Μετά τη δίκη και την καταδίκη του αρχηγού, στελεχών και μελών της Χρυσής Αυγής για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και εμπλοκή σε πράξεις οργανωμένης σκληρής βίας, τα ποσοστά του κόμματος κατρακύλησαν στο ναδίρ. Η πτώση είχε ήδη δρομολογηθεί από τότε που οι δημοκρατικοί θεσμοί αποφάσισαν να αντιδράσουν βάζοντας φρένο στην κρατική χρηματοδότηση, τον βίαιο ακτιβισμό και τη δημόσια προβολή της Χρυσής Αυγής, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι η κοινωνία πολιτών όρθωσε ανάστημα απέναντι στις πρακτικές και τα οργανωμένα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής. Όσο ο κοινοβουλευτικός μανδύας λειτουργούσε ως άλλοθι για τη Χρυσή Αυγή, το νεοναζιστικό μόρφωμα αντλούσε υποστήριξη από δύο βασικές δεξαμενές εκλογέων: από τη δεξαμενή εκείνων που επιδίωκαν την τιμωρία του «συστήματος» συνολικά, αλλά και τη δεξαμενή όσων συνέκλιναν ιδεολογικά και ταυτίζονταν με την ατζέντα της Χρυσής Αυγής κομματικά. Η δίκη και καταδίκη της Χρυσής Αυγής περιόρισε τις δύο αυτές δεξαμενές αναπροσανατολίζοντας τους ψηφοφόρους, άλλους προς λιγότερο αντισυστημικά μοτίβα και άλλους προς διαφορετικές υποπεριοχές του ακροδεξιού φάσματος.
Στην κομματική σκηνή των πρώτων εθνικών εκλογών (2019) που εγκαινιάζουν την μετά-την-κρίση εποχή, η Ελληνική Λύση αποτέλεσε ένα κόμμα-επίγονο εθνικο-λαϊκιστικών (ΛΑ.Ο.Σ.) και δεξιών-εξτρεμιστικών (Χρυσή Αυγή) μορφωμάτων σε μια συγκυρία που το Μακεδονικό και η Συμφωνία των Πρεσπών λειτούργησαν ως αφετηρία για μια νέα σχάση. Η Ελληνική Λύση πρόβαλε ως το κατ’ εξοχήν -σχεδόν μονοθεματικό- αντί-Μακεδονικό κόμμα απορροφώντας ένα ποσοστό εκλογέων που επέτρεψε μεν την είσοδό της στη Βουλή με ένα ωστόσο οριακό ποσοστό, γεγονός που καταδεικνύει ότι το κόμμα Βελόπουλου δεν αποτέλεσε τον κεντρικό απορροφητήρα των φορέων ακροδεξιών πεποιθήσεων. Υπάρχουν αρκετά δεδομένα που δημιουργούν εύλογες εικασίες όσον αφορά το εύρος τέτοιων πεποιθήσεων στο εκλογικό σώμα. Επί παραδείγματι, παρότι η δικαστική καταδίκη της Χρυσής Αυγής βρήκε ικανοποιημένο περίπου το 80% των ψηφοφόρων (στοιχεία Prorata, 7-8/10/2020), για το υπόλοιπο 20% η σημαντικότερη μερίδα των αισθημάτων δυσαρέσκειας από το αποτέλεσμα της δίκης προερχόταν από εκείνους που διέπονταν από αυταρχικές και νατιβιστικές αντιλήψεις. Τέτοιες αντιλήψεις, όπως απόρριψη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και πρόκριμα της βίας ως μέσου πολιτικής δράσης, είναι από καιρό ανιχνεύσιμες στο εκλογικό σώμα (βλ. ενδεικτικά τα ευρήματα της έρευνας ΘΑΛΗ για τον Πολιτικό και τον Κοινωνικό Ριζοσπαστισμό, 2015), καθιστώντας ένα τμήμα των εκλογέων ανοικτό σε ακροδεξιές επιλογές.
Κινητικότητα στην άκρα δεξιά
Στην παρούσα συγκυρία, η κομματική σκηνή της άκρας δεξιάς δείχνει γυμνή από ισχυρούς παίκτες. Εντοπίζεται, ωστόσο, μια κάποια κινητικότητα από παλιότερους παράγοντες του χώρου, ορισμένοι από τους οποίους επιχειρούν να δημιουργήσουν μια νέα αφετηρία στην κομματική αρένα. Οι «Έλληνες για την Πατρίδα» του Ηλία Κασιδιάρη εγγράφονται σε ένα τέτοιο εγχείρημα που αντλεί καταρχάς από τις εγχώριες παραδόσεις του δεξιού εξτρεμισμού – δεν είναι τυχαίες οι συχνές αναφορές στο «Εθνικό Κόμμα Έλληνες» που παραπέμπει στο «Εθνικό Κόμμα-ΕΠΕΝ», επιδιώκοντας συνδέσεις με τους νοσταλγούς της χούντας των συνταγματαρχών στους οποίους πρωτίστως απευθυνόταν το κόμμα του (επίσης τότε έγκλειστου στις φυλακές) Γ. Παπαδόπουλου (ΕΠΕΝ) και η συνέχειά του (Εθνικό Κόμμα). Επιπλέον, το Εθνικό Κόμμα Έλληνες κοπιάρει τη Lega του Ματέο Σαλβίνι υιοθετώντας μια ρητορική «λαϊκού» αντιμεταναστευτικού κόμματος παρόμοια με εκείνη της Lega.
Παρότι επικρατειακά έχει κερδίσει μικρή ορατότητα στις δημοσκοπήσεις (από 1% έως 1,5% με 1,8%), οι Έλληνες για την Πατρίδα πάνε καλύτερα εκλογικά εκεί όπου τα εμβολιαστικά ποσοστά είναι χαμηλά. Το υπό διαμόρφωση μόρφωμα του έγκλειστου πρώην δελφίνου της Χρυσής Αυγής έχει διευρύνει σημαντικά την ατζέντα του με ζητήματα που αφορούν την πανδημία συμπορευόμενο με το ρεύμα αμφισβήτησης των μέτρων εναντίον της COVID-19 με επιχειρήματα οικονομικά, όπως ότι τα περιοριστικά μέτρα καταστρέφουν την οικονομία και τη μεσαία τάξη προς όφελος μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων, αλλά και με επιχειρήματα ξενοφοβικά, όπως ότι στη διάρκεια της καραντίνας προωθήθηκε η «ισλαμοποίηση της χώρας» και η παράδοσή της στους «ξένους εισβολείς».
Ευκαιρίες για τον ακροδεξιό πόλο
Με ακόμη μικρότερα ποσοστά, οι υπόλοιποι σχηματισμοί του ακροδεξιού πόλου (Ελεύθεροι Άνθρωποι, Νέα Δεξιά) είναι πολύ μακριά από το να σπάσουν το φράγμα του 3% σε όποιους συνδυασμούς για ένα «καθαρόαιμο δεξιό κόμμα» (Τ. Μπαλτάκος) και σε όποιες συμπράξεις έχουν δοκιμαστεί (π.χ. Νέα Δεξιά με Δημιουργία, ξανά). Το συνολικό τους άθροισμα, πάντως, αν σε αυτό προστεθούν οι δυνάμεις της Ελληνικής Λύσης, ισοφαρίζει το εκλογικό ποσοστό της ελληνικής ακροδεξιάς που έχει καταγραφεί το 2012 και 2015 με ό,τι κάτι τέτοιο μπορεί να συνεπάγεται για τη δυναμική του δικομματισμού και την επίτευξη αυτοδυναμίας στις ερχόμενες εκλογές. Παρά τις διακυμάνσεις στην εκλογική δυναμική των κομματικών σχηματισμών της άκρας δεξιάς την τελευταία δεκαετία, φαίνεται ότι σε επίπεδο στάσεων συντηρείται μια εμφωλευμένη ακροδεξιά. Το αποτύπωμά της σήμερα είναι ασήμαντο στην κομματική αρένα, αλλά η παρουσία της είναι μεγαλύτερη σε ένα ευρύτερο φάσμα που περιλαμβάνει τον αντιεμβολιαστικό κίνημα, τα εθνικιστικά στέκια, τις ομάδες κρούσης των χούλιγκανς, αλλά και μια επιθετική εκφραστικότητα που εκτονώνεται στα social media. Ένα πιο αφανές αξιακό και σε επίπεδο στάσεων υπόβαθρο, σε συνδυασμό με τη συγκυρία, δημιουργούν ευκαιρίες για την άκρα δεξιά. Οι κρίσεις προκαλούν ευαλωτότητα, ενώ ιδιαίτερα η πανδημία έπληξε τους όρους ζωής και κινητοποίησε υπαρξιακούς φόβους πυροδοτώντας «αυταρχικές αντιδράσεις» (P. Norris). Αυτές θεωρούνται μεν καταλύτης για την άκρα δεξιά, ωστόσο ο συνδυασμός θεσμικών προϋποθέσεων και ποιότητας του κομματικού ανταγωνισμού είναι που εν τέλει θα κρίνει το αποτύπωμά της στην εκλογική σκακιέρα.
Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι καθηγήτρια Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Πηγή: Η Εποχή