Δεν γνωρίζω τι ακριβώς έχουν στο μυαλό τους αυτοί που τα λένε, ούτε πόσο κυριολεκτούν, αλλά και μόνο που ακούγεται η κουβέντα ότι πρέπει να συνηθίσουμε στα φέρετρα με τους νέους μας μέσα και τις σημαίες από πάνω, νομίζω ότι αρκεί για να δώσουμε προσοχή, για να συνειδητοποιήσουμε ότι αλλάζουμε εποχή και πηγαίνουμε σε ένα σκοτεινό και ίσως εφιαλτικό μέλλον, και πάντως για να αναπηδήσουμε από τη θέση μας ανήσυχοι.
Όχι διότι οι πόλεμοι σταμάτησαν ποτέ. Στην καλομαθημένη μόνο Ευρώπη είχαν σταματήσει, εκτός από την παροδική έξαρση στην πρώην Γιουγκοσλαβία και και τον πρόσφατο εφιάλτη που ζει η Ουκρανία. Στην Ασία και στην Αφρική δεν σταμάτησαν ποτέ. Απλώς η Ευρώπη διάβαζε γι’ αυτούς στις εφημερίδες, τους έβλεπε στις ειδήσεις στην τηλεόραση, κοντολογίς τους παρακολουθούσε απαθής σαν μια δεδομένη καθημερινότητα [ο μακαρίτης ο πατέρας μου έλεγε: εκατό βουρδουλίες στα πισινά του άλλου δεν είναι τίποτε, αλλά μισή στα δικά μας είναι μια τραγωδία] και κάποιοι λίγοι που δεν ήταν απαθείς έκαναν κάποια κηρύγματα συμπαράστασης και μετά προχωρούσαν πάρα πέρα. Όμως ακόμη και έτσι κυριάρχησε τα τελευταία 80 χρόνια και κυρίως τα τελευταία 35 η ψευδαίσθηση έστω ότι, μπορούσε να διαψευστεί η ρήση ότι, η προαιώνια και μέχρι τέλους των ημερών δεδομένη ανθρώπινη μοίρα είναι η αέναη διέλευση από μια κοιλάδα των δακρύων. Όλοι οι αρπακτικοί εγωισμοί, όλες οι δίψες κυριαρχίας, ματαιοδοξίας και παντοδυναμίας θα μπορούσαν ίσως να τιθασευθούν με διάφορους θεσμούς με τις επαφές των λαών μεταξύ τους και την επίτευξη της αδελφοσύνης μεταξύ τους.
Και τώρα παραδίνεται όλη η Ευρώπη ξανά για πρώτη φορά μετά από 80 χρόνια σε μια συντονισμένη και ραγδαία αυξανόμενη ρητορική της προετοιμασίας για πόλεμο. Είτε αυτό οφείλεται όντως στην απολύτως υπαρκτή για την ανατολική Ευρώπη απειλή του ρωσικού ιμπεριαλισμού, είτε χρησιμοποιείται η τελευταία ως πρόσχημα για να ικανοποιηθούν άλλα συμφέροντα και άλλες στρατηγικές, πρόκειται για μια πολύ επιπόλαια και επικίνδυνη ακροβασία. Διότι αυτή την φορά ο πόλεμος δεν θα φέρει μόνο νέα παιδιά στα φέρετρα. Κάτι το ούτως ή άλλως απολύτως φρικτό και απευκταίο, που δικαίως δεν το θέλουν όλοι οι λαοί -και όχι μόνο οι εις την τρυφήν διαβιούντες Ευρωπαίοι[όχι όλοι τους βέβαια] – και που δεν είναι κάτι που πρέπει να τους προσάπτεται ως ηθικό έλλειμμα, όπως επιχειρείται να γίνει. Αυτή την φορά ένας πόλεμος μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας μπορεί να φέρει την ανθρωπότητα όλη σε ένα φέρετρο και όσους επιζήσουν σε ένα πυρηνικό χειμώνα σε σημείο που θα μετανιώσουν που δεν πέθαναν και αυτοί, διότι θα είναι όλοι καρκινοπαθείς από την εκλυθείσα ραδιενέργεια και ο πλανήτης δεν θα είναι βιώσιμος.
Αυτά τα κηρύγματα που σαλπίζουν και ανασταίνουν ένα μιλιταρισμό τύπου Αρχαίας Σπάρτης ή Πρωσσίας, που [κακώς] είχαμε νομίσει ότι είχε μπει στον κάλαθο των αχρήστων της Ιστορίας και που ωραιοποιούν πίσω από παχειά λόγια “ηρωισμού”, “υποχρέωσης αυτοθυσίας” και “λεβεντιάς” τον όλεθρο, τον οποίο η ανθρωπότητα λόγω χρονικής απομάκρυνσης από τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους [καλύτερα τα δύο παγκόσμια σφαγεία και μακελειά] έχει λησμονήσει και απωθήσει, μπορεί να μετατραπούν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία, όπως έγινε το 1914 και μας περιγράφει τόσο παραστατικά αλλά και προειδοποιητικά ο Christopher Clark. Το 1914 καθόλου δεν αποκλείεται να επαναληφθεί με νέους όρους, αλλά εξ ίσου καταστροφικά, το 2029 ή και αργότερα αλλά ακόμη και νωρίτερα.
Εξ άλλου και πέραν αυτού, η τέτοιου τύπου ρητορική θα οδηγήσει τη νεολαία στην στρατιωτικοποίηση και στην εξοικείωση με την σκληρότητα και στην συμφιλίωση με την σκέψη ότι κάποιοι άλλοι άνθρωποι, κάποια άλλη ομάδα συνανθρώπων μας άλλης εθνότητας είναι εχθροί, τους οποίους είναι ηθικά θεμιτό να εξοντώσουμε με κάθε μέσο, διότι είναι η ενσάρκωση του κακού. Ή αυτοί ή εμείς. Μιλάμε για την συμφιλίωση με την απανθρωπιά και με την βαρβαρότητα. Θέλουμε νέους που θα εξοικειωθούν με την ιδέα ότι θα έχουν ως πρότυπο για τον εαυτό τους μια μορφή μυώδους και τυφλά υποταγμένου στην εξουσία ρόμποκοπ;
Λες και δεν γνωρίζουμε πόσο εύκολα όλοι μας [χωρίς σχεδόν καμία εξαίρεση] μπορεί να κατρακυλήσουμε στην πιο ακραία βαρβαρότητα. Και οι Γερμανοί της δεκαετίας του ’30 ήταν “πολιτισμένοι” άνθρωποι. Πήγαιναν σε όπερες και παρακολουθούσαν κοντσέρτα κλασικής μουσικής.
Κανείς δεν μπορούσε τότε να διανοηθεί ότι εκκολάπτονταν ανάμεσα τους ένας Josef Mengele. Και οι κάθε λογής Μengele βρίσκουν γόνιμο έδαφος για να αναπτύξουν τις δραστηριότητες τους στην διάρκεια των πολέμων.
Τα παθήματα αυτή τουλάχιστον την φορά θα έπρεπε να είχαν γίνει μαθήματα. Αλλά όπως φαίνεται ούτε τώρα έγιναν.