Τι φταίει κατά τη γνώμη σας και η αριστερά στη χώρα μας βρίσκεται σε τόσο μεγάλη κρίση;
Όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς η αριστερά βρίσκεται σε φάση υποχώρησης. Η ελληνική κρίση βέβαια έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Θεωρώ πως είναι το αποτέλεσμα της ιδεολογικής οπισθοχώρησης κυρίως στα κρίσιμα μέτωπα, της μάχης των ιδεών που δεν δόθηκε ή δόθηκε σε χαμηλή ένταση, της διολίσθησης σε λογικές μέσου όρου, της ασάφειας, ενίοτε της συστημικής ενσωμάτωσης. Με δυο λόγια η αριστερά δεν απάντησε με σαφήνεια στο ερώτημα ποια κοινωνικά συμφέροντα επιδιώκει να εκφράζει και να εκπροσωπεί. Κάπως έτσι θόλωσαν οι διαχωριστικές γραμμές με τη συστημική δεξιά και δόθηκε χώρος σε ακροδεξιές δυνάμεις να εμφανιστούν ως δήθεν αντισυστημικές.
Αυτό συνέβη σε πολλούς τομείς, στην οικονομία πρωτίστως, όπου η αριστερά δεν έχει καταφέρει να πείσει για μια συνολικά αντιπαραθετική στρατηγική, στη διαχείριση των δημόσιων αγαθών και της δημόσιας περιουσίας, στο μεταναστευτικό – προσφυγικό, στο κράτος δικαίου. Η αριστερά δεν συγκρούστηκε με αποφασιστικότητα για όλα αυτά τα ζητήματα, όταν οι δεξιές και νεοφιλελεύθερες δυνάμεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη εντατικά προωθούσαν τις θέσεις τους. Συγχρόνως, και το εργατικό κίνημα υποχώρησε, ενώ οι κοινωνικές αντιδράσεις δεν βρήκαν πολιτική έκφραση και ατόνησαν και αυτές τα προηγούμενα χρόνια.
Πιστεύω, όμως, ότι σήμερα βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή. Και η αριστερά, παρά την κρίση που διέρχεται, είναι στην πραγματικότητα πιο επίκαιρη από ποτέ. Τα μεγάλα συλλαλητήρια για το έγκλημα των Τεμπών απαίτησαν αλήθεια, δικαιοσύνη, απαίτησαν την πτώση μιας καθεστωτικής κυβέρνησης. Της κυβέρνησης της συγκάλυψης, αλλά και της φτωχοποίησης των εργαζομένων, της διεύρυνσης των ανισοτήτων, της υποβάθμισης και εμπορευματοποίησης των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, της στήριξης των λίγων και του χυδαίου πλουτισμού τους σε βάρος της πλειονότητας των πολιτών.
Η αριστερά πρέπει να σταθεί στο ύψος των ευθυνών της. Να εκφράσει πολιτικά την κοινωνική αγανάκτηση και δυσφορία αλλά και να πείσει για μια συνολικά αντιπαραθετική, ρεαλιστική προοπτική. Μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση εξουσίας με ένα σαφές πρόγραμμα, το οποίο ενδυναμώνει τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα και διαμορφώνει τους όρους για την ικανοποίηση των αναγκών τους.
Διέξοδος υπάρχει; Με ποιες πολιτικές, ποια στρατηγική;
Πάντα υπάρχει διέξοδος, κανένα καθεστώς -γιατί ως τέτοιο συμπεριφέρεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη- δεν είναι ανίκητο.
Θεωρώ ότι αυτό που ορίζει τη σημερινή συγκυρία είναι η μετατροπή της Ευρώπης σε πολεμική οικονομία. Μιλώ για το πρόγραμμα Rearm Europe, μια ιστορική αρνητική τομή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεχίζοντας τον λάθος δρόμο που χάραξε στο ουκρανικό και στη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, και παρά τα προφανή αδιέξοδα στα οποία οδηγεί αυτός ο δρόμος, η ευρωπαϊκή ελίτ σήμερα επενδύει στον πόλεμο, μπαίνει στην εξοπλιστική κούρσα των ΗΠΑ και της Ρωσίας, βάζει ένα τεράστιο μαχαίρι στη χρηματοδότηση κοινωνικών πολιτικών, φορτώνει τους λαούς της Ευρώπης με νέο χρέος για να αγοράσει όπλα. Νομίζω ότι η αντιπαράθεση με αυτή την πολιτική ορίζει τη σημερινή διαχωριστική γραμμή. Είναι σε σχέση με αυτή τη διαχωριστική γραμμή που όλα τα κόμματα της ευρωπαϊκής αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας θα πρέπει να πάρουν θέση.
Η απόκρουση αυτής της πολιτικής εξάλλου είναι και προϋπόθεση για όλες τις πολιτικές που έχει ανάγκη σήμερα η κοινωνία: Ουσιαστική αύξηση των μισθών των εργαζομένων και ενίσχυση του εισοδήματος των νοικοκυριών, μείωση της άδικης έμμεσης φορολογίας και της άμεσης φορολογίας των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, αύξηση της φορολογίας των κερδών και του πλούτου, ενίσχυση και υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και παιδείας, κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας με πρόσβαση για όλους.
Η στρατηγική για να φτάσουμε στη διέξοδο απαιτεί συσπείρωση δυνάμεων, των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων, ξεκάθαρο μέτωπο χωρίς αμφισημίες απέναντι στη δεξιά και τη στρατηγική των ευρωπαϊκών ελίτ.
Η συσπείρωση των λεγόμενων προοδευτικών δυνάμεων στη χώρα προτείνεται από πολλούς ως η μόνη λύση για τη νίκη στις εκλογές. Συμφωνείτε;
Είναι αλήθεια πως σήμερα κανένα αριστερό ή προοδευτικό κόμμα από μόνο του δεν μπορεί να αλλάξει την κατάσταση.
Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει όντως αποδυναμωθεί και βρίσκεται σε αποδρομή. Θεωρώ ότι ο πολιτικός κύκλος αυτής της κυβέρνησης έχει κλείσει κι αυτό το γνωρίζει και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης. Φαίνονται όμως αποφασισμένοι να παραμείνουν στην εξουσία όσο περισσότερο γίνεται, με οποιονδήποτε τρόπο.
Απέναντι σε μία τέτοια κυβέρνηση, η αριστερά και οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν στον ελληνικό λαό, πρώτα απ’ όλα, να αντιπαραθέσουν τη συσπείρωση και τη συμμαχία τους. Να δείξουν ότι υπάρχει εναλλακτική, η εναλλακτική που μπορεί να ενώσει τους πολίτες σε ένα πλειοψηφικό ρεύμα.
Η συσπείρωση δυνάμεων είναι, λοιπόν, αναγκαία προϋπόθεση. Αναγκαία, αλλά όχι από μόνη της ικανή. Απαιτεί περιεχόμενο, προγραμματικές συγκλίσεις και συμφωνίες.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, πάντως, επιμένει στην αυτόνομη πορεία του ΠΑΣΟΚ και πως έτσι θα κερδίσει την πρώτη θέση…
Πράγματι το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να αυτοεξαιρείται από τη συγκρότηση ενός πολιτικού μετώπου, νομίζοντας ότι μπορεί μόνο του. Ούτε μόνο του μπορεί, ούτε με την πολιτική γραμμή που έχει σε μείζονα ζητήματα μπορεί. Προφανώς η επιλογή είναι δική τους, όμως είναι επίσης προφανές ότι η άρνηση της συσπείρωσης, αντικειμενικά, ευνοεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη, γιατί δυσχεραίνει την έκφραση εναλλακτικής πρότασης εξουσίας.
Αυτή η αυτοεξαίρεση, ωστόσο, δεν αλλάζει τα αντικειμενικά δεδομένα, δηλαδή την ανάγκη σήμερα οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις να συσπειρωθούν. Όποιες θέλουν και μπορούν. Αυτό είναι το κοινωνικό αίτημα. Στο τέλος όλοι πράττουμε με τα κριτήριά μας και αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας για τις επιλογές μας.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου με την Πλεύση Ελευθερίας έχει θέση στο Λαϊκό Μέτωπο;
Επί της αρχής θα έλεγα ότι όποιος αποδέχεται την κοινωνική αναγκαιότητα ενός πολιτικού μετώπου πλήρους αντιπαράθεσης με τη δεξιά και τις πολιτικές της και συγχρόνως αντιλαμβάνεται το επείγον της ανάγκης απομάκρυνσης αυτής της κυβέρνησης, όποιος επίσης αντιλαμβάνεται πως οι μικροκομματικές σκοπιμότητες και οι τάσεις μικροηγεμονισμού δεν οδηγούν πουθενά, έχει θέση στο Λαϊκό Μέτωπο.
Η κ. Κωνσταντοπούλου ηγείται ενός κατ’ ουσία προσωποπαγούς κόμματος και όντως έχει ασκήσει δυναμική αντιπολίτευση για το έγκλημα των Τεμπών -κάτι που κάναμε όλα τα κόμματα της αριστεράς και του προοδευτικού χώρου- όμως δεν έχει ξεκάθαρο μέτωπο με την κυβερνητική πολιτική σε μία σειρά ζητήματα, π.χ. στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας, στην οικονομία, στη φορολογία. Συνολικά η ιδεολογική της τοποθέτηση, οι πολιτικές και προγραμματικές της θέσεις είναι μάλλον ασαφείς.
Καιρό τώρα συζητείται αν στις νέες συνθήκες ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά πρέπει να συμπορευτούν. Ήθελα τη δική σας θέση…
Για να είναι σαφές, εμείς μιλάμε για τη δημιουργία ενός πολιτικού μετώπου στη βάση προγραμματικού περιεχομένου. Αν συμπορευτούμε ευκαιριακά χωρίς πολιτικές προϋποθέσεις, δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα. Η συμπόρευση στη βάση πολιτικού προγράμματος προϋποθέτει ένα τραπέζι ανοιχτού και ειλικρινούς διαλόγου, συγκλίσεις σε επιμέρους μείζονα ζητήματα (οικονομία, φορολογία, κοινωνική πολιτική, εξωτερική πολιτική, εξοπλισμοί κλπ) αλλά και κοινή στρατηγική κατεύθυνση. Εμείς έχουμε καταθέσει κάποιους βασικούς προγραμματικούς άξονες. Θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε στην ίδια κατεύθυνση. Ζητάμε και από τα άλλα αριστερά προοδευτικά κόμματα να εμπλακούν σε μια τέτοια γόνιμη διαδικασία. Και εν τέλει θα πρέπει να προχωρήσουμε με αυτούς που θέλουν, μπορούν και συμφωνούν.
Η Νέα Αριστερά, πάντως, δείχνει να καθυστερεί καθώς δεν μπορεί να λάβει απόφαση. Οι γνωρίζοντες λένε πως σε κάθε περίπτωση θα οδηγηθεί είτε σε μεγαλύτερη είτε μικρότερη διάσπαση…
Δεν τίθεται ούτε θέμα καθυστέρησης ούτε φυσικά διάσπασης. Εξάλλου, ο πολιτικός χρόνος, ο χρόνος της συζήτησης, του διαλόγου, των προγραμματικών διευκρινίσεων, δεν ταυτίζεται με τον δημοσιογραφικό χρόνο. Η θέση μας στην Νέα Αριστερά είναι κοινή, έχει εγκαίρως διατυπωθεί και μιλάει με σαφήνεια για την αναγκαιότητα συγκρότησης του Λαϊκού Μετώπου. Αυτό που απομένει είναι να συγκεκριμενοποιηθούν οι πρωτοβουλίες για την οργάνωση αυτού.
Ο ρόλος του Αλέξη Τσίπρα; Μπορεί να ηγηθεί κόμματος;
Ο κ. Τσίπρας είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ και της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας. Αν θα θελήσει να δημιουργήσει νέο πολιτικό φορέα, είναι κάτι που δεν γνωρίζω. Έχει βέβαια επιλέξει ως πρώην πρωθυπουργός να παρεμβαίνει πολιτικά με εκδηλώσεις του ιδρύματός του. Θεωρώ, ωστόσο, ότι ως πρώην αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και νυν βουλευτής του, θα έπρεπε να έχει εμπλακεί σε μια συζήτηση ανάλυσης ευθυνών αλλά και αυτοκριτικής για την κατάσταση αποσύνθεσης στην οποία βρέθηκε το κόμμα του οποίου ηγήθηκε για 15 χρόνια. Πάντως, η αριστερά δεν έχει ανάγκη από μεσσίες, ούτε είναι αυτό που απαιτεί η ελληνική κοινωνία σήμερα, και, σε κάθε περίπτωση, δεν πιστεύω ότι και ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να αντιμετωπίζεται ως τέτοιος.
Βασίλης Σκουρής
DNEWS