Macro

Έφη Αχτσιόγλου: Προϋπολογισμός περικοπών στη δημόσια υγεία και όξυνσης των ανισοτήτων

«Ο Προϋπολογισμός στηρίζεται στη βασική υπόθεση ότι αρχές του 2022 τελειώνουμε με την πανδημία. Εξ αυτού και μόνο του λόγου δεν αντανακλά σοβαρότητα, υπευθυνότητα και διορατικότητα», τόνισε.
«Αν η κυβέρνηση ήταν σοβαρή, δεν θα δήλωνε ο Πρωθυπουργός πως δεν έχει ενδείξεις ότι οι άνθρωποι που διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ κινδυνεύουν περισσότερο από αυτούς που βρίσκονται εντός ΜΕΘ. Αν ήταν ειλικρινής δεν θα ισχυριζόταν προκλητικά ότι το δημόσιο σύστημα υγείας έχει επαρκώς στηριχθεί. Αν ήταν υπεύθυνη και διορατική, δεν θα προέβλεπε μείωση κατά 820 εκατ. της χρηματοδότησης του Κρατικού Προϋπολογισμού προς το υπουργείο Υγείας το 2022, σε σχέση με όσα δόθηκαν φέτος. Την ώρα που η χώρα μας έχει τους χειρότερους δείκτες στην πανδημία, η ΝΔ ψάχνει εναγωνίως παράθυρο ευκαιρίας για να αποσύρει ακόμη και την ανεπαρκή στήριξη προς το δημόσιο σύστημα υγείας», πρόσθεσε.
Για την ακρίβεια σημείωσε ότι «τα φτωχά και μεσαία νοικοκυριά πλήττονται πολύ πιο έντονα απ’ ό,τι σε άλλες χώρες και το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα είναι πώς θα ανταποκριθούν στο νέο επίπεδο των τιμών, ακόμη κι όταν η αυξητική τάση του πληθωρισμού σταματήσει. Εργαζόμενοι, νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις σαρώνονται από το γενικευμένο κύμα ακρίβειας, ο πληθωρισμός έφτασε στο 4,8% τον Νοέμβριο, καταγράφοντας ρεκόρ 10ετίας, με δραματικές αυξήσεις σε φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης, ηλεκτρικό, καύσιμα, τρόφιμα. Οι τιμές σε βασικά ήδη διαβίωσης έχουν εκτοξευθεί όχι μόνο σε σύγκριση με το 2020 αλλά και με το 2019. Ήδη μέχρι το πρώτο μισό του Νοεμβρίου η ακρίβεια έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού κατά 10%, σύμφωνα με έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «στον Προϋπολογισμό του 2022 δεν υπάρχει κανένα μέτρο προστασίας από την ακρίβεια», ενώ «η κυβέρνηση απέρριψε την τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για μείωση των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στα καύσιμα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., υπογράμμισε, «επιμένει στην ανάγκη αύξησης του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ. Ήταν απαραίτητο ήδη πριν το ξέσπασμα της ακρίβειας, δεδομένου ότι ο μισθός τελευταία φορά αυξήθηκε στις αρχές του 2019 από τον ΣΥΡΙΖΑ στα 650 ευρώ, οπότε και καταργήθηκε ο ρατσιστικός υποκατώτατος για τους νέους. Τώρα, με την έκρηξη των τιμών, καθίσταται το ελάχιστο αναγκαίο για να έχει ο μισθός στοιχειώδη βιοποριστική λειτουργία. Όμως, η κυβέρνηση τον κρατάει καθηλωμένο, ροκανίζοντας ουσιαστικά το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων. Προφανώς, η προεκλογική δέσμευση της ΝΔ, ότι θα αύξανε τον κατώτατο μισθό σε ποσοστό διπλάσιο της ανάπτυξης, πήγε, και αυτή, στον κάλαθο των αχρήστων».
Η κ. Αχτσιόγλου τόνισε, επίσης, ότι «ο Προϋπολογισμός του 2022 οικοδομείται στην ήδη τετελεσμένη συντριβή των εργασιακών δικαιωμάτων και τη συνολική απαξίωση της εργασίας: από την κατάργηση του 8ώρου και τις απλήρωτες υπερωρίες, μέχρι το πάγωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, την κατάργηση κάθε φραγμού στις απολύσεις και την πρόσφατη κατάργηση της δήλωσης της υπερεργασίας, να εργάζεται δηλαδή ο εργαζόμενος μια ώρα επιπλέον την ημέρα και αυτή να μην δηλώνεται, να μην ελέγχεται και άρα να μην πληρώνεται» και «όλα αυτά συντελέστηκαν σε μια χρονιά κατά την οποία η κυβέρνηση πανηγυρίζει για τους ρυθμούς ανάπτυξης, εκτιμά 6,9%, η οποία αποτυπώνει τη μεταβολή σε σχέση με την πολύ βαθιά ύφεση του 9% το 2020, τη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη. Το κυριότερο όμως είναι ότι πρόκειται για μια ανάκαμψη που αφήνει έξω το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας».
Αναφερόμενη στους συνταξιούχους υπενθύμισε ότι «η κυβέρνηση της ΝΔ κατάργησε τη 13η σύνταξη την οποία θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019 -πλήρη για χαμηλές, αναλογική για υψηλότερες συντάξεις- και το κονδύλι των 900 εκατ. αφαιρέθηκε από τους συνταξιούχους και κατευθύνθηκε στην ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης. Τώρα διαφημίζει το «δώρο»-εξαπάτησης για ένα μέρος συνταξιούχων, κόστους περίπου 200 εκατ., ενώ έχει κόψει από όλους τα υπερτετραπλάσια».
Η κυβέρνηση, επισήμανε, «υιοθετεί στρατηγική συμπίεσης των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων και όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο Προϋπολογισμός του 2022 προβλέπει ανάπτυξη 4,5%, όμως έχει ήδη προεξοφληθεί πώς και σε ποιους θα κατανεμηθούν τα οφέλη της και ποιοι θα σηκώσουν τα βάρη:
Η κυβέρνηση μειώνει κατά 1,7 δισ. την κρατική χρηματοδότηση για κοινωνικές παροχές.
Προβλέπει αύξηση των εσόδων από φόρους κατά 3,5 δισ. και μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος εξ αυτών, 2,3 δισ., από έμμεσους φόρους, κυρίως ΦΠΑ.
Αποσύρει σχεδόν όλα τα μέτρα στήριξης σε εργαζόμενους, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, 12,3 δισ. αφαιρούνται από την πραγματική οικονομία.
Προβλέπει μια πολύ απότομη δημοσιονομική προσαρμογή των 10 δισ. μέσα σε μία χρονιά, που θα επιβαρύνει νοικοκυριά και πολίτες.
Επίσης, την ώρα που στην Ευρώπη είναι ανοιχτή η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή ως το 2024 σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες της ευρωζώνης».
Κλείνοντας η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «η πανδημία μας δίδαξε ότι από τους γιατρούς μέχρι τους διανομείς, είναι οι δυνάμεις της εργασίας που στάθηκαν στο ύψος τους, τη στιγμή που οι κοινωνίες μας βρίσκονταν κυριολεκτικά στο όριο. Αυτό χρειάζεται να το θυμόμαστε και να θέτουμε διαρκώς το ερώτημα αν το θεσμικό και πολιτικό μας σύστημα στέκεται στο ύψος που πρέπει απέναντί τους.
Είναι προφανές ότι μία δεξιά, συντηρητική, αυταρχική κυβέρνηση, ούτε μπορεί ούτε θέλει να σταθεί σ’ αυτό το ύψος. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί από μια αριστερή προοδευτική πλειοψηφία, όπως αυτή που μπορεί να εκφράσει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ».

Έφη Αχτσιόγλου

Πηγή: left