Η ιδιωτικοποίηση του νερού ξεκίνησε το 2000 επί κυβέρνησης Κ. Σημίτη με την εισαγωγή της ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ στο ΧΑΑ, με συνέπεια την πώληση ικανού ποσοστού μετοχών σε ιδιώτες επενδυτές. Η ιδιωτικοποίηση με την αιτιολογία των μνημονίων συνεχίστηκε το 2012 (κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου) με τη μεταβίβαση μετοχών στο ΤΑΙΠΕΔ προς πώληση. Πολίτες, καταναλωτές, κινήματα και δικηγόροι προσφύγαμε το 2012 στο ΣτΕ, που διαχρονικά δεν έχει και την καλύτερη φήμη για τις αποφάσεις του. Εντούτοις, το 2014 αποφάσισε ότι «το νερό είναι δημόσιο αγαθό απαραίτητο για την υγεία του ανθρώπου και η αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου από τον έλεγχο του νερού είναι αντισυνταγματική» (ΣτΕ 1906/2014). Η ιδιωτικοποίηση του νερού επίσης είχε αποτύχει σε διεθνές επίπεδο λόγω και της αύξησης της τιμής του κατά 35% έως 40% στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία.
Το 2016, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κατόπιν απαίτησης των «Θεσμών», μεταβιβάστηκαν με νόμους (Ν4389-4425/2016) οι μετοχές της ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ, αλλά και άλλων φορέων του δημοσίου, στο «Υπερταμείο». Με τη συμμετοχή κινημάτων για τη δημόσια διαχείριση του νερού, πολιτών, καταναλωτών, εργαζομένων και δικηγόρων (ακόμη και προσκείμενων στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ), προσφύγαμε το 2016 στο ΣτΕ και η Ολομέλεια του ΣτΕ, με τις 191-192/2022 αποφάσεις του, έκρινε αντισυνταγματική τη μεταβίβαση της ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ στο «Υπερταμείο» και διέταξε την επιστροφή των μετοχών στο ελληνικό δημόσιο με το ίδιο σκεπτικό.
Ωστόσο, η κυβέρνηση της ΝΔ εξέδωσε το 57/2021 Πρακτικό για « Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα ΔΕΣΔΙΤ» και στον διαγωνισμό του 2022 η «ΤΕΡΝΑ ΑΕ» ανέλαβε την συντήρηση και επισκευή των δημόσιων πάγιων στοιχείων (Εύηνος-Μόρνος-Υλίκη-Μαραθώνας, καθώς και 495 χλμ. δικτύων). Οπότε, ο Κ. Καραμανλής των Τεμπών αναγκάστηκε να ακυρώσει το διαγωνισμό. Το 2024 η κυβέρνηση –και ενώ είναι γνωστό ότι οι Ανεξάρτητες Αρχές εκφεύγουν από τον έλεγχο του δημοσίου– «εφηύρε» την έμμεση ιδιωτικοποίηση με την ανάθεση διαχείρισης του νερού στη «Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ)» ταυτίζοντας την ενέργεια νερού, ηλεκτρικού και φυσικού αερίου και δημιουργώντας «αγορά νερού».
Με τους νόμους που θα επακολουθήσουν, τόσο η ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ αλλά και οι τοπικές «Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδατος» (ΔΕΥΑ), με το πρόσθετο επιχείρημα της «λειψυδρίας» και της έλλειψης οικονομικής δυνατότητας επενδύσεων, θα παραχωρούνται και σε επενδυτές, πολλοί εκ των οποίων ήδη έχουν την εκμετάλλευση του «εμφιαλωμένου νερού» με τεράστια κέρδη ιδιαίτερα τους θερινούς τουριστικούς μήνες. Με την επίκληση της αντικατάστασης του τρύπιου δικτύου (ανάκτηση κόστους) και της απώλειας του νερού που φτάνει το 25%-30% της ημερήσιας κατανάλωσης, η εκμετάλλευση του δημόσιου νερού –και το κέρδος του ιδιώτη– θα φέρουν «ακριβότερο τιμολόγιο» για τους καταναλωτές.
Προτείνεται:
1. Η αύξηση των δημόσιων επενδύσεων για την επάρκεια καθαρού και φθηνού νερού, αφού η τιμή ενός λίτρου αμφιβόλου ποιότητας εμφιαλωμένου νερού κοστίζει όσο ένα κυβικό μέτρο της ΕΥΔΑΠ.
2. Αντικατάσταση των απαρχαιωμένων δικτύων ύδρευσης για να αποφευχθούν οι απώλειες.
3. Πολιτικές κατά της υπερκατανάλωσης με αναδιαρθρώσεις των όρων αγροτικής άρδευσης –αλλαγές καλλιεργειών–και έλεγχο του υπερτουρισμού χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό.
4. Επαναχρησιμοποίηση του νερού που χάνεται ως απόβλητο (πχ. των 850.000m3 επεξεργασμένων λυμάτων της Ψυττάλειας) και εμπλουτισμός υδροφόρου ορίζοντα για αναδασώσεις.
5. Αφαλατώσεις στα νησιά με παράλληλη μείωση της κατανάλωσης λόγω του κόστους της επένδυσης, αλλά και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των απόβλητων αλάτων.
6. Νέο παραγωγικό-καταναλωτικό μοντέλο λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Για να αποφευχθούν τα ακριβά τιμολόγια καλούνται τα κινήματα καταναλωτών και αυτόνομων ομάδων και εργαζομένων να κινητοποιηθούν για να μην πούμε «το νερό νεράκι».
Γιάννης Καρδαράς