Macro

Χριστίνα Πάντζου: Η φασιστική Ακροδεξιά ήρθε για να μείνει

Οι 58 εκατομμύρια ψήφοι που πήρε ο Μπολσονάρο στις εκλογές αλλά και η ευκολία με την οποία οι οπαδοί του έκαναν επίθεση στη δημοκρατία δεν αφήνουν περιθώρια για αυταπάτες: ο μπολσοναρισμός είναι πλέον μεγαλύτερος κι από τον ίδιο τον πρώην πρόεδρο και έχει άρρηκτα ερείσματα στους αγροτοβιομηχάνους, στις Ενοπλες Δυνάμεις, στους ευαγγελικούς, αλλά και αλλού.
 
«Η Βραζιλία έγινε εργαστήρι ενός “διαφημιστικού” τύπου πολιτικού σχεδίου, που εξ αρχής συνδέθηκε με τις ΗΠΑ με επικεφαλής τον Τραμπ και τον Στιβ Μπάνον… Μια δημοκρατία κενή ουσίας προς όφελος του πολιτικού μάρκετινγκ και μιας συμμαχίας ανάμεσα στον παραδοσιακό φασισμό και τον νεοφιλελευθερισμό… Χρησιμοποιεί συστηματικά μια στρατηγική σοκ και την απειλή κατά της δημοκρατίας. Προωθεί μια αγορά μίσους: η έξαρση πωλείται ως προϊόν για την απόκτηση κερδών. Κι αυτό το δραματικό γεγονός [η επίθεση κατά του Κογκρέσου, του Προεδρικού Μεγάρου και του Ανώτατου Δικαστηρίου] θα έπρεπε να εκληφθεί ως μια προειδοποίηση για το μέλλον…».
 
Εξόριστη από το 2018 και θύμα διώξεων από τον Μπολσονάρο, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Paris-8 και συγγραφέας του βιβλίου «Πώς να συνομιλήσεις με έναν φασίστα», η φιλόσοφος Μάρσια Τιμπούρι, σε συνέντευξή της στην Libération εξηγούσε πώς ο μπολσοναρισμός δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο, αλλά ένα πολιτικό σχέδιο που έχει αποκτήσει βαθιές ρίζες στη Βραζιλία.
 
Γι’ αυτό ακριβώς είναι τεράστιο λάθος να υποτιμά κανείς τη δύναμη πειθούς και τη διείσδυση που έχει ο μπολσοναρισμός στην πολιτική, τις δυνάμεις ασφαλείας, τους θεσμούς, αλλά και την κοινωνία και τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό στον δρόμο προς την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας στη Βραζιλία.
 
Αυτό που κατάφερε να κάνει ο μπολσοναρισμός είναι να βγάλει την Ακροδεξιά από το ντουλάπι και να τη βάλει απενοχοποιημένα στην κεντρική πολιτική σκηνή και τους δρόμους, γράφει ο αναλυτής Μπερνάρντο Ρικουπέρο στον ιστότοπο alai.info. «Διαμόρφωσε ένα αντιδραστικό κοινό αίσθημα… ταυτίζοντας όλη την περίοδο της δημοκρατίας ώς την Αριστερά. Αυτή η φαντασιακή Αριστερά ήταν το Σύστημα ενάντια στο οποίο κινητοποιούνταν και κινητοποιούνται οι μπολσοναριστές. Και για να στηρίξουν αυτό το σχέδιο χρειάζονταν -και δεν δυσκολεύτηκαν να πετύχουν- μια συμμαχία που πολλοί αποκαλούν «αγροτοβιομηχανικό-στρατιωτικό-ευαγγελικό μπλοκ και να ταυτιστούν μαζί του σημαντικές ομάδες της κοινωνίας».
Η εκλογική βάση
 
58 εκατομμύρια ψήφους κέρδισε ο μπολσοναρισμός, σχεδόν τις μισές του δεύτερου γύρου των εκλογών το 2022. Αυτή η μισή Βραζιλία περιλαμβάνει όχι μόνο μέρος των δυνάμεων ασφαλείας (όπως έγινε καταφανές στις επιθέσεις της περασμένης Κυριακής), αλλά και σημαντικές τοπικές ομάδες εξουσίας, ευαγγελικές εκκλησίες και ένα τμήμα της αγροτοβιομηχανίας, έχοντας επικρατήσει στις Πολιτείες του εσωτερικού, στο αποκαλούμενο interiorizão. Κι αυτό μεταφράζεται και σε πολιτική ισχύ, όπως σημειώνει η οικονομολόγος Καμίλα Βιλιάρντ: το αποκαλούμενο Αγροτοκοινοβουλευτικό Μέτωπο (FPA, ένα πανίσχυρο λόμπι της αγροτοβιομηχανίας που εκπροσωπεί το 25% του ΑΕΠ της χώρας και ευνοήθηκε σκανδαλωδώς από τον Μπολσονάρο) ελέγχει το 46% των εδρών στη Βουλή και το 48% στη Γερουσία. Κι όπως αποκαλύπτει η ερευνήτρια, 33 από τους 50 μεγαλύτερους «χορηγούς» του πρώην προέδρου ανήκουν σε αυτό τον τομέα. Το ίδιο ισχύει και για πολλούς από τους περισσότερους από 100 επιχειρηματίες που σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Φλάβιο Ντίνο έχουν εντοπιστεί έως τώρα ως χρηματοδότες αυτής της απόπειρας πραξικοπήματος.
 
Στη νεοφασιστική ιδεολογία του μπολσοναρισμού υπάρχει επιπλέον και μια συνιστώσα μυστικιστικο-θρησκευτική, γράφει ο δημοσιογράφος Κάρλος Βέιγα στην εφημερίδα Página12. «Βυθισμένοι στην κοσμοαντίληψή τους για τον κόσμο, φανατισμένοι, μιλούν για έναν Ιερό Πόλεμο πρόθυμοι για τα πάντα και σκορπούν μίσος παρακινούμενοι από μισαλλόδοξους πάστορες. Ενα πλαίσιο που ταιριάζει με τον όρο “Χριστο-φασισμός” που υιοθέτησε η Γερμανίδα θεολόγος Ντόροτι Ζέλε έχοντας δούλεψε επί χρόνια στη Βραζιλία».
 
Εγινε πασιφανές αυτές τις ημέρες όταν από άμβωνος και μέσα από τα κανάλια τους στο Youtube (με δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες ακολούθους), πάστορες καλούσαν τους πιστούς «πάρτε τα όπλα για να αμυνθείτε» και να σπεύσουν στην Μπραζίλια γιατί «Αγωνίσου τώρα και γίνε μέρος της Ιστορίας» ή προσεύχονταν «Ελάτε όλοι οι Αγγελοι, οι Γαβριήλ και Ραφαήλ, ενωθείτε με τον λαό του Θεού, με τον λαό που δεν αρνείται την πατρίδα και την πίστη! Πάμε στον πόλεμο».
 
«Μπορούμε να πούμε πως η θρησκευτική ρητορική λειτούργησε σαν ιδεολογικός μοχλός των βίαιων γεγονότων που διαδραματίστηκαν στην Μπραζίλια, γιατί κινητοποιεί ηθικές κατευθυντήριες γραμμές, τον συντηρητισμό της βραζιλιάνικης κοινωνίας», έλεγε η συντονίστρια του Μετώπου Ευαγγελικών για το Κράτος Δικαίου Νίλζα Βαλέρια μιλώντας στην πλατφόρμα ερευνητικής δημοσιογραφίας Agência Pública.
Οι κίνδυνοι είναι και μπροστά
 
«Ψέματα και μισές αλήθειες, ψευδοθρησκευτικά παραληρήματα, μισαλλοδοξία, άγνοια, αλαζονεία, βία και απλή βλακεία στο μυαλό και στην καρδιά εκατομμυρίων Βραζιλιάνων…» έγραφε ο Φίλιπ Λίχτερμπεκ στην Deutsche Welle επισημαίνοντας πως «φαντάζει σχεδόν αδύνατον να επαναφέρει κανείς αυτούς τους ανθρώπους στην πραγματικότητα ή να τους μάθει δημοκρατικές πολιτικές συμπεριφορές».
 
Κι εκεί έγκειται ο μεγάλος κίνδυνος. Γιατί η Ακροδεξιά δεν είναι μια ομάδα παρανοϊκών –έστω κι αν αυτή της η πλευρά είναι καταφανής- που επιτίθεται κατά των θεσμών του κράτους. Χάρη στον Μπολσονάρο έχει γίνει ένα εξέχον και ενεργό υποκείμενο με πολιτική δύναμη και ικανότητα να χρηματοδοτείται αδρά, όπως σχολιάζει στην Brasil de Fato ο κοινωνιολόγος και διευθυντής του Ιδρύματος Δημοκρατίας και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ζόρζε Μπράνκο: «Ο μπολσοναρισμός συνιστά μια πολιτική συγκυρία που λειτούργησε ως συνδετικός κρίκος για τη συσπείρωση διαφόρων τμημάτων της ριζοσπαστικής Δεξιάς, κατακερματισμένης και διασπασμένης ώς τη στιγμή της εκλογικής νίκης του Μπολσονάρο το 2018. Κι είναι πλέον ένα πολιτικό μέτωπο που κυριαρχεί στον γραφειοκρατικό, αστυνομικό και στρατιωτικό μηχανισμό του βραζιλιάνικου κράτους. Γι’ αυτό και πέρα από τις νομικές διαδικασίες εναντίον όσων οργάνωσαν, χρηματοδότησαν και συμμετείχαν στην απόπειρα της 8ης Ιανουαρίου, «είναι απαραίτητο να εξαρθρωθεί με τον από-εκφασισμό της Βραζιλίας, ξεκινώντας από τις κρατικές υπηρεσίες όπου έχει την ηγεμονία». Εγχείρημα κι αυτό διόλου εύκολο.
 
Οι κίνδυνοι δεν έχουν εξαλειφθεί. Δεν πρέπει κανείς να υποτιμά τη βραζιλιάνικη Ακροδεξιά που ήρθε με τον Μπολσονάρο στην εξουσία το 2018 και οι συνέπειες είναι αισθητές ακόμη σήμερα. Το δείχνουν επιπλέον και οι προσπάθειες των μπολσοναριστών να οργανώσουν κι άλλη πορεία την Τετάρτη, οι απόπειρες σαμποτάζ σε μονάδες ηλεκτρισμού σε τρεις Πολιτείες και διακοπής της προμήθειας καυσίμων που αποτράπηκαν από τις αρχές, αλλά θα μπορούσαν να επαναληφθούν τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, πιο οργανωμένα και αποτελεσματικά.
 
Προχθές η ομοσπονδιακή αστυνομία ανακοίνωσε πως βρήκε στο σπίτι του Αντερσον Τόρες, υπουργού Δικαιοσύνης του Μπολσονάρο ώς τις 31 Δεκεμβρίου (κι έπειτα επικεφαλής ασφαλείας της πρωτεύουσας Μπραζίλια και απολυμένου μετά τις επιθέσεις των μπολσοναριστών) σχέδιο διατάγματος για ακύρωση των εκλογών και κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης, δυναμιτίζοντας ακόμη περισσότερο το κλίμα, ενώ η ενδεχόμενη επιστροφή του Μπολσονάρο ώς τα τέλη του μήνα στη Βραζιλία (όπως υπόσχεται) και η πιθανή του σύλληψη για πλείστα όσα κατηγορείται θα μπορούσε να τον μετατρέψει ξανά σε ήρωα και να σταθεί η σπίθα που θα βάλει φωτιά ξανά στον όχλο των μπολσοναριστών.

Χριστίνα Πάντζου