Συνεντεύξεις

Έφη Αχτσιόγλου: Το να μην ψηφίσεις, σημαίνει ότι θα καθορίσουν άλλοι με τι συνθήκες θα δουλεύεις και σε ποιο πανεπιστήμιο θα σπουδάζεις

Τι φταίει κ. Αχτσιόγλου, κατά τη γνώμη σας, για την 9% διαφορά ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές;

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση το 2015, σε μία εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη χώρα. Με σκληρή προσπάθεια καταφέραμε να βγάλουμε τη χώρα οριστικά, τον Αύγουστο του 2018, από το καθεστώς της επιτροπείας. Παράλληλα με την πορεία εξόδου από τα μνημόνια, βασικό μέλημα της κυβέρνησης ήταν να στηρίξει εκείνους και εκείνες που είχε πλήξει η πολυετής κρίση. Αντιλαμβάνεστε ότι ήταν αδύνατο να ανακτήσουμε στα 4 αυτά χρόνια όσα είχαν χαθεί μέσα στη δίνη της οικονομικής ύφεσης και της πολιτικής λιτότητας -ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα είχε χάσει το ¼ του ΑΕΠ της από το 2010 ως το 2014.

Οι πολίτες τις περισσότερες φορές, και αυτό είναι απολύτως κατανοητό, αξιολογούν την πολιτική δύναμη που κυβερνά τη χώρα με βάση τις ανάγκες τους σε χρόνο ενεστώτα και όχι κάνοντας κατ’ ανάγκη αναδρομές ή συγκρίσεις. Εφόσον οι ανάγκες τους δεν ικανοποιούνται, ή δεν ικανοποιούνται εξ ολοκλήρου από την ασκούμενη πολιτική, εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους. Συνοπτικά, με αυτόν τον τρόπο θα εξηγούσα το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών: ότι οι ανάγκες της κοινωνίας ήταν μεγαλύτερες απ’ όσα μπορέσαμε να κάνουμε τα τέσσερα αυτά χρόνια. Και το καταλαβαίνω αυτό. Από κει και πέρα όμως, είναι επίσης αλήθεια ότι τα τέσσερα αυτά χρόνια έγιναν πολλά και σημαντικά βήματα μπροστά. Η χώρα βγήκε από τα μνημόνια και έθεσε ένα τέλος στην περιορισμένη κυριαρχία της και τα μέτρα λιτότητας, η εργασία άρχισε να ανακτάται και με όρους νέων θέσεων και με όρους δικαιωμάτων και μισθών, το κοινωνικό κράτος τοποθετήθηκε σε σταθερούς πυλώνες μέσω της αναδιοργάνωσης της δημόσιας υγείας, παιδείας, κοινωνική ασφάλισης και κοινωνικής αλληλεγγύης ενώ το τελευταίο χρονικό διάστημα ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ελάφρυνσης των μεσαίων εισοδημάτων από τα βάρη φόρων και εισφορών. Αυτό που ζητάμε από τους πολίτες είναι η εντολή να κάνουμε πολλά περισσότερα και συγκεκριμένα βήματα μπροστά σ’ αυτό το σχέδιο αυτοπεποίθησης και ασφάλειας για την κοινωνία. Το διακύβευμα της 7ης Ιουλίου λοιπόν είναι καθαρό και αφορά το σχέδιο με το οποίο η χώρα θα προχωρήσει την επόμενη μέρα.

Ένα απ’ τα κεντρικότερα ζητήματα στο χαρτοφυλάκιό σας, μεταξύ άλλων, είναι και η διαχείριση της ανεργίας, η οποία έχει πράγματι μειωθεί κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες. Παραμένει, ωστόσο, ένα ακανθώδες ζήτημα, ειδικά σε ό,τι αφορά τους νέους και νέες της χώρας, αφού, σύμφωνα και με στατιστικά της Eurostat, τα υψηλότερα ποσοστά νεανικής ανεργίας στην Ε.Ε., σημειώθηκαν στην Ελλάδα, φτάνοντας στο 39,5% τον Δεκέμβριο του 2018. Ως προς αυτό, λοιπόν, και με βάση την εμπειρία σας τα 2-3 τελευταία χρόνια στο Υπουργείο Εργασίας, ποια είναι η πρότασή σας για την ουσιαστική αντιμετώπιση του ζητήματος;

Ζούμε σε μια χώρα που την περίοδο 2010-14 δοκιμάστηκε μια αντίληψη που έλεγε ότι αν μειώσεις τους μισθούς και συρρικνώσεις τα εργασιακά δικαιώματα θα μειώσεις και την ανεργία. Είδαμε στην πράξη ότι αυτή η θέση, όχι απλώς διαψεύσθηκε παταγωδώς, αλλά οδήγησε σε ολοσχερή διάλυση της αγοράς εργασίας και εκτίναξη της ανεργίας, που ειδικά στους νέους άγγιξε το 65%. Αναφέρομαι στο παρελθόν, όχι γιατί είναι βολικό να κατηγορείς τους προηγούμενους, αλλά γιατί πρέπει να βάλουμε μια διαχωριστική γραμμή με τις συνταγές του ΔΝΤ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα πλήρως αντίθετο σχέδιο. Από την πρώτη στιγμή δουλεύουμε, ώστε το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας να θέτει στο επίκεντρο την εργασία. Επικεντρωθήκαμε στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα, στο «χτύπημα» της αδήλωτης εργασίας που μέσα σε τέσσερα χρόνια μειώθηκε από το 20% στο 9%, στη θέσπιση κανόνων για την τήρηση των ωραρίων και την πληρωμή των μισθών, στην προστασία των εργαζόμενων στις εργολαβίες, στην αύξηση του κατώτατου μισθού. Μέτρα, τα οποία, σε συνδυασμό με την ανάταξη της οικονομίας, οδήγησαν στην περαιτέρω μείωση της ανεργίας και τη δημιουργία περισσοτέρων από 400.000 νέων θέσεων εργασίας. Όταν, για παράδειγμα, αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός και καταργήθηκε ο υποκατώτατος για τους νέους, η αύξηση των μισθών τόνωσε την αγορά και συνέβαλε στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα το πρώτο πεντάμηνο του 2019 να λάβει χώρα η καλύτερη επίδοση στην δημιουργία θέσεων εργασίας από το 2001 με 265.000 νέες θέσεις.

Όσον αφορά τους νέους, εκεί είναι και η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και η στόχευση που έχουμε βάλει για την επόμενη τετραετία. Ήδη, τον Φεβρουάριο καταργήσαμε τον ντροπιαστικό υποκατώτατο μισθό, οδηγώντας σε μια αύξηση κατά 27% του μισθού για τους κάτω των 25. Παράλληλα, υλοποιούμε έναν σημαντικό αριθμό προγραμμάτων απασχόλησης, ειδικά για τους νέους έως 29 ετών με υψηλά προσόντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόγραμμα για 5.500 νέους επιστήμονες στο Δημόσιο που προκηρύξαμε στα τέλη του 2018. Αξίζει να τονίσουμε ότι οι μισθοί του προγράμματος είναι αυξημένοι σε σχέση με τα μέχρι τώρα προγράμματα. Ενώ μέσα από τους εντατικούς ελέγχους και την ουσιαστική ενίσχυση του ΣΕΠΕ, η αδήλωτη εργασία έχει μειωθεί σημαντικά.

Το σχέδιό μας για την επόμενη μέρα είναι καθαρό και απολύτως ρεαλιστικό. Στόχος μας στο τέλος της τετραετίας να έχουμε ξανακερδίσει όλες τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν στην κρίση μέσα από τη δημιουργία 500.000 νέων θέσεων εργασίας με έμφαση στους νέους και τις γυναίκες . Θα προχωρήσουμε σε νέες αυξήσεις του κατώτατου μισθού και αναδιαμόρφωση των κοινωφελών προγραμμάτων εργασίας από 8μηνα σε 12μηνα με αυξημένες απολαβές αντίστοιχες των προσόντων των εργαζομένων. Ενώ μέσα από την ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου και την καταπολέμηση της παραβατικότητας, στοχεύουμε να στο τέλος της τετραετίας να μην υπάρχει ούτε μία ώρα απλήρωτη εργασία.

Παραμένει, ωστόσο, μεγάλη «πληγή» η φυγή των νέων, ειδικά των καταρτισμένων, στο εξωτερικό. Δεν θα έπρεπε γι’ αυτή την ειδική κατηγορία να υλοποιήσετε κάποιες πολιτικές που να ανταποκρίνονται στα προσόντα τους;

Δεν υπάρχει πιο πολύτιμο κεφάλαιο για μια χώρα από τους νέους ανθρώπους που έχουν προσόντα και διάθεση να δημιουργήσουν, γι αυτό και τους θέτουμε στο επίκεντρο της αναπτυξιακής μας στρατηγικής. Για τον λόγο αυτό, δημιουργήσαμε το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ), αυξήσαμε τις δαπάνες για την ερευνά από το 0,6% του ΑΕΠ στο 1% και πάνω από 5.000 νέοι επιστήμονες πήραν υποτροφίες τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ενώ στο πρόγραμμά μας περιλαμβάνουμε τη δημιουργία 10.000 θέσεων για νέους ερευνητές μέχρι το 2021. Τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας αποτυπώνονται στον δείκτη καινοτομίας που καταρτίζεται από την Ε.Ε. και στην Ελλάδα ξεπέρασε το 82% την περασμένη χρονιά, ενώ την περίοδο από το 2004 μέχρι και το 2014 κυμαινόταν στο 60%. Έτσι, έχουμε τα πρώτα δείγματα ανάσχεσης της φυγής στο εξωτερικό Ελλήνων επιστημόνων υψηλής εξειδίκευσης, καθώς αρκετοί επιστήμονες επιστρέφουν και δημιουργούν τις δικές τους ερευνητικές ομάδες.

Την ίδια στιγμή, στηρίξαμε ουσιαστικά τις start-ups. Το πρόγραμμα «Δημιουργώ, Ερευνώ, Καινοτομώ» έχει χρηματοδοτήσει με πάνω από 500 εκ. ευρώ το 2018-19 επιχειρηματικές προσπάθειες που στηρίζονται στην καινοτομία και την γνώση, ενώ για την επόμενη τετραετία εξασφαλίζουμε επιπλέον σημαντικούς πόρους για στήριξη των νέων επιστημόνων, της επιχειρηματικότητας και της καινοτομία.

Θα μου επιτρέψετε εδώ να σημειώσω βέβαια, πως και οι προσλήψεις γιατρών στα νοσοκομεία μας και εκπαιδευτικών στα σχολεία μας, όπως αυτές έχουν ανακοινωθεί από τη δική μας κυβέρνηση και τόσο λοιδορούνται από τη Νέα Δημοκρατία, επίσης θα συμβάλλουν στην ουσιαστική ενεργοποίηση των νέων επιστημόνων προς όφελος του συνόλου των πολιτών.

Το όνομά σας βρίσκεται στη δεύτερη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για πολύ τιμητική θέση, ωστόσο, πολλοί σας κατηγορούν ότι δεν έχετε κατέβει ποτέ με σταυρό. Τι απαντάτε;

Η πολιτική για εμάς αρχίζει από τη συλλογικότητα και όχι από τις ατομικές φιλοδοξίες. Ο καθένας μας υπηρετεί τον συλλογικό σκοπό απ’ όποια θέση κριθεί ότι μπορεί καλύτερα να το πράξει. Επομένως και η απόφαση για τοποθέτησή μου στη θέση του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ και άρα στο ψηφοδέλτιο επικρατείας, ελήφθη με κριτήριο την καλύτερη εξυπηρέτηση του σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ για τις εθνικές εκλογές. Αυτό τον σχεδιασμό κι εγώ προσπαθώ να υπηρετήσω.

Πώς θα περιγράφατε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα της κοινωνικής και εργασιακής πολιτικής για την επόμενη τετραετία;

Το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ασφάλεια για την κοινωνία και ανάπτυξη για όλους. Πρώτος στόχος είναι να επενδύσουμε στην εργασία. Γι’ αυτό δεσμευόμαστε για τη δημιουργία 500.000 νέων θέσεων εργασίας την επόμενη τετραετία και την αύξηση του κατώτατου μισθού συνολικά 15% τα δύο επόμενα χρόνια, ενώ έχουμε συγκεκριμένη στόχευση για την ενίσχυση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας των γυναικών και των νέων. Για να αφήσουμε οριστικά πίσω μας την κρίση, είναι αναγκαίο να ξανακερδίσουμε την εργασία. Να συνεχίσουμε με μια πολιτική αύξησης των μισθών και παράλληλα να εμβαθύνουμε την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων.

Επιπλέον, στοχεύουμε σε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος, με 10.000 προσλήψεις σε Υγεία και 15.000 στην Παιδεία, να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι πολίτες θα έχουν ισότιμη πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες ανεξαρτήτως εισοδήματος. Η αύξηση του επιδόματος ανεργίας και του επιδόματος μητρότητας κατά 11%, καθώς και η θεσμοθέτηση του επιδόματος ενοικίου, είναι μέρος των δράσεων ουσιαστικής στήριξης της κοινωνίας, τις οποίες ήδη εφαρμόζουμε. Παράλληλα, για πρώτη φορά υλοποιήσαμε ένα συνολικό πλαίσιο πολιτικής στήριξης του παιδιού, το οποίο και σκοπεύουμε να επεκτείνουμε: με αύξηση των εισοδηματικών ορίων για το επίδομα παιδιού, επέκταση των σχολικών γευμάτων σε όλα τα παιδιά του Δημοτικού και δημιουργία θέσεων για όλα τα παιδιά στους βρεφονηπιακούς σταθμούς. Το ισχυρό κοινωνικό κράτος είναι βασικός παράγοντας μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων και διαμόρφωσης των προϋποθέσεων, ώστε όλοι να έχουν τελικά ίσες ευκαιρίες για δημιουργία και ανάπτυξη, γι’ αυτό και αποτελεί κεντρικό πυλώνα του σχεδίου μας.

Πιστεύετε πως ο κόσμος θα πάει να ψηφίσει στις Εκλογές της 7ης Ιουλίου ή μπορεί να δούμε και μεγάλα ποσοστά αποχής;

Είναι γεγονός τα τελευταία χρόνια ότι η συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές δεν είναι δεδομένη. Κυρίως γιατί, όσοι θέλουν να εφαρμόσουν πολιτικές που ευνοούν τους λίγους και ισχυρούς ποντάρουν και επιδιώκουν να κρατήσουν τους πολλούς σπίτια τους. Είναι από τα βασικά τους «όπλα» για να ακυρώσουν τη δυνατότητα της δημοκρατίας να βελτιώνει τις ζωές της κοινωνικής πλειοψηφίας. Όποιος, όμως, απέχει, αφήνει τους άλλους να αποφασίζουν για τη ζωή του. Το να μην πας στις 7 Ιουλίου να ψηφίσεις σημαίνει ότι θα καθορίσουν άλλοι αν και με τι συνθήκες θα δουλεύεις, τι μισθό θα παίρνεις, σε ποιο πανεπιστήμιο θα σπουδάζεις. Είναι «στοίχημα» να μην έχουμε υψηλά ποσοστά αποχής στις εκλογές, αλλά θέλω να πιστεύω ότι το στοίχημα θα το κερδίσουμε.

Στα 30 σας χρόνια ήσασταν ήδη Υπουργός Εργασίας. Θεωρείτε ότι οι νέοι και νέες άνθρωποι γενικώς μπορούν να συμβάλλουν σε δυναμικές αλλαγές και πρωτοβουλίες που θα ανανεώσουν την πολιτική σκηνή της χώρας;

Πάντα και ειδικά σε εποχές σαν την σημερινή, η προσδοκία ήταν οι νέοι άνθρωποι να μπορέσουν να αλλάξουν τα πράγματα. Ανανέωση, όμως, δεν είναι να βλέπουμε νέους ανθρώπους να επαναλαμβάνουν παλιές ιδέες. Ανανέωση είναι να βρούμε τον τρόπο, τις λέξεις και τη γλώσσα ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι να αρχίσουν να «χτίζουν» ο καθένας από τη θέση του μια διαφορετική σελίδα για την χώρα, απελευθερωμένοι από τον φόβο του να συγκρουστούν και να τολμήσουν. Πέρα από την πολιτική σκηνή, εκεί έξω, υπάρχουν νέοι άνθρωποι που αλλάζουν τον κόσμο γύρω τους, μέσα από τον πολιτισμό, την επιστήμη και τη δουλειά τους. Με αυτούς τους ανθρώπους θέλουμε να δουλέψουμε μαζί την επόμενη μέρα.

Πώς είναι Έφη Αχτσιόγλου έξω από την πολιτική; Μουσική, ταινίες, netflix, τι;

Μουσική ναι, ακούω βρετανική ροκ κυρίως. Από Zeppelin και Floyd μέχρι Beatles και τώρα τελευταία κάτι τυπάκια που τους λένε Royal Blood. Ξεχωριστή θέση έχουν οι Madrugada. Σινεμά έβλεπα πολύ, αλλά όταν μπήκα στην κυβέρνηση ουσιαστικά σταμάτησα να πηγαίνω. Μου αρέσουν οι ταινίες του Φατίχ Ακίν, όπως το «Από την Άκρη του Ουρανού», του Τρίερ όπως το «Dogville», του Χάνεκε, όπως «Η Λευκή Κορδέλα», αλλά και πιο mainstream, όπως οι ταινίες του Κρίστοφερ Νόλαν, το «Inception», για παράδειγμα. Πλέον έχω περιοριστεί στο Netflix, αλλά ελπίζω να αλλάξει αυτό, γιατί δεν συγκρίνεται με τη μαγεία του σινεμά.

Πηγή: Neolaia.gr