Macro

Γιώργος Γώγος: Μια νίκη για τους λιμενεργάτες, άλλη μια νίκη για όλους τους εργαζόμενους

Τις προηγούμενες ημέρες δόθηκε ένας ακόμη σημαντικός εργατικός αγώνας μετά από εκείνον των εκπαιδευτικών απέναντι στην αξιολόγηση που δημιουργεί σχολεία πολλών ταχυτήτων και εκείνον των διανομέων της efood ενάντια στην μονομερή και εκβιαστική προσπάθεια μετατροπής των σχέσεων εξαρτημένης εργασίας σε «συνεργασία» με μπλοκάκι και χωρίς δικαιώματα. Είναι ο αγώνας των συναδέλφων λιμενεργατών στο Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά-ΣΕΠ, όπου μετά το θανατηφόρο εργατικό δυστύχημα τη Δευτέρα 25/10 άρχισε απεργία που κράτησε επτά ημέρες και παράλληλα εκδηλώθηκε ένα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης και συμπαράστασης. Με τις κινητοποιήσεις τους, οι λιμενεργάτες κατάφεραν να ικανοποιηθούν κάποια σημαντικά από τα αιτήματα τους και συγκεκριμένα: η λειτουργία Επιτροπής Υγείας και Ασφάλειας με συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτήν, ο τερματισμός των λεγόμενων «κόντρα βαρδιών» δηλαδή να μεσολαβεί 11ωρη ανάπαυση μεταξύ δύο βαρδιών και η αύξηση της λιμενεργατικής ομάδας από 4 σε 5 άτομα.
Για να φτάσουν τα πράγματα σε αυτό το σημείο όμως και να ικανοποιηθούν τα συγκεκριμένα αιτήματα, χρειάστηκαν αρκετές κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια και δυστυχώς ένας νεκρός εργάτης σε ώρα εργασίας. Το τραγικό δυστύχημα που είχε ο Δημήτρης Δαγκλής ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της αδικίας και της αγωνίας των συναδέλφων στο τέρμιναλ του ΣΕΠ κι έφερε στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα που χρόνιζαν στο χώρο. Οι καταγγελίες ήταν πολλές για ελλείψεις και προβλήματα στο χώρο δουλειάς όμως η ευθύνη για όλα αυτά διαχέεται κυρίως διότι ότι οι άμεσοι εργοδότες είναι περισσότεροι του ενός. Αξίζει να σημειώσουμε ότι από την αρχή λειτουργίας του τέρμιναλ πριν 11 χρόνια, ο ΣΕΠ θυγατρική της COSCO, επέλεξε να συνεργαστεί με εργολαβικές εταιρείες που θα παρείχαν το απαραίτητο προσωπικό για να προσφέρει τις υπηρεσίες φορτοεκφόρτωσης αντί να προσλάβει απευθείας τους εργαζομένους. Είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται σε διάφορους κλάδους τα τελευταία είκοσι χρόνια όπως οι τράπεζες, οι υπηρεσίες ασφαλείας, καθαριότητας και έτσι διαθλάται και μεταφέρεται η ευθύνη των ουσιαστικά άμεσων εργοδοτών στους τυπικά άμεσους εργοδότες δηλαδή τις εργολαβικές εταιρείες. Αυτή η πρακτική πετυχαίνει αύξηση κερδών για τις επιχειρήσεις και απάλειψη των ευθυνών για τους αναθέτοντες του έργου ενώ παράλληλα υπονομεύει και υποβαθμίζει τα εργασιακά δικαιώματα.
Στο πεδίο της Υγείας και Ασφάλειας στην εργασία, οι ελλείψεις στα μέσα και τα μέτρα προστασίας συνολικά είναι δυστυχώς μεγάλες και αποδεικνύεται από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διάστημα 2013 – 2019 (για το 2020 δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί). Το 2013 είχαν καταγραφεί 3.762 εργατικά ατυχήματα εκ των οποίων 31 θανατηφόρα ενώ το 2019 συνέβησαν 5.107 ατυχήματα από τα οποία τα 51 ήταν θανατηφόρα. Η αύξηση που παρατηρούμε στα εργατικά ατυχήματα είναι κατά 35% και στα θανατηφόρα είναι της τάξης του 60% περίπου. Η αντίληψη ότι η διασφάλιση της υγείας και ασφάλειας κοστίζει χρήματα και γι’ αυτό θα πρέπει να γίνεται με φειδώ είναι διαδεδομένη στις επιχειρήσεις αλλά για τους εργαζόμενους αυτή η τακτική κοστίζει σε ανθρώπινες ζωές. Για να αντιστραφούν αυτοί οι αριθμοί χρειάζεται πολλή δουλειά τόσο σε νομοθετικό επίπεδο όσο και σε κινηματικό. Η σημερινή κυβέρνηση κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να διευκολύνει το μεγάλο κεφάλαιο ικανοποιώντας τα πιο ακραία αιτήματα τους.
Είναι όμως μόνο οι ελλείψεις στα μέσα προστασίας και της εκπαίδευσης των εργαζομένων υπεύθυνοι παράγοντες για την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων και δυστυχημάτων; Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος, η άλλη όψη και πιο σκοτεινή είναι η εντατικοποίηση στην εργασία και η συνεχής περιστολή των εργασιακών δικαιωμάτων. Η απουσία συλλογικών συμβάσεων εργασίας δίνει τη δυνατότητα στους εργοδότες (κυρίως στις μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις) να ρυθμίζουν μονομερώς τις εργασιακές σχέσεις και να μειώνουν τις αμοιβές των εργαζομένων. Η νομοθέτηση τα τελευταία δύο χρόνια βαθιά αντεργατικών νόμων με κορωνίδα τον 4808/21 (νόμος Χατζηδάκη) εκτός του ότι στοιχειοθετούν μια ρεβανσιστική διάθεση του κεφαλαίου δείχνουν και τη διάρρηξη των όποιων σχέσεων μεταξύ του σημερινού πολιτικού προσωπικού που υπηρετεί στην κυβέρνηση και των εργαζομένων.
Συμπερασματικά, διανύουμε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από έντονες πιέσεις και υποβάθμιση του κόσμου της εργασίας που ξεκίνησε ραγδαία με το πρώτο μνημόνιο. Η διαφορά όμως από εκείνη την περίοδο είναι ότι έχουν προκύψει σημαντικοί αγώνες το τελευταίο διάστημα και οι κλάδοι που διεκδικούν, καταφέρνουν και κερδίζουν στα αιτήματα τους. Διαμορφώνεται ένα νέο πλαίσιο συντονισμού και συνεννόησης των σωματείων εκτός της ΓΣΕΕ, που λάμπει δια της απουσίας της από αυτούς τους αγώνες. Η πλειοψηφία στο τριτοβάθμιο όργανο έχει επιλέξει πλευρά και ήδη κρίνεται αρνητικά από τους εργαζόμενους. Οι νίκες σε μαχόμενους κλάδους εμπνέουν και δίνουν δύναμη σε όλους μας για να δουλέψουμε συντονισμένα για να ανατρέψουμε τις πολιτικές που μας φτωχοποιούν και υπονομεύουν τις ζωές μας.

Ο Γιώργος Γώγος είναι οργανωτικός γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Πειραιά.

Πηγή: Η Εποχή