Όσοι κι όσες είχαν την υπομονή αλλά και τα κατάλληλα ψυχικά αποθέματα για να παρακολουθήσουν τη μαγνητοσκοπημένη συνέντευξη του Κ. Μητσοτάκη στον Σταύρο Θεοδωράκη, με αφορμή την τραγωδία στα Τέμπη, μάλλον αγανάκτησαν και εξοργίστηκαν ακόμα περισσότερο. Γιατί ο «ατσαλάκωτος» και κατάλληλα φωτισμένος πρωθυπουργός, με τη συμβολή δεκάδων καμερών, επικοινωνιολόγων και υποβολέων, επιχείρησε να διαχειριστεί επικοινωνιακά, με πολύ κυνισμό και ελάχιστη ενσυναίσθηση μια τραγωδία που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 57 ανθρώπων, στην πλειοψηφία τους νέων, διαχέοντας τις ευθύνες παντού, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τις αποσείσει από πάνω του.
Εκεί που θα περίμενε κανείς να ακούσει έστω και μια υποκριτική συγνώμη, για τα μάτια του κόσμου, άκουσε ξανά έναν Κ. Μητσοτάκη να επιτίθεται στις «συντεχνίες» και στο κακό Δημόσιο, να ζητά από τους τραυματίες «να βάλουν πλάτη», να μιλά για χιλιοστή φορά για το (δήθεν) επιτελικό και (δήθεν) ψηφιακό κράτος που (δήθεν) έχει ως στόχο του. Ακόμα και για την αναθεώρηση του άρθρου 16 μίλησε, λες και, μπροστά στην ανείπωτη τραγωδία, την απαξίωση των δημόσιων υποδομών, την κατάργηση κάθε ασφαλιστικής δικλείδας στις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες, αυτό που περιμένουν οι πολίτες είναι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Άλλη μια συνέντευξη, δηλαδή, που υποτίμησε τη νοημοσύνη του ελληνικού λαού, ή τουλάχιστον όσων-ελάχιστων- άντεξαν να τη δουν.
Όμως ο λαός έχει και νου και γνώση. Και ξέρει, από τα ελάχιστα μέσα που επιτελούν το λειτούργημα της αντικειμενικής ενημέρωσης, κι όχι τη δουλειά του γραφείου δημοσίων σχέσεων της ΝΔ, ότι, ο άνθρωπος που μας λέει να του «βάλουμε πλάτη», ηγείται ενός υπουργικού συμβουλίου που έχει δάνεια 11,4 εκατομμύρια ευρώ. Ότι ο ίδιος έχει δάνεια 1,3 εκατομμύρια, ενώ η ΝΔ χρωστάει 350 εκατομμύρια, δανεικά κι αγύριστα. Τη στιγμή που η πλειοψηφία των εργαζομένων δεν μπορεί να βγάλει το μήνα, με το μισθό να τελειώνει τη δεύτερη βδομάδα, που όσοι κι όσες είχαν πάρει κάποτε ένα στεγαστικό δάνειο, ζουν υπό την απειλή της κατάσχεσης και του πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας τους ή της επαγγελματικής τους στέγης, από funds στα οποία εμπλέκονται διάφοροι Πάτσηδες, ή δικηγόροι-βουλευτές του, όπως ο κ. Καππάτος. Για να μη μιλήσουμε και για τα «ρυθμισμένα» δάνεια του υφυπουργού Παπαθανασίου.
Γιατί από τον Ιούλιο του 2019, έχουμε μια κυβέρνηση που λειτουργεί ως ντίλερ επιχειρηματικών συμφερόντων. Μια κυβέρνηση που εχθρεύεται οτιδήποτε δημόσιο, που θεωρεί ότι το κοινωνικό κράτος είναι δευτερεύουσας σημασίας. Που φτωχοποιεί τους πολίτες, ενώ κάνει πλουσιότερους τους ισχυρούς και τους ημετέρους της, με απευθείας αναθέσεις, χαριστικές ρυθμίσεις, αστρονομικούς μισθούς στα golden boys.
Η τραγωδία των Τεμπών ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Γιατί δεν ήταν φυσικά, ούτε «κεραυνός εν αιθρία», ούτε αποτέλεσμα απλώς ενός «ανθρώπινου λάθους», ενός σταθμάρχη που βρέθηκε μάλιστα στη θέση του, μέσω μιας αδιαφανούς μετάταξης. Ο λαϊκός παράγοντας, και ιδιαίτερα η νεολαία, βγήκε στο προσκήνιο, αγανακτισμένος και οργισμένος, όχι μόνο από τον αδόκητο χαμό 57 συνανθρώπων μας, αλλά και από τα συσσωρευμένα προβλήματα μιας αβίωτης καθημερινότητας. Από την ακρίβεια και την κερδοσκοπία, από την εκτόξευση της τιμής των ενοικίων, από τη διαρκή καταστροφή του περιβάλλοντος και των δημόσιων χώρων, από την απαξίωση της ίδιας τους της ζωής. Από τον φόβο για ένα μέλλον χωρίς προοπτική, και χωρίς ελπίδες καλυτέρευσης, όσο διαρκεί η παραμονή της ΝΔ στην εξουσία.
Ο φόβος πρέπει να δώσει τη θέση του στην ελπίδα και την ασφάλεια. Μια ασφάλεια με κοινωνικό πρόσημο και κοινωνική στόχευση. Που δεν έχει να κάνει με την πρόσληψη περισσότερων αστυνομικών, αλλά που πρέπει να στοχεύει στην εξασφάλιση μιας καλύτερης ζωής, μιας καλύτερης καθημερινότητας για όλους και όλες. Γιατί ασφάλεια, σημαίνει να υπάρχουν ασφαλείς και ποιοτικές συγκοινωνίες, ειδικά για τον λαό. Ασφάλεια σημαίνει, να γνωρίζει κάποιος, ότι αν αρρωστήσει, θα έχει δημόσια και ποιοτική περίθαλψη και νοσηλεία σε δημόσια νοσοκομεία. Σημαίνει να ξέρει ότι δεν θα χάσει το σπίτι του, από αδίστακτα funds, ότι θα έχει μια δουλειά κι ένα μισθό που θα του επιτρέπει να ζει με αξιοπρέπεια.
Μόνο μια αριστερή, προοδευτική κυβέρνηση, με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, μπορεί να πραγματοποιήσει όλα τα παραπάνω. Γιατί θα είναι μια κυβέρνηση που θα βασίζεται στο τρίπτυχο μείωση των ανισοτήτων- ενίσχυση του δημόσιου τομέα- υπεράσπιση της Δημοκρατίας. Γιατί θα έχει στο επίκεντρό της τις ανάγκες και τις έγνοιες του κόσμου της εργασίας, της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, κι όχι την εξυπηρέτηση σκοτεινών και ιδιοτελών συμφερόντων, ούτε την ενίσχυση και τον πλουτισμό των λίγων και ισχυρών.
Το δίλημμα της 21 Μαΐου είναι κοινωνική Δικαιοσύνη, ζωή με αξιοπρέπεια κι ελπίδα, ή συνέχιση της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας, αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων, ρουσφέτια και υποκλοπές, φτωχοποίηση και κοινωνική ανασφάλεια. Θα είναι μια σκληρή μάχη, αλλά ο λαός και ειδικά η νεολαία, θα πει ένα βροντερό «ως εδώ» στη χειρότερη κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών. Το έχουν ήδη καταλάβει.
Ο Χρήστος Φωτιάδης είναι υποψήφιος βουλευτής Α’ Πειραιά και Νήσων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Documento