Η εξέγερση πριν 83 χρόνια στη Δράμα από μία φούχτα επαναστάτες, απέτρεψε την εγκατάσταση εποίκων και εμπόδισε την αφομοίωση της περιοχής από τους Βούλγαρους φασίστες κατακτητές. Μία άγνωστη ιστορία ηρωϊσμού και εθνικού μεγαλείου με ποταμούς αίματος και θυσιών, που όμως για πολιτικούς λόγους, «θάφτηκε» την μεταπολεμική περίοδο.
Πατριώτες, ξεσηκώνουν τη νύχτα της 28ης προς 29η Σεπτεμβρίου 1941 το λαό της Δράμας σε εξέγερση, κατά της φριχτής βουλγαρικής κατοχής. Για ένα 24ωρο περίπου, οι επαναστάτες καταλύουν την εξουσία των βουλγαρικών κατοχικών δυνάμεων, καταλαμβάνουν αστυνομικούς σταθμούς και κρατικά κτίρια, διώχνουν τους κατακτητές από πολλά χωριά της Δράμας.
Η εξέγερση, που οργανώθηκε από την τοπική οργάνωση του ΚΚΕ και τον αρχηγό της, Παντελή Χαμαλίδη, ήρθε ως συνέπεια της άγριας καταπιεστικής κατοχής που είχαν επιβάλει οι Βούλγαροι εισβολείς, όταν μετά τις 22 Απριλίου 1941 εισέβαλαν στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η παραχώρηση της περιοχής, ήταν ένα «δώρο» του Χίτλερ στον Βούλγαρο Τσάρο Βόρις, για την βοήθεια που του είχε προσφέρει ο τελευταίος στην κατάληψη από τις σιδερόφραχτες στρατιές του Γ΄ Ράϊχ της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Το όργιο καταπίεσης
Οι Βούλγαροι, αμέσως μετά την εισβολή τους στο ελληνικό έδαφος, επιδόθηκαν σε μία πρωτοφανή προσπάθεια εκβουλγαρισμού της περιοχής από τον Στρυμόνα μέχρι τον Έβρο. Απαγόρευσαν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, έκλεισαν τα σχολεία και τις εκκλησίες, κατέβασαν τις ελληνικές πινακίδες από τα καταστήματα, επέβαλαν στους καταστηματάρχες να βάλουν Βούλγαρο συνέταιρο, εξανάγκασαν περισσότερους από 110.000 ΄Έλληνες να εγκαταλείψουν την περιοχή, που την κατέστησαν επαρχία του βουλγαρικού κράτους με το όνομα «Μπελομόριε».
Η αφόρητη αυτή κατάσταση, είχε ως συνέπεια να δυναμώσει το κίνημα αντίστασης στην περιοχή. Η οργάνωση Δράμας του ΚΚΕ με τον Γραμματέα της, Παντελή Χαμαλίδη, δίνει εντολή για συγκέντρωση οπλισμού και αποφασίζει την οργάνωση εξέγερσης, ερμηνεύοντας λαθεμένα απόφαση του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, που δύο εβδομάδες νωρίτερα, σε μυστική σύσκεψη στελεχών του, στην Ηλιοκώμη Σερρών, είχε δώσει εντολή για τη διενέργεια πράξεων σαμποτάζ κατά των αρχών κατοχής σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα.
Οι επαναστάτες, καταφέρνουν να πυρπολήσουν το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού της Δράμας, επιτίθενται στο σιδηροδρομικό σταθμό, χτυπούν τους στρατώνες του πεζικού και του πυροβολικού μέσα στην πόλη, ενώ στα γύρω χωριά, εκδιώκουν ή εκτελούν τους διορισμένους Βουλγάρους προέδρους κοινοτήτων, πυρπολούν τα αστυνομικά τμήματα, καταλύουν τη βουλγαρική εξουσία.
Η σφαγή
Η απάντηση των Βουλγάρων κατακτητών έρχεται σκληρή και αδυσώπητη μία ημέρα μετά. Πάνω από 3.000 Έλληνες εκτελούνται στην πόλη και την περιοχή της Δράμας χωρίς δίκη, εκατοντάδες άλλοι υποβάλλονται σε σκληρά βασανιστήρια και οδηγούνται στις βουλγαρικές φυλακές, 67 χωριά πυρπολούνται και καταστρέφονται ολοσχερώς, ενώ εξαπολύεται ένα απίστευτο κυνηγητό εναντίον κάθε ελληνικού στοιχείου.
Είναι συγκλονιστική η περιγραφή για την ομαδική εκτέλεση 144 κατοίκων που έγινε στα Κύργια της Δράμας : «Τρεις μέρες έμειναν στο ύπαιθρο οι σκοτωμένοι. Και την τέταρτη επιτράπηκε στις γυναίκες να τους θάψουν. Ο θρήνος τους ακούστηκε σε όλο τον κάμπο. Οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους. Ήταν παραμορφωμένοι από τις σφαίρες και τις χειροβομβίδες μα πιο πολύ από τα πεινασμένα τσομπανόσκυλα κι από τα κοράκια, που είχαν ξεσκίσει τις ματωμένες σάρκες των νεκρών».
Οι θεωρίες συνωμοσίας
Μετά την απελευθέρωση της χώρας, τον Οκτώβριο του 1944, η εξέγερση της Δράμας συκοφαντείται, καθώς διατυπώνεται αστήρικτα ο ισχυρισμός ότι δεν επρόκειτο περί γνήσιας λαϊκής εξέγερσης, αλλά για «προβοκάτσια». Καθώς, όπως διατείνονταν οι συκοφάντες, με επικεφαλής τον διορισμένο από την κυβέρνηση των κουίσλιγκς της Αθήνας, Γενικό Επιθεωρητή Νομαρχιων Μακεδονίας, Αθανάσιο Χρυσοχόου και άλλους, τα μέλη του ΚΚΕ στη Δράμα υποκινήθηκαν από τους Βουλγάρους κατακτητές να οργανώσουν το κίνημα, προκειμένου να μπορέσουν οι τελευταίοι να προχωρήσουν στην εξόντωση του ελληνικού πληθυσμού στην Ανατ. Μακεδονία και Θράκη. Δυστυχώς, παρά τα στοιχεία που υπήρχαν, η άποψη εκείνη επικρατεί μεταξύ όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, επηρεάζοντας ακόμη και στελέχη της Αριστεράς. Με συνέπεια η ηρωϊκή εκείνη εξέγερση να «θαφτεί» για μισό και πλέον αιώνα.
Όμως τα στοιχεία που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, άγνωστα ντοκουμέντα αλλά και μαρτυρίες μερικών από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της εποχής, απέδειξαν ατράνταχτα ότι επρόκειτο για μία γνήσια ηρωϊκή λαϊκή εξέγερση, την πρώτη που σημειώθηκε στην κατεχόμενη από τους ναζί Ευρώπη. Μία πράξη αντίστασης πρόωρη ίσως, που όμως είχε σημαντικά οφέλη για την Ελλάδα, καθώς ακύρωσε τα όποια επιχειρήματα της Βουλγαρίας περί εθνικών και πληθυσμιακών δικαιωμάτων στην περιοχή και αποθάρρυνε Βούλγαρους εποίκους από τη Βουλγαρία να εγκατασταθούν στην περιοχή και να αλλοιώσουν την πληθυσμιακή της σύνθεση.
Η εκτέλεση του αρχιδήμιου Κλέτσκοφ
Ο Στέφαν Ράτσεφ Κλέτσκοφ διετέλεσε επί Κατοχής και πιο συγκεκριμένα από τις 8 Ιουλίου 1942 έως τις 7 Σεπτεμβρίου 1944 υπουργός-γενικός διοικητής της “Μπελομόριε”, όπως είχε ονομαστεί η κατεχόμενη από τους Βούλγαρους φασίστες περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ήταν ένας από τους δήμιους που καθοδήγησαν το πογκρόμ κατά του λαού της Δράμας και της υπόλοιπης βουλγαροκρατούμενης Ανατολικής Μακεδονίας. Μετά την απελευθέρωση συνελήφθη από τους αντάρτες και καταδικάστηκε σε θάνατο από το στρατοδικείο του ΕΛΑΣ Δράμας, με πρόεδρο τον δικηγόρο Αλέκο Παυλίδη και λαϊκό επίτροπο τον δικηγόρο Μπουργάνη. Ο Κλέτσκοφ, με την υπ’ αριθμόν 12/12-2-1945 απόφαση εκτελέστηκε στην πλατεία Ελευθερίας της Δράμας. Σύμφωνα με την εφημερίδα “Λαϊκή Φωνή” της Θεσσαλονίκης “την εκτέλεση παρακολούθησαν 8.000 λαού της Δράμας
Τα στοιχεία προέρχονται από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Δράμα 1941: Μία παρεξηγημένη εξέγερση», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» και ήταν υποψήφιο για το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο.
Σπύρος Κουζινόπουλος