Ραγδαίες, όντως, και πυκνές οι εξελίξεις. Μόνο που αυτή τη φορά δεν είναι οι συνήθεις με ανακατατάξεις, αντιπαραθέσεις, πολιτικές συγκρούσεις κτλ. Ζούμε ένα δράμα πολυεπίπεδο, καθώς η ΝΔ αποφάσισε να περάσει σε ένα πείραμα ακροδεξιάς πολιτικής με αχαρτογράφητες, ακόμη, συνέπειες στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Ακροδεξιό πείραμα που, καθώς συντελείται σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον βαθμιαίας ορμπανοποίησης, εξασφαλίζοντας έτσι την αποχή των Βρυξελλών, γίνεται ακόμη πιο επικίνδυνο.
Την πρώτη, μακρά, φάση της πολιτικής της ΝΔ τη θυμόμαστε: αδράνεια, εν μέσω της ολοκληρωτικής διάψευσης όλων των ιδεολογημάτων της που είχαν γίνει προεκλογικές της θέσεις, συνεχείς ερασιτεχνισμοί και παλινδρομήσεις. Η δεύτερη φάση, απόρροια της πρώτης, αλλά που ερχόταν και γάντι με τις δεξιές ξενοφοβικές απόψεις της και τον αυταρχισμό της, ήταν όλα όσα δραματικά ζήσαμε στα νησιά με τις επιθέσεις των ΜΑΤ, απερίγραπτης βαναυσότητας και βίας. Η κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά σε ένα συμπαγές τείχος και αναγκάστηκε, εν μέσω ψευδών για δήθεν ολοκλήρωση πρώτης φάσης κτλ, να υποχωρήσει και προς το παρόν να μην προχωρά στα κλειστά κέντρα.
Απόλυτο αδιέξοδο στα νησιά
Η κυβέρνηση βρέθηκε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, να μην μπορεί να κάνει ούτε μπρος, ούτε πίσω: ούτε να προχωρήσει στο σχέδιό της για νησιά φυλακές, ούτε να ανταποκριθεί στο γενικευμένο αίτημα για αποσυμφόρηση. Το αδιέξοδο ήταν απόλυτο. Η ίδια είχε αποκλείσει μετεγκαταστάσεις στην ενδοχώρα και διότι είχε πάντοτε ως κεντρικό στοιχείο της πολιτικής της την αποτροπή, αφενός, και διότι δεν ήθελε να συγκρουστεί με το δικό της κόσμο στην ελληνική περιφέρεια. Η ίδια τον είχε γαλουχήσει ξενοφοβικά, πείθοντάς τον ότι, εφόσον όσα συμβαίνουν είναι απόρροια της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, θα λυθούν αμέσως όταν έλθει στην κυβέρνηση ο Κ. Μητσοτάκης.
Ο από μηχανής θεός που θα έφερνε τη χαλάρωση του αδιεξόδου, ήταν η γεωπολιτική εργαλειοποίηση των προσφύγων από τον τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Ποιος δεν ήξερε ότι αυτό το ενδεχόμενο ήταν πάντοτε παρόν, καθώς μάλιστα η μια του βάση –η άλλη είναι η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας– είναι πραγματική, δηλαδή τα τέσσερα εκατομμύρια προσφύγων που ζουν στην Τουρκία; Οι εξελίξεις στο Ιντλίμπ ήταν ικανές να ενεργοποιηθεί η επιλογή της εργαλειοποίησης των προσφύγων από τον Ερντογάν. Αλλά και οι εξελίξεις στα νησιά, η αδιέξοδη διχαστική και συγκρουσιακή πολιτική της ΝΔ, την έκαναν πιο επιλέξιμη ως προς το χρόνο.
Ο τρόπος αντίδρασης ή σωστότερα εκμετάλλευσης της πολιτικής Ερντογάν από τον Κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του είναι, χωρίς ίχνος υπερβολής, ανεύθυνος. Ανεύθυνος, πλην πλήρης από συνέπειες που, πολύ πιθανό, θα αφήσουν ανεξίτηλα ίχνη στην πολιτική ιστορία της χώρας. Διότι εκλήφθηκε σαν το κατάλληλο εργαλείο και περιβάλλον για να εφαρμοστεί το σχέδιο, που έως τώρα δεν τολμούσε να προβάλλει, το οποίο έλεγαν, και μόνο δοκιμαστικά, οι κ. Βορίδης και Γεωργιάδης. Δεν συζητούμε για οπερετικά πρόσωπα της δεξιάς, όπως ο κ. Μουτζούρης. Ήταν εύκολο: η προσφυγή πρώτα στον πατριωτισμό θα έδινε ένα πιο «ευγενές» ιδεολογικό ένδυμα σε όσους τον εκμεταλλεύονται, αλλά και σε όσους ειλικρινώς παγιδεύονται σ’ αυτόν. Διότι επιθέσεις, όπως πχ στην έγκυο, δεν είναι εύκολο να δικαιολογηθούν και να γίνουν αποδεκτές χωρίς βοήθεια από την «υπέρτατη ιδέα της πατρίδας». Ούτε να δεχθείς ότι τα παιδάκια «δεν είναι πρόσφυγες, αλλά ασπίδες».
Επίσημη πολιτική, πλέον, οι θέσεις Βορίδη
Μόνο που, πλέον, όλα αυτά έγιναν επίσημη πολιτική. Η ανατροπή του Διεθνούς Δικαίου, οι ασκήσεις με πραγματικά πυρά και ενδεχόμενους θανάτους, οι συλλήψεις προσφύγων και η καταδίκη τους, η δημιουργία κλειστών κέντρων όπου θα τους φυλακίσουν, η κατάργηση κάθε δικαιώματος του διωκόμενου να ζητήσει άσυλο, τα push back, είναι πλέον η δεξιά καθομιλουμένη της κυβέρνησης. Και των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης, βεβαίως, και των αρθρογράφων τους. Ξαναφτιάχνεται ένα ανέμελα ανεύθυνο πολεμικό κλίμα, αφενός. Αφετέρου, μέσω της κατασκευής «πρόσφυγες εισβολείς» και «ασύμμετρη απειλή», ένα αντιπροσφυγικό, ξενοφοβικό, ρατσιστικό, φαρμάκι, ενσταλάσσεται απ’ ευθείας στο κοινωνικό σώμα με απρόβλεπτες συνέπειες.
Δεν εργαλοποιεί, όμως, τους πρόσφυγες μόνο ο Τ. Ερντογάν. Όπως σημείωσε πολύ σωστά ο Αλέξης Τσίπρας, υπάρχει και η «εσωτερική εργαλειοποίησή τους από την πλευρά του κ. Μητσοτάκη, βήμα που συνεπάγεται μια συνολική πολιτική επικίνδυνη». Ποια είναι αυτή; Είναι, όπως τη χαρακτήρισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και το Πολιτικό Συμβούλιο του κόμματος, η «απόπειρα εκφασισμού τμημάτων της κοινωνίας μας με μια τοξική προπαγάνδα πολέμου, εξύμνησης της βίας, πρόσκλησης σε παραστρατιωτικές ομάδες να συμμετάσχουν στο κυνήγι μαγισσών. Στο οποίο στόχος γίνονται όχι μόνο οι «εισβολείς», αλλά και οι ΜΚΟ, δημοσιογράφοι, προοδευτικοί και δημοκρατικοί άνθρωποι».
Η «εσωτερική εργαλειοποίηση» του προσφυγικού δεν αξιοποιεί την ευρωπαϊκή διάσταση, δεν απευθύνεται στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, δεν διεκδικεί το διαμοιρασμό του προσφυγικού πληθυσμού. Ζητά οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να κάνουν τα στραβά μάτια στην πολιτική α λα Ορμπάν, που υλοποιείται στην Ελλάδα, και απλώς να εξασφαλίσουν πρόσθετα κονδύλια. Και το πέτυχαν. Η αποκάλυψη, βεβαίως, ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν ζήτησε επισήμως μετεγκαταστάσεις, μαζί με την άλλη αποκάλυψη ότι και η ΕΕ δεν ζήτησε τίποτε σχετικά με την πολιτική της για τους πρόσφυγες από την Τουρκία, δεν αφήνουν περιθώρια παρανόησης. Η μεν κυβέρνηση εξασφάλισε κάλυψη από την Ευρώπη για να δρα έξω από κάθε κανόνα ανθρωπισμού και Διεθνούς Δικαίου, η δε ΕΕ εφησυχάζει έχοντας ένα «φρουρό», «μαντρόσκυλο» των συνόρων της, που αποδέχεται να μετατραπούν τα νησιά σε φυλακή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, αρχικά, δίσταξε
Αυτή είναι η ζοφερή κατάσταση, και το ζήτημα είναι τι κάνουμε εμείς. Όχι, βέβαια, μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όλες οι δυνάμεις που μπορούν και πρέπει να κινητοποιηθούν, να αφυπνισθούν, ίσως. Όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε ένας αρχικός δισταγμός για το πόσο αποφασιστικά, και με το σύνολο των απόψεών του, θα αντιπαρατεθεί σ’ όλο αυτό το κλίμα. Δισταγμός για το πώς θα απαντήσει, προφυλαγμένος από την επιθετική δημαγωγία, στην πατριδοκαπηλία για τη «μάχη του Έβρου» κατά τα πρότυπα της «μάχης της Πίνδου». Καταγράφηκε στις πρώτες ανακοινώσεις του Γραφείου Τύπου, στην εκδήλωση αμηχανίας στελεχών του στο εξαιρετικό, για την πολιτικά ορθή και όχι ουτοπική οπτική του, κείμενο της Νεολαίας. Φάνηκε, έστω λιγότερο, και στη συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα στο Mega, για να ισορροπήσει μετά και τη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
Είναι ακριβές να πούμε ότι οι πάγιες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στο προσφυγικό δεν είναι, αυτή τη στιγμή, πλειοψηφία στην ελληνική κοινωνία. Έχουν να αντιμετωπίσουν όχι μόνο προκαταλήψεις και λανθασμένες ή και ξενοφοβικές απόψεις, αλλά ακόμη και άγνοια. Είναι χαρακτηριστική, για να φέρουμε ένα μόνο παράδειγμα, πώς αντιμετωπίστηκε η άποψη του Αντώνη Λιάκου, που έχει ως βάση το οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας –όπως και η Ευρώπη– ότι χρειάζονται οι μετανάστες.
Οδηγός, οι Πρέσπες
Όμως, ο μόνος δρόμος που μπορεί να ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ -που ακολουθήθηκε, παρά το ότι ήταν πολύ δύσκολος και τραχύς, με επιτυχία στη Συμφωνία των Πρεσπών- είναι η διατύπωση καθαρά του συνόλου των απόψεων του, καθαρά και η προσπάθεια να ηγεμονεύσουν.
Η κυβέρνηση, είναι αλήθεια, τα κατάφερε να ξεφύγει από το αδιέξοδο που είχε δημιουργήσει η πολιτική της στο προσφυγικό, μέσω της «εσωτερικής εργαλειοποίησής» του. Κατάφερε να «νομιμοποιήσει» μια διαχείριση, σε μεγάλο βαθμό παράνομη, πέρα από απάνθρωπη, και να γίνει, καταρχάς, αποδεκτή από μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Είναι μια διαχείριση στη βάση μέτρων και πολιτικής «έκτακτης ανάγκης». Είναι, ωστόσο, αρθρογράφοι φιλικοί προς την κυβέρνηση που θέτουν το ερώτημα κατά πόσο, όταν θελήσει να επανέλθει στη θεσμική κανονικότητα, θα τα καταφέρει.
Δηλαδή, κατά πόσο όσοι σήμερα χειροκροτούν την κυβέρνηση, διότι, επιτέλους, έχει επίσημη πολιτική τα push back, την κατάργηση του ασύλου και τη φυλάκιση προσφύγων, θα αποδεχθούν, σε μια άλλη φάση, να εγκαταλειφθεί. Αν δηλαδή, σήμερα, διαμορφώνονται οι δυνάμεις οι οποίες ή θα επιβάλουν τη μονιμοποίηση αυτής της πολιτικής «έκτακτης ανάγκης» ή ορμπανοποίησης στη ΝΔ ή θα συγκροτήσουν, αν δεν ικανοποιούνται, ένα χωριστό φορέα ακροδεξιό – αντιμεταναστευτικό – ρατσιστικό – αντιπροσφυγικό, όπως στην Ευρώπη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ τα κατάφερε επιτυχώς, μαζί βέβαια και με άλλες δυνάμεις, στην πρώτη φάση, το προσφυγικό να μην γίνει μοχλός μετατόπισης της κοινωνίας προς τα δεξιά και την ακροδεξιά. Ως πρόβλημα, και με πιο δυσμενείς όρους, θα συνεχίσει να υπάρχει και τα επόμενα χρόνια, ίσως δεκαετία. Μπορεί, όμως, και τώρα να τα καταφέρει, εφόσον, στη βάση της θετικής εμπειρίας του, θα συγκροτήσει την κατάλληλη δέσμη θέσεων και προτάσεων. Και ακόμη, εφόσον εργασθεί με επιμονή και ευφυΐα να κινητοποιηθούν όλες οι δυνάμεις που είναι διαθέσιμες ή και λανθάνουν. Αυτό, τώρα, είναι το κύριο έργο του.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή