Macro

Δέσποινα Παπαδοπούλου: Τα απομεινάρια μιας πτώσης

Οι ολέθριες κοινωνικές επιπτώσεις της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων
 
 
Η συστηματική απαξίωση του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου ξεκίνησε από την ψήφιση του Ν. Διαμαντοπούλου του Ν. 4909/11 που μετέτρεψε τις φιλελεύθερες Συνθήκες της Μπολόνια και της Λισαβώνας σε εθνική έννομη τάξη. Παρόλο που ο συνταγματικός νομοθέτης του ‘75 θέλησε να προστατέψει ξεκάθαρα τον ρόλο του κράτους ως μοναδικού ρυθμιστή και αποκλειστικού χρηματοδότη του δημόσιου πανεπιστήμιου, η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ ανακοίνωσε την κατάθεση νομοσχεδίου που θα δίνει τη δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό παραβιάζει ευθέως τη συνταγματική́ επιταγή́ του άρθρου 16, σύμφωνα με την οποία η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά́ από́ ιδρύματα που αποτελούν νομικά́ πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση και η σύσταση ανώτατων σχολών από́ ιδιώτες απαγορεύεται. Η ευθεία παράκαμψη του συντάγματος εγείρει πολύ σοβαρά́ ζητήματα για τη δημοκρατία και την κοινωνία.
 
 
Η αρθρογραφία κατά της ίδρυσης των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι ήδη πολύ πλούσια, με τις αναλύσεις να αναφέρονται σε διαφορετικούς λόγους στους οποίους βασίζεται αυτή η σοβαρή άρνηση. Πέραν των συνταγματικών, ιδεολογικών/δικαιωματικών, αξιακών, εκπαιδευτικών και οικονομικών λόγων, εκτείνονται οι ταξικοί και κοινωνικοί λόγοι, οι οποίοι δεν είναι ευδιάκριτοι προς το παρόν, για τον λόγο αυτό είναι πολύ επικίνδυνοι για την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για τις συνέπειες που θα παραχθούν μέσα στα επόμενα χρόνια από την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Αυτοί οι συγκεκριμένοι λόγοι την ενδιαφέρουν άμεσα, για τους οποίους δικαιούται να ενημερωθεί. Στους λόγους αυτούς θα εστιάσει το παρόν άρθρο. Είναι χρέος των ειδικών της ακαδημαϊκής κοινότητας να ενημερώσουν σήμερα για τις αυριανές μεταμορφώσεις της ελληνικής κοινωνίας.
 
 
 
Οι κοινωνικές επιπτώσεις για τον γενικό πληθυσμό
 
 
Πρώτη συνέπεια είναι η άμεση επιδείνωση του μορφωτικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα χαρακτηρίζονταν μεταπολεμικά από το μαζικό άνοιγμα στην κοινωνία, σε πλήρη αντιπαράθεση με τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα, που είναι απόλυτα ταξικά, αναπαράγοντας τις κοινωνικές διακρίσεις. Τα 2/3 των μαθητών με απολυτήριο λυκείου στην Ελλάδα σπούδαζαν, πραγματικότητα που τείνει να αντιστραφεί πλήρως τα τελευταία χρόνια. Τα παιδιά που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη να σπουδάσουν, γιατί δεν έχουν να πληρώσουν, θα οδηγηθούν στην άβυσσο του σκοταδισμού, στον μαζικό αναλφαβητισμό της δεκαετίας του ’50.
 
 
Αλλά και για αυτούς που έχουν να πληρώσουν, σαν δεύτερη συνέπεια είναι εμπόριο ελπίδας και κατάφωρη εξαπάτηση της ελληνικής οικογένειας, ότι όλοι μπορούν να σπουδάσουν. Πέραν της σύγχυσης που δημιουργεί η κυβέρνηση με το πολιτικό αφήγημα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) ότι «δεν χρειάζεται όλοι να πάνε στο πανεπιστήμιο», δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για εμπόριο πτυχίων, αφού η γνώση πλέον θα εξαγοράζεται. Έτσι, ένα κοινωνικό και δημόσιο αγαθό θα εμπορευματοποιηθεί, με αποτέλεσμα δεκάδων χιλιάδων αποκλεισμών από αυτό.
 
 
Άμεσα συνδεδεμένη με τις δύο προηγούμενες είναι η τρίτη συνέπεια, που αφορά στην κατάργηση της ουσιαστικής και της τυπικής ισότητας κατά τη διάρρηξη της διαδικασίας ίσης πρόσβασης στην εκπαίδευση, με άμεση αύξηση ανισοτήτων μέσω της δυσκολίας πρόσβασης στην αγορά εργασίας, με αύξηση της ανειδίκευτης και κακοπληρωμένης απασχόλησης και φτωχοποίηση των πληθυσμών.
 
 
Η τέταρτη συνέπεια αφορά στη διάρρηξη της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας με επιστροφή στις αρχές των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών. Η εκπαίδευση θα απωλέσει τον ρόλο της ως ο κατεξοχήν θετικός μηχανισμός κοινωνικής αναρρίχησης. Άμεση συνέπεια αυτής της αντιστροφής διαδικασιών είναι η αλλαγή στη διαστρωμάτωση των πληθυσμών με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ήδη μετά την οικονομική κρίση έχουμε πολύ σοβαρές αλλαγές, αλλά αν αλλάξει ο συνολικός ρόλος της εκπαίδευσης ως μηχανισμός αλλαγής στρώματος από γενιά σε γενιά, τότε θα υπάρξει αποκοινωνικοποίηση και κοινωνική αποδιοργάνωση. Με απλά λόγια, σήμερα βρισκόμαστε στο πέρασμα από την τρίτη στην τέταρτη μεταπολεμική γενιά. Όμως ποτέ πλέον το παιδί του αγρότη που μεταπολεμικά σπούδασε και έγινε γιατρός, μηχανικός, δικηγόρος, του οποίου το παιδί με τη σειρά του σαν τρίτη γενιά πήγε στο εξωτερικό, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές και ανέβηκε στην επαγγελματική πυραμίδα, δεν θα μπορέσει σαν διαγενεακή ακολουθία να επαναλάβει αυτή τη διαδρομή. Ήδη αποτυπώνεται σήμερα το εργασιακό αδιέξοδο στους νέους.
 
 
Πέμπτη είναι η ενίσχυση ενός συστήματος έντονης κοινωνικής αδικίας και ελέγχου συγκεκριμένων συμφερόντων μέσω προνομιακής πρόσβασης σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις που θα προσλαμβάνουν τους απόφοιτους συγκεκριμένων ιδιωτικών ιδρυμάτων. Το φαινόμενο είναι γνωστό στο εξωτερικό, δεν θα αργήσει να εδραιωθεί και εδώ.
 
 
Μία ακόμη συνέπεια είναι ότι η παράκαμψη του άρθρου 16 αποτελεί το προοίμιο της κατάλυσης και άλλων σημαντικότατων κοινωνικών θεσμών. Σειρά έχουν αφενός η δευτεροβάθμια εκπαίδευση μέσω μιας διαδικασίας επιλογής καθηγητών, αφετέρου το δημόσιο νοσοκομείο που αποδείχτηκε ο μοναδικός στέρεος θεσμός υγειονομικής περίθαλψης μέσα στην πανδημία. Οι συγκεκριμένες αναφορές χρήζουν ιδιαίτερης ξεχωριστής ανάλυσης της καθεμίας σε μελλοντικά άρθρα.
 
 
Στην επόμενη θέση στις γενικές συνέπειες συγκαταλέγονται αυτές που οδηγούν σε σταδιακή διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής και αποβαίνουν εν τέλει κατά του δημόσιου συμφέροντος. Η κυβέρνηση με την παρούσα ρύθμιση θα γραφτεί στην ιστορία σαν εμβληματικός απορρυθμιστής και καταστροφέας της ελληνικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας που παρόλο που δέχτηκε επανωτά χτυπήματα την τελευταία δεκαπενταετία, δεν δέχεται την αντίστοιχη στήριξη και φροντίδα από καμία κυβέρνηση των τελευταίων ετών.
 
 
Ερημοποίηση και παρακμή για την περιφέρεια
 
 
Η εφαρμογή της ΕΒΕ κατάφερε μία τυφλή μείωση εισαγωγής φοιτητών στα περιφερειακά πανεπιστήμια, όχι με βάση τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, όπως γίνεται με μελέτες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά με βάση έναν αυθαίρετο μηχανισμό διακρίσεων. Το επιχείρημα που ακούγεται από τους υποστηρικτές της πρότασης γιατί η οικογένεια να πληρώνει μεγάλο κόστος σπουδών στην περιφέρεια λόγω υψηλών ενοικίων και διαβίωσης και να μην δίνει το αντίστοιχο ποσό σε δίδακτρα ενός ιδιωτικού πανεπιστημίου, ενισχύει την τάση για υπερσυγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα, τα οποία ήδη ασφυκτιούν και πάσχουν από ανεργία, αστεγότητα, κλπ. Καταστρέφει την περιφέρεια, κλείνει πανεπιστήμια και τμήματα πολύ υψηλού επιπέδου, αφαιρεί πόρους από την ήδη ταλαιπωρημένη και άοπλη ελληνική επαρχία, φτωχοποιεί τους εκεί πληθυσμούς και τους αναγκάζει να μετακινηθούν προς το κέντρο, με αποτέλεσμα και τη δική τους φτωχοποίηση. Αναρωτιέται κανείς γιατί η ελληνική τοπική κοινότητα να θέλει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστήμιων, αφού για αυτήν, για την οικονομία της, για τη συνοχή της, για την καθημερινή πάσης φύσεως δραστηριότητα εκεί, είναι καθαρή αυτοκτονία. Επιγραμματικά, οι απαντήσεις είναι προς άλλη κατεύθυνση. Την κατεύθυνση της άμεσης μείωσης του κόστους σπουδών στα περιφερειακά πανεπιστήμια μέσω της ενίσχυσης της πολιτείας της φοιτητικής στέγης και της ίδρυσης συνεταιριστικών τοπικών θεσμών ενίσχυσης των φοιτητών των περιφερειακών πανεπιστημίων, έτσι ώστε οι νέοι να παραμείνουν στον χώρο των σπουδών τους.
 
 
Δεν είναι προς το όφελος της πλειοψηφίας της κοινωνίας
 
 
Για όλους τους παραπάνω λόγους αποδεικνύουμε την εντελώς λάθος κατεύθυνση της θέσπισης των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Τα ρηχά και κοντόφθαλμα επιχειρήματα της άλλης πλευράς που συνειδητά αποκρύπτουν τις σοβαρότατες δραματικές συνέπειες στους έλληνες πολίτες έχουν έναν καθαρό στόχο: τη δημιουργία και την ικανοποίηση προνομιακής «εξέχουσας πελατείας» που περιμένει σαν τα κοράκια να αυξήσει τα κέρδη της μέσα από την επιχειρηματική μετατροπή του αγαθού της γνώσης. Ας κοιτάξουμε καθαρά που οδήγησε η απελευθέρωση της ενέργειας, των ειδών πρώτης ανάγκης διαβίωσης και ας φανταστούμε ένα τέτοιο αυριανό τοπίο στον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης των παιδιών μας. Το θέλουμε;
 
Η Δέσποινα Παπαδοπούλου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου.