Η δραστήρια κινητοποίηση των συλλογικοτήτων και των πολιτών και οι σχεδόν ομόφωνες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας εδώ και μια δεκαετία (ΟλΣτΕ 1906/2014, 190/2022, 191/2022, Μείζωνα Σύνθεση Δ’ Τμήματος 1886/2022, 2519/2022) έχουν προς το παρόν αποτρέψει την επίμονη προσπάθεια των κυβερνήσεων της Χώρας να ιδιωτικοποιήσουν, μεταξύ άλλων, και τον τομέα παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Επειδή ακριβώς το νερό αποτελεί κάτι το τόσο ζωτικό για την ανθρώπινη υπόσταση και αξία, οι αποφάσεις αυτές επιβεβαίωσαν ότι αυτό δεν μπορεί παρά να θεωρείται ως ένα αγαθό δημόσιο που θα πρέπει να παραμένει προσιτό στον καθένα και στην καθεμία. Υπενθυμίζουμε ότι στο άτυπο Δημοψήφισμα το 2014 πάνω από 200.000 πολίτες της Θεσσαλονίκης ψήφισαν όχι στην ιδιωτικοποίηση του νερού. Οι επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης θα πρέπει να παραμείνουν στον ευθύ και αποτελεσματικό έλεγχο του Δημοσίου, που υλοποιείται κατ’ αρχήν με την κατοχή από αυτό, τουλάχιστον της πλειοψηφίας του μετοχικού τους κεφαλαίου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το Δημόσιο έχει την υποχρέωση να οργανώσει το ίδιο την παροχή των σχετικών υπηρεσιών μέσω κάποιας επιχείρησης ή φορέα που πλειοψηφικά του ανήκει, διασφαλίζοντας ότι η λειτουργία της ανταποκρίνεται στις ποιοτικές και οικονομικές προδιαγραφές που αρμόζουν σε ένα τόσο ζωτικό δημόσιο αγαθό.
Αντί όμως να προχωρήσει στις απαραίτητες θεσμικές και υλικές ενέργειες για τον ουσιώδη αυτό συνταγματικό σκοπό, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στις 16 Φεβρουαρίου 2023, ανάρτησε στον Διαδικτυακό Τόπο Διαβουλεύσεων σχέδιο νόμου για τη μετονομασία της «Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας» σε «Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων». Είναι δεδομένο ότι η υπαγωγή του ελέγχου ενός αγαθού κοινής ωφελείας σε ρυθμιστική αρχή έχει νόημα όταν η αγορά παροχής του εν λόγω αγαθού ιδιωτικοποιείται και «απελευθερώνεται» και το δημόσιο αγαθό «μετατρέπεται» σε εμπόρευμα. Δηλαδή, εκεί που υπήρχε ως δημόσιο αγαθό, δημιουργούνται ιδιωτικές εταιρείες και ως αντιστάθμισμα δημοσίου ελέγχου, δημιουργείται μία ρυθμιστική αρχή, ώστε, στο μέτρο που οι κανόνες της «ελεύθερης αγοράς» το επιτρέπουν, να υπάρχει ένας στοιχειώδης έλεγχος υπέρ του δημοσίου συμφέροντος.
Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι το γεγονός ότι η πλατφόρμα της διαβούλευσης για το σχέδιο νόμου ήταν ανοιχτή για σχόλια μόλις για 11 ημέρες (έληξε την Καθαρά Δευτέρα, 27 Φεβρουαρίου 2023), ενώ ο νόμος απαιτεί προθεσμία κατ΄ ελάχιστο δύο εβδομάδων και συντομότερη μόνο κατόπιν τεκμηρίωσης που εν προκειμένω δεν υπήρξε[1]. Δημιουργήθηκε έτσι η εντύπωση ότι οι πολιτικά υπεύθυνοι για το σχέδιο νόμου που αφορά στο κρίσιμο δημόσιο αγαθό του νερού, επιθυμούσαν να περάσει αυτό απαρατήρητο από το ευρύ κοινό και ιδίως τη μαχητική Κοινωνία των Πολιτών.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου θέτει το ερώτημα – και το αρμόδιο Υπουργείο οφείλει να απαντήσει – σε τι εξυπηρετεί ένα σχέδιο νόμου που προβλέπει τη δημιουργία μιας αμφιλεγόμενης και δυσδιάκριτης σκοπιμότητας Αρχής, αν όχι στη σταδιακή ιδιωτικοποίηση των υδάτων σε εθνικό και τοπικό επίπεδο (αντίστοιχη με εκείνη των σιδηροδρόμων). Τέλος, σημειώνεται ότι η ιδιωτικοποίηση του νερού είναι αντίθετη προς τη δικαστική κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Χώρας και την εκπεφρασμένη βούληση των πολιτών.