Συνεντεύξεις

“Έγκλημα στο σταθμό Βενιζέλου”: Μέσα στο ντοκιμαντέρ για τα ευρήματα του μετρό

Η φράση “Έγκλημα στο σταθμό Βενιζέλου” έγινε σύνθημα και διαδόθηκε από στόμα σε στόμα στη Θεσσαλονίκη, από τη μέρα που αποφασίστηκε και ανακοινώθηκε ότι τα έργα του μετρό θα είχαν ως αποτέλεσμα τη μετακίνηση των κτισμάτων της αρχαίας πόλης που βρέθηκαν στο δρόμο του. Στο φετινό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης που θα διεξαχθεί δια ζώσης από τις 24 Ιουνίου έως τις 4 Ιουλίου, θα προβληθεί το ομότιτλο ντοκιμαντέρ από τη Χριστίνα Σιγανίδου.
Η Χριστίνα Σιγανίδου, υπερδραστήρια αρχισυντάκτρια και παρουσιάστρια στην ΕΡΤ3, μας μιλάει γι’αυτό ως η δημιουργός, σκηνοθέτης και σεναριογράφος του. Ακολουθούμε τη δράση μιας ομάδας ανθρώπων, ανήσυχων πολιτών, την Κίνηση Πολιτών, που έχουν υιοθετήσει αυτόν τον αγώνα από το 2019.
“Έζησα από κοντά τη γέννηση της Κίνησης Πολιτών για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και μοιράζομαι μαζί τους τον θαυμασμό για τα ευρήματα της Bενιζελου και τον θυμό για την τροπή που έλαβε η υπόθεση το καλοκαίρι του 2019. Με μεγάλη προθυμία προσχώρησα στην ομάδα. Με συνεπήρε από την αρχή ο κόσμος τους. Είναι άνθρωποι ώριμης ηλικίας, που δεν ξαφνιάζονται εύκολα και έχουν δει πολλά. Ωστόσο το θέμα αυτό σα να αποτέλεσε την κόκκινη γραμμή τους, συσπειρώθηκαν δυναμικά, με στόχο την ανατροπή της απόφασης της κυβέρνησης για τεμαχισμό και απόσπαση των αρχαιοτήτων.”
Έχοντας ακολουθήσει τα ευρήματα της αρχαίας πόλης από πολύ νωρίτερα, αφιερώνοντας εκπομπές και ρεπορτάζ σε αυτά, η Χριστίνα Σιγανίδου αποφάσισε ότι ο αγώνας για την άδικη απόφαση μετακίνησής τους έπρεπε να καλυφθεί δημοσιογραφικά.
“Το θέμα των αρχαιοτήτων στο σταυροδρόμι Εγνατίας και Βενιζέλου με κινητοποιεί από το 2012-13, που πρωτοβγήκε στο φως, το καλύπτω δημοσιογραφικά, και έκανα δύο αφιερώματα, για το κανάλι που εργάζομαι, μία έρευνα το 2013 και μία δεύτερη, λίγο πριν την αλλαγή κυβέρνησης, το καλοκαίρι του 2019. Μόλις έγινε γνωστή η απόφαση της κυβέρνησης για τεμαχισμό και απόσπαση, όλο μου το κοινωνικό και φιλικό περιβάλλον βρέθηκε σύσσωμο απέναντι σε αυτή την απόφαση: η επιθυμία για συντεταγμένη δράση ήταν κοινή. Για μένα ήταν απόλυτα φυσικό ρεφλέξ, η επιθυμία να καταγράψω αυτό τον αγώνα, που τον γνώρισα από τα σπάργανα. Η εκτελεστική γραμματεία της Κίνησης μου έδειξε εμπιστοσύνη και μου επέτρεψε να μαγνητοσκοπώ τις συνεδριάσεις τους, από τα πρώτα στάδια.
Το καλοκαίρι του 2019, μόλις είχα τελειώσει την έρευνα για τα αρχαιολογικά ευρήματα του μετρό και ήμουν έντονα γοητευμένη από αυτό τον μυστικό κόσμο που βγήκε στο φως. Η αλλαγή πολιτικής στον Σταθμό Βενιζέλου ήταν κάτι που χτύπησε την ευαίσθητη χορδή της πόλης και έζησα από μέσα τις αντιδράσεις των ανθρώπων, τον πνευματικό οργασμό, τις ατελείωτες κουβέντες, που συνόδευαν τη δημιουργία της Κίνησης. Είχα απόλυτη επίγνωση ότι συνέβαιναν ιστορικά πράγματα και εξαρχής ήθελα να μη χαθούν στο χρόνο, αισθανόμουν επιτακτικά ότι κάποιος έπρεπε να πει την ιστορία τους και ότι εγώ, ούσα τόσο κοντά στην ομάδα, διατηρούσα μια κομβική θέση, που δεν έπρεπε να σπαταληθεί.”
Η επιλογή όχι μόνο να ασπαστεί έναν αγώνα τέτοιου μεγέθους, αλλά και να παλεύει ενεργά για τη δικαίωση και τη διάδοσή του, ήταν ξεκάθαρη.
“Το ίδιο το εύρημα με είχε συνεπάρει από τότε που είχε έρθει στο φως, το 2012-2013. Θυμάμαι την αγωνία εκείνης της εποχής, με πόσο ενδιαφέρον παρακολουθούσα την ανταλλαγή επιχειρημάτων, πόσο αξιόλογοι άνθρωποι τάσσονταν υπέρ της παραμονής, πόσο σημαντικό ήταν αυτό το μνημειακό σύνολο να παραμείνει στη θέση του. Όταν αποφασίστηκαν το καλοκαίρι του ’19 ο τεμαχισμός και απόσπαση, κατάλαβα ότι είχε ξεπεραστεί η κόκκινη γραμμή, εξάλλου δεν ήταν η πρώτη φορά, που έδινα κοινωνικούς αγώνες. Ωστόσο το θέμα της ταινίας αυτής δεν είναι τα ίδια τα ευρήματα, αλλά η Κίνηση Πολιτών Θεσ/νικης, που έχει στόχο να τα προστατεύσει. Θέλησα να ρίξω φως στον κόσμο της Κίνησης Πολιτών, αυτών των θυμωμένων ρομαντικών, έτσι γεννήθηκε η ταινία.”
Πανδημία, κλειστές πόρτες, καμία ευκαιρία να παρουσιαστεί ο αντίλογος όσες προσπάθειες και αν έγιναν. Η Χριστίνα Σιγανίδου σημειώνει: “Ήταν μία δύσκολη έρευνα, που καλύπτει τη γέννηση της Κίνησης, το καλοκαίρι του 2019 και ολοκληρώνεται στα τέλη του 2020. Από τους δεκαπέντε μήνες, που διατρέχει η ταινία, οι δέκα ήταν σε συνθήκες λοκντάουν. Τους ακολουθούσα με το κινητό μου, η το i pad, σε συνθήκες τεχνικά προβληματικές, όπου το μόνο που είχε σημασία, ήταν η πληροφορία, η οποία είναι από μόνη της ισχυρή. Για να γίνουν οι 18 συνεντεύξεις ανθρώπων, που μίλησαν με γενναιότητα και μου έδειξαν εμπιστοσύνη, προηγήθηκαν πολλές αρνήσεις υπό τον φόβο του ιού και καταλήξαμε τελικά σε συνεντεύξεις σε μπαλκόνια και ταράτσες, πολλές (ελάχιστα φωτογενείς) διαδικτυακές συνεντεύξεις με δυνατή πληροφορία μεν, αλλά όχι δυνατή εικόνα και ήχο. Πολλές ώρες μαγνητοσκοπημένου υλικού χρειάστηκε να ελεγχθούν, για να καταλήξει η ομάδα μας στα 70 τελικά λεπτά. Στην ουσία, ήταν ένα επιμελητειακό στοίχημα να μπορέσουμε να αφηγηθούμε την ιστορία, χωρίς να κάνει κοιλιά. Όσο για την καταγραφή της κυβερνητικής θέσης, συναντούσα διαρκώς κλειστές πόρτες, στην προσπάθεια να παρουσιάσω τον αντίλογο.”
Αυτό που έδωσε στην Κίνηση Πολιτών το βάθρο να αναδειχτεί αλλά και τη βάση για να συνεχίσει τόσα χρόνια τον αγώνα της, ήταν η στήριξη του κόσμου. Οι δράσεις τους σημείωσαν απρόσμενα μεγάλη συμμετοχή, δείχνοντας ότι το ενδιαφέρον και η ανησυχία των πολιτών της Θεσσαλονίκης – και όχι μόνο – για το θέμα είναι μεγάλα.
“Πιστεύω ότι η επιμονή του σκληρού πυρήνα των ανθρώπων της Κίνησης, που δουλεύουν ασταμάτητα για τον σκοπό αυτό, επιμένοντας να ενημερώνουν, με μια δυναμική σελίδα στο facebook, με τις ιδιαίτερα δημοφιλείς ξεναγήσεις, με ευφάνταστες εκδηλώσεις, που κατά καιρούς -όπως τώρα, που χαλαρώνουν τα μέτρα, γίνονται όλο και πιο συχνά, -η επιμονή αυτή δημιούργησε τελικά μία συνείδηση του πολίτη. Ως δημοσιογράφος, με πονάει το έλλειμμα που διαπιστώνω στην κάλυψη του θέματος από τα ΜΜΕ και θέλω να αποδώσω τα εύσημα στη δουλειά της Κίνησης να δημιουργήσει τη συλλογικότητα στην οποία αναφέρεστε.
Ωστόσο, μέσα στον ενάμιση χρόνο της αφήγησης, πάντα συνέβαινε κάτι και αναπτέρωνε τις ελπίδες: η Κίνηση λάμβανε προσκλήσεις για ενημέρωση από φορείς, πανεπιστήμια, επιμελητήρια, τοπικούς συλλόγους. Μην ξεχνάμε εξάλλου τη συνέργεια της Κίνησης με την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος, την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία και τους τρεις συλλόγους των αρχαιολόγων που κατέθεσαν παράλληλες προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Αλλά και τη βροχή από επιστολές στήριξης από διεθνείς προσωπικότητες του επιστημονικού κόσμου. Παρά την προπαγάνδα της άλλης πλευράς, ότι δεν υπάρχει μελέτη για την βιώσιμη παραμονή των αρχαιοτήτων in situ, σιγά-σιγά διέρρεαν τα πραγματικά στοιχεία για τη μελέτη, με αποκορύφωμα την επίσημη παρουσίαση της από τον ίδιο τον μελετητή, σε εκδήλωση στο ΑΠΘ, μετά από πρόσκληση του τμήματος πολιτικών μηχανικών.”
Τι φταίει όμως παρόλα αυτά για την αδιάφορη, αλλά ταυτόχρονα επίμονη στάση της κυβέρνησης απέναντι σε αυτό το ζήτημα;
“Μήπως η εντροπία του θεσσαλονικιώτικου δράματος; Ελπίζω να μην επαναληφθεί το μοτίβο αυτή τη φορά. Ακούμε συχνά την άποψη, ότι ο πρωθυπουργός δέχθηκε εσφαλμένες συμβουλές. Ακόμα υπάρχει περιθώριο να αλλάξει γνώμη. Το γεγονός ότι τα μισά μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας αποστασιοποιήθηκαν από την κυβερνητική επιταγή είναι από μόνο του αισιόδοξο και ενισχύει την ηθική διάσταση της κατά χώραν παραμονής. Όμως, μετά τη διαρροή της απόφασης του ΣτΕ, όποτε περνώ από το πολύπαθο σταυροδρόμι, νιώθω το στομάχι μου να σφίγγεται. Δεν ξέρω τι να πω, στο βάθος δεν είμαι αισιόδοξος άνθρωπος.”

Το “Έγκλημα στο σταθμό Βενιζέλου θα προβληθεί στο φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης που θα διεξαχθεί δια ζώσης 24 Ιουνίου με 4 Ιουλίου.

Δήμητρα Καψάλα

Πηγή: Parallaxi