Αναμφίβολα, το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη έχει απλώσει βαριά τη σκιά του πάνω από τη χώρα, αφήνοντας ένα αίσθημα απόλυτης ανασφάλειας σε όλες και όλους, ένα αίσθημα πως «από τύχη ζούμε». Και πώς να μην είναι έτσι, όταν μαθαίνει κανείς πως οι ζωές όλων μας εν δυνάμει εξαρτώνται από έναν και μόνο άνθρωπο, που με μία κίνηση ορίζει τη μοίρα δεκάδων ή και εκατοντάδων ανθρώπων, χωρίς συστημική δικλείδα ασφαλείας από την πλευρά της υποδομής; Μία αλληλουχία σοκαριστικών παραλείψεων και ελλείψεων (προσωπικό, τεχνολογία κτλ), πίσω από την οποία όμως υπάρχει η πολιτική απόφαση. Ένα συναίσθημα θλίψης, απόγνωσης και οργής που αποτυπώνεται πλέον εμφατικά και στον δρόμο. Ποιος-α δεν έχει πάρει αυτό το τρένο, άλλωστε, ποιος δεν σκέφτηκε πως εκεί μέσα θα μπορούσε να είναι ο ίδιος ή η ίδια, συγγενείς του, ή αγαπημένα πρόσωπα; Αποτέλεσε επίσης και τη βασική αιτία που ανέκοψε για μερικές μόνο ημέρες τη βιασύνη της κυβέρνησης να προωθήσει σειρά κρίσιμων ρυθμίσεων για το νερό, την ενέργεια, το κλίμα, το περιβάλλον, τα απόβλητα και άλλα.
Το πολυνομοσχέδιο των 264 (μέχρι στιγμής) άρθρων που κατέθεσε στη Βουλή το υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας είναι αποτέλεσμα ενοποίησης τριών νομοσχεδίων που τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση τις τελευταίες 15 ημέρες. Το συγκεκριμένο ενοποιημένο νομοσχέδιο των 264 άρθρων φέρει κρίσιμες ρυθμίσεις για τα νερά, τα δάση, τη βιοποικιλότητα, τις ΑΠΕ, την ενεργειακή δημοκρατία, τα απορρίμματα και την ενέργεια, ενώ ο χρόνος διαβούλευσης ήταν από ελάχιστος έως ανύπαρκτος. Για παράδειγμα, το νομοσχέδιο που ανέβηκε στη δημόσια διαβούλευση με τίτλο «Διατάξεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες και την προστασία του φυσικού και χωροταξικού περιβάλλοντος» για 4 (!) ολόκληρες ημέρες (24-28 Φεβρουαρίου), εν μέσω τριημέρου, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων, ενώ το άλλο νομοσχέδιο φέρει ρυθμίσεις που τροποποιεί το υφιστάμενο πλαίσιο των ενεργειακών κοινοτήτων, τέθηκε στη δημόσια διαβούλευση για 12 ημέρες μόλις, πάλι εν μέσω της τριήμερης αργίας της Καθαράς Δευτέρας.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός, για να αντιληφθεί πως ο τρόπος νομοθέτησης που έχει επιλέξει η κυβέρνηση, είναι αποκαλυπτικός της βαρύτητας που δίνει στον διάλογο με τους παραγωγικούς, επιστημονικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς, αλλά και τους πολίτες για αγαθά υψίστης σημασίας, όπως το νερό, η ενέργεια, η φύση και το περιβάλλον. Όχι μόνο δεν τον επιδιώκει, αλλά δεν τηρεί ούτε τα προσχήματα. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης δεν είναι –και δε θα μπορούσε να είναι– πράσινη, ούτε κοινωνική, αλλά είναι απόλυτα ευθυγραμισμένη με τη λογική της παράδοσης του δημόσιου χώρου και των αγαθών στον βωμό του κέρδους ορισμένων, της συγκέντρωσης των μέσων παραγωγής ενέργειας σε λίγους και ισχυρούς, την υποβάθμιση της περιβαλλοντικής προστασίας και την ιδιωτικοποίηση του νερού και απορριμμάτων.
Ιδιωτικοποίηση του νερού
Εντός του προωθούμενου ενοποιημένου νομοσχεδίου επεκτείνει τις αρμοδιότητες της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και στο νερό, μέσω της Ρυθμιστικής Αρχής Υδάτων, με σκοπό τη δημιουργία μίας αγοράς που θα πρέπει να «ρυθμιστεί», εννοώντας ασφαλώς το νερό και τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης. Όπως αναφέρουν οι πλέον ειδικοί, η Ρυθμιστική Αρχή Υδάτων θα μπορεί να σχεδιάζει και να προτείνει συγχωνεύσεις των παρόχων υπηρεσιών ύδατος (ΠΥΥ) και θα πιστοποιεί τους ΠΥΥ «στη βάση της οικονομικής τους βιωσιμότητας και της πλήρους ανάκτηση του κόστους των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης». Γνωρίζουμε επίσης πως από το 2014 ήδη, το ΣτΕ έχει αποφανθεί ενάντια σε αντίστοιχες απόπειρες πώλησης της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Αυτό δεν φαίνεται να πτοεί βέβαια την κυβέρνηση, η οποία καταργεί βασικές διαδικασίες συμμετοχής και διαβούλευσης ή και κρίσιμες επιτροπές που ήταν στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, όπως η Εθνική Επιτροπή Υδάτων.
Υπονόμευση της ενεργειακής δημοκρατίας και μετάβασης
Οι ενεργειακές κοινότητες δημιουργήθηκαν το 2018 στη χώρα μας με τον νόμο 4513/2018. Ένα πρωτοποριακό θεσμικό πλαίσιο για τα εθνικά και ευρωπαϊκά δεδομένα, το οποίο «πατάει» πάνω στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για τις ΑΠΕ (RED) και της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (IEMD), πριν τις αναθεωρήσεις (π.χ. FitFor55, RePowerEU).
Αν και η κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ τότε (2018) το ψήφισε, ήταν σαφές από την αρχή της κυβερνητικής θητείας της ΝΔ πως είχε ήδη παρθεί η πολιτική απόφαση για την υποβάθμιση ή τον παραγκωνισμό του θεσμού. Στην αρχή, κόπηκε η χρηματοδότηση των ενεργειακών κοινοτήτων με εξασφαλισμένο κονδύλι ύψους 25 εκατ. ευρώ, με ειδικές μέριμνες για δήμους και στήριξη ευάλωτων καταναλωτών, σε μία προσπάθεια τότε (2019) περαιτέρω αντιμετώπισης του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας. Μια απόφαση, οι συνέπειες της οποίας έγιναν πλήρως ορατές ειδικά την περίοδο της έντονης ενεργειακής κρίσης και έκρηξης του κόστους ενέργειας σε νοικοκυριά, δήμους και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Εκείνη την περίοδο θεωρήθηκε πως είναι επίσης η κατάλληλη στιγμή για εκχώρηση του 17% της ΔΕΗ, με συνέπεια την απώλεια του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης, γεγονός που επιδείνωσε τις συνέπειες των πολύ υψηλών τιμών, λόγω των τιμών φυσικού αερίου και την (πολιτική απόφαση) υψηλής εξάρτησης ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή από αυτό.
Στη συνέχεια, κόπηκαν οι προτεραιότητες των ενεργειακών κοινοτήτων, αντί να οριοθετηθεί η διαδικασία με τον ΔΕΔΔΗΕ, ενώ πολλές ΕΚΟΙΝ βρέθηκαν στον αέρα, αδυνατώντας να προχωρήσουν έργα ενεργειακού συμψηφισμού, λόγω έλλειψης ηλεκτρικού χώρου στο δίκτυο ανά την Ελλάδα. Η κυβέρνηση, με αφορμή την ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών οδηγιών για την Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας (IEMD) και για τις ΑΠΕ (RED), εισάγει δύο νέους ορισμούς που περιλαμβάνονται εκεί, τις Κοινότητες Ανανεώσιμης Ενέργειας (ΚΑΕ) και τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών (ΕΚΠ), διαμορφώνοντας ένα πολυδιασπασμένο θεσμικό πλαίσιο στη χώρα.
Επιπλέον, είναι ακατανόητη η σπουδή της κυβέρνησης να φέρει με τόσο βεβιασμένο τρόπο την ενσωμάτωση, καθώς η ίδια η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις ΑΠΕ είναι -εκ νέου- αυτή τη στιγμή υπό διαπραγμάτευση στον Τρίλογο της ΕΕ και πιθανότατα θα ολοκληρωθεί στα τέλη Μάρτη. Πιθανότατα η ευρωπαϊκή διαδικασία δεν εξυπηρετεί τον εκλογικό σχεδιασμό της ΝΔ απ’ ό,τι φαίνεται. Επιπλέον, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο κατακερματίζει τις δραστηριότητες των ενεργειακών κοινοτήτων, ενώ δημιουργεί μέχρι και επαγγελματικές ενεργειακές κοινότητες, καταστρατηγώντας τον πυρήνα των ευρωπαϊκών οδηγιών για «ανοιχτή και εθελοντική συμμετοχή» στα σχήματα αυτά. Αν, λοιπόν, η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για την ενεργειακή δημοκρατία και τη συμμετοχή πολιτών, δήμων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ενεργειακή μετάβαση, θα ενίσχυε το υφιστάμενο πλαίσιο, θα τις χρηματοδοτούσε, θα δημιουργούσε one stop-shops για την εξυπηρέτηση ενδιαφερομένων κτλ. Και όλα αυτά την ώρα που στην Ευρώπη συζητείται το πώς οι πολίτες μπορούν να επιταχύνουν την ενεργειακή μετάβαση, μειώνοντας το κόστος ενέργειας και το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, όπως για παράδειγμα η πρόθεση για δημιουργία μίας ΕΚΟΙΝ ανά δήμο άνω των 10χιλ. κατοίκων σε όλη την Ευρώπη, αποτυπωμένη στην Ευρωπαϊκή Ηλιακή Στρατηγική, στο πλαίσιο του RePowerEU. Είναι επομένως σαφές πως οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις αποτελούν ένα σοβαρό πισωγύρισμα για τον θεσμό των ενεργειακών κοινοτήτων στη χώρα μας, για την ενεργειακή δημοκρατία και την ενεργειακή μετάβαση.
Υποβάθμιση της περιβαλλοντικής προστασίας
Εκτός των ανωτέρω ρυθμίσεων, το ενοποιημένο νομοσχέδιο φέρει ρυθμίσεις που υποβαθμίζουν συνολικά την περιβαλλοντική προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Το προτεινόμενο πλαίσιο αλλάζει συνολικά τη φιλοσοφία της περιβαλλοντικής πολιτικής, η οποία ήταν προσανατολισμένη στην προτεραιοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος. Πλέον, σύμφωνα πάλι και με τους πιο ειδικούς, η προστασία της φύσης περνάει στη διακριτική ευχέρεια, κατόπιν συμβιβασμών με άλλες πολιτικές και απαιτήσεις. Πιο συγκεκριμένα, δίνει δυνατότητα επιλογής χρήσεων γης στις προστατευόμενες περιοχές χωρίς περιορισμούς, εισάγει φωτογραφικές διατάξεις για την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των χορτολιβαδικών και βραχωδών εκτάσεων με οικοδομική άδεια, προωθεί την ανάπτυξη τουριστικών καταλυμάτων εντός δημοσίων δασών και δασικών εκτάσεων, και άλλες διατάξεις που οι αρμόδιοι δασολόγοι και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν επισημάνει μετ’ επιτάσεως. Εκτός των παραπάνω, προωθούνται και ρυθμίσεις που οδηγούν στη μετεξέλιξη των Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων σε ιδιωτικές εταιρείες, με τις αρμοδιότητες να περνάνε επίσης στην νέα Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων.
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση αρνείται να συναντήσει την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (Libe) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το ζήτημα των υποκλοπών και του κράτους δικαίου, επικαλούμενη το εθνικό πένθος, δεν έχει την παραμικρή συστολή στο να προωθήσει όλες τις παραπάνω ρυθμίσεις, οι οποίες υπονομεύουν το μέλλον των υφιστάμενων και μελλοντικών γενεών, τα δημόσια και κοινά αγαθά όπως το νερό, υπονομεύει την περιβαλλοντική προστασία και αποδυναμώνει την ενεργειακή δημοκρατία.
Ώρα να μπει ένα τέλος σε αυτό το καθοδικό σπιράλ. Μέχρι εδώ.
Ο Δημήτρης Τσέκερης είναι ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός