Macro

Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλος: Ο ριζοσπαστισμός ως ύφος και ως πολιτική

Σε παρέες αριστερών, η δυσφορία για τη δημοσκοπική άνοδο της Κωνσταντοπούλου είναι το κύριο θέμα. Γιατί αυτή;

Ενώ τα θραύσματα του ΣΥΡΙΖΑ δίνουν διαρκή αγώνα επιβίωσης που αφορά ολοένα και λιγότερο κόσμο, η Κωνσταντοπούλου αξιοποίησε τη σμίκρυνσή τους, καταφέρνοντας –πότε με τις απολίτικες καρδούλες, πότε με την εγωκεντρική της μαχητικότητα, πότε με την εύνοια των Μέσων για να κοντύνουν το ΜΕΡΑ25– κάτι που νωρίτερα ήταν επίτευγμα του Τσίπρα: να περνά στον κόσμο ως “Ζωή”. Η εκπροσώπηση είναι σχέση εμπιστοσύνης και η εμπιστοσύνη περνά πια όλο και περισσότερο απ’ την οικειότητα. Η Κωνσταντοπούλου, που δεν βαρύνεται με τις κυβερνητικές αποτυχίες του 2015-2019, είναι –έγινε– οικείο πρόσωπο.

Έχοντας διαβάσει τα “Πέντε Αστέρια” και την αριστεροδέξια Βάγκεκνεχτ, παίζοντας με τους όρους της και για τον εαυτό της χωρίς ιδεολογικές αναστολές ή λογοδοσία σε κάποια πολιτική παράδοση ή συλλογικότητα, η Κωνσταντοπούλου πιστώνεται ότι στάθηκε στη μέση των δύο μεγαλύτερων κινητοποιήσεων της περασμένης δεκαετίας: της αντιμνημονιακής και της κινητοποίησης κατά των Πρεσπών. Είχαμε 2023 και η Κωνσταντοπούλου έδινε ακόμα μάχη για τις Πρέσπες, με το βλέμμα στο κοινό που ψηφίζει (πολύ) Δεξιά.

Αυτή η θέση “ανάμεσα” στην Αριστερά και την Ακροδεξιά σηματοδοτεί ένα Κέντρο, αλλά όχι το γνωστό ξέπνοο και κομφορμιστικό: η Πλεύση της Ζωής είναι ένα Κέντρο φωνακλάδικο, παρηγορητικό ακόμα και για το κοινό της ΧΑ, Κέντρο πολυσυμβατό και μαχητικό, Κέντρο φιλικό στα πρωινάδικα και στον Αρναούτογλου (η Τζώρτζια, ο Μπιμπίλας). Ένα Κέντρο με ηγετική πυγμή και προσωποπαγές, για να παίρνει γρήγορα αποφάσεις: οι δικές μας διαδικασίες πάνε αργά.

Μετά το αντιμνημόνιο και τις αντι-Πρέσπες (χάρη στις οποίες δεν μπορείς να την κατηγορήσεις ως “κολλημένη στο ’15”), η Κωνσταντοπούλου είναι παρούσα στην τρίτη μεγάλη κινητοποίηση: αυτή που ξαναβγάζει τον κόσμο στο δρόμο όπως δεν ξανάγινε εδώ και 13 χρόνια. Η Κωνσταντοπούλου τσακώθηκε πολύ για τα Τέμπη. Απέκτησε γνώση της υπόθεσης ως δικηγόρος, διαπληκτίστηκε με τον χυδαίο Μαρκόπουλο από τα πρώτα επεισόδια της συγκάλυψης, έφτιαξε σχέσεις με τους συγγενείς χωρίς ιδεολογικά προαπαιτούμενα — και, όπως έχει μάθει να κάνει από το 2012, “ανέλαβε” το θέμα κοινοβουλευτικά και το πήγε τέρμα, μέχρι να αποκλειστεί από την Εξεταστική. Στην πρόταση δυσπιστίας υπέστη μια φασίζουσα σεξιστική αθλιότητα, ενώ σε άλλο στιγμιότυπο, είπε αδίστακτη τη Μπακογιάννη για το δυστύχημα που προκάλεσε ο αστυνομικός της φρουράς της με το αυτοκίνητό της. Αυτά, σε απλή γλώσσα, σημαίνουν “έχω τα κότσια να τα βάζω με τους κρατούντες”. Σε καιρούς δυσπιστίας, αυτό λογίζεται ως κάτι ευγενές.

Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί πετυχαίνει αυτό που εμάς μας φαίνεται σκανδαλώδες και προβληματικό. Κι αν η επιτυχία της Κωνσταντοπούλου δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει, αξίζει ωστόσο να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί της, γιατί έχει πιάσει κάτι που μας ενδιαφέρει: ότι ο κόσμος είναι, εδώ και πάνω από 15 χρόνια, θ-υ-μ-ω-μ-έ-ν-ο-ς, τόσο που έχει α-π-ο-μ-α-γ-ε-ύ-σ-ε-ι την πολιτική και την καθωσπρέπει Αριστερά: θέλει να απαντήσει στον κυνισμό των κρατούντων με δύναμη. Η Κωνσταντοπούλου είναι η ηγετική φιγούρα που συνομιλεί με την ελπίδα του ’15 και, μαζί, με τη διάψευσή της. Με τον εγωκεντρικό τρόπο που συγκρούεται, εκφράζει αυτή τη θυμωμένη θέληση για δύναμη: εκεί χάνουν ένας προς έναν όλοι οι επικεφαλής της Κεντροαριστεράς. Στην έρευνα της GPO που δημοσίευσε την περασμένη Κυριακή το Βήμα, η Πλεύση θεωρείται το πιο αντισυστημικό από όλα τα κόμματα.

Ας μη θαυμάσουμε την Κωνσταντοπούλου: Το 2014 χαρακτήριζε «πολιτειακή εκτροπή» την άρση ασυλίας των βουλευτών της ΧΑ. Το 2022 ζητούσε δημοψήφισμα για τις Πρέσπες σε εκδήλωση απόστρατων. Πριν από λίγες εβδομάδες ψήφιζε μαζί με τη ΝΔ τα Ωνάσεια. Όταν η κουβέντα αφορούσε τους ψηφοφόρους της ΧΑ, εξηγούσε νηφάλια πως «δεν πρέπει να δαιμονοποιούμε τι ονομάζεται αντισυστημικό» — αλλά με το Βαρουφάκη θα τόνιζε ότι τη χωρίζει «άβυσσος». Αυτά, όμως, είναι η μία πλευρά. Η άλλη είναι ότι κατάλαβε τη “ζήτηση” που υπάρχει για σύγκρουση — και την υλοποιεί ως στυλ. Όσα λίγα μπορούν να γίνουν στη Βουλή, πείθει ότι μπορεί να τα κάνει. Ξέροντας πως οι ιδέες και οι αξίες μας έχουν πάψει καιρό τώρα να είναι αυτονόητες, ας δούμε ότι, πέρα από ηθική καταγγελία και στυλ (“μορφή”), ο ριζοσπαστισμός μπορεί να είναι επίσης και πολιτική — περιεχόμενο.

Η ΕΠΟΧΗ