Macro

Δημήτρης Χριστόπουλος: Η τιμητική πολιτογράφηση, καθρέφτης των εκάστοτε κυβερνώντων: Από τον Λόρδο Βύρωνα ως τον Γιασάμ Αγιαβέφε

«Τα μεγάλα ανδραγαθήματα, και αι σημαντικαί εκδουλεύσεις εις τα χρείας της Πατρίδος, εννοούμεναι με τη χρηστότητα των ηθών, είναι δικαιώματα ικανά εις πολιτογράφησιν».

Αυτή είναι η πρόβλεψη του Συντάγματος του Άστρους, το μακρινό 1823, το οποίο, από τα πρώτα χρόνια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, εγκαινίασε στα καθ’ ημάς την παράδοση της τιμητικής πολιτογράφησης, εννιά ολόκληρα χρόνια πριν την ίδρυση του ελληνικού βασιλείου. Η τιμητική πολιτογράφηση υπάρχει, παραδόξως, ως τρόπος κτήσης της ιθαγένειας, προτού ακόμα ιδρυθεί το ελληνικό κράτος.

Από τον λόρδο Βύρωνα, τη Ζακλίν ντε Ρομιγί, τον Ζυλ Ντασσέν και άλλους λιγότερο διάσημους φιλέλληνες που κατά καιρούς τιμήθηκαν με την ελληνική ιθαγένεια μέχρι την πρόταση για τιμητική πολιτογράφηση του Ελληνοαμερικανού κατασκόπου Στηβ Λάλα (από τους τότε βουλευτές του ΛΑΟΣ, Α. Γεωργιάδη και Θ. Πλεύρη, στις 11 Φεβρουαρίου του όχι πολύ μακρινού 2011), και τον Τομ Χάνκς πριν λίγο καιρό, η τιμητική πολιτογράφηση αποτελεί μια σταθερά της ιστορίας της ελληνικής ιθαγένειας, ριζωμένη στις απαρχές της συγκρότησης του κράτους.

Το άρθρο 13 του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας προβλέπει πλέον ότι «με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μπορεί να πολιτογραφηθεί Έλληνας […] αλλοδαπός που προσέφερε στην Ελλάδα εξαιρετικές υπηρεσίες ή του οποίου η πολιτογράφηση μπορεί να εξυπηρετήσει εξαιρετικό συμφέρον της χώρας».

Η πολιτογράφηση του Τουρκοκύπριου επιχειρηματία Γιασάμ Αγιαβέφε είναι κραυγαλέα και σκανδαλώδης: το ελληνικό κράτος απονέμει την ύψιστη τιμή του σε έναν διεθνώς καταζητούμενο απατεώνα. Ο υπουργός Εσωτερικών Μ. Βορίδης, ορκισμένος εχθρός της ιδέας ότι οι ξένοι μπορούν να γίνονται Έλληνες, κατόπιν συστατικής επιστολής του Ά. Γεωργιάδη, ετέρου μύστη του «Έλληνα γεννιέσαι, δεν γίνεσαι», πολιτογραφούν τιμητικά έναν καταζητούμενο Τουρκοκύπριο, επειδή είναι Τουρκοκύπριος. Και ο μητροπολίτης Πειραιώς, ο πιο ακραίος, ακροδεξιός, ομοφοβικός, αντισημίτης ιεράρχης σήμερα (μετά τη συνταξιοδότηση του Αμβρόσιου), αυτός που έκανε αγώνα για να μην περάσει η μεταρρύθμιση του δικαίου ιθαγένειας το 2010, έδωσε κι εκείνος συστατική επιστολή, βαφτίζοντας –κυριολεκτικά– ορθόδοξο τον Αγιαβέφε, προκειμένου το διεθνές λαμόγιο να γίνει Έλληνας.

Δεν συνηθίζω να γράφω έτσι. Προσπαθώ συνήθως να τιθασεύω την οργή μου, ωστόσο, στην περίπτωση αυτή αδυνατώ. Διότι, όταν κάποιοι άνθρωποι παλεύαμε να αλλάξουμε τον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας το 2010 και 2015, λαμβάναμε απειλητικά μηνύματα, τηλεφωνήματα και emails από ανώνυμους φασίστες, τους οποίους οι Γεωργιάδης και Βορίδης είχαν ευχαρίστως οικειοποιηθεί ως εξαπτέρυγα της αντιδραστικής τους στρατηγικής. Και τώρα τα ίδια πρόσωπα αποδίδουν την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη, το πιο τιμητικό που μια χώρα μπορεί να παραχωρήσει, σε ένα πρόσωπο διεθνώς καταζητούμενο που έχει ήδη τρεις ιθαγένειες!

Επιπλέον, το γεγονός ότι ο αρμόδιος υπουργός Μ. Βορίδης και ο επισπεύδων διά συστατικής επιστολής Α. Γεωργιάδης δεν έχουν μπει στον κόπο να απαντήσουν –έστω προσχηματικά– για το σκάνδαλο φανερώνει ένα ήθος εξουσίας: οι τιμητικές πολιτογραφήσεις είναι ο καθρέφτης μας. Ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για τον πρώτο τη τάξει υπουργό και τον αντιπρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας. Και η ευθύνη αφορά, ασφαλώς, κατεξοχήν και αυτόν που τους διόρισε.

Μαζί με τα σοβαρά –γιατί όλα αυτά είναι πολύ σοβαρά– υπάρχουν όμως και τα γελοία. Ο Α. Γεωργιάδης και ο Πειραιώς Σεραφείμ έγραψαν τη συστατική επιστολή, ενώ ο νόμος δεν προβλέπει καν κάτι τέτοιο. Διαβάζουμε στην απόφαση ότι ο Αγιαβέφε «έχει συνεισφέρει ουσιαστικά με τις χορηγίες του σε υγειονομικό υλικό, είδη πρώτης ανάγκης και τρόφιμα στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας». Και ο αθεόφοβος μητροπολίτης μάς πληροφορεί ότι ο Αγιαφέβε διακατεχόταν από «ἔντονη ἐπιθυμία του νά βαπτισθεῖ χριστιανός ὀρθόδοξος, πραγματοποιώντας ἕναν εὐσεβῆ, μακροχρόνιο πόθο του, γνωρίζοντας τίς θέσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου σχετικά μέ τό Ἰσλάμ μέσα ἀπό τήν ἀρθρογραφία, τά κηρύγματα καί τίς παρεμβάσεις του. […]. Ὁ Σεβασμιώτατος ἐκτιμῶν ὅτι ἡ ἀλλαγή θρησκεύματος ἀπό μουσουλμάνο, συνεπάγεται βάσει τοῦ Κορανίου, τόν θάνατόν του, καί ἑπομένως ἡ αἴτησις εἰσδοχῆς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἔχει κίνητρο σκοπιμότητος».

Και κοντά σε όλους αυτούς, λυπάμαι που το γράφω, και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το γραφείο της όφειλε να γκουγκλάρει το όνομα του τιμητικώς πολιτογραφηθέντος και μετά η ίδια να πάρει ένα τηλέφωνο τον κ. Βορίδη, λέγοντάς του: Ρε παιδιά, μη με ξεφτιλίζετε έτσι. Φτάνει πια. Δεν το έκανε όμως. Κι έτσι, είναι η Πρόεδρος που υπέγραψε προεδρικό διάταγμα για τον Γιασάμ Αγιαβέφε, ενώ τουλάχιστον ο Προκόπης Παυλόπουλος υπέγραψε για τους Αιγύπτιους ψαράδες που σώσανε κόσμο στη φωτιά στο Μάτι το καλοκαίρι του 2018, ενώ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πολιτογραφήσει τιμητικά την κορυφαία Γαλλίδα ελληνίστρια Ζακλιν ντε Ρομιγί ή τον Ζυλ Ντασέν.

Η Νέα Δημοκρατία, ως κόμμα, εχθρεύεται πολιτικά τη θέση ότι αλλοδαποί μπορούν γενναιόδωρα να πολιτογραφούνται. Αυτό, μολονότι το βρίσκω αντιδραστικό, οπισθοδρομικό και προβληματικό, καταρχήν είναι σεβαστό ως άποψη. Δεν είναι όμως ούτε σεβαστό ούτε ανεκτό –αντιθέτως, είναι μεγάλη ντροπή– ότι οι ίδιοι άνθρωποι που πολιτογραφούν διεθνή αρχιλαμόγια ταυτόχρονα αρνούνται την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη στους χιλιάδες μετανάστες που ιδρώνουν να βγάλουν το ψωμί τους ριζωμένοι στη χώρα μας, ευεργετώντας την κοινωνία και την οικονομία της. Δεν είναι ανεκτό ότι δεν έχουν την τσίπα να παραδεχθούν το αίσχος και να ανακαλέσουν την πολιτογράφηση. Δεν είναι ανεκτό ότι κυβερνούν με τέτοια κυνικότητα και φαυλότητα.

Δημήτρης Χριστόπουλος