Στη “Μέση Αγγλία”* ο σπουδαίος Τζόναθαν Κόου ξεδιπλώνει μια λογοτεχνικά συναρπαστική και πολιτικά διεισδυτική αφήγηση της πορείας της Μεγάλης Βρετανίας προς το Brexit. Ο Κόου επισημαίνει αυτό που κάποιοι υποθέταμε και άλλοι (πιο καλοί γνώστες της βρετανικής πολιτικής) γνώριζαν: Το Brexit δεν υπήρξε τόσο η απόληξη ενός οργανωμένου σχεδίου της ελίτ όσο το εξ αντικειμένου αποτέλεσμα ανεύθυνων δημαγωγικών παιχνιδιών πολιτικών και ΜΜΕ. Παιχνιδιών που έγιναν στο κοινωνικό έδαφος της υποβάθμισης του βιοτικού επίπεδου και του γενικευμένου θυμού.
Ο τότε πρωθυπουργός Κάμερον που υποσχέθηκε και προχώρησε στη διενέργεια του δημοψηφίσματος, σύμφωνα με τον Κόου, δεν πίστευε ότι θα ήταν ποτέ δυνατό να κερδίσει το Brexit. Θεωρούσε όμως ότι θα μπορούσε να προσποριστεί πολιτικά οφέλη κλείνοντας το μάτι στη διογκούμενη ξενοφοβία και τον εθνικισμό. Τελικά, το τζίνι βγήκε από το λυχνάρι οδηγώντας στην παραίτηση τον Κάμερον, ο οποίος προηγουμένως είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να το απελευθερώσει.
Η τριγωνική στρατηγική
Έχω την αίσθηση ότι όσα γράφει ο Κόου για τα αποτελέσματα της πολιτικής Κάμερον μπορούν να φωτίσουν τους κινδύνους που συνεπάγεται η πολιτική Μητσοτάκη. Σύμφωνα με τις οργανωμένες διαρροές του Μαξίμου, η κυβέρνηση ακολουθεί μια «τριγωνική πολιτική στρατηγική, υπερβαίνοντας τις παλιές ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές». Αναλόγως με την οπτική του καθενός, αυτό σημαίνει είτε ότι η κυβέρνηση παίρνει τα καλύτερα στοιχεία από κάθε χώρο είτε ότι κάνει έναν επικοινωνιακό αχταρμά χωρίς λογική συνοχή και πολιτική ουσία.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η θυσία της πολιτικής στο βωμό της επικοινωνίας δεν είναι παθογένεια μόνο της Δεξιάς αλλά σχεδόν όλου του κομματικού συστήματος. Όμως το ιδιαίτερο (και πολύ επικίνδυνο) χαρακτηριστικό της πολιτικής Μητσοτάκη είναι ότι η μία γωνία του «τριγώνου» της τοποθετείται στην Άκρα Δεξιά. Η κυβέρνηση προκειμένου να προσελκύσει τα ακροδεξιά ακροατήρια, υιοθετεί την ατζέντα της ξενοφοβίας, του ηθικού πανικού για την ασφάλεια, της εθνικιστικής ρητορείας, της στοχοποίησης της Αριστεράς ως αντεθνικής δύναμης. Επιπλέον, ολοένα και περισσότερο το κυβερνητικό στρατόπεδο υιοθετεί θεωρίες συνωμοσίας.
Τα αντίθετα αποτελέσματα
Υποτίθεται ότι μέσω της υιοθέτησης της ατζέντας της Ακροδεξιάς από την κυβέρνηση θα αποδυναμωθούν τα μορφώματα στα δεξιά της ΝΔ. Τα αποτελέσματα στην πράξη είναι ακριβώς τα αντίθετα. Οι δημαγωγικές κραυγές για τα δήθεν «ανοιχτά σύνορα», η παρουσίαση των μεταναστών ως υβριδικής απειλής κατά τη διάρκεια του… «έπους του Έβρου», η κανονικοποίηση των pushback και η δαιμονοποίηση της αλληλεγγύης νομιμοποίησαν πλήρως την ακροδεξιά ιδεολογία και διεύρυναν την επιρροή της. Αντιλήψεις που θεωρούνταν μέχρι πριν λίγα χρόνια περιθωριακές και αντιδημοκρατικές, μετατράπηκαν σε κρατική πολιτική.
Μεταξύ των δύο πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων η βαλίτσα πήγε ακόμα πιο μακριά με την Νέα Δημοκρατία σε στυλ Παπάγου να χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ «εθνική εξαίρεση», στοχοποιώντας παράλληλα τη μειονότητα της Θράκης. Το αποτέλεσμα της σπέκουλας ήταν η Ακροδεξιά να σπάσει τα κοντέρ φτάνοντας το 12.82% με τρία ακροδεξιά κόμματα στη Βουλή, ένα εκ των οποίων η μετεξέλιξη της εγκληματικής οργάνωσης.
Οι φωτιές
Τις τελευταίες ημέρες για να δικαιολογηθεί (όσο γίνεται δηλαδή) η ανικανότητα του κρατικού μηχανισμού απέναντι στις πυρκαγιές, αναζητούνται στους μετανάστες οι αποδιοπομπαίοι τράγοι και διακινούνται οι γνωστές ψεκασμένες θεωρίες συνωμοσίας για τους «ξένους πράκτορες» που καίνε τη χώρα. Δεν είναι πρώτη φορά που διακινούνται ανάλογα μυθεύματα για τα οποία ποτέ δεν έχει προσκομιστεί η παραμικρή απόδειξη. Άλλωστε η επιστήμη σε όλο τον κόσμο έχει πιστοποιήσει πια ότι η μεγάλη πλειονότητα των πυρκαγιών δεν οφείλεται σε εμπρησμούς.
Όταν η κυβέρνηση επιχειρεί να συνδέσει τις φωτιές με τους μετανάστες, δεν νομιμοποιεί απλώς την ψέκα και τον ρατσισμό. Παρωθεί τους ακροδεξιούς να περάσουν (νομιμοποιημένοι πια) στη δράση. Στα διάφορα φρικαλέα βίντεο από τη Θράκη που είδαν το φως της δημοσιότητας, οι κυνηγοί κεφαλών δεν λένε διαφορετικά πράγματα από τους κυβερνητικούς προπαγανδιστές. Τους ακούμε να μιλάνε δηλαδή για υβριδικό πόλεμο, καθώς και για τους φανατισμένους ξένους που θέλουν να μας κάψουν. Το επιχείρημα τους είναι απλό (όσο και άθλιο): Αφού αυτοί μας βάζουν τις φωτιές και δεν τους πιάνει η αστυνομία, πρέπει να τους πιάσουμε εμείς.
Το τζίνι
Η κυβέρνηση σπεύδει τώρα να μαζέψει τους κυνηγούς κεφαλών που είχαν την απρονοησία να δημοσιεύσουν τα κατορθώματά τους. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέψουμε η χώρα μας να γίνει ζούγκλα». Ωστόσο, όταν βγει το τζίνι από το λυχνάρι, είναι πολύ δύσκολο να το βάλεις πίσω. Δεδομένου μάλιστα του μακάριου ύπνου του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, είναι πολύ πιθανό να δούμε ακόμα μεγαλύτερη άνοδο της Ακροδεξιάς μέσα σε ένα κλίμα οργής, απογοήτευσης, ανορθολογισμού και συνωμοσιολογίας.
Το ζήτημα λοιπόν είναι να μη βοηθάς το τζίνι να βγει από το λυχνάρι. Για να το επιβεβαιώσουν, οι ιθύνοντες του Μαξίμου μπορούν να ρωτήσουν τον κ. Κάμερον.
* Τζόναθαν Κόου, Μέση Αγγλία, μετάφραση Άλκηστις Τριμπέρη, εκδόσεις Πόλις
Γιάννης Αλμπάνης