Σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα διαχείρισης αγροτικών ενισχύσεων στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, το όνομα του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) έχει συνδεθεί με συστηματική κατάχρηση κοινοτικών κονδυλίων, διοικητική ανεπάρκεια και κυβερνητική συμμετοχή και συγκάλυψη. Οι αποκαλύψεις που έρχονται στο φως μέσω της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αλλά και κοινοβουλευτικών παρεμβάσεων δημιουργούν εύλογα ερωτήματα για το πώς λειτουργεί το κράτος δικαίου όταν διακυβεύονται πολιτικά συμφέροντα και εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ με τη γνωστή μέθοδο που έχει εφαρμόσει σε πλείστες περιπτώσεις, αυτή της διάχυσης ευθυνών, με κατηγορίες περί «βαθέως κράτους» και «επιτήδειων γραφειοκρατών». Μία μεθοδολογία που εφαρμόστηκε και στο έγκλημα των Τεμπών, όταν η ΝΔ έσπευσε να αποδώσει το τραγικό δυστύχημα αποκλειστικά στο σταθμάρχη, επιχειρώντας να εξαιρέσει πλήρως τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας. Σήμερα, στο σκάνδαλο των παράνομων αγροτικών επιδοτήσεων και του εκτροχιασμού του ΟΠΕΚΕΠΕ, επιχειρείται το ίδιο: να εξαφανισθούν από το προσκήνιο οι πολιτικές παρεμβάσεις και να γίνουν αποδιοπομπαίοι τράγοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά και να διαχυθούν σε βάθος δεκαετιών οι ευθύνες.
Το χρονικό της απάτης και η συγκάλυψη
Από το 2019 έως το 2022, πλήθος «νεοεισερχόμενων» κτηνοτρόφων έλαβαν ενισχύσεις δηλώνοντας δημόσιες εκτάσεις ως ιδιωτικές, μέσω πλαστών Ε9 και ενοικιαστηρίων. Στη συνέχεια δήλωναν ανύπαρκτα αιγοπρόβατα, ενεργοποιούσαν δημόσιους βοσκοτόπους και εισέπρατταν επιδοτήσεις. Όλα αυτά γίνονταν με τη σιωπηρή ανοχή –ή και τη συνενοχή– στελεχών του ΟΠΕΚΕΠΕ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της Εισαγγελίας: «Η παράνομη πρακτική ενδέχεται να έχει οργανωθεί συστηματικά με τη συμμετοχή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και υπαλλήλων του ΟΠΕΚΕΠΕ». Σε πολλές περιπτώσεις, οι δηλωμένοι βοσκότοποι βρίσκονταν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τους δήθεν ιδιοκτήτες τους.
Οι έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας βασίστηκαν σχεδόν αποκλειστικά στην υποστήριξη του Τμήματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, καθώς ο ΟΠΕΚΕΠΕ αρνήθηκε να συνεργαστεί, αποκαλύπτοντας πιθανή συγκάλυψη από ανώτατα στελέχη του Οργανισμού.
Τα πρόστιμα εκατομμυρίων και η απώλεια της αξιοπιστίας
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έμεινε αμέτοχη. Επέβαλε πρόστιμο 283 εκατομμύρια ευρώ στην Ελλάδα για πληρωμές των ετών 2020–2022 και έθεσε τον ΟΠΕΚΕΠΕ υπό επιτήρηση. Παρά την επιτήρηση, ο Οργανισμός παρέμεινε στάσιμος, και μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί κανένα ουσιαστικό μέτρο αναδιάρθρωσης.
Επιπλέον, η αποκάλυψη ότι ο πρώην υπουργός Λ. Αυγενάκης προχώρησε, προεκλογικά, στην πληρωμή σε περίπου 6.000 από 16.000 δεσμευμένα ΑΦΜ, χωρίς έλεγχο, δημιουργεί μείζον πολιτικό ζήτημα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους δικαιούχους προέρχονταν από την Κρήτη, κάτι που προκάλεσε ερωτήματα για τις πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την απόφαση.
Στοιχεία που σοκάρουν
Ενδεικτικά, μόνο στην Περιφέρεια Κρήτης, ο αριθμός των δηλωμένων αιγοπροβάτων αυξήθηκε κατά 48% την τελευταία πενταετία. Η πραγματική παραγωγή γάλακτος, όμως, είναι δραματικά χαμηλή: κατά μέσο όρο 8–15 λίτρα ανά ζώο, όταν σε άλλες περιοχές ξεπερνά τα 100 λίτρα. Αυτό υποδεικνύει μαζική υπερδήλωση ζώων που δεν υφίστανται, με αποκλειστικό σκοπό την είσπραξη επιδοτήσεων.
Η διαφορά ανάμεσα στον αριθμό αιγοπροβάτων που δηλώθηκαν στη Eurostat (10,8 εκατ.) και σε αυτούς που εμφανίζει το Υπουργείο (16,7 εκατ.) αγγίζει τα 6 εκατομμύρια ζώα – μία απόκλιση που δεν εξηγείται με καμία λογική.
Απομακρύνσεις, εκφοβισμοί και πολιτική ευθύνη
Η προσπάθεια συγκάλυψης φαίνεται και από τις απομακρύνσεις στελεχών του ΟΠΕΚΕΠΕ όταν επιχείρησαν να διενεργήσουν ουσιαστικούς ελέγχους. Η Ευρωπαία εισαγγελέας έχει μιλήσει ακόμη και για «εκφοβισμό» των λειτουργών της.
Όπως δηλώνει ο τελευταίος πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ, «το 2022 και 2023 διαλύθηκε ο Οργανισμός» και «έγιναν μεγάλες κομπίνες». Την ίδια στιγμή, ορισμένα πολιτικά στελέχη συνεχίζουν να αποδίδουν ευθύνες σε «επιτήδειους γραφειοκράτες», επαναλαμβάνοντας το σενάριο που είδαμε και στο έγκλημα των Τεμπών: καμία ευθύνη στην πολιτική ηγεσία.
Στην ίδια κατεύθυνση και η Ευρωπαία εισαγγελέας, η οποία στο διαβιβαστικό της δικογραφίας προς την Ελληνική Βουλή αναφέρει: «Η φερόμενη ως δόλια κατανομή δικαιωμάτων πληρωμής από το εθνικό απόθεμα οργανώθηκε με συστηματικό τρόπο και σε ιδιαίτερα μεγάλη κλίμακα από εγκληματικές ομάδες που περιελάμβαναν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και άλλα στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ, στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, υπαλλήλους του Τεχνικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς και ιδιοκτήτες Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων, μέσω των οποίων υποβάλλονται αιτήσεις για επιδοτήσεις».
Ερευνώντας την περίοδο 2019-2024
Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση της ΝΔ δείχνει να νοιάζεται ΜΟΝΟ για το πώς θα διασωθεί πολιτικά, αλλά και πώς θα διασώσει τα εμπλεκόμενα στελέχη της από ποινικές ευθύνες. Γι’ αυτό και η πρόταση για εξεταστική επιτροπή από το 1998 ως σήμερα. Περίοδο που στο μεγαλύτερο μέρος της είχαμε κυβερνήσεις ΝΔ, αυτοδύναμες ή σε συνεργασία, και η χώρα έχει ελεγχθεί γι’ αυτές κατά τις μνημονιακές περιόδους.
Πετάει δηλαδή την μπάλα στην εξέδρα, μπας και γλυτώσει την κατακραυγή, μέσω του «όλοι τα έκαναν».
ΟΧΙ, ΛΟΙΠΟΝ. Δεν έκαναν όλοι τα ίδια. Δεν μιλάει η Ευρωπαία εισαγγελέας για τα πριν το 2019 χρόνια, ούτε και αναφέρει την ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης πριν το 2019. ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΔ.
Όπως και η υπονόμευση της αξιοπιστίας της χώρας αλλά και το γεγονός ότι υποθηκεύει το μέλλον του πρωτογενούς τομέα.
Η επόμενη μέρα
Ήδη, μόνο από διοικητικές αστοχίες έχουν καταλογιστεί 415 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν με τους ελέγχους των ετών 2022-2024 και τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών δικαστηρίων που αναμένονται και για τα οποία είναι υπόχρεος ο κρατικός προϋπολογισμός.
Τα χρήματα που δόθηκαν για τις παράνομες επιδοτήσεις, όπως δήλωσε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, θα ανακτηθούν. Ανακάλυψε και μας πλασάρει ως τρόπο κάθαρσης και δικαιοσύνης την υποχρέωση της χώρας που απορρέει από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Από ποιους όμως θα ανακτηθούν; Από όλο το κύκλωμα που συμμετείχε; Ή μόνο από τον τελευταίο τροχό που είναι ο αγρότης, ο οποίος θα πληρώσει και για όλους τους προηγούμενους; Αν δεν ανακτήσει τα χρήματα που με ευθύνη της ΝΔ δόθηκαν παράνομα, αυτά θα επιστρέψουν στο ευρωπαϊκό ταμείο μέσω του κρατικού προϋπολογισμού. Ούτως ή άλλως.
Το πιο σημαντικό όμως είναι η αξιοπιστία της χώρας. Εν μέσω διαπραγμάτευσης για τη νέα ΚΑΠ όπου ήδη ανακοινώθηκε πρόταση για μείωση του προϋπολογισμού σε ποσοστό πάνω από 20% και είναι στο τραπέζι της συζήτησης η εξωτερική σύγκλιση των δικαιωμάτων (σύγκλιση του δικαιώματος ανά στρέμμα σε όλες τις χώρες της ΕΕ), με ποιο τρόπο θα κρατήσει η χώρα το μοναδιαίο δικαίωμα ανά στρέμμα που είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ, ενώ είναι υπόλογη;
Δεν γίνεται να μην αναφερθεί ότι το εισόδημα των μικρών και μεσαίων καλλιεργητών είναι αυτό που βασίζεται στις επιδοτήσεις και όχι των μεγάλων, ούτε αυτό των κυβερνητικών στελεχών. Οι τελευταίοι απλά πλουτίζουν.
Στόχος είναι ο πρωτογενής τομέας
Αυτό που φαίνεται ως εξέλιξη στην ήδη, από άλλες πολιτικές της Δεξιάς, χειμαζόμενη γεωργία και κτηνοτροφία είναι ότι πολλοί μικρομεσαίοι αγρότες και κτηνοτρόφοι θα συνεχίσουν να εγκαταλείπουν και θα ολοκληρωθεί το σενάριο να μαζευτεί η παραγωγή σε λίγα χέρια.
Από την πρώτη χρονιά διακυβέρνησης της χώρας φάνηκε που το πάει η κυβέρνηση. Νομοθετικές ρυθμίσεις ενάντια σε αποφάσεις του ΣτΕ, προσπάθεια εισόδου ιδιωτικών συμφερόντων στο Δημόσιο, απευθείας αναθέσεις (καταγγελίες πρώην προέδρου ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ), καμία κανονικότητα στις πληρωμές των αγροτών, έλλειψη ή σταμάτημα σημαντικών έργων για τον πρωτογενή τομέα, καταστροφική διαχείριση κρίσεων (DANIEL, πυρκαγιές, πανώλη, ευλογιά), εφαρμογή ΚΑΠ 2023-2027, δρομολόγηση ιδιωτικοποίησης νερού, υποστελέχωση και απαξίωση δημόσιων υπηρεσιών, είναι μερικές από τις πολιτικές της κυβέρνησης.
Όλα τα παραπάνω έχουν σαν στόχο να αλλάξει μορφή η γεωργία. Να συγκεντρωθεί η γη σε λίγα χέρια. Εξού και η εμπλοκή μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων σε διάφορα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας και της μεταποίησης.
Δυστυχώς, στην πολιτική αυτή δεν υπάρχει ουσιαστική αντίδραση από τον αγροτικό κόσμο, ο οποίος βλέπει να εγκαταλείπεται στο έλεος του καιρού, αδύναμος να κάνει οτιδήποτε.
Είναι παραπάνω από αναγκαία η ύπαρξη μιας εθνικής αγροτικής πολιτικής που θα έχει στο επίκεντρο τους ανθρώπους που παράγουν την τροφή μας, στη σύνταξη της οποίας θα πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι φορείς που δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή και τη μεταποίηση, με ευθύνη για την επόμενη μέρα της χώρας και όχι για μικροπολιτικά συμφέροντα.