Macro

Φεμινιστικές προκλήσεις στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης

Τις ημέρες κοντά στην 8η Μάρτη τα πάνελ των εκδηλώσεων, αλλά και κάποιων τηλεοπτικών ή ραδιοφωνικών εκπομπών κατακλύζονται από γυναίκες. Και μάλιστα γυναίκες υψηλού επαγγελματικού και κοινωνικού κύρους, γυναίκες επιστήμονες, πολιτικούς, ακτιβίστριες, κ.ο.κ. Όταν παρουσιάζονται λοιπόν τόσες πολλές καταξιωμένες γυναίκες μαζί, σε τόσο πυκνό χρόνο, δημιουργείται η -εφήμερη- αίσθηση ότι οι γυναίκες έχουν κατακτήσει την ισότητα απέναντι στους άνδρες, είναι πλέον αυτόνομες και χειραφετημένες και τα θέματα ισότητας είναι ξεπερασμένα και ανεπίκαιρα. Δημιουργείται η εντύπωση ότι στις σύγχρονες, καπιταλιστικές κοινωνίες η ισότητα προοδεύει μέρα με τη μέρα. Είναι όμως έτσι;

Στο βιβλίο «Γυναίκες και λιτότητα» (Καραμεσίνη & Rubery, 2015), που αφορά τις σύγχρονες, καπιταλιστικές κοινωνίες, γίνεται μια ενδιαφέρουσα ανάλυση για την ισότητα των φύλων στις κοινωνίες αυτές, σύμφωνα με την οποία η σύγχρονη φεμινιστική ανάλυση αναγνωρίζει πως η νεοφιλελεύθερη ανάπτυξη συνδέεται στενά με την αύξηση των ανισοτήτων. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι το μερίδιο της εργασίας στην προστιθέμενη αξία των προϊόντων έχει μειωθεί σε πολλές περιοχές του κόσμου, οι εισοδηματικές ανισότητες μεταξύ των εργαζομένων έχουν αυξηθεί και το μισθολογικό χάσμα φύλου καλά κρατεί.

Ακόμη η προσέγγιση αυτή λέει ότι στο νεοφιλελεύθερο αυτό πλαίσιο τους μισθούς καθορίζουν οι κοινωνικές νόρμες και όχι αυτή καθεαυτή η παραγωγικότητα. Τι αντανακλούν όμως οι νόρμες αυτές; Αντανακλούν κοινωνικές αξίες και προτιμήσεις ή αντανακλούν άνισες σχέσεις εξουσίας; Το φεμινιστικό κίνημα, αλλά και οι κοινωνικοί επιστήμονες που ασχολούνται με τα θέματα φύλου, παραδέχονται ότι οι κοινωνικές νόρμες είναι έμφυλες, διότι ευνοούν παραδοσιακούς ανδρικούς τομείς, οι οποίοι συνδέονται με τη διοίκηση και το χρήμα σε αντίθεση με την (έμμισθη ή άμισθη) εργασία που σχετίζεται με την κοινωνική αναπαραγωγή.

Ακόμη και σήμερα, σε όλον τον κόσμο, οι γυναίκες εξακολουθούν να υπεραντιπροσωπεύονται στους πέντε παραδοσιακούς γυναικείους κλάδους: καθαριότητα, τροφοδοσία, φροντίδα, γραμματείς, ταμίες. Ενώ οι αντίστοιχοι ανδρικοί τομείς είναι η διοίκηση, το χρήμα, τα υλικά και οι μηχανές. Οι εργασίες αυτές σχετίζονται με διαφορετικές σφαίρες της ανθρώπινης δραστηριότητας, με διαφορετικές οικονομικές ιδιότητες και διαφορετικά επίπεδα αμοιβής.

Η νεοφιλελεύθερη αντίληψη λέει ότι τα οικονομικά και οι οικονομικές πολιτικές δημιουργούν πλούτο και είναι παραγωγικές, ενώ οι κοινωνικές πολιτικές -και οι εργαζόμενοι/ες σε τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση και η πρόνοια- είναι μη παραγωγικές, αφορούν την αναδιανομή και όχι τη δημιουργία πλούτου ή ακόμη αποτελούν κόστος και ανακόπτουν την ανάπτυξη. Είναι όμως σωστό ή λάθος να μην αναγνωρίζονται οι αυξημένες δεξιότητες και η κοινωνική αξία αυτού του τύπου εργασίας;

Σύμφωνα με τη Nancy Fraser (2012), η εργασία φροντίδας προσφέρει εκείνους τους αξιακούς ορίζοντες που παράγουν τους κατάλληλα κοινωνικοποιημένους και καταρτισμένους ανθρώπους, οι οποίοι αποτελούν την εργατική δύναμη, συνεισφέροντας έτσι στη συντήρηση των απαραίτητων συνθηκών για την οικονομία και την κοινωνία της αγοράς. Αυτή η αναδιανεμητική λογική για την οικονομική ανάπτυξη, ότι δηλαδή η κοινωνική πολιτική μπορεί να είναι οικονομικά ιδιαίτερα παραγωγική, έχει ξεχαστεί και παραμένει στο περιθώριο σήμερα.

Ακόμη και στην Ελλάδα, την οποία τα τελευταία χρόνια κυβερνά μια κυβέρνηση με αναδιανεμητική λογική, η οποία θέτει ως προτεραιότητα την εφαρμογή κοινωνικής πολιτικής, βλέπουμε ότι είναι τόσο περιορισμένη από το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο, ώστε πολύ δύσκολα μπορεί να κινηθεί πέρα από τη νεοφιλελεύθερη λογική που αναφέραμε παραπάνω.

Έτσι, και στην Ελλάδα, ενώ πριν από την κρίση οι γυναίκες είχαν αυξήσει αισθητά τον βαθμό ένταξής τους στην απασχόληση, πετυχαίνοντας μάλιστα και μεγαλύτερη συνέχεια στον εργασιακό τους βίο, αλλά και υψηλά ποσοστά πλήρους και σταθερής απασχόλησης και υπεραντιπροσώπευση -όχι μόνο στις ευέλικτες ή άτυπες μορφές εργασίας, αλλά και στα επιστημονικά και τεχνολογικά επαγγέλματα- κατά τη διάρκεια της κρίσης, το γυναικείο ποσοστό απασχόλησης κατέρρευσε και έφτασε να είναι το χαμηλότερο στην Ε.Ε.

Το γεγονός αυτό, μαζί με τις δραστικές περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, καθώς και οι ριζικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς του κράτους πρόνοιας είχαν σοβαρές άμεσες και έμμεσες έμφυλες συνέπειες. Για παράδειγμα η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων λήψης πλήρους σύνταξης και η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της, σε συνδυασμό με τα μεγάλα διαστήματα ανεργίας, ανασφάλιστης και χαμηλόμισθης εργασίας των σημερινών γενεών της κρίσης, έχουν οδηγήσει σε πολύ χαμηλές συντάξεις, ακόμη και στη φτώχεια, τις πιο ευάλωτες ομάδες γυναικών.

Όμως και η ανδρική απασχόληση επλήγη από την κρίση, και αυτό διότι οι «ανδρικοί» κλάδοι υπήρξαν πολύ πιο ευάλωτοι από ό,τι οι «γυναικείοι». Η ψαλίδα μεταξύ ανδρικής και γυναικείας ανεργίας έκλεισε όχι γιατί αυξήθηκαν οι θέσεις εργασίας των γυναικών, αλλά γιατί περιορίστηκαν αυτές των ανδρών.

Όπως είναι λογικό, οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να έχουν επηρεάσει τις έμφυλες σχέσεις, τους έμφυλους ρόλους και τις έμφυλες ταυτότητες (του άνδρα κουβαλητή για παράδειγμα), καθώς και τις κοινωνικές και ψυχολογικές επιπτώσεις αυτών (από εκεί που η κατάθλιψη ήταν μια «γυναικεία» πάθηση, όλο και περισσότεροι άνδρες υποφέρουν από αυτή είτε γιατί έχασαν τη δουλειά τους, είτε γιατί σε πολλές περιπτώσεις είναι «αναγκασμένοι» να συντηρούνται από τις συντρόφους τους). Αυτό είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα κοινωνικής έρευνας, που θα είχε μεγάλη αξία να αξιοποιηθεί το επόμενο διάστημα.

Σε ένα άλλο επίπεδο, ένα άλλο σημείο των καιρών είναι αυτό του σεξισμού στον δημόσιο λόγο. Ζούμε στην εποχή της εικόνας και των σόσιαλ μίντια, όπου τα έμφυλα και σεξιστικά στερεότυπα, που αναπαράγονται καθημερινά, παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο -διαμορφώνουν στάσεις και συμπεριφορές- με πολύ γρήγορους ρυθμούς και σε πολύ μεγάλο εύρος κλίμακας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τις λίγες φορές που οι γυναίκες προβάλλονται από τα ΜΜΕ συνήθως εμφανίζονται ως σεξουαλικά αντικείμενα, ως αντικείμενα ομορφιάς, ως νοικοκυρές ή ως θύματα (βίας, φτώχειας, φυσικών καταστροφών, πολέμων και συγκρούσεων κ.λπ.), ενώ από την άλλη υπάρχουν κατηγορίες γυναικών, οι λεγόμενες αόρατες γυναίκες, οι οποίες δεν παρουσιάζονται πουθενά.

Μιλάμε για τις γυναίκες εκείνες που ανήκουν σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, βιώνουν πολλαπλές διακρίσεις και βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού, όπως οι ηλικιωμένες, οι γυναίκες που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, οι ομοφυλόφιλες, οι τρανς κ.ά. (Μοσχοβάκου, 2018)

Ξέρουμε και βλέπουμε ότι η γλώσσα αντανακλά την κοινωνία και τον τρόπο που αυτή σκέφτεται. Μία γλώσσα που καθιστά τις γυναίκες αόρατες δεν μπορεί παρά να σηματοδοτεί μια κοινωνία στην οποία ξεκάθαρα παίζουν δευτερεύοντα ρόλο. Είναι οξύμωρο λοιπόν το γεγονός ότι, ενώ το τελευταίο διάστημα έχουν περάσει από τη Βουλή κάποια πολύ προοδευτικά νομοθετήματα, όπως αυτό για το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, αλλά και της νομικής αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου -και έρχεται και το νομοσχέδιο του υπ. Εσωτερικών για την ουσιαστική ισότητα των φύλων- πόσο οπισθοδρομικός έχει μείνει ο έμφυλος λόγος μας.

Οι αλλαγές στη γλώσσα, από την άλλη, είναι απαραίτητες για την αντανάκλαση αλλαγών που συντελούνται σε κοινωνικό επίπεδο. Το ένα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο. Ποιο από τα δύο θα προηγηθεί ή προηγείται σε κάθε περίπτωση μένει να φανεί. Και τα δύο όμως είναι απολύτως απαραίτητα.

 

* Το ΚΕΘΙ, από τις 15 Μαρτίου, ξεκινά σεμινάρια επιμόρφωσης δημοσιογράφων και εργαζόμενων στα ΜΜΕ για την αποφυγή του σεξιστικού λόγου, του σεξισμού και των έμφυλων διακρίσεων. Πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής στο σάιτ του: www.kethi.gr

 

Καραμεσίνη Μ., Rubery J., (2015), Γυναίκες και λιτότητα, Η οικονομική κρίση και το μέλλον της ισότητας των φύλων, Εκδόσεις Νήσος

Μοσχοβάκου Ν., Χατζηαντωνίου Λ., (2018), Οδηγός προς τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας για την εξάλειψη του σεξισμού και των έμφυλων διακρίσεων, Εκδόσεις ΚΕΘΙ

Fraser, N., (2012), “Can society be commodities all the way down? Polanyian reflections on capitalist crisis”, Fondation Maison des Sciences de l’Homme. No 18.

Η Ειρήνη – Ελένη Αγαθοπούλου είναι πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΘΙ

Πηγή: Η Αυγή