Αριστερά – Πολιτική. Ουσιαστικά γένους θηλυκού. Εκτός γραμματικής αναγνώρισης η Αριστερά, όπως και η Πολιτική, δύσκολα καταφέρνει να συνομιλήσει με τη θηλυκή πλευρά της.
Η εκδήλωση, που διοργανώθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ με τη συνεργασία του Ιδρύματος «Νίκος Πουλαντζάς», του Κόμματος Ευρωπαικής Αριστεράς και του Ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ», στα πλαίσια του προσυνεδριακού διαλόγου, άνοιξε μια καθόλου εύκολη συζήτηση. Γυναίκες και Αριστερά, γυναίκες στην Αριστερά -υπάρχει χώρος για τη γυναικεία αυτοέκφραση εντός της Αριστεράς του 21ου αιώνα; Επηρεάζει η γυναικεία αντίληψη τον πολιτικό λόγο και την πρόταση της Αριστεράς; Πόσο εύκολα μπορούν τα σύγχρονα αριστερά κόμματα, να αναγνωρίσουν στις γυναίκες ηγεμονική πολιτική θέση και θεσμικούς ρόλους;
Μόνο μέχρι τις περιφέρειες
Ελιζαμπέτ Ακερμάν ( Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας), Μαιτέ Μόλα ( Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας – Ενωμένη Αριστερά), Τζούντιτ Μπέντα ( Die Linke),Μαρίσα Ματίας (BLOCO Πορτογαλία), Σέλμα Ιρμάκ και Αισέ Μπερκτάι ( Λαικό Δημοκρατικό Κόμμα -Τουρκία/Κουρδιστάν), Μαρία Γκασούκα (τμήμα φεμινιστικής πολιτικής και πολιτικής φύλου ΣΥΡΙΖΑ).Όλες τους με ευθύνες υψηλές στην κομματική ιεραρχία, βουλεύτριες ή ευρωβουλεύτριες και μαχητικές παρουσίες στους κοινωνικούς αγώνες. Σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας τους: φεμινίστριες! Δεν αποτελούν επομένως οι ίδιες απόδειξη της γυναικείας αναγνώρισης στην Αριστερά; Καμμιά τους δεν το ισχυρίστηκε !.
Μπορεί η αναγνώριση της πατριαρχικής κυριαρχίας, να συναντά την καπιταλιστική στα πρώτα άρθρα των καταστατικών των κομμάτων τους και η ισότητα μεταξύ των μελών ανεξαρτήτως φύλου να αναγνωρίζεται ως βασικό ταυτοτικό στοιχείο, η πραγματικότητα της εσωκομματικής ζωής όμως, πολύ απέχει από την υλοποίηση των διατυπωμένων αρχών. Αν οι Γαλλίδες κομμουνίστριες αγωνίζονται από τη δεκαετία του ογδόντα, να κατακτήσουν την ισότιμη εκπροσώπηση τους σε όλα τα επίπεδα των κομματικών οργάνων και των ψηφοδελτίων, τριάντα χρόνια μετά δεν έχουν εξοβελίσει την πατριαρχική νοοτροπία των συντρόφων τους. Η ισότιμη παρουσία τους φτάνει μόνο μέχρι τα περιφερειακά ψηφοδέλτια και η έλλειψη αυτοπεποίθησης ή οι «γυναικείες» οικογενειακές υποχρεώσεις τις αποθαρρύνουν από τη διεκδίκηση των εσωκομματικών τους δικαιωμάτων κι ας είναι αυτά αναπόσπαστα δεμένα με τον εκδημοκρατισμό και τη χειραφέτηση της κοινωνίας .Ο Μάης του ‘68 μοιάζει μακρινός για τις φεμινιστικές επιτροπές του Αριστερού Μετώπου…
Η θεωρία απέχει από την πράξη
Για τις εγγονές της Κόκκινης Ρόζας, η κατάργηση των διακρίσεων στην Αριστερά παραμένει πεδίο ανοιχτό, παρά την καταστατική πρόβλεψη για συμπροεδρία του κόμματος, ισότιμη συμμετοχή τους στην κοινοβουλευτική λειτουργία, εναλλαγή γυναικών – ανδρών στις εκλογικές λίστες, ύπαρξη γυναικείου τμήματος και θεματικών κομματικών επιτροπών. Σε μια χώρα, όπου οι γυναίκες ψηφοφόροι υπερτερούν των ανδρών και οι ανατολικογερμανίδες παραμένουν περισσότερο διεκδικητικές, λόγω κοινωνικής παράδοσης, η θεωρία απέχει αισθητά από την πράξη κι ας συνδέεται απολύτως το γυναικείο ζήτημα με την κοινωνική εξέλιξη στα γραπτά του Καρόλου.
Οι Ισπανίδες κομμουνίστριες βασίζονται στη θεμελιακή παραδοχή πως ο φεμινισμός δεν έρχεται ουρανοκατέβατος! Αποτελεί πεδίο διαρκούς φιλοσοφικής, ιστορικής και κοινωνιολογικής μελέτης, εμβάθυνσης και πρακτικής. Εξ ου και η ύπαρξη ανδρών «φεμινιστών» και μη φεμινιστριών γυναικών. Κι ενώ το ΚΚΙ λειτουργεί με ισόποση εκπροσώπιση, για την Ενωμένη Αριστερά παραμένει ζητούμενο. Σε μια κοινωνία με συντηρητικά – καθολικά ανακλαστικά, η γυναικεία λειτουργία στη δημόσια σφαίρα αναδεικνύεται με τα ταξικά χαρακτηριστικά της και αποτελεί αμιγώς πεδίο αριστερής πολιτικής πρότασης.
Στα συστημικά μέσα επικοινωνίας της Πορτογαλίας το BLOCO καταγράφεται ως «κόμμα των γυναικών» με τις τρείς «Μ» – Μαρτίνες, Μοντάγκουα, Ματίας- στην προεδρία της κοινοβουλευτικής ομάδας, στη θέση της υποψήφιας Προέδρου Δημοκρατίας και την κομματική συμπροεδρία αντίστοιχα. Οι κατακτήσεις στο εσωτερικό του νεαρού κόμματος αποτελούν αντικείμενο απαξιωτικού σχολιασμού και ευθείας παρενόχλησης. Λυμένα τα θέματα εσωκομματικής ισότητας; Παρά την αναγνωρισιμότητα των συντροφισσών, οι σύντροφοι θεωρούν οτι μόνο αυτοί μπορούν να μιλήσουν έγκυρα για την οικονομία!
Το παράδειγμα των Κουρδισσών
Αν η ευρωπαική αριστερά παραμένει δύσβατη για τις γυναίκες, η σκληρή μάχη για την ελευθερία και την ανεξαρτησία λειτουργεί κάποτε καταλυτικά, ανατρέποντας βαθιά ριζωμένες κοινωνικές-φυλετικές αντιλήψεις. Οι Κούρδισσες μαχήτριες της Αριστεράς, δημιουργώντας γυναικείες δομές σε όλο τον κομματικό ιστό, στοχεύουν στην ενθάρρυνση των γυναικών, να εκφραστούν, να αποκτήσουν συνείδηση της δύναμης τους και να διεκδικήσουν όχι μόνο την εθνική, αλλά και την κοινωνική τους χειραφέτηση: ισότιμη συμμετοχή στις κομματικές αντιπροσωπείες στο εξωτερικό, την κοινοβουλευτική παρουσία, γυναικείες ομάδες εργασίας .Οχι για να περιχαρακωθούν, αλλά για να δηλώσουν με σαφήνεια ότι χρειάζονται χώρο αξιοποίησης των δυνατοτήτων τους. Και -κυρίως -οτι δεν χρειάζονται χειραγώγηση.
Η επίδραση της εξουσίας
Πόσα απο τα βήματα αυτά, μεγάλα ή μικρά ,αντέχουν στην εγγύτητα της Αριστεράς με την εξουσία; Πόσος χώρος μένει για τη γυναικεία παρουσία σε μια αριστερή διακυβέρνηση; Το ερώτημα οφείλει να απασχολήσει σοβαρά, άμεσα και ειλικρινά τον ΣΥΡΙΖΑ σε όλο το φάσμα της εσωκομματικής ζωής και του προσυνεδριακού διαλόγου, αφού αποτελεί κομβικό στοιχείο της ίδιας της φύσης του κόμματος. Μπορεί το καταστατικό να αποτελεί το «σύνταγμα» της εσωκομματικής λειτουργίας, όπως το έθεσε η Μαρία Γκασούκα, πόσο, όμως, οι καταστατικές ρυθμίσεις και οι εσωκομματικές εγκύκλιοι μπορούν να αντιστρέψουν το ευρύ φάσμα στερεοτύπων, που ταλανίζει (και) την ελληνική Αριστερά;
Η γυναικεία συμμετοχή παραμένει καταλυτική και απολύτως επιθυμητή στην κομματική βάση -επιτέλους η «προσφορά», η «κοινωνική ευαισθησία» και προσφάτως η αλληλεγγύη συνάδουν απολύτως με ότι θεωρείται γυναικεία ταυτότητα. Επιπλέον, η παρουσία των γυναικών σε ρόλους επικοινωνιακού ενδιαφέροντος αποτελεί συνέχεια της παράδοσης, όπου νέες, συνήθως, γυναίκες κοσμούσαν τις κομματικές αφίσες με επαναστατικές πόζες. Ωστόσο, η έννοια της «ποσόστωσης», δηλαδή, της πρόνοιας για τη μη υποεκπροσώπιση κανενός φύλου, μεταφράζεται σε παραχώρηση προς τις γυναίκες, οι οποίες συμμετέχουν «χαριστικά» στην κομματική ιεραρχία, εξοστρακίζοντας, υποτίθεται, ικανότερους συντρόφους τους, μόνο επειδή είναι γυναίκες, ενώ το κόμμα πειθαναγκάζεται να αποδείξει τον προοδευτισμό του. Βεβαίως, όσο υψηλότερο το κλιμάκιο, τόσο ασθενέστερη η μεγαλοψυχία προς τις συντρόφισσες.
Στο βωμό του ρεαλισμού
Αν η πολιτική αποτελεί την πολιτισμικά εξελιγμένη μάχη επικράτησης, που κάποτε λυνόταν με αιματοχυσία, οι γυναίκες οφείλουν να αποδείξουν ότι υπερισχύουν, ακριβώς, μέσα σε αυτό το πλαίσιο: εσωκομματικό λεξιλόγιο, συμπεριφορά, γλώσσα του σώματος τείνουν να προσομοιάζουν με των ανδρών, ώστε να είναι αποδεκτά. Σε αντίθετη περίπτωση (η γυναικεία αναλυτική έκφραση για παράδειγμα χαρακτηρίζεται ως «πλατιασμός»), οι συντρόφισσες μπορεί να αποτελούν χαριτωμένο ιντερμέδιο στην εσωκομματική ζωή, όχι, όμως, αξιόπιστη παρουσία. Κάτω από τον ίσκιο της εξουσίας, η «γυναικεία ιδιαιτερότητα», όπως απορρίπτεται ευκολότερα ως ανεπιθύμητη στο ευρύτερο πολιτικό σώμα, υποκαθιστώντας την έννοια της ισότητας μ αυτήν της ομοιότητας, καθίσταται αποτελεσματικό εργαλείο για την αποθάρρυνση και την παραίτηση των γυναικών από τις πολιτικές συλλογικότητες.
Ο χθεσινός «πειραματισμός», ως προς τη χειραφέτηση της Αριστεράς σε ζητήματα πραγματικής ισότητας των κομματικών μελών, θυσιάζεται στο βωμό του ρεαλισμού, όπου άλλα είναι τα ζητήματα που διακυβεύονται. Άλλωστε, όπως ανέφερε η Μαρία Βρυχέα – Χαιδοπούλου, η συζήτηση για το φύλο είναι στην ουσία συζήτηση για την αποδοχή του «διαφορετικού» στην κοινωνία και στην ίδια την Αριστερά. Και, όπως επεσήμανε η συντονίστρια της εκδήλωσης, Νατάσσα Θεοδωρακοπούλου, δεν είναι αρκετές οι καταστατικές ρυθμίσεις, για να ανατραπούν ουσιαστικά ανισότητες βαθιά βιωμένες;
Η Αριστερά, ουσιαστικόν γένους θηλυκού, έχει δρόμο μακρύ να διανύσει για να μπολιάσει τις συνειδήσεις των αριστερών με την παραδοχή πως η επανάσταση, η κοινωνική αλλαγή, η αξιοπρέπεια, έχουν γένος στη γραμματική, αλλά δεν εχουν φύλο στην πραγματικότητα.
Η Όλγα Αθανίτη είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Εποχή