Οι τεράστιες κινητοποιήσεις της 8ης Μάρτη συνιστούν σημείο καμπής σε δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι ότι σηματοδοτούν μια μείζονα στροφή του κοινωνικού κλίματος και κατά συνέπεια της πολιτικής συγκυρίας. Με το που συνέβη το δυστύχημα στα Τέμπη, κατέστη σαφές ότι αυτή η τραγωδία θα άφηνε βαθύ το αποτύπωμά της στην ελληνική κοινωνία. Τα στοιχεία ταύτισης με τα θύματα (νέοι άνθρωποι στη μεγάλη πλειονότητά τους) σε συνδυασμό με την εικόνα γενικής διάλυσης που ανέδειξε η σύγκρουση των δύο τρένων προκάλεσαν πολύ έντονα συναισθήματα, ένα πραγματικό σοκ για την ελληνική κοινωνία.
Ωστόσο, δεν νομίζω πως είχε προβλέψει κανείς το μέγεθος του πλήθους που κατέκλυσε τους δρόμους όλης της χώρας. Για ακόμα μία φορά αποδεικνύεται ότι τα κοινωνικά κινήματα είναι απρόβλεπτα. Πολλές φορές στο παρελθόν έχουν ξεσπάσει αναπάντεχοι λαϊκοί ξεσηκωμοί έπειτα από περιόδους μακράς κοινωνικής νηνεμίας. Ως πυροκροτητές λειτουργούν άλλοτε φαινομενικά ασήμαντα συμβάντα και άλλοτε πραγματικά μεγάλα γεγονότα.
Οι λόγοι για τους οποίους κάποια γεγονότα πυροδοτούν τους λαϊκούς ξεσηκωμούς μπορούν να εξηγηθούν στην ολότητά τους μόνο εκ των υστέρων και μόνο έπειτα από ενδελεχή ανάλυση. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι γενικά το «απρόβλεπτο» μπορεί να φέρει ορμητικά στην επιφάνεια υπόγειες κοινωνικές κινήσεις που είχαν διαφύγει από τα «ραντάρ» των αναλυτών. Στη δική μας περίπτωση, η τραγωδία των Τεμπών έκανε να εκδηλωθεί την υποβόσκουσα δυσαρέσκεια για τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Επιπλέον, έφερε στην επιφάνεια τον θυμό των πολιτών για την ενδημική κακοδαιμονία της χώρας.
Οι δρόμοι
Το δεύτερο επίπεδο στο οποίο οι κινητοποιήσεις της 8ης Μάρτη συνιστούν σημείο τομής είναι αυτό της κινηματικής δράσης. Η μαζικότητα των κινητοποιήσεων στην Αθήνα και σε όλες τις πόλεις της χώρας συγκρίνεται με τις μεγάλες αντιμνημονιακές συγκεντρώσεις, την αντιπολεμική της 15ης Φεβρουαρίου του 2003 και τις διαδηλώσεις ενάντια στον νόμο Γιαννίτση το 2001. Με εξαίρεση τη συγκέντρωση του «Όχι» στο Σύνταγμα (που υπήρξε άλλης κλίμακας γεγονός), είχαμε να δούμε τόσο κόσμο στον δρόμο από τις 12 Φεβρουαρίου του 2012. Τότε είχε κορυφωθεί μια μακρά περίοδος μεγάλων λαϊκών κινητοποιήσεων και είχε ξεκινήσει η αναζήτηση διεξόδου στη «μεγάλη πολιτική». Ιδιαίτερα μετά το 2015, σε ένα κλίμα απογοήτευσης και με γενικευμένη την αίσθηση της αδυναμίας του λαϊκού παράγοντα, τα κινήματα έγιναν ξανά υπόθεση των ριζοσπαστικών πρωτοποριών – οι οποίες όμως είναι πιο μαζικές σήμερα απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Τώρα οι δρόμοι γεμίζουν ξανά. Όπως συμβαίνει πάντοτε στις περιόδους ταχέων εξελίξεων, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει πού θα καταλήξει αυτή η επιστροφή στο προσκήνιο του λαϊκού παράγοντα. Είναι λάθος να προσπαθούμε να εκτιμήσουμε τις μελλοντικές εξελίξεις με βάση τις παρελθούσες εμπειρίες. Όσοι/ες βρεθήκαμε στους δρόμους την περασμένη Τετάρτη κατανοήσαμε ότι κάτι καινούργιο συμβαίνει. Άλλωστε, κάθε κίνημα είναι καινοτόμο και ρηξικέλευθο.
Σε κάθε περίπτωση, η περίοδος της αδιαμφισβήτητης κυριαρχίας Μητσοτάκη έχει λήξει.
Γιάννης Αλμπάνης