Λίγο πριν από τη συμπλήρωση ενός έτους από την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, βλέπουμε τη βίαιη έκφραση του ναζισμού να επανέρχεται στους δρόμους. Θα ήθελα ένα πρώτο σας σχόλιο για όσα συμβαίνουν αυτές τις ημέρες στη Σταυρούπολη και πώς ερμηνεύετε την επαναφορά τέτοιων φαινομένων, ακόμα και στα σχολεία;
“Aς μη βιαστούμε να μιλήσουμε για επαναφορά. Έχουμε ένα περιστατικό ναζιστικής βίας στη Σταυρούπολη. Απέναντι σε αυτό, είναι σημαντικό να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, ως πολιτεία, ως διοίκηση, αλλά και ως κοινωνία. Το πρόβλημα είναι ότι δυστυχώς, οι ιδέες οι οποίες κυοφορούν αυτού του τύπου τις παρεμβάσεις είναι παρούσες στην ελληνική κοινωνία, ακόμα και έναν χρόνο μετά τη δίκη της Χρυσής Αυγής. Άρα, δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός, ούτε όμως πρέπει να μας τρομοκρατεί. Ούτε εφησυχασμός, ούτε πανικός όμως απέναντι στη ναζιστική βία”.
Εσείς περιμένατε τέτοια διείσδυση της Χρυσής Αυγής, ακόμη και σε σχολικούς χώρους; Είναι κάτι που σας προκαλεί έκπληξη;
“Σας θυμίζω ότι ενώ τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στην Αθήνα έκλεισαν στη Μεσογείων και ουσιαστικά υπολειτουργούν στη Δεληγιάννη, στη Θεσσαλονίκη δεν έκλεισαν ποτέ. Η Χρυσή Αυγή πάντα επέλεγε προνομιακούς τόπους εδαφικής εδραίωσης: τον Άγιο Παντελεήμονα στην Αθήνα, τη Νίκαια στη Β’ Πειραιώς και τη Σταυρούπολη στη Θεσσαλονίκη. Έχουν κάποια κοινά ταξικά χαρακτηριστικά οι τόποι αυτοί. Επομένως, δεν μπορώ να σας πω ότι εκπλήσσομαι. Η νομική ήττα της Χρυσής Αυγής δεν σημαίνει τον θάνατο των ιδεών της, ούτε των πρακτικών της. Φυσικά ήταν ένα ζωτικό τραύμα για αυτή την οργάνωση, αλλά βλέπετε πως αν δεν έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, η καταδίκη από μόνη της δεν αρκεί. Η διείσδυση της Χρυσής Αυγής σε τμήματα της νεολαίας σε αυτές τις περιοχές είχε μια αυτοτελή πολιτική δυναμική και έγινε μεθοδικά από την ηγεσία της οργάνωσης μέχρι η τελευταία να καταλήξει στη φυλακή. Τέλος, υπάρχει και μια ιδιαιτερότητα στη Θεσσαλονίκη, όπου λόγω αναβίωσης συλλαλητηρίων μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, το έδαφος ήταν ακόμη πιο γόνιμο. Ειδικά, η Θεσσαλονίκη, έχει τη δική της ιστορία ακροδεξιάς παρακρατικής βίας στην Ελλάδα καθ’όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα”.
Αυτές οι ομάδες πώς ακριβώς λειτουργούν; Δρουν στο παρασκήνιο; Είδαμε και την ανακοίνωση που εξέδωσε το “Μέτωπο Νεολαίος” της Χρυσής Αυγής, γεγονός που γεννά ερωτήματα σχετικά και με την ενδεχόμενη υποστήριξη που λαμβάνουν.
“Αυτές οι ομάδες λειτουργούν όπως όλες οι οργανώσεις που εμπλέκονται σε παράνομες πράξεις. Ένα τμήμα τους είναι νόμιμο ενώ ένα άλλο εκτός νόμου. Οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται στο παρασκήνιο παρανόμως. Έτσι γίνεται σχεδόν πάντα όταν υπάρχει βία με πολιτικό πρόσημο.
Το ιδιαίτερο στις οργανώσεις βίας της Άκρας Δεξιάς, όπως αυτή για την οποία συζητάμε, είναι οι σχέσεις που έχουν αναπτύξει με μηχανισμούς της διοίκησης ή του λεγομένου βαθέως κράτους. Η τρομοκρατία της Άκρας Δεξιάς σε αντίθεση με τις τρομοκρατικές οργανώσεις με αριστερό πρόσημο, ζει από το βαθύ κράτος. Ανασαίνει από αυτό. Όταν κοπούν οι δεσμοί της με αυτό, μαραίνεται. Γι’ αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση στη Σταυρούπολη έχει σημασία να γίνει μια σοβαρή έρευνα προκειμένου να διαλευκανθούν οι δεσμοί με τη διοίκηση του σχολείου, με την τοπική κοινωνία, πιθανώς με την αστυνομία και λοιπά. Ο ζωτικός χώρος που αυτές οι ομάδες καταλαμβάνουν στην κοινωνία μας εξαρτάται από την υποστήριξη ή την ανοχή που λαμβάνουν από την ηγεσία της”.
Υπήρξαν καταγγελίες από γονείς, μαθητές και φοιτητές που ήταν παρόντες στα γεγονότα της Σταυρούπολης, ότι η αστυνομία δεν έπραξε τα δέοντα και ότι όλα εκτυλίχθηκαν με την ανοχή της. Τι, λοιπόν, πιστεύετε ότι θα πρέπει να γίνει για να αντιμετωπιστούν τέτοια φαινόμενα; Θεωρείτε ότι έχουν γίνει αρκετά;
“Συζητάμε για παράνομες πράξεις. Κανονικά θα έπρεπε να έχει ήδη επιληφθεί η αρμόδια Εισαγγελία αυτών των ενεργειών. Είναι απλό. Η Εισαγγελία επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως εγκληματικών πράξεων. Το γεγονός ότι αυτό δεν έχει γίνει ακόμα, όσο μιλάμε, είναι από μόνο του πρόβλημα. Όλοι είδαμε on camera ότι στο ΕΠΑΛ της Σταυρούπολής τελούνται εγκληματικές πράξεις. Ο αρμόδιος εισαγγελέας κοιμόταν; Θα έπρεπε ήδη να κινήσει ποινική δίωξη. Από την άλλη, η πολιτική ηγεσία της χώρας, από την πλευρά της, αντί να μασάει τα λόγια της και να μας λέει πως «καταδικάζουμε τις καταλήψεις απ΄όπου κι αν γίνονται» κατά το προσφιλές «καταδικάζουμε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται» θα έπρεπε να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Όταν δεν κάνει λόγο για φασιστική ή ναζιστική βία και μιλάει γενικά για «καταλήψεις» η αρμόδια υπουργός ή υφυπουργός, απλώς ξεπλένει με τον αποτελεσματικότερο τρόπο τους νεοναζί. Σκεφτείτε το: «έλα μωρέ, μια κατάληψη κάνουν τα παιδιά!». Στο ΕΠΑΛ Σταυρούπολης δεν έχουμε καταληψίες. Έχουμε νεοναζί νεολαίους. Τελεία και παύλα σε αυτό.
Πέρα, λοιπόν, από το δικονομικό, υπάρχει κι ένα επίδικο πολιτικό: έχουμε μία κυβέρνηση που αρνείται να δει – ή κάνει ότι δεν βλέπει – πως υπάρχει ένα ζήτημα ακροδεξιάς ναζιστικής βίας στην Ελλάδα. Η νεοσυντηρητική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θεωρεί πως η βία έχει μόνο αριστερό πολιτικό πρόσημο – το έχει πει εξάλλου και ο πρωθυπουργός αυτό – και τούτο από μόνο του είναι επικίνδυνα μυωπικό για τη δημοκρατία μας. Όταν αρνείσαι να δεις και να αντιμετωπίσεις το προφανές, τότε αυτό γίνεται προφανέστερο. Τι άλλο έγινε μέχρι το 2013 όταν η ασύδοτη Χρυσή Αυγή που νόμιζε ότι για πάντα θα μείνει ατιμώρητη ανέβαζε διαρκώς την στρατηγική της έντασης; Έπρεπε να σκοτώσουν τον Παύλο Φύσσα, προκειμένου να δείξει το κράτος ότι υπάρχει. Γι’ αυτό σας λέω, πως η άκρα δεξιά βία δεν κινείται εναντίον του κράτους. Κινείται μαζί με το κράτος και εναντίον του. Κινείται πάντα με την ανοχή του κράτους. Όταν το κράτος δείξει τα δόντια του, λουφάζει”.
Στο διάστημα που μεσολάβησε από την περσινή 7η Οκτωβρίου, αποδείχτηκε πως η καταδίκη της Χρυσής Αυγής ήταν μεν μία σημαντική νίκη της Δημοκρατίας, που όμως δεν σήμανε και το τέλος της. Είδαμε άλλωστε το έντονο ακροδεξιό στοιχείο και σε αρκετές ακόμη περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στις διαμαρτυρίες των αντιεμβολιαστών. Πιστεύετε, ωστόσο, πως με αυτά τα περιστατικά, όπως αυτό της Σταυρούπολης, πλέον ελλοχεύει ο κίνδυνος επαναφοράς ακόμη και των ταγμάτων εφόδου στους δρόμους;
“Δεν επιστρέφουν τα τάγματα εφόδου στους δρόμους. Δεν πρέπει να κινδυνολογούμε, ούτε να θεωρούμε ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε ενόψει της αναβίωσης της Χρυσής Αυγής. Η Χρυσή Αυγή ως μηχανισμός δεν υπάρχει. Φυσικά, οι ομάδες οι οποίες έχουν αυτού του είδους τα χαρακτηριστικά, δεν θα σταματήσουν αυτομάτως επειδή η Χρυσή Αυγή τελείωσε. Η συγκυρία της πανδημίας και όλη η συζήτηση περί εμβολίων λειτούργησε διεθνώς ως αναβιωτική συνθήκη για την Άκρα Δεξιά: από τη Βραζιλία και τις ΗΠΑ, ως τη Ρωσία και την Ελλάδα. Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής ήταν μεγάλη νίκη, όχι όμως οριστική. Δεν πάμε για ύπνο μετά την περσινή καταδίκη. Σας είπα: Κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά, χωρίς να εφησυχάζουμε, ούτε όμως να πανικοβαλλόμαστε. Θέλω, ωστόσο, εδώ να επισημάνω έναν μείζονα κίνδυνο που παρατηρώ στην Αριστερά. Μία ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση πως οι αντίπαλοι είναι όλοι φασίστες. Αυτός ο παν-φασισμός είναι πολιτικά ολέθριος για τη δημοκρατία και συνταγή ήττας για την ίδια την αριστερά. Δεν είναι όλοι οι δεξιοί φασίστες και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε μετρημένοι όταν μιλάμε για «Άκρα Δεξιά». Πχ. Ακούω συχνά σε αριστερά καφενεία να λέγεται ότι έχουμε νια ακροδεξιά κυβέρνηση. Αυτό είναι λάθος: έχουμε μια δεξιά κυβέρνηση με κάποιους ακροδεξιούς υπουργούς. Δεν είναι το ίδιο αυτό. Δεν μπορούμε να χαρίζουμε όλη τη συντηρητική παράταξη της χώρας στην Άκρα Δεξιά. Αυτό είναι ανόητο και άδικο σε τελευταία ανάλυση”.
Άρα να περιμένουμε και άλλα τέτοια περιστατικά, χωρίς να μας εκπλήσσουν;
“Ναι, αλλά όχι ότι ηττάται η Δημοκρατία μας επειδή κάποια κ…παιδα στη Σταυρούπολη κάνουν τσαμπουκάδες με τις πλάτες κάποιων άλλων. Υπάρχει ζήτημα, αλλά θα πρέπει να το πλαισιώσουμε και να του δώσουμε τις διαστάσεις που πρέπει. Ούτε να πούμε ότι δεν έγινε και τίποτα, όπως μας είπε η κα Κεραμέως για την οποία το ζήτημα είναι να γίνονται τα μαθήματα -διότι το ζήτημα αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από το αν θα γίνονται τα μαθήματα-. Εδώ έχουμε να κάνουμε με φασίστες και ναζί που εποφθαλμιούν την ομαλή δημοκρατική λειτουργία των θεσμών. Δεν θα πούμε όμως ότι ξαναβγήκαν οι φασίστες στους δρόμους, άρα να κλειστούμε μέσα…
Η κοινωνία που ζούμε κυοφορεί τέτοιου είδους ναζιστικές, φασιστικές ή μεταφασιστικές αντιλήψεις. Η εδραίωση και η νομιμοποίηση των ανισοτήτων γεννά αυτές τις νοσηρές ιδεολογίες. Η άκρα δεξιά σε αυτό ποντάρει για να προστατεύσει τους «δικούς μας» αδύναμους ενάντια στους άλλους αδύναμους. Κάποτε ήταν οι Εβραίοι, μετά οι κομμουνιστές, τώρα οι μετανάστες. Η Θεσσαλονίκη έχει τη δική της σελίδα σε αυτή τη σκοτεινή ιστορία από το Μεσοπόλεμο ως σήμερα. Οι φασίστες, οι ναζί δεν είναι εξωγήινοι. Είναι «δικά μας» παιδιά. Η ίδια η Ευρώπη δεν είναι μόνο το λίκνο της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, αλλά και το εργαστήρι των πιο απάνθρωπων πολιτικών πειραμάτων που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Επομένως, καμία έκπληξη!”.