Με δεδομένη τη μεγάλη καθυστέρηση και την έλλειψη συνοχής (και, συνεπώς, αποτελεσματικότητας) στην έως τώρα αντίδραση της ΕΕ στη συνδυαστική κρίση της ενεργειακής φτώχειας/πληθωρισμού/ακρίβειας που απειλεί το βιοτικό επίπεδο όλων των Ευρωπαίων με πρωτοφανή μεταπολεμικά πτώση, κάποιοι απολογητές της κυβέρνησης Μητσοτάκη μπαίνουν στον πειρασμό να επιστρατεύσουν αυτό το επιχείρημα ως δικαιολογία για τα πεπραγμένα της τελευταίας. Αφού το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό και η ευρωπαϊκή λύση είναι ασαφής και ανεπαρκής, οι πολίτες θα πρέπει να είναι και ικανοποιημένοι με τα «μέτρα» που έχει ήδη πάρει η κυβέρνηση και όσα έχει ανακοινώσει ή θα ανακοινώσει στο μέλλον.
Τα επιχείρημα αυτό είναι έωλο και ψευδές σε δύο επίπεδα. Το πρώτο, προφανώς η ανεπάρκεια της ΕΕ δεν μπορεί να είναι άλλοθι για την ανεπάρκεια της ελληνικής -ή όποιας άλλης- κυβέρνησης. Δεν λογοδοτεί η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στους Έλληνες πολίτες (ούτε σε κάποιον άλλον, δυστυχώς, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα), αλλά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το δεύτερο αντεπιχείρημα: το πρόβλημα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι τόσο η ανεπάρκεια της, αλλά κατά κάποιον τρόπο το ακριβώς αντίθετο: η μεγάλη ετοιμότητα και ικανότητα που έχει επιδείξει να μετατρέπει κάθε μεγάλη κρίση της κοινωνίας σε ευκαιρία πλουτισμού της ολιγαρχίας που την στήριξε και στη στηρίζει.
Υπάρχουν πολλές λέξεις με τις οποίες θα μπορούσε να περιγραφεί η συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να επιδοτήσει την αισχροκέρδεια στην ενέργεια, καταδικάζοντας συγχρόνως μεγάλη τμήματα του ελληνικού πληθυσμού σε ενεργειακή φτώχεια. Καμιά από αυτές τις λέξεις δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτική. Από μια άποψη, όμως, το χειρότερο είναι ότι επιπλέον κοροϊδεύει την κοινωνία, επιδεικνύοντας μεγάλο θράσος και προσβάλλοντας τη νοημοσύνη των πολιτών. Κανείς δεν αμφισβητεί τη συντριπτική υπεροπλία της κυβέρνησης στην κάλυψη και τη διάδοση της γραμμής της από τα πρόθυμα ΜΜΕ. Ωστόσο, από αυτό μέχρι να θεωρεί τους πολίτες ανίκανους να δουν αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια τους, υπάρχει τέλος πάντων μια μεγάλη απόσταση.
Δεν είναι δυνατόν να πιστεύει σοβαρά το Μαξίμου ότι ο κόσμος δεν αντιλαμβάνεται ότι συνεχίζει να επιδοτεί τα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας, στέλνοντας τον λογαριασμό στους καταναλωτές, μέσω των υπερεσόδων από τους έμμεσους φόρους. Αντί να φορολογήσει, επιτέλους, αυτά τα υπερκέρδη, όπως εδώ και ένα έτος ζητά επιτακτικά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, επιστρέφοντας (τα υπερκέρδη) στους ήδη επιβαρυμένους καταναλωτές, να προχωρήσει σε μια απολύτως αναγκαία παρέμβαση στην αγορά ενέργειας βάζοντας πλαφόν στην τιμή χονδρικής τουλάχιστον για όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση και η συναφής κρίση ακρίβειας, να μειώσει τον ΕΦΚ στα καύσιμα και τον ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής και λαϊκής κατανάλωσης και να αποσυνδέσει την τιμολόγηση του ηλεκτρικού ρεύματος από αυτή του φυσικού αερίου. Αντίθετα, η συνειδητή τους πολιτική επιλογή είναι να διατηρηθεί το ράλι στις τιμές.
Αυτή η πολιτική εξαπάτηση της ελληνικής κοινωνίας πρέπει, επιτέλους, να αναδειχθεί σε όλο της το μέγεθος και, το σημαντικότερο, να ανακοπεί. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο παρά με την όσο το δυνατόν ταχύτερη πτώση αυτής της κυβέρνησης, τη δράση και την εκλογική νίκη του κοινωνικού-πολιτικού μετώπου των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων της χώρας, του οποίου ηγείται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Ο Δημήτρης Βίτσας είναι Αντιπροέδρος της Βουλής των Ελλήνων, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Δυτικής Αθήνας