Δύο χρόνια μετά την κατάπτυστη απόφαση με την οποία καταργήθηκε το ομοσπονδιακό δικαίωμα στην άμβλωση και πέρασε ως δικαιοδοσία στις Πολιτείες, το κομβικό αυτό ζήτημα συζητιέται ξανά στο ίδιο μέρος, αυτή τη φορά ειδικά όσον αφορά στα χάπια άμβλωσης που πλέον αποτελούν την πιο διαδεδομένη πρακτική.
Η άμβλωση φτάνει ξανά στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, πριν καν συμπληρωθούν δύο χρόνια από την απόφαση Ντομπς με την οποία το καλοκαίρι του 2022 καταργήθηκε το ομοσπονδιακό δικαίωμα στην άμβλωση ανάγοντάς το σε πολιτειακή υπόθεση. Αυτή τη φορά στο στόχαστρο των υπερσυντηρητικών ομάδων και ιατρικών ενώσεων βρέθηκε η μιφεπριστόνη, το χάπι της άμβλωσης που εύκολα διατίθεται και μέσω τηλεϊατρικής ή ταχυδρομικών αποστολών.
Ο λόγος είναι απλός. Παρότι έπειτα από αυτήν την απόφαση η διακοπή της κύησης απαγορεύεται πλέον σε 14 Πολιτείες και περιορίζεται δραστικά σε αρκετές ακόμη, οι αμβλώσεις έχουν αυξηθεί αισθητά. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Guttmacher, το 2023 έγιναν περισσότερες από ένα εκατομμύριο (ο μεγαλύτερος αριθμός εδώ και μια δεκαετία) στις ΗΠΑ, σημειώνοντας αύξηση 10% σε σχέση με το 2020. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στις Πολιτείες που γειτονεύουν με εκείνες που την έχουν απαγορεύσει: στο Ιλινόις 72%, στη Βιρτζίνια 76% και στο Νέο Μεξικό 257%.
Και αυτό που περισσότερο έχει συμβάλει στην αύξηση των αμβλώσεων είναι η πρόσβαση σε χάπια άμβλωσης: η φαρμακευτική άμβλωση με μιφεπριστόνη εκπροσωπούσε το 63% του συνόλου των αμβλώσεων που έγιναν το 2023, από 45% που αναλογούσε το 2019. Τα χάπια αυτά είναι πολύ πιο φτηνά από μια επέμβαση, είναι εύκολα προσβάσιμα οπουδήποτε κι αν διαμένει μια γυναίκα, μπορεί να συνταγογραφηθούν και μέσω υπηρεσιών τηλεϊατρικής ή να αποσταλούν ταχυδρομικά από εθελοντές και δίκτυα υπέρ των αμβλώσεων και είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, όταν και γίνεται το 93% των αμβλώσεων.
Η αύξηση της χρήσης των χαπιών άμβλωσης οδήγησε ομάδες «υπέρ της ζωής», όπως την ιατρική ένωση κατά των αμβλώσεων Συμμαχία για την Ιπποκράτεια Ιατρική (ΑΗΜ), να προσφύγουν στη δικαιοσύνη καταγγέλλοντας την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων FDA για την ελαστικοποίηση της χορήγησης και διανομής της μιφεπριστόνης που υιοθέτησε το 2016 και το 2021 και ζητώντας την κατάργηση αυτών των «διευκολύνσεων» με την απαγόρευση της ψηφιακής συνταγογράφησης ή της ταχυδρομικής αποστολή της.
Η υπόθεση, που ξεκίνησε λίγους μήνες μετά την απόφαση Ντομπς με αίτημα την απόσυρση του χαπιού από την αγορά, έφτασε στις 26 Μαρτίου στο Ανώτατο Δικαστήριο όπου μια πλειοψηφία των δικαστών του (οι ίδιοι υπερσυντηρητικοί που κατάργησαν το δικαίωμα της άμβλωσης σε ομοσπονδιακό επίπεδο) φάνηκε άκρως επιφυλακτική με τις αιτιάσεις αυτών των ομάδων.
Οι ενάγουσες οργανώσεις επιμένουν πως πρόκειται για «επικίνδυνη» ουσία που προσφέρεται «ανεξέλεγκτα» και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, όπως ακατάσχετη αιμορραγία, μολύνσεις ή μη αποκόλληση ολόκληρου του εμβρύου οδηγώντας στην ανάγκη και μιας χειρουργικής επέμβασης. Αποψη που έχει καταρριφθεί από πληθώρα ερευνών, στις οποίες παρέπεμψαν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, τονίζοντας πως εδώ και 25 χρόνια τα χάπια της άμβλωσης έχουν χρησιμοποιηθεί σε περισσότερες από 5 εκατομμύρια γυναίκες και έχει αποδειχθεί πως είναι ασφαλή και αποτελεσματικά, ενώ σοβαρές παρενέργειες σημειώνονται σε λιγότερο από το 1% των περιπτώσεων.
Αυτό που επιπλέον φαίνεται πως αμφισβήτησε η πλειοψηφία των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου είναι αν αυτές οι ομάδες κατά των αμβλώσεων δικαιούνται να αμφισβητήσουν τις σχετικές αποφάσεις της FDA, με την επίκληση μάλιστα της «ηθικής βλάβης» που μπορεί να υφίστανται οι ενάγοντες ιατροί αν το χάπι παραμείνει ευρέως προσιτό, όπως υποστήριξε η Κριστίνα Φράνσις, επικεφαλής της Αμερικανικής Ενωσης Γυναικολόγων – Μαιευτήρων Υπέρ της Ζωής.
«Η FDA με υποχρεώνει να είναι συνένοχος σε μια πράξη για την οποία έχω αντιρρήσεις συνείδησης» δήλωσε η Φράνσις αναφέροντας πως τα τελευταία δύο χρόνια έχει περιθάλψει 4 ή 5 γυναίκες που αντιμετώπισαν παρενέργειες στα επείγοντα των νοσοκομείων». Κάτι που «μπορεί να προκαλέσει ψυχική, συναισθηματική και πνευματική δυσφορία στους ιατρούς, ή να υποστούμε τεράστια πίεση και στρες αναγκαζόμενοι να επιλέξουμε ανάμεσα στη συνείδησή μας και τις επαγγελματικές μας υποχρεώσεις».
Τοποθετούμενη εκ μέρους της κυβέρνησης η αντεισαγγελέας Ελίζαμπεθ Πρίλογκαρ τόνισε πως οι ενάγοντες δεν έχουν φέρει καμία πειστική απόδειξη που να στοιχειοθετεί «πραγματική βλάβη». Θύμισε πως κανένας ιατρός κατά των αμβλώσεων δεν υποχρεώνεται να συνταγογραφήσει αυτά τα χάπια ούτε να περιθάλψει γυναίκες που έχουν κάνει έκτρωση και πως Πολιτείες και νοσοκομεία έχουν υιοθετήσει μέτρα προστασίας των αντιρρησιών συνείδησης που επιτρέπουν σε ιατρούς και άλλο ιατρικό προσωπικό να αποφεύγουν τη «βλάβη» που επικαλούνται με την αγωγή τους. «Αλλά κανένας τους δεν επικαλέστηκε ποτέ αντίρρηση συνείδησης ακόμη κι όταν είχαν να αντιμετωπίσουν τέτοιες περιπτώσεις». Ενώ πρόσθεσε πως πίεση και στρες είναι εγγενείς στη δουλειά των ιατρών και πως «απλώς το να είναι παρόντες σε μία περίπτωση όπου κάποιος χρειάζεται περίθαλψη στα επείγοντα δεν συνιστά βλάβη για έναν ιατρό που επέλεξε ως υποχρέωση τη θεραπεία ασθενών».
Από την πλευρά της η Danco Laboratories, παρασκευάστρια της μιφεπριστόνης, προειδοποίησε πως αν το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώσει αυτές τις οργανώσεις, θα ανοίξει την πόρτα για σωρεία προσφυγών από οποιονδήποτε ιατρό δεν του αρέσει κάποιο φάρμακο ή κανονισμός.
«Μοιάζει με μια πολύ γενική αντίρρηση σε μια δημόσια πολιτική» έλεγε στους New York Times η καθηγήτρια Νομικής του Πανεπιστημίου του Τέξας Ελίζαμπεθ Σέπερ, εν αναμονή της απόφασης που προβλέπεται να ανακοινωθεί τον Ιούνιο. «Υπάρχουν πολλά πράγματα που κάνει η κυβέρνηση και παραβιάζει καθενός τη συνείδηση. Μπορεί να σκεφτόμαστε (π.χ.) ότι δεν θέλουμε να είμαστε σε μια Πολιτεία που εφαρμόζει τη θανατική ποινή. Αλλά το νομικό μας σύστημα δεν μας επιτρέπει να πάμε σε ένα δικαστήριο λέγοντας πως εμείς θα σταματήσουμε αυτή τη δημόσια πολιτική επειδή παραβιάζει τη συνείδησή μας».
Χριστίνα Πάντζου