Μεταφράσεις

Η ιστορία του πώς το Βερολίνο τα έβαλε με τις εταιρείες ιδιοκτήτριες ακινήτων και κέρδισε

Βερολίνο – Όταν ο Kilian Weisser μετακόμισε στο Βερολίνο τον Ιούλιο του 2020, ερωτεύτηκε αμέσως την περιοχή του. Το Gesundbrunnen, που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πόλης, είχε μια έντονη αίσθηση γειτονιάς, για να μην αναφέρουμε τα τοπικά μπαρ σε κάθε δρόμο. “Είναι πολύ μοναδική αίσθηση”, δήλωσε ο 32χρονος Weisser.

Υπήρχε και κάτι ακόμη που ο Βάιζερ λάτρευε στο σπίτι του. Είχε μετακομίσει ενώ ίσχυε το Mietendeckel, το ανώτατο όριο ενοικίου σε όλη την πόλη του Βερολίνου, πράγμα που σημαίνει ότι πλήρωνε μόλις 420 ευρώ το μήνα για το διαμέρισμά του, το οποίο μοιραζόταν με έναν φίλο του. Όμως τον Απρίλιο, το ανώτατο όριο ανατράπηκε μετά από δικαστική απόφαση, με την αιτιολογία ότι ερχόταν σε σύγκρουση με το γερμανικό συνταγματικό δίκαιο, με αποτέλεσμα το ενοίκιο του Βάιζερ να αυξηθεί κατά 280 ευρώ περίπου. Αλλά για τον Βάιζερ, αυτή ήταν μόνο η αρχή του αγώνα του.

Ο Weisser, όπως πολλοί κάτοικοι του Βερολίνου, ζει σε μια πολυκατοικία που ανήκει σε μια εταιρεία: την Heimstaden, η οποία κατέχει περίπου άλλα 6.000 διαμερίσματα στην πόλη. Αμφισβητώντας το ενοίκιό του, ο Βάιζερ υποστήριξε ότι λόγω ενός άλλου στεγαστικού νόμου που περιορίζει ορισμένα ενοίκια ανάλογα με την περιοχή, τα 720 ευρώ ήταν υπερβολικά υψηλά. Η Heimstaden διαφώνησε, αλλά προσέφερε ελαφρώς χαμηλότερο ενοίκιο. Ο Weisser απέρριψε την προσφορά, απαιτώντας να επιστρέψει το ενοίκιο στα 420 ευρώ, τα οποία πίστευε ότι ήταν νόμιμα. Αλλά χωρίς τα μέσα να πάει την ιδιοκτήτρια εταιρεία στα δικαστήρια, ο Βάιζερ συνεχίζει να πληρώνει το υψηλό, ανεβασμένο νοίκι, μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες άλλους ανθρώπους στο Βερολίνο.

“Είμαστε απίστευτα θυμωμένοι”, δήλωσε ο Βάισερ. “Το θέμα είναι ότι δεν μπορούμε απλά να μετακομίσουμε, δεν μπορούμε απλά να πούμε “Εντάξει, μπορούμε να πάμε να ψάξουμε για κάτι άλλο φθηνότερο”, επειδή είναι απίστευτα δύσκολο να βρεις διαμερίσματα στο Βερολίνο”.

Αλλά το Σαββατοκύριακο, οι κάτοικοι στο Βερολίνο είπαν «ως εδώ». Μήνες μετά την ανατροπή του ανώτατου ορίου ενοικίασης, οι ντόπιοι ψήφισαν υπέρ της ανάληψης από τις τοπικές αρχές του ελέγχου των διαμερισμάτων από τους μεγαλοϊδιοκτήτες σε μια πόλη που είδε τα ενοίκια να αυξάνονται κατά 33% από το 2015.

Στα τελικά αποτελέσματα το 56,4% – 1.034.709 άτομα – ψήφισαν υπέρ της κοινωνικοποίησης της ιδιοκτησίας. Αν και το δημοψήφισμα δεν είναι δεσμευτικό, οι υποστηρικτές της εκστρατείας λένε ότι έχουν πλέον εντολή να επαναφέρουν 240.000 διαμερίσματα στη δημόσια ιδιοκτησία, σε μια απόφαση που θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπτώσεις για τη στέγαση και τον έλεγχο των ενοικίων σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.

Μια συννεφιασμένη μέρα του Σεπτεμβρίου στο νότιο Βερολίνο, οι κάτοικοι του Hufeisensiedlung – που σημαίνει Κτήμα του Πετάλου – κάθισαν έξω από το καφέ του διατηρητέου κτιρίου, πίνοντας καφέ και συζητώντας. Το συγκρότημα διαμερισμάτων, βαμμένο μπλε και λευκό, περικυκλώνει μια έκταση με γκαζόν και μια λίμνη, κι έχει ένα άνοιγμα στο ένα άκρο, δίνοντας στο μοντερνιστικό συγκρότημα το αναγνωρίσιμο σχήμα του. Η περιοχή είναι ήσυχη για Βερολίνο (“Όλα τα μοντέρνα και συναρπαστικά δεν συμβαίνουν εδώ”, είπε ένας κάτοικος), και τα φύλλα στα δέντρα γίνονται καμένο πορτοκαλί και κόκκινα καθώς μπαίνει το φθινόπωρο.

Το Hufeisensiedlung βρέθηκε στο επίκεντρο του δημοψηφίσματος για τη στέγαση στο Βερολίνο. Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Bruno Taut το 1925 μετά από την έλλειψη κατοικιών που τροφοδότησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, και αποτέλεσε παράδειγμα προοδευτικής κοινωνικής κατοικίας που επιδίωκε να δώσει προτεραιότητα στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων. Σήμερα, ωστόσο, το κτίριο ανήκει σε ιδιώτη, την Deutsche Wohnen, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες ιδιοκτήτριες ακινήτων του Βερολίνου, με χαρτοφυλάκιο ακινήτων αξίας 26,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εάν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος -το οποίο είναι τεχνικά μόνο συμβουλευτικό- εφαρμοστεί επιτυχώς από την κυβέρνηση του κρατιδίου του Βερολίνου, τα διαμερίσματα αυτά θα επιστρέψουν στη δημόσια ιδιοκτησία.

Η καμπάνια Deutsche Wohnen & Co. Enteignen (που μεταφράζεται περίπου ως Απαλλοτρίωση της Deutsche Wohnen & Co.) ήταν βέβαιη ότι οι ψηφοφόροι της πόλης θα υποστήριζαν τη μεταρρύθμιση της στέγασης. Η καμπάνια των περίπου 3.000 ακτιβιστών ιδρύθηκε το 2017, κι εκμεταλλεύτηκε τη γερμανική νομοθεσία που επιτρέπει σε ορισμένα ζητήματα να πάνε σε δημοψήφισμα, εάν το επτά τοις εκατό των κατοίκων της πόλης υπογράψει μια αίτηση. Τον Ιούνιο, η εκστρατεία ανακοίνωσε ότι είχε συγκεντρώσει 343.000 υπογραφές – πολύ πάνω από το όριο των 175.000 και πιθανότατα βοηθήθηκε από την αμφιλεγόμενη απόφαση για την ανάκληση του ανώτατου ορίου ενοικίου τον Απρίλιο.

Την ημέρα ενός αγώνα μεταξύ της FC Union Berlin και της Arminia, μπήκα στην ομάδα σε μια από τις τελευταίες ημέρες της καμπάνιας στο στάδιο Alten Försterei (η FC Union Berlin θα κέρδιζε με 1-0). Οι οπαδοί εισέρχονταν από το S-Bahn, το μετρό της πόλης, σε κοντινή απόσταση, τραγουδώντας και πίνοντας μπουκάλια πίλσνερ. Ο Leonard Haas, ένας 27χρονος με καταγωγή από την Κολωνία, μοίραζε φυλλάδια στους ποδοσφαιρόφιλους. “Für bezahlbare mieten in Berlin,” (για προσιτά ενοίκια στο Βερολίνο), έλεγε, ξανά και ξανά, στους διερχόμενους οπαδούς.

“Πολλοί άνθρωποι βλέπουν το Παρίσι και το Λονδίνο [μοιρολατρικά]”, είπε ο Haas, αναφερόμενος στα διαβόητα υψηλά ενοίκια και τις τιμές των ακινήτων των πόλεων αυτών, “αλλά αυτό δεν είναι αναπόφευκτο!”.

Ο Haas συμμετέχει στην καμπάνια της Deutsche Wohnen & Co. Enteignen εδώ και έναν χρόνο και ζει στην ποικιλόμορφη και δημοφιλή περιοχή Neukolln εδώ και τρία χρόνια, όπου, όπως είπε, το 50 τοις εκατό του εισοδήματός του πηγαίνει στο ενοίκιο. Ζει σε κτίριο που ανήκει σε μια από τις ιδιοκτήτριες εταιρείες τις οποίες στοχεύει το δημοψήφισμα, την Adler, η οποία διαθέτει περισσότερα από 30.000 διαμερίσματα στην πόλη.

“Νιώθεις ανίσχυρος”, είπε. “Γι’ αυτό οι άνθρωποι είναι πραγματικά εξοργισμένοι και θυμωμένοι. Νιώθεις ότι πρέπει να το βουλώσεις και να δεχτείς το επόμενο υψηλότερο ενοίκιο που σου λέει ο ιδιοκτήτης σου, γιατί [διαφορετικά], τι θα βρεις; Πού θα πας;”

Ο Haas είχε γυρίσει όλο το Βερολίνο στο πλαίσιο της καμπάνιας, μεταξύ άλλων και στο Hufeisensiedlung του Taut. Θυμόταν ότι μίλησε με έναν ηλικιωμένο κάτοικο, ο οποίος του είπε: “”Είμαι θυμωμένος που το κίνημα της εργατικής τάξης το έχτισε αυτό, αλλά τώρα είναι οι εταιρείες που επωφελούνται από αυτό”.

“Είναι μια στιγμή που θα μου μείνει αξέχαστη”, θυμήθηκε.

Δεν είναι μόνο οι νέοι κάτοικοι του Βερολίνου που αγωνίζονται στην καμπάνια – υπάρχει και πολιτική στήριξη. Σε μια λαϊκή που πουλούσε τυρί, φρέσκα λαχανικά και kartoffelsuppe (σούπα πατάτας), η Canan Bayram αγωνιζόταν να επανεκλεγεί με τους Πράσινους.

“Ο στόχος [του δημοψηφίσματος] είναι να αλλάξει το οικονομικό σύστημα ώστε να διαχωριστεί το ζήτημα του ενοικίου από την υπόλοιπη αγορά, επειδή τα σπίτια δεν είναι προς πώληση ή δεν θα έπρεπε να είναι προς πώληση”, δήλωσε. “Ο στόχος είναι να τα αφαιρέσουμε από την αγορά”.

Η νίκη στο δημοψήφισμα για τους υποστηρικτές του δικαιώματος στη στέγη “θα ανακοίνωνε σε όλο τον κόσμο ότι το Βερολίνο δεν είναι αποθήκη και ότι δεν μπορείς να αγοράσεις μαζικά διαμερίσματα ή σπίτια εδώ, επειδή ο κόσμος είναι αντίθετος. Και ότι [οι ενοικιαστές] προστατεύονται επίσης από την κυβέρνηση”, δήλωσε η Bayram.

“Ελπίζω [οι ιδιοκτήτριες εταιρείες] να σκέφτονται ‘Ω, οι Γερμανοί είναι τρελοί. Τα χρήματά σας δεν είναι ασφαλή στη Γερμανία’. Αυτό θα ήταν υπέροχο”.

Αλλά δεν συμφωνούν όλοι ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι ό,τι καλύτερο για τους Βερολινέζους. Συγκεκριμένα, οι φορείς που εκπροσωπούν τους ιδιοκτήτες ακινήτων. “[Το δημοψήφισμα] δεν αλλάζει το βασικό πρόβλημα της στεγαστικής αγοράς του Βερολίνου, ότι υπάρχουν πολύ λίγα διαθέσιμα διαμερίσματα”, δήλωσε ο David Eberhart, εκπρόσωπος της Ένωσης BBU, η οποία εκπροσωπεί πολλές ιδιοκτήτριες εταιρείες στην πόλη. “Η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος δεν έχει καμία σχέση με την επίλυση του προβλήματος που έχει το Βερολίνο, διότι η Vonovia [η δεύτερη μεγαλύτερη ιδιοκτήτρια εταιρεία στην πόλη] έχει μέσο μηνιαίο ενοίκιο 690 ευρώ. Σε σύγκριση με το Λονδίνο, είναι τόσο προσιτό που καταντάει γελοίο!”.

Η Deutsche Wohnen, η οποία κατέχει περίπου 113.600 ακίνητα στο Βερολίνο, αρνήθηκε να δώσει συνέντευξη για το παρόν άρθρο. Αντ’ αυτού, δήλωσε στο VICE World News σε γραπτή δήλωση: “Καταλαβαίνουμε ότι οι άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες πόλεις είναι απογοητευμένοι από την αύξηση των ενοικίων και την απελπιστική αναζήτηση κενών διαμερισμάτων… γνωρίζουμε ότι το κύριο πρόβλημα είναι η έλλειψη διαμερισμάτων όχι μόνο στο Βερολίνο αλλά σε όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις της Γερμανίας. Κάθε κενό διαμέρισμα που προσφέρουμε στο διαδίκτυο πρέπει να το αφαιρούμε μετά από δύο ή τρεις ώρες επειδή εκατοντάδες άνθρωποι κάνουν αίτηση για το διαμέρισμα – δεν έχει σημασία η τοποθεσία ή το ενοίκιο. Επομένως, χρειαζόμαστε απλώς περισσότερα διαμερίσματα και τα νέα κτίρια είναι ο μόνος τρόπος για να λύσουμε τα προβλήματα των ανθρώπων στην αγορά κατοικίας”.

“Ανεξάρτητα από αυτό, δεν πιστεύουμε ότι η απαλλοτρίωση είναι δυνατή από νομική άποψη”, συνεχίζει η δήλωση. “Και ακόμη και αν ήταν, το κόστος αυτής της προσπάθειας θα σήμαινε κατάρρευση του προϋπολογισμού του κρατιδίου του Βερολίνου”.

Υπάρχουν μερικά πιθανά προβλήματα με την εφαρμογή του δημοψηφίσματος, όπως επισημαίνουν αντίπαλοι όπως η Deutsche Wohnen. Υποστηρίζει ότι δεν θα ήταν συνταγματικό, αν και αυτό αμφισβητείται έντονα: Η Bayram, η οποία τυγχάνει πρώην δικηγόρος, δήλωσε ότι έχει εγκριθεί από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο και υποστηρίζεται από το άρθρο 14 του γερμανικού συντάγματος, το οποίο λέει ότι η απαλλοτρίωση είναι επιτρεπτή για το δημόσιο συμφέρον. Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι “όλοι πιστεύουν ότι θα φτάσει στο ανώτατο δικαστήριο”. Υπάρχει επίσης το ζήτημα του κόστους: αν τα ακίνητα επαναγοραστούν στην αγοραία αξία, θα μπορούσε να είναι απίστευτα δαπανηρό. Ωστόσο, δεν είναι πρωτοφανές για την κυβέρνηση της πόλης να αγοράζει ακίνητα από εμπορικούς ιδιοκτήτες. Πράγματι, αυτό το μήνα, η πόλη διαπραγματεύτηκε την αγορά 14.750 διαμερισμάτων έναντι 2,46 δισεκατομμυρίων ευρώ από την Deutsche Wohnen και τη Vonovia, τους δύο μεγαλύτερους εταιρικούς ιδιοκτήτες, κάποιοι υποψιάζονται για να κοπεί η τάση που δημιούργησε το δημοψήφισμα. Τέλος, υπάρχει και η πολιτική πτυχή: το τι θα συμβεί στη συνέχεια θα εξαρτηθεί και από τη νέα διαμόρφωση της πολιτικής του Βερολίνου μόλις καταλαγιάσει η σκόνη από τις εκλογές.

Ανεξάρτητα από το αν το δημοψήφισμα θα πετύχει οριστικά ή όχι τον στόχο του, δηλαδή την κατάσχεση των διαμερισμάτων των μεγαλοϊδιοκτητών, σίγουρα επέβαλε μια σημαντική ατζέντα. “Πριν, οι ιδιοκτήτριες εταιρείες μας αγνοούσαν και μας κορόιδευαν”, δήλωσε η Katrin Schmidberger, τοπική υποψήφια των Πρασίνων του Βερολίνου. “Τώρα, μας μιλούν”.

Η υπόλοιπη Ευρώπη – τόσο οι ενοικιαστές όσο και οι ιδιοκτήτες – παρακολουθούν προσεκτικά για να δουν αν παρόμοιες λύσεις θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε πόλεις που επίσης αντιμετωπίζουν στεγαστική κρίση. “Αυτό που θα μπορούσε να πετύχει μια τέτοια νίκη είναι να μετατοπίσει τα γκολπόστ και να δημιουργήσει περισσότερο χώρο για τη δημιουργία εναλλακτικών τρόπων παροχής στέγης, που να εφαρμόζονται στην πραγματικότητα από το κράτος και όχι από ιδιωτικές εταιρείες”, δήλωσε ο δρ Alexander Vasudevan, αναπληρωτής καθηγητής Ανθρωπογεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του βιβλίου The Autonomous City: A History of Urban Squatting, δήλωσε. “Αυτό θα μπορούσε να είναι ένας ισχυρός καταλύτης για κάτι νέο”.

Η στεγαστική κατάσταση του Βερολίνου δεν ήταν ποτέ τέλεια, αλλά τα δικαιώματα των ενοικιαστών ήταν πάντα στο επίκεντρο λόγω των υψηλών ενοικίων. Αυτός μπορεί να είναι ένας από τους λόγους που αυτό το δημοψήφισμα έλαβε χώρα στη Γερμανία, σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο ή τη Γαλλία, οι οποίες, – αν και βέβαια δεν υπάρχει ο ίδιος νομικός μηχανισμός – υποφέρουν από χειρότερες καταστάσεις. “Το Βερολίνο είναι η πόλη των ενοικιαστών κι έτσι ήταν ιστορικά”, λέει ο Vasudevan. “Είναι μια πόλη που οργανώνεται γύρω από τους αγώνες για τη στέγη. Είναι μέρος του DNA της πόλης”.

Όπως και να εξελιχθεί το δημοψήφισμα τις επόμενες ημέρες και μήνες, πρόκειται για ένα εντυπωσιακό κατόρθωμα μιας πραγματικά λαϊκής εκστρατείας που αποδεικνύει ότι η πόλη δεν θέλει να καθίσει με σταυρωμένα χέρια ενώ οι δυνάμεις της αγοράς προκαλούν τον όλεθρο και αναγκάζουν τους πιο ευάλωτους -μετανάστες, την εργατική τάξη και πολλούς μη Γερμανούς κατοίκους που δεν μπόρεσαν να ψηφίσουν- να φύγουν. Τουλάχιστον η πετυχημένη καμπάνια για το δημοψήφισμα θα προσφέρει κάτι που δεν έχουν πολλοί άνθρωποι που αγωνίζονται για τα δικαιώματα στη στέγη: ελπίδα.

Όταν οι ακτιβιστές συνειδητοποίησαν ότι πιθανότατα είχαν κερδίσει τη νύχτα του δημοψηφίσματος, δεν ήταν μόνο η ελπίδα που τους έκανε να ζητωκραυγάζουν, να αγκαλιάζονται και περιστασιακά να φιλιούνται. Υπήρχε ένα έντονο αίσθημα ευφορίας και ανακούφισης ότι η δουλειά χρόνων είχε αποδώσει καρπούς, για να μην αναφέρουμε ότι ο αγώνας τους για τη σωτηρία της πόλης τους μπορεί να είχε πετύχει.

Ήταν περίπου 10μμ όταν βρήκα τον Haas με δάκρυα στα μάτια. “Είχα άγχος γαμώτο ότι θα χάναμε”, είπε αγκαλιάζοντάς με. “Σκέφτηκα ότι μπορεί να κερδίσουμε, αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι θα ήταν τόσο καλό. Νιώθω απίστευτα.”

Ruby Lott-Lavigna

Μετάφραση: Κώστας Ψιούρης

Πηγή: vice