Macro

Για γέλια ή για κλάματα…

Όταν στο θέμα της τουρκικής προκλητικότητας σε «ξεβρακώνει» ακόμα και ο σύμβουλός σου επί της Εθνικής Ασφάλειας, τότε το πράγμα έχει καταντήσει (διότι περί κατάντιας πρόκειται, όπως και η παραίτησή του) ακραία επικίνδυνο όσον αφορά τα συμφέροντα της χώρας. Και δεν μιλάμε για «ξεβράκωμα» της κυβέρνησης μόνο (που είναι) αλλά και του πρωθυπουργού προσωπικά, αφού ο προσωπικός του σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Αλ. Διακόπουλος ήταν εκείνος που, υπό το ασφυκτικό βάρος της πραγματικότητας, παραδέχτηκε πνευστιών πως το «Oruc Reis» πραγματοποιούσε έρευνες ανενόχλητο σε ελληνική υφαλοκρηπίδα. Ουδεμία σημασία έχει ότι η δήλωση ανασκευάστηκε αργότερα. Σημασία έχει ότι το πατριδεμπόριο των πονηρών εμπόρων, όπως όλα τα παρόμοια, αποδείχθηκε… κοντοπόδαρο και πως με τις ωδές (της πατριδοκαπηλίας) αυγά δεν βάφονται.

Ο πρωθυπουργός αναφάνηκε με το πραγματικό του πολιτικό ανάστημα. Ανάστημα παρόμοιο ενός Ζήκου στην ταινία «Της κακομοίρας», εκεί που ο αμίμητος Κώστας Χατζηχρήστος καυγαδίζει με τον Νίκο Ρίζο: «Μαλώνεις, ρε;» του λέει, ψιθυρίζοντας στη Μαρίκα Νέζερ «κράτα με, εσύ, μην ακούς τι λέω». «Ναι, ρε, μαλώνω» του απαντάει ο Ρίζος. «Ε, δεν μαλώνω εγώ!» απαντάει… θριαμβευτικά ο Ζήκος και γυρνώντας προς τον «μεγαλομπακάλη» Κώστα Δούκα, το τερματίζει: «Του την έφερα! Τον εξευτέλισα». Σαράντα ένα δευτερόλεπτα κρατάει η σκηνή και τα λέει όλα. Δεν χρειάζονται περισσότερα για να ρεζιλευτείς, ανεξαρτήτως του άφθονου (τηλεοπτικού κυρίως) χρόνου που χρειάζεται ώστε ο Ζήκος να μετατραπεί σε Τσόρτσιλ.

Αλλά και στο θέμα του κορωνοϊού τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Εκεί η πραγματικότητα δεν «άργησε μια μέρα» απλώς. Άργησε ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Κατά τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας Ν. Χαρδαλιά, δεν φταίει το ανερμάτιστο και χυδαίο (χωρίς σεβασμό της ανθρώπινης ζωής) άνοιγμα των συνόρων στον τουρισμό μπας και μπαλωθούν κάποιες τρύπες στο χάος τής αρπακτικής οικονομικής πολιτικής της Ν.Δ. Ούτε φταίει μια κυβέρνηση ομοτράπεζη και ομόσταυλη των εμπόρων για το ξεχαρβάλωμα της οικονομίας, της συντεταγμένης δημοκρατίας και της κοινωνίας. Ούτε λόγος. Τι να φταίνε «οι εκπρόσωποι, έρημοι κι απρόσωποι;». Αυτοί (ας το επαναλάβω για ακόμη μια φορά) είναι κατά συρροή αθώοι. Άσε που οι μισοί δεν είναι εκλεγμένοι, αλλά διορισμένοι στο πιο κεντρομόλο και ανεξέλεγκτο (επιτελικό) κράτος που υπήρξε ποτέ σ’ αυτόν τον τόπο. Κι όσο για τους εκλεγμένους; Ουκ ολίγοι εκείνοι που απλώς διορίστηκαν διά της εκλογής, κληρονομικώ ή εταιρικώ δικαίω. Όχι, κανείς τους δεν φταίει κατά τον Χαρδαλιά. Φταίει ο εχθρός λαός, σε μια εκδοχή της ατομικής ευθύνης που ξεπερνάει τα όρια της χυδαιότητας αποτελώντας ανοσιούργημα πολιτικής καθυστέρησης.

Και το χειρότερο απ’ όλα; Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή της κυβέρνησης, η οποία κατά το κεκτημένο της αριστείας και της καθολικής παραγωγής δικαίου που προκύπτει από την εκλογική της νίκη (όπως διδάσκουν άλλωστε και οι έγκριτοι αντισυνταγματολόγοι επιπέδου Άδωνι και βάλε – ή βγάλε) αποτελεί και την άριστη εκδοχή για το φονικό δεύτερο κύμα του ιού, τη βασική ευθύνη την έχουν οι νέοι… Τ’ ακούς; Οι νέοι.

Χρειάζεται να νιώσουμε απελπισία για να αντιληφθούμε το μέγεθος της βαρβαρότητας. Όταν μια κυβέρνηση επιστρατεύει τον κοινωνικό αυτοματισμό εναντίον των νέων για να καλύψει τη θηριώδη της ανεπάρκεια, σημαίνει πως ζούμε σε μια χώρα ακυβέρνητη, η οποία πηγαίνει προς το άγνωστο ξυλάρμενη και χωρίς την πυξίδα που δείχνει προς το μέλλον. Ο κυβερνήτης ή έχει εγκαταλείψει, ή λείπει σε ταξίδι για διακοπές. Το ίδιο και οι αξιωματικοί.

Δεν υπάρχει πιο ξεκάθαρο παράδειγμα από την ενοχοποίηση των νέων, που είναι το μέλλον του τόπου, ότι η πολιτική αυτής της κυβέρνησης είναι ένας πολτός όπου η νεοφιλελεύθερη αρπακτικότητα (εξαγριωμένα εμπλουτισμένη με τα χαρακτηριστικά της νεοελληνικής οικονομικής και πολιτικής ιδιοστασίας) συμφύρεται με τον ηλικιακό ρατσισμό (όπως και στην περίπτωση των ηλικιωμένων που «έτσι κι αλλιώς θα πέθαιναν», σαν το δάσος του Ερημίτη, που «έτσι κι αλλιώς θα καιγόταν»), αλλά και η εκκωφαντική προχειρότητα συμφύρεται με την εκμανή βιασύνη αρπαγής.

Έχουν ξεπεράσει κάθε όριο με την ύβρη εναντίον των νέων. Δεν φτάνει το ανελέητο ξύλο, ο εγκλεισμός, οι υλακές των «συνοριοφυλάκων νοτίων προαστίων» του φαιού Χρυσοχοΐδη, η σιδηροδέσμια ταλαιπωρία με ανυπόστατες κατηγορίες όλων εκείνων των παιδιών που αντιδρούν. Δεν φτάνουν ακόμα και οι θάνατοι όπως του Βασίλη Μάγγου, δεν φτάνει που η προσκυνηματική πολιτική, πότε προς την Εκκλησία και πότε προς τους σχολάρχες, της υπουργού Παιδείας (της μόνης υπουργού που δεν της εδόθη χαρτοφυλάκιο, αλλά σκευοφυλάκιο) τους στερεί το μέλλον, δεν φτάνουν τόσα και τόσα, τώρα τους φορτώνουν και την ευθύνη του κορωνοϊού.

Επαναλαμβάνω: μόνο αν μας κατακλύσουν η απελπισία και η οργή μπορούμε να κατανοήσουμε το μέγεθος της βαρβαρότητας. Και να πράξουμε αναλόγως. Και μόνο τότε οι ανοησίες του Κικίλια (αυτού του αρχετυπικού μοντέλου πολιτικής γελοιοποίησης και αναξιοπρέπειας) για το εμβόλιο θα είναι για γέλια. Έως τότε, όμως, θα είμαστε όλοι για κλάματα.

Κώστας Καναβούρης

Πηγή: Η Αυγή