοδήματός τους και των κόστους των ενοικίων. Η σχεδιαζόμενη επένδυση καθιστά δυνατή την πρόβλεψη της αποκατάστασης του 75% του δημόσιου αποθέματος όπως αυτό έχει καταγραφεί, με προσανατολισμό τη δημιουργία οικιστικού αποθέματος σε προσιτές τιμές αλλά και τη διασφάλιση των επενδύσεων για την προώθηση προσιτών ενοικίων μέσω δημοτικών προγραμμάτων. Η λειτουργικότητα αυτών των επενδύσεων θα συντονίζεται από το αρμόδιο Υπουργείο, σε στενή συνεργασία με τους Δήμους όσον αφορά τα δημοτικά προγράμματα για την προώθηση προσιτών ενοικίων.
Επένδυση: Φοιτητική διαμονή σε προσιτό κόστος (375 εκατ. ευρώ)
Η παρούσα παρέμβαση έχει στόχο μια βαθιά μεταρρύθμιση του συστήματος στέγασης των φοιτητών, με σημαντικό αντίκτυπο και διαρκή αποτελέσματα στη βελτίωση των συνθηκών για φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, στόχος είναι να επιταχυνθεί η διαθεσιμότητα στέγης σε ρυθμιζόμενη τιμή έως το 2026, κυρίως μέσω της κατασκευής νέων, αλλά και προσαρμογής – αναβάθμισης υπαρχουσών φοιτητικών εστιών, δίνοντας προτεραιότητα σε έργα για την αποκατάσταση των κρατικών κτιρίων, των κτιρίων των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κτιρίων των Δήμων άλλα και ακίνητων που πρόκειται να κατασκευαστούν, εξασφαλίζοντας καλή ποιότητα και υψηλό επίπεδο ενεργειακής απόδοσης. Στόχος είναι να παρασχεθούν, έως το 2026, 15.000 κλίνες σε φοιτητικά καταλύματα/μονάδες κατοικίας.
Ελλάδα[7]
Το Ελληνικό Σχέδιο, που εμφανίζεται λιγότερο φιλόδοξο/ «ολιστικό» και περιορισμένο ως προς τους αξιοποιούμενους πόρους σε σχέση με τα άλλα τρία, περιλαμβάνει ένα πιλοτικό κοινωνικό στεγαστικό πρόγραμμα με προϋπολογισμό ύψους 1,3 εκατ. ευρώ, το οποίο προβλέπεται να υλοποιείται παράλληλα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, με φιλοσοφία να παρέχει κοινωνική στέγαση μέσω ιδιόκτητων σπιτιών Οι ιδιοκτήτες έχουν πρόσβαση σε επιχορηγήσεις για την ανακαίνιση των σπιτιών τους (κατ’ εκτίμηση 10.000 € για κάθε οικία), αν συμφωνούν να το διαθέσουν (με χαμηλό ενοίκιο) σε άτομα που επιλέγονται από την τοπική αρχή.
Μέτρο: 3.4. Αύξηση της πρόσβασης σε αποτελεσματικές και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνικές πολιτικές: Πρόγραμμα ολοκλήρωση ανακαίνισης διαμερισμάτων κοινωνικής στέγασης (1,3 εκατ. €)
Ολοκλήρωση προγράμματος ανακαίνισης 100 διαμερισμάτων (70 στον Δήμο Αθηνών και 30 στον Δήμο Θεσσαλονίκης) για 250 δικαιούχους. Το μέτρο αποσκοπεί στην παροχή στεγαστικής στήριξης στις πλέον ευάλωτες ομάδες που απειλούνται ή αντιμετωπίζουν έλλειψη στέγης.
Συμπεράσματα
Σε επίπεδο ΕΕ έχει ήδη καταβληθεί σημαντική προσπάθεια τόσο από διάθεση πόρων μέσω του ΤΑΑ αλλά και σε πολιτικό επίπεδο η ανακοίνωση chapeau του 2020 ζητά συγκεκριμένα από τα κράτη – μέλη «την προστασία των νοικοκυριών που επιβαρύνονται υπερβολικά από κόστος στέγασης, (…), διατηρώντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αλλά και κίνητρα αποπληρωμής μεσοπρόθεσμα»[8]. Όπως δείχνει η παραπάνω ανάλυση οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου διαθέτουν σημαντικό μέρος των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης προς Κοινωνική και Προσιτή Κατοικία με ορισμένα από τα προγράμματα να είναι εξαιρετικά φιλόδοξα και επικεντρωμένα τα οποία στο να συνδυάζουν την κοινωνική συνοχή με την πράσινη μετάβαση. Ωστόσο, η Ελλάδα παρόλο που αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο στον στεγαστικό τομέα, περιορίζει τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για στέγαση στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο.
Γενικώς, θα πρέπει να γίνουν περισσότερα από τα κράτη-μέλη για την αντιμετώπιση της τρέχουσας κατάστασης στη στεγαστική κρίση που βιώνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες, η οποία επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω μείωσης εισοδημάτων αλλά και της πίεσης του πληθωρισμού να πλήττουν ιδιαιτέρως τα ευάλωτα άτομα. Επιπλέον, υπάρχουν επίσης ανησυχίες για την ικανότητα απορρόφησης σε τοπικό επίπεδο. Η κινητοποίηση και διοχέτευση των επενδύσεων παραμένει μια πρόκληση. Αν ο ρυθμός των κατανομών και των περιορισμών επιλεξιμότητας θα είναι ίδιος όπως στην περίπτωση των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών Ταμείων κατά τα προηγούμενα έτη, θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για την επίτευξη των επιθυμητών στόχων και πρέπει να κινηθούμε προς ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης και διαχείρισης των πόρων.
[1] https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/economic-and-fiscal-policy-coordination/eueconomic-governance-monitoring-prevention-correction/european-semester/european-semester-timeline/spring-package_en
[2] https://ec.europa.eu/eurostat/cache/digpub/housing/vis/02_02_01/index.html?simple=true
[3] https://www.mef.gov.it/en/focus/The-National-Recovery-and-Resilience-Plan-NRRP/
[4] Το πρόγραμμα πρόκειται να λάβει πόρους και από το νέο ESF της προγραμματικής περιόδου 2021 – 2027 ανεβάζοντας τον συνολικό προϋπολογισμό σε πάνω από 1 δισ. ευρώ
[5] https://planderecuperacion.gob.es/
[6] https://recuperarportugal.gov.pt/
[7] https://greece20.gov.gr/to-plires-sxedio/
[8] https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/economic-and-fiscal-policy-coordination/eu-economic-governance-monitoring-prevention-correction/european-semester/european-semester-timeline/spring-package_en