Macro

Δημήτρης Χριστόπουλος: Γυναικοκτονίες και λογοκρισίες: Από το γενικό προξενείο της Νέας Υόρκης στο ΑΤ Αγ. Αναργύρων

Μετά τη γυναικοκτονία έξω από το ΑΤ στους Αγ. Αναργύρους, επανεκκίνησε η συζήτηση στη δημόσια σφαίρα σχετικά με το τι πάει λάθος στην Ελλάδα σήμερα και έχουμε τέτοια φονικά υπό το καθεστώς της εγκληματικής απάθειας των αρχών «προστασίας του πολίτη».
 
Την ημέρα που η Ελλάδα μουδιασμένα μάθαινε ότι η Κυριακή Γρίβα είχε δολοφονηθεί μπροστά σε ένα αστυνομικό τμήμα από το οποίο μόλις είχε βγει ζητώντας προστασία, είχα μάθημα στο Πάντειο.
 
Το μάθημα λέγεται «Τέχνη, ελευθερία και λογοκρισία» και εστιάζεται, εδώ και 20 χρόνια, σε μια συνδυαστική προσέγγιση της λογοκρισίας, τόσο στο αναλυτικό όσο και στο βιωματικό πεδίο. Στο πλαίσιό του, προσκαλώ ανθρώπους που γνωρίζουν τι εστί λογοκρισία ή έμαθαν διότι την υπέστησαν. Έτσι, την προηγούμενη Τρίτη προσκεκλημένη μας ήταν η καλλιτέχνιδα Γεωργία Λαλέ. Είναι η εικαστικός που δημιούργησε το έργο «Η ενοχή της γειτονιάς», μια σημαία από σεντόνια που της πρόσφεραν γυναίκες που έχουν επιζήσει από μορφές έμφυλης βίας. Το έργο συμπεριλήφθηκε σε έκθεση στο γενικό προξενείο της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη αλλά τελικά αποκαθηλώθηκε, με παρέμβαση του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη, διότι θεωρήθηκε ότι βεβηλώνει την ελληνική σημαία που «αλλάζει χρώμα μόνον όταν βαφτεί κόκκινη από το αίμα των ηρώων, στους εθνικούς αγώνες» κατά τον πρόεδρο του κόμματος «Νίκη».
 
Αυτό είναι το μόνιμο pattern της λογοκρισίας στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης: κάποιοι ακροδεξιοί, μισαλλόδοξοι, θρησκόληπτοι κλπ. φωνασκούν προσβεβλημένοι, και, οι κυβερνήσεις από τον φόβο μήπως τα βάλουν με αυτούς, προτιμούν να τα βάλουν με την ελευθερία της έκφρασης. Τους φαίνεται ευκολότερο. Ο υπουργός Εξωτερικών μάλιστα είπε ότι το εν λόγω έργο θα μπορούσε να κοσμεί ένα σαλόνι ή μια έκθεση αλλά όχι το προξενείο – λες και η «ροζ σημαία» είχε μπει στο μπαλκόνι του προξενείου στη θέση της ελληνικής! Κατά τα λοιπά, φιλελεύθερος συνταγματισμός και ελευθερία της τέχνης από τον συνταγματολόγο-υπουργό…
 
Η Γεωργία Λαλέ στο μάθημά της προχθές στο Πάντειο ήταν μια αποκάλυψη. Με τον λόγο, το θάρρος και τη διαύγειά της, κινητοποίησε και ενέπνευσε τους φοιτητές και τις φοιτήτριες. Αποκάλυψε μάλιστα ότι ο λόγος που έφτιαξε το έργο της, που δημιουργεί συνειρμούς με την ελληνική σημαία για τα θύματα των γυναικοκτονιών είναι το «Ελευθερία ή θάνατος»: ελευθερία από τον δυνάστη σου ή θάνατος από εκείνον.
 
Την ίδια μέρα το πρωί λοιπόν είχαμε τη δολοφονία. Ένα έγκλημα του οποίου η διαχείριση από τις αστυνομικές αρχές συμπυκνώνει όλες τις παθολογίες της ελληνικής αστυνομίας, διοίκησης και κοινωνίας. Αυτά έχουν αναλυθεί τόσο, που δεν χρειάζεται να επιμείνω σε αυτά.
 
Μετά το περιστατικό επανεκκίνησε η συζήτηση στη δημόσια σφαίρα σχετικά με το τι πάει λάθος –τι πρωτοπάει λάθος, για την ακρίβεια–֪στην Ελλάδα σήμερα και έχουμε τέτοια φονικά υπό το καθεστώς της εγκληματικής απάθειας των αρχών «προστασίας του πολίτη».
 
Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής, έχει προταθεί με τρόπο εμφατικό, κυρίως από φεμινιστικές οργανώσεις και κόμματα της Αριστεράς, η νομική αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία» ως μια ειδική εκδοχή ανθρωποκτονίας για την οποία δεν θα αναγνωρίζονται ελαφρυντικά και επομένως «τα ισόβια θα είναι ισόβια», όπως είχε πει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής για τους καταδικασθέντες πρωταιτίους της 21ης Απριλίου. Ακόμα, έχει προταθεί, κυρίως από φεμινίστριες ή γυναίκες νομικούς, η νομική καθιέρωση του όρου χωρίς αυστηροποίηση της ποινής, μόνο για λόγους παιδαγωγικούς. Προσοχή, δεν συζητούμε για τη χρήση του όρου «γυναικοκτονία» στον δημόσιο λόγο για την εδραίωση της οποίας τιμούμε τα κινήματα που κινητοποιήθηκαν. Αυτή θεωρώ επιβεβλημένη για λόγους κοινωνικής ορατότητας και στιγματισμού της απαξίας της. Συζητάμε για τη νομική – για την ακρίβεια την ποινική – αναγνώριση.
 
Θεωρώ ότι τέτοιες προτάσεις, ανεξαρτήτως προθέσεων όσων τις καταθέτουν, δεν είναι ούτε σωστές, ούτε αποτελεσματικές. Και εξηγούμαι:
 
1ον. Κάθε φορά που γίνεται ένα έγκλημα το οποίο εξοργίζει την κοινή γνώμη, εμφανίζεται σταθερά στα μίντια το αντανακλαστικό της αύξησης της ποινής προκειμένου η πολιτεία να δείξει την αυστηρότητά της. Αυτό όμως είναι η πεμπτουσία του ποινικού λαϊκισμού. Το μόνο αποτέλεσμα είναι να γεμίζουν οι φυλακές, και κάθε λίγο και λιγάκι να νομοθετούμε για την αποσυμφόρησή τους, ενώ από πουθενά δεν προκύπτει στα ποινικά χρονικά ότι το έγκλημα αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με αύξηση των ποινών. Το στρίβειν δια του Ποινικού Κώδικα είναι για τα μάτια του κόσμου. Είτε διώκονται τρομοκράτες, γυναικοκτόνοι ή παιδεραστές, η ενίσχυση της ποινής ως μέσο αντιμετώπισης αφορά λόγους επικοινωνίας και όχι αντεγκληματικής ουσίας.
 
2ον. Ειδικά στην περίπτωση της γυναικοκτονίας υπάρχει το πρόσθετο πρόβλημα ότι ούτως ή άλλως η εκ προμελέτης ανθρωποκτονία τιμωρείται με ισόβια, επομένως η έννομη τάξη δεν έχει να προσθέσει επιπλέον τιμωρία στην εσχάτη των ποινών της. Με δεδομένο ότι μόνη ποινή πάνω από τα ισόβια είναι η καταργημένη ποινή του θανάτου, ο μόνος τρόπος που επιτρέπει δυσμενέστερη μεταχείριση στον γυναικοκτόνο από τον εν γένει φονιά είναι να στοιχειοθετηθεί ότι στην περίπτωσή του δεν θα αναγνωρίζονται ελαφρυντικά, διότι η γυναικτονία θα αναγνωρίζεται ως επιβαρυντική περίσταση. Επομένως, τα ισόβια εδώ δεν θα μπορούν να γίνουν 15 χρόνια ποτέ. Μια τέτοια αντιμετώπιση, όμως πέραν του ότι σκοντάφτει στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, είναι και λογικά ανακόλουθη. Αν υποθέσουμε ότι ο δολοφόνος της Κυριακής Γρίβα σκότωνε και τον συνοδό της προχθές μπροστά στο τμήμα, πώς θα ήταν λογικό για τη μία πράξη να μπορούν να του αναγνωριστούν ελαφρυντικά και για την άλλην όχι;
 
3ον. Τέλος, είναι πολιτικά εξ ολοκλήρου λάθος η συζήτηση να μετατίθεται στο νομοθετικό επίπεδο, διότι ουσιαστικά οδηγεί σε άφεση αμαρτιών: γιατί έτσι, οι ευθύνες αναζητώνται και αποδίδονται πρωτίστως στο νομικό κενό, και όχι στις υφιστάμενες δομές με τους λειτουργούς τους. Αυτό το διαρκές ράβε-ξήλωνε στον Ποινικό Κώδικα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει στην Ελλάδα. Το ζήτημα δεν είναι νομοθετικό: είναι ιδεολογικό, κοινωνικό και πολιτικό. Άπτεται του πυρήνα της πιο βίαιης εκδοχής της πατριαρχικής ιδεολογίας που υπάρχει και γίνεται ανεκτός στον κόσμο. Αφορά τις αδράνειες και τις τραγικά αναχρονιστικές νοοτροπίες της δημόσιας διοίκησης και των κυβερνήσεων που, τόσα χρόνια, δεν έχουν εγκαταστήσει επαρκείς δομές υποδοχής και προστασίας κακοποιημένων γυναικών. Τέλος, συνδέεται κατεξοχήν να κάνει με την κυρίαρχη κυβερνητικά αντίληψη περί ασφάλειας ως μιας μονοσήμαντης έννοιας που προστατεύει από τους «γύφτους» στους οποίους αδειάζουμε κάλυκες, αφήνοντας ανυπεράσπιστες τις «κυρίες» που απασχολούν την ΕΛ.ΑΣ.
 
Με αυτά πρέπει να αναμετρηθούμε, για να μπορέσουμε να κάνουμε μερικά βήματα μπροστά. Για τα υπόλοιπα, να’ χαμε να λέγαμε… Ή μερικές φορές καλύτερα να μη λέμε και τίποτε κιόλας, «γιατί εκτίθεται η χώρα και βεβηλώνεται η σημαία», όπως συνέβη και στην περίπτωση της Γεωργίας Λαλέ.
 
Δημήτρης Χριστόπουλος