Υπάρχουν πολλά, μα πάρα πολλά, για τα οποία μπορεί να κάνει κάποιος σοβαρή και σκληρή αντιπολίτευση στη ΝΔ: από τις κοινωνικές υποδομές που ρημάζουν, ως τις φωτιές που διέλυσαν τον τόπο, από τις υποκλοπές ως την κατακρήμνιση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων. Και δεν είναι τα μόνα.
Τα ελληνοτουρκικά όμως δεν ανήκουν σε αυτά. Αντιθέτως, ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύτηκε η Νέα Δημοκρατία στην υπόθεση του Μακεδονικού υπήρξε βαθύτατα τοξικός, δημαγωγικός και ανεύθυνος. Τώρα, η παράταξη αυτή θερίζει τη σπορά της ανευθυνότητάς της.
Με άλλα λόγια, μακάρι ο Κ. Μητσοτάκης να κάνει ένα βήμα μπροστά και να οδηγηθεί σε αυτό που ένα τμήμα της Ελληνικής Δεξιάς αποστρέφεται και ονομάζει, ως καρικατούρα, «Πρέσπες του Αιγαίου». Μακάρι μια λογική ανάλογη με αυτή που οδήγησε στη συνθήκη των Πρεσπών να πρυτανεύσει και στο Αιγαίο και να επέλθει μια έντιμη λύση. Αυτό δεν το ομολογούμε ψιθυριστά. Το διεκδικούμε και το λέμε δυνατά. Για το μέλλον της χώρας αυτής και των γενεών που έρχονται.
Μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία, το αναθεωρητικό κρεσέντο του Τούρκου προέδρου φαίνεται να έχει δώσει τη θέση του σε μια ηπιότερη γραμμή προσέγγισης με την Ελλάδα. Η Ελλάδα θα ήταν ανόητη αν δεν ανταποκρίνονταν σε αυτή τη νέα πλεύση. Υπάρχουν προβλήματα με πρώτο το ότι ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν είναι ένας απολύτως απρόβλεπτος παίκτης ο οποίος εύκολα μπορεί να επανέλθει στις προηγούμενες κορώνες. Το γεγονός όμως ότι ο Ερντογάν είναι αυτός που είναι, δεν συνιστά λόγο να μη συζητάει κανείς μαζί του. Αντιθέτως, με το να είναι εκτός τραπεζιού γίνεται ακόμη πιο απρόβλεπτος κι επικίνδυνος.
Στην ελληνοτουρκική διαφορά, οι εθνικιστικές κορώνες του ενός προκαλούν αυτομάτως τις αντίστοιχες του άλλου, και έτσι βυθιζόμαστε σε ένα σπιράλ έντασης από το οποίο δεν βγαίνουμε. Δεν βγαίνουμε όχι εξαιτίας της πραγματικής σημασίας της διαφοράς, αλλά εξαιτίας της πρόσληψής της από τις εκατέρωθεν κοινές γνώμες, και κυρίως της ελληνικής. Λέω «κυρίως της ελληνικής», διότι η τουρκική κοινή γνώμη έχει πολλούς άλλους νταλκάδες στο κεφάλι της, πριν φτάσει στο Αιγαίο.
Εδώ στην Ελλάδα είναι που το Αιγαίο έχει γίνει σύμβολο εθνικής αδιαλλαξίας της «πατριωτικής Δεξιάς» και «πατριωτικής Αριστεράς». Αυτές οι δύο εξαντλούν τον «πατριωτισμό» τους αρνούμενες σθεναρά τον διάλογο με την Τουρκία, την ίδια στιγμή που έχουν φτιάξει (αντιτουρκικό) άξονα με το Ισραήλ, μια χώρα που εγκληματεί κατέχοντας παλαιστινιακά εδάφη και απαγορεύοντας το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση ενός λαού.
Ωραίος πατριωτισμός …
Επανέρχομαι στο επίδικο: το ότι η Τουρκία έχει πολλά άδικα, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει σε όλα δίκιο. Επιπλέον: το ότι κάτι είναι ελληνική θέση δεν την ντύνει αυτοδικαίως με τον μανδύα του δικαίου.
Στο Αιγαίο δεν υπάρχει μόνο η διαφορά της υφαλοκρηπίδας που αποδέχεται η χώρα μας. Αν κάποτε οδηγηθούμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, η ελληνική κοινή γνώμη θα πρέπει να προετοιμάζεται ότι θα τεθούν κι άλλα ζητήματα, τα οποία ως σήμερα είναι δημοσίως ανομολόγητα, πλην όμως δεν υπάρχει διεθνολόγος –Έλληνας, Τούρκος ή άλλος– που να μην τα γνωρίζει.
Μάλιστα, επ’ αυτών των άλλων ζητημάτων, η αντίληψη δικαίου που υπάρχει διεθνώς δεν αξιολογεί πως η Τουρκία βρίσκεται συνολικά εν αδίκω, καθώς θεωρείται ετεροβαρές το Αιγαίο να είναι «ελληνική λίμνη». Η αρχή της ελευθερίας των θαλασσών σημαίνει ότι ενώ τα χερσαία εδάφη είναι εξ ορισμού κατειλημμένα από κράτη, οι θάλασσες είναι a priori διεθνή ύδατα. Στην ελληνική κοινή γνώμη λοιπόν έχει καλλιεργηθεί εδώ και πολλά χρόνια η πεποίθηση ότι το Αιγαίο, στο σύνολό του, είναι ελληνικό έδαφος. Τα πράγματα όμως είναι πιο σύνθετα, και αυτό πρέπει να το πούμε ώστε να το ακούσουν οι συμπολίτες μας.
Όμως τούτο θεωρείται αυτομάτως μειοδοσία. Έτσι οι δημοσιολογούντες λένε «γιατί να μπλέξω;» κι ακολούθως οι Έλληνες κοιμούνται τον ύπνο του εθνικού δικαίου. Το ίδιο ισχύει με την ελληνική θέση για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Ούτε αυτή μπορεί να γίνει δεκτή λόγω της μορφολογίας του Αιγαίου Πελάγους. Το ίδιο ισχύει επίσης με την εμμονή για διατήρηση του εθνικού εναέριου χώρου στα 10 αντί στα 6 ναυτικά μίλια. Είναι εντελώς ανακόλουθο ένα κράτος να έχει διαφορετικό εναέριο χώρο και διαφορετικά χωρικά ύδατα, όπως η Ελλάδα. Δεν προβλέπεται πουθενά δηλαδή εναέριος χώρος δέκα μίλια και χωρικά ύδατα έξι μίλια, όπως έχουμε στο Αιγαίο. Ο κανόνας του διεθνούς δικαίου ότι η επικράτεια εκτείνεται μέχρι εκεί που τελειώνει η ευθεία πάνω από τα χωρικά ύδατα. Αυτά τα τέσσερα έξτρα μίλια δεν αναγνωρίζονται από πουθενά. Ούτε αυτό όμως το γνωρίζουν οι Έλληνες πολίτες.
Αυτά (και μερικά άλλα, όπως η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών) είναι υπαρκτές εστίες διαφωνιών κι ας υποστηρίζει η Ελλάδα ότι «έχουμε μόνο μία διαφορά με την Τουρκία», δηλαδή την υφαλοκρηπίδα. Μια ενδεχόμενη δικαστική διευθέτησή τους αποκλείεται να φέρει ικανοποίηση μόνο στη δική μας πλευρά.
Ήρθε η στιγμή οι Έλληνες να ακούσουν. «Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό ,τι είναι αληθές» (Δ. Σολωμός), και όχι το αντίστροφο. Διότι εκεί καταλήξαμε. Τόσα χρόνια, ανεύθυνες κυβερνήσεις καλλιεργούν την πατριδοκαπηλία και τον εθνικισμό και όταν αυτά τρώνε σαν σαράκι το εθνικό συμφέρον, την ασφάλεια και την ειρήνη, οι πολιτικές ελίτ κοιτιούνται αμήχανα και λένε «ο κόσμος δεν μπορεί να το ακούσει» ή «οι συνθήκες δεν ωριμάσαν ακόμη»…
Η ελληνοτουρκική διαφορά στο Αιγαίο είναι περίπλοκη και φορτισμένη, πλην όμως όχι τεράστια.
Ναι λοιπόν! Η ελληνοτουρκική διαφορά είναι νομικά περίπλοκη, ιδεολογικά φορτισμένη πλην όμως, ως πολιτική ύλη, δεν είναι αφόρητη. Δεν αφορά πρωτίστως επικράτεια παρά στα όριά της, που έχουν περισσότερο συμβολική παρά ζωτική σημασία. Aς κοιτάξουμε γύρω μας πραγματικά μεγάλες διαφορές, από το Παλαιστινιακό μέχρι την Ουκρανία και το Κυπριακό. Τούτες είναι μεγάλες διαφορές.
Δεν χρειάζεται να φτάσουμε σε θερμό επεισόδιο ώστε να επιλυθεί η ελληνοτουρκική διαφορά. Ας διαλέξουμε λοιπόν τι προτιμάμε! Για πρώτη φορά μετά από χρόνια φαίνεται ότι υπάρχει μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μια δυναμική επαναπροσέγγισης, όπου οι δύο χώρες επικοινωνούν κανονικά στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Αν αυτό από μόνο του δεν αρκεί για διευθέτηση, τουλάχιστον είναι αναγκαίο να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Γράφει πάλι ο Σολωμός ότι «η αλήθεια είναι καλή Θεά, αλλά τα πάθη του ανθρώπου συχνότατα την νομίζουν κακήν». Πόση λοιπόν αλήθεια χωρίς πάθη αντέχεται στα ελληνοτουρκικά;
Δημήτρης Χριστόπουλος