Macro

Ειρήνη Αγαθοπούλου: Πες την με το όνομά της – Γυναικοκτονία

Η αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία» και στην Ελλάδα είναι πιο επίκαιρη και πιο επιβεβλημένη από ποτέ.

Αν κάτι ανέδειξε ο τελευταίος χρόνος και η πανδημία είναι – μεταξύ άλλων – το γεγονός πως οι γυναίκες διαδραμάτισαν και συνεχίζουν να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση και στη διαχείρισή της. Στη χώρα μας, το 65% των εργαζόμενων στον υγειονομικό τομέα είναι γυναίκες, καθώς και η πλειοψηφία των εργαζόμενων στα σούπερ μάρκετ, που αποτέλεσαν τους εργαζόμενους πρώτης γραμμής κατά την περίοδο της πανδημίας.

Ωστόσο, τα ίδια σώματα, αυτά των γυναικών, την ίδια περίοδο, υπέστησαν πολλαπλές συνέπειες τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό χώρο. Η έμφυλη βία, η ακραία μορφή της οποίας είναι η γυναικοκτονία, είναι μια από αυτές. Η χώρα μας ήδη μετράει τέσσερις γυναικοκτονίες από την αρχή του 2021, με τελευταία την δολοφονία της Καρολάιν από τον σύζυγό της, η οποία «συγκλόνισε» το πανελλήνιο. Τα στερεότυπα που αναπτύχθηκαν και αναπαράχθηκαν επί 37 ημέρες για το προφίλ του συζύγου-δράστη – λευκός, ωραίος, πλούσιος – που «ποτέ δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο», αλλά και η χρήση ρατσιστικών στερεοτύπων από ΜΜΕ και Κυβέρνηση για τους δήθεν αλλοδαπούς ληστές και η επικήρυξή τους με 300.000 ευρώ (!!!), είναι χαρακτηριστικά δείγματα για το πώς ακόμη και σήμερα αμφισβητείται η ύπαρξη έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.

Από την άλλη όμως, δεν είναι καθόλου τυχαίο, που ένα από τα κεντρικά συνθήματα των γυναικών και όλων όσοι διαδήλωσαν τις τελευταίες ημέρες τόσο λόγω της γυναικοκτονίας της Καρολάιν όσο και του πολλαπλού βιασμού της γυναίκας στα Πετράλωνα ήταν: «οι δολοφόνοι έχουν τα κλειδιά του σπιτιού μας» και «η πατριαρχία δολοφονεί ή γυναικοκτονεί». Κάτι ξέρουν…

Για πρώτη φορά στην χώρα μας, το τελευταίο διάστημα, εκδηλώνεται ένα τεράστιο κύμα καταγγελιών – κυρίως γυναικών – ενάντια στην έμφυλη βία, ενάντια στην παρενόχληση που υφίστανται σε όλους τους χώρους, σε όλο το φάσμα της προσωπικής και κοινωνικής τους ζωής, αποδεικνύοντας τελικά το μέγεθος και τις διαστάσεις μιας νοοτροπικής, φυσικοποιημένης, καθόλα κανονικής ανδρικής συμπεριφοράς, που εκβάλλει στα σώματα των θηλυκοτήτων ως κάθε μορφής έμφυληβία. Πρόκειται για σώματα, που θεωρούνται κτήση των ανδρών, κατώτερα, άνισα ή ως σώματα που πρέπει να τιμωρηθούν, να ελεγχθούν, να πειθαρχήσουν σε νόρμες πατριαρχικές. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η ειδοποιός διαφορά της χρήσης του όρου γυναικοκτονία έναντι του πιο οικουμενικού αφαιρετικού όρου της ανθρωποκτονίας. Στην γυναικοκτονία συμπυκνώνονται δύο ακραίες μορφές βίας, αυτή της δολοφονίας και αυτή της έμφυλης εκφοράς της, του λόγου δηλαδή που συμβαίνει, επειδή το θύμα είναι γυναίκα. Γυναίκες δολοφονούνται από συζύγους, συντρόφους, πατέρες, γιατί παραβίασαν κανόνες και συμπεριφορές που δεν συνάδουν με το φύλο τους και τις προσδοκίες που απορρέουν από αυτό.

Το αίτημα του φεμινιστικού κινήματος για αναγνώριση και ένταξη του όρου γυναικοκτονία στις δικαιικές μας ρυθμίσεις επανήλθε με δριμύτητα στον δημόσιο διάλογο τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα των αγώνων, αλλά και της ορατότητας του βάθους και της έκτασης της έμφυλης βίας. Η ένταξη και η αναγνώριση του όρου, πέραν της – σε επίπεδο διαχειριστικό – καλύτερης αποτύπωσης ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών των εγκλημάτων, είναι μια πράξη βαθιά πολιτική, γιατί αναγνωρίζει τον σεξισμό, την καταπίεση και τις ανισότητες σε βάρος των γυναικών, θέτει σε ορατότητα τον λόγο που αυτή συμβαίνει, ενώ την ίδια στιγμή η χρήση του όρου σηματοδοτεί μια συλλογική μορφή αντίστασης των γυναικών στην πολλαπλότητα της βίας που βιώνουν και υποκινεί παράλληλασε μια νοοτροπική, πολιτισμική και πολιτιστική αλλαγή.

Δεν πρόκειται σίγουρα για νεολογισμό. Πρόκειται για έναν όρο που τον συναντάμε στην ευρωπαϊκή νομολογία, ήδη από το 1801, αλλά και γύρω στα 1840 εντοπίζεται και σε νομικά λεξικά διαφόρων χωρών. Κι ούτε όλες οι δολοφονίες των γυναικών μπορούν να χαρακτηριστούν ως γυναικοτονίες. Τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο ο όρος έχει εισαχθεί στις νομοθεσίες διαφόρων χωρών, προκειμένου να προσδιοριστεί και να αντιμετωπιστεί η έμφυλη βία κατά των γυναικών, των θηλυκοτήτων, των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, δεδομένου ότι η χρήση του όρου προϋποθέτει αλλαγή προτύπων στο χώρο της δικαιοσύνης, αλλά και μια σειρά μέτρων σε επίπεδο πολιτικής. Αντιλαμβανόμαστε γιατί ο όρος γυναικοκτονία συναντά αντιδράσεις κι ενεργοποιεί συντηρητικά αντανακλαστικά. Γιατί πρόκειται περί ενός όρου που λειτουργεί αποκαλυπτικά, γιατί βάλλει στην καρδιά ενός συστήματος πατριαρχικού, αναδεικνύοντας τον τρόπο που αυτό καθυποτάσσει ή προσπαθεί να υποτάξει τα γυναικεία υποκείμενα σε άνισους έμφυλους ρόλους, ακόμα και με τίμημα τη ζωή τους, δολοφονώντας τα.

Τόσο σε συμβολικό όσο και σε πραγματικό επίπεδο, η ένταξη της γυναικοκτονίας σε δικαιικό επίπεδο οφείλει να συμπεριληφθεί για λόγους ισότητας των φύλων, προκειμένου αφενός να δώσει υπόσταση σε μορφές εγκλημάτων αποσιωποιημένων και αόρατων σε βάρος των γυναικών και αφετέρου να αντιμετωπιστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι είναι καιρός να τεθεί στον δημόσιο διάλογο η αναγκαιότητα της αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία» ως αυτό ακριβώς που είναι. Θεωρούμε επίσης αναγκαίες και επιβεβλημένες τις παρεμβάσεις στο χώρο των ΜΜΕ, καθώς οι τρόποι αναπαράστασης των γυναικοκτονιών ως δράματα, ζήλεια, ερωτικό πάθος, ως εξατομικευμένο πρόβλημα του δράστη και όχι ως απότοκο συστημικής βίας σε βάρος των γυναικών εγγράφει τα εγκλήματα στην οικιακή σφαίρα, τα εξατομικεύει στιγματίζοντας τις γυναίκες μέσα από πρακτικές victimblaming, όπως στην περίπτωση της Καρολάιν η οποία «απειλούσε να φύγει από το σπίτι». Το πρόβλημα όμως είναι πολύ πιο βαθύ από τα εξατομικευμένα προβλήματα δραστών και θυμάτων. Είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπιστεί, χωρίς να κλείνουμε τα μάτια, αλλά κάνοντας βήματα μπροστά. Η αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία» και στην Ελλάδα είναι πιο επίκαιρη και πιο επιβεβλημένη από ποτέ.

Η Ειρήνη Αγαθοπούλου είναι Βουλεύτρια Κιλκίς, Αναπλ. Τομεάρχισσα Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αρμόδια για θέματα Ισότητας

Πηγή: iEidiseis