Ο συναγωνισμός για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μεταξύ των 4 συνυποψηφίων δεν μπορεί να αφήσει έξω από τη συζήτηση τα διακυβεύματα μιας νέας πορείας ανασύνταξης του κόμματος, η οποία μάλιστα φιλοδοξεί να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ξανά πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία και, κατά συνέπεια, η εναλλακτική κυβερνητική πρόταση απέναντι στη νεοσυντηρητική και νεοφιλελεύθερη ΝΔ. Από αυτή τη σκοπιά, είναι επιβεβλημένη η διαπίστωση τι πήγε λάθος την προηγούμενη περίοδο. Βλέπετε οι εκλογές είναι μια φωτογραφία της στιγμής, τα αποτελέσματα όμως διαμορφώθηκαν μια προηγούμενη περίοδο, πριν επαληθευτούν στην κάλπη.
Με αυτή την έννοια είναι επιφανειακό και παραπλανητικό να αποδίδεται η ήττα στην προεκλογική καμπάνια ή στις παραφωνίες στελεχών. Πόσο μάλλον να αποδίδεται ή ήττα στο ότι οι οργανώσεις του κόμματος δεν υποδέχθηκαν θερμά τους ανθρώπους που προσήλθαν στις κάλπες για την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα στην προεδρία του κόμματος.
Η απουσία κοινωνικής γείωσης είναι υπαρκτό διαχρονικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, μιλάμε για τη συμμετοχή και την παρέμβαση στα συνδικάτα, την αυτοδιοίκηση, τα επιμελητήρια. Σε αυτά να προσθέσουμε τα κινήματα, τα μεγάλα, όπως το me too, των καλλιτεχνών αλλά και εκείνα απέναντι στην καταστολή. Όπως και τα μικρά τοπικά κινήματα, που κινητοποιούν τις κοινότητες, όπως για τα περιβαλλοντικά, την τοπική παραγωγή, τον λαϊκό πολιτισμό, την ελεύθερη πρόσβαση στις παραλίες. Μόνο που το πρόβλημα δεν λύνεται με μεταγραφές, ούτε με δάνεια. Απαιτείται δουλειά μυρμηγκιού από τις οργανώσεις και ετοιμότητα. Και τα δύο προϋποθέτουν σεβασμό στη βούληση των ανθρώπων που συμμετέχουν.
Η ιδεολογία, η θεωρητική παραγωγή, η στρατηγική
Τα παραπάνω δεν μπορούν να κρύψουν την φτωχή ιδεολογική και θεωρητική παραγωγή του χώρου μας – μιλάμε για χώρο και όχι για το κόμμα αποκλειστικά, αφού η θεωρητική παραγωγή δεν είναι αποκλειστική ευθύνη της ΠΓ ή κάποιων Τμημάτων της ΚΕ, αλλά είναι η ταυτόχρονη συνομιλία μας και η εμπλοκή ανθρώπων εκτός, οι οποίοι παράγουν νέες ιδέες και με τους οποίους μοιραζόμαστε τις ίδιες ιδεολογικές συντεταγμένες.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με θέματα που άπτονται της στρατηγικής του κόμματος.
Δεν μπορείς να κάνεις πολιτική στο εθνικό πεδίο αγνοώντας, ή μη συνυπολογίζοντας, τις αλλαγές και τις μετατοπίσεις στη διεθνή σκακιέρα, ιδιαιτέρως στην Ευρώπη. Η από-παγκοσμιοποίηση και οι εθνικοί ανταγωνισμοί δεν μπορεί παρά να διαβαστούν μέσα από το πρίσμα της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής μάχης για την ηγεμονία, ταυτόχρονα με την ανάγνωση ενός πολυπολικού κόσμου όπου οι περιφερειακές δυνάμεις αναζητούν ρόλους εκτός του νέου διπολικού συστήματος, εκτός των ανταγωνισμών των ΗΠΑ με την Κίνα. Με αυτή την έννοια, η αντιμετώπιση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που διασχίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελούν μέρος της στρατηγικής για το εθνικό επίπεδο. Χαρακτηριστικά, τα μνημόνια και οι πολιτικές λιτότητας που επανέρχονται μετά το «διάλειμμα» της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Όπως και το ράλι ανόδου των επιτοκίων δανεισμού – με ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – το οποίο στοχεύει τον πληθωρισμό, με συνέπεια την ύφεση, και την ίδια στιγμή αδιαφορεί για τον πληθωρισμό της «απληστίας».
Κεντρική διάσταση στην προσέγγισή μας για την παγκόσμια σφαίρα, η κλιματική κρίση, οι πολιτικές και τα συμφέροντα που συγκρούονται με αντίτιμο την καταστροφή του πλανήτη. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Α. Γκουντιέρες προειδοποιεί «τελείωσε η εποχή της υπερθέρμανσης, είμαστε στην εποχή του βρασμού». Η προειδοποίηση βιώνεται δραματικά στον παρόντα χρόνο στην Μεσόγειο και την Νότια Ευρώπη, ταυτόχρονα με τον Καναδά, τις ΗΠΑ, την Λατινική Αμερική. Οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής πλέον μετεωρίζονται στο κενό, οι θεωρίες συνωμοσίας έρχονται απέναντι στα βιωμένα αισθήματα από τις φωτιές τις πλημμύρες, τα ακραία φυσικά φαινόμενα.
Από την άλλη, η ενεργειακή κρίση λειτουργεί ως άλλοθι προκειμένου να αθετηθούν οι χρόνοι της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Η πράσινη μετάβαση είναι επίσης το πεδίο που συγκρούονται τα συμφέροντα της βαριάς βιομηχανίας των ΑΠΕ, με παράπλευρη απώλεια τα τοπικά οικοσυστήματα, για τα οποία αδιαφορούν. Τα περισσότερα μάλιστα πρότζεκτ χρηματοδοτούνται αδρά από κρατικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει η παραμικρή μέριμνα για τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στο σχεδιασμό και την διάχυση της ωφέλειας στις κοινότητες. Οι ενεργειακές κοινότητες που είναι το εναλλακτικό παράδειγμα αφήνονται στην τύχη τους.
Παρόμοια η εικόνα στον ψηφιακό μετασχηματισμό και την τεχνητή νοημοσύνη
Ένας νέος ψηφιακός καπιταλισμός ξημερώνει. Νέοι κρατικοί ανταγωνισμοί αναδύονται με έπαθλο την ψηφιακή υπεροχή, ενώ πόλεμος διεξάγεται μεταξύ των μεγάλων επιχειρήσεων της τεχνολογίας με υποβολείς τις κυβερνήσεις. Νέες ανισότητες επιβάλλονται, με εργαλεία την ψηφιοποίηση της οικονομίας και τις πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου. Η «αμαζονοποίηση» του λιανικού εμπορίου κερδίζει συνεχώς έδαφος, εξορίζοντας τις μικρές επιχειρήσεις του κλάδου σε περιοχές όπου η ψηφιοποίηση δεν έχει πρόσβαση. Την ίδια στιγμή, ο κόσμος της εργασίας γίνεται περισσότερο ευάλωτος, περισσότερο ανασφαλής από ποτέ, και οι κοινωνίες απειλούνται από ένα καθεστώς επιτήρησης, από τον αόρατο «μεγάλο αδελφό». Το μέλλον μας επιφυλάσσει ένα νέο εικονικό κόσμο με πιο ατροφικές κοινωνικές σχέσεις, έναν αφιλόξενο κόσμο. Εκτός εάν εργαστούμε ώστε να επιβάλουμε ρυθμιστικό πλαίσιο και δικλείδες ασφαλείας των προσωπικών δεδομένων. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, ένα παρεμβατικό κράτος και όχι ένα κράτος θεατή και υποβολέα των επιχειρηματικών ανταγωνισμών και της ανεξέλεγκτης δράσης των μυστικών υπηρεσιών.
Η απουσία της μεγάλης εικόνας, η απουσία στρατηγικής για την Ευρώπη και τον κόσμο, κάνει αναξιόπιστη την αφήγησή μας για την εσωτερική πολιτική σκηνή, ιδιαίτερα όταν δεν μιλάς για τους «νικητές» και τους ηττημένους της αγοράς και του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.
Το πολιτικό σχέδιο σε μια πορεία ανασύνταξης, οφείλει να αναδείξει τον διπολισμό της ελληνικής κοινωνίας: ότι δηλαδή δεν συντάσσεται απλώς μια ολιγάριθμη ελίτ με τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη – στοιχεία δείχνουν, για παράδειγμα, ότι είναι πάνω από 5000 οι επιχειρήσεις που ευημερούν εξαιτίας των απευθείας αναθέσεων – και από την άλλη η συντριπτική πλειοψηφία που μπορεί να συνταχθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτή τη σκοπιά, είναι χρήσιμο να κατανοούμε και να αναδεικνύουμε ποιο είναι το κοινωνικό μπλοκ που στηρίζει το νεοφιλελευθερισμό. Και από την άλλη, ποια κοινωνική συμμαχία μπορεί να στηρίξει την εναλλαγή με μια προοδευτική κυβέρνηση.
Στη δική μας ανάλυση, θα έπρεπε το προοδευτικό στρατόπεδο να ξεκινά με τον κόσμο της εργασίας, η οποία συμμαχεί με τα μικρομεσαία στρώματα τα οποία διαρκώς χάνουν εισοδήματα και δικαιώματα. Μια κοινωνική συμμαχία, δηλαδή, για την εναλλαγή και τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, εμφανίζεται ο επίσημος λόγος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να ακροβατεί μεταξύ της μεσαίας τάξης και των λαϊκών αιτημάτων της αναδιανομής και της κοινωνικής προστασίας, με συνέπεια να δημιουργούνται χαλαρές σχέσεις με εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που στο πρόσφατο παρελθόν ήταν το συγκριτικό του πλεονέκτημα
Η διεκδίκηση της ηγεμονίας
Η μάχη της ηγεμονίας δεν παίζεται αποκλειστικά στο πεδίο του κοινωνικού ζητήματος – παρ’ όλο που έχει πρωτεύουσα θέση – αλλά και στις πεποιθήσεις του κοινωνικού σώματος.
Στις πεποιθήσεις και τους φόβους της μισθωτής εργασίας, πόσο μάλλον των μικρομεσαίων.
Εδώ δεν μπορούμε να αγνοούμε την ιδεολογία, ιδιαίτερα την ιδεολογία της καθημερινότητας, η οποία είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα της ακροδεξιάς σε όλο τον κόσμο: απλοϊκές απαντήσεις σε πολύπλοκα κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα. Με επιστροφή στις παλιές και παρωχημένες αξίες και με διαχείριση υπαρκτών φόβων. Ο φόβος της παγκοσμιοποίησης, οι φόβοι της ετερότητας, ο φόβος του μετανάστη και του πρόσφυγα, η απόρριψη της διαφορετικότητας, η νοσταλγία του «παλιού κόσμου». ».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχτισε την εκλογική του επιρροή όχι μόνο με την ενσωμάτωση της ακροδεξιάς στην δεξιά «πολυκατοικία», αλλά επενδύοντας στον εθνικισμό, το ρατσισμό, τον θρησκευτικό φανατισμό και στην μισαλλοδοξία. Την ίδια ακριβώς συνταγή ακολουθεί η ΝΔ και στη δεύτερη κυβερνητική της θητεία, η συνταγή δεν αλλάζει: ιδιωτικοποιήσεις, συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και ασυλία στους μηχανισμούς των υπερκερδών. Χωρίς την ευχέρεια που είχε στον προηγούμενο εκλογικό κύκλο η χαλάρωση των κριτηρίων του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο επανέρχεται.
Υπαρκτά προβλήματα που πληγώνουν το κοινωνικό σώμα – βιασμοί, βασανισμοί ανηλίκων, μαστροπεία, οικογενειακή βία, γυναικοκτονίες, οπαδική βία, την τοιχογραφία της φρίκης, δηλαδή – η κυβέρνηση τα διαχειρίζεται πουλώντας προστασία, αυστηρότητα και ποινικό λαϊκισμό.
Όλα μαζί συμποσούνται στο επίπεδο του κράτους δια μέσου του δόγματος του Νόμου και της Τάξης. Ποινικός λαϊκισμός, κατάργηση δημοκρατικών εγγυήσεων, αστυνομία παντού, ασύδοτη χωρίς όρια και δημοκρατικό έλεγχο.
Η διεκδίκηση της ηγεμονίας είναι αδύνατη χωρίς ένα σχέδιο μετασχηματισμού του υπάρχοντος, χωρίς δηλαδή την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας, ταυτόχρονα με τα στρατηγικά διλήμματα και με τη βαθιά μεταρρύθμιση του κράτους.
Χριστόφορος Παπαδόπουλος – Ευκλείδης Τσακαλώτος