Macro

Caryl Férey «Ζουλού», μετάφραση: Αργυρώ Μακάρωφ, εκδόσεις Άγρα, 2023

Ο Καρίλ Φερέ (Καέν, 1967) είναι ένας συγγραφέας-ταξιδιώτης στις υπαρκτές δυστοπίες που καταδυναστεύουν την ετερότητα. Στα αστυνομικά του μυθιστορήματα, για τα οποία διεξάγει επιτόπια έρευνα, αναζητά επίμονα σημεία συνάντησης με «της γης τους κολασμένους», με τους απανταχού περιθωριακούς, τους καταπιεσμένους, τους πολιτικούς κρατούμενους, τις μειονότητες.
 
 
Στο «Μαπούτσε» (2013), με τον οποίο τον γνωρίσαμε στην Ελλάδα, έγνεψε συντροφικά στους αυτόχθονες (η ηρωίδα μάλιστα είναι ομοφυλόφιλη) που θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας στη Χιλή. Στο «Κόνδωρ» (2017) ακολουθήσε τα σβησμένα ίχνη των desaparecidos, των εξαφανισμένων, της χούντας του Βιντέλα στην Αργεντινή. Στο «Χάκα» (2015) και στο «Ούτου» (2016) κατέδειξε τις αιτίες-κατάλοιπα της αποικιοκρατίας που ευθύνονται για την περιθωριοποίηση των Μαορί της Νέας Ζηλανδίας. Στο απίστευτα σκληρό «ΠΑΣ-ΕΙΡΗΝΗ» (2020) υπερασπίστηκε τα θύματα του ατελείωτου εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στις δυνάμεις της κυβερνητικής δεξιάς, τους παραστρατιωτικούς, τους ναρκέμπορους και το μαοϊκό αντάρτικο στην πολύπαθη Κολομβία. Στο «Πάγος» (2021) αναζήτησε τους αποκλεισμένους στη Σιβηρία της εποχής του Πούτιν.
 
Το «Ζουλού», που εκδόθηκε στη Γαλλία το 2008, αποτέλεσε τον πρώτο σταθμό στο ταξίδι του συγγραφέα, με αφετηρία τη Νότια Αφρική της εποχής λίγο μετά το Απαρτχάιντ.
 
 
Τρώγλες σκαρφαλωμένες η μία πάνω στην άλλη
Το στόρι περιληπτικά: Παιδί ακόμα, ο Άλι Νιούμαν (όνομα εμπνευσμένο από την ανέλπιστη και γεμάτη συμβολισμούς νίκη του Μοχάμεντ Άλι επί του Τζορτζ Φόρμαν στο Ζαΐρ το 1973), αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κοινότητα (μπαντουστάν) των Κουα Ζουλού, για να γλιτώσει από την πολιτοφυλακή, η οποία βρισκόταν σε πόλεμο με το τότε παράνομο Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο. Σήμερα, είναι επικεφαλής της εγκληματολογικής αστυνομίας στο Κέιπ Τάουν, την πόλη-βιτρίνα της Νότιας Αφρικής. Τη χώρα μαστίζουν η βία και το έιτζ. Το πτώμα μιας νεαρής κοπέλας ανευρίσκεται κατακρεουγημένο στον Βοτανικό Κήπο του Κίρστενμπος. Ένα ναρκωτικό άγνωστης σύνθεσης φαίνεται να είναι η αιτία της δολοφονίας. Ο Νιούμαν αναλαμβάνει επικεφαλής της έρευνας, με υφιστάμενους τον αντισυμβατικό αλλά τετραπέρατο Μπράιαν Έπκιν και τον μεθοδικό νεαρό Νταν Φλέτσερ. Καθώς πλησιάζουν στα ίχνη του δολοφόνου, συνειδητοποιούν ότι μπορεί το Απαρτχάιντ να έχει εξαφανιστεί από την πολιτική σκηνή, όμως οι παλιοί εχθροί εξακολουθούν να πολεμούν στη σκιά της εθνικής συμφιλίωσης.
 
Γράφει ο Φερέ: «Ο Νιούμαν πέρασε το τέρμα του λεωφορείου του Σάνλαμ Σέντερ και πήρε την Λαντστάουν Στρητ. Κυματιστές λαμαρίνες, σανίδες, σπασμένες πόρτες, τούβλα, σίδερα, οι άνθρωποι έχτιζαν με ό,τι έβγαινε από τη γη, με ό,τι μάζευαν, έκλεβαν, αντάλλαζαν∙ οι τρώγλες έμοιαζαν σκαρφαλωμένες η μία πάνω στην άλλη, και οι μπλεγμένες στις στέγες κεραίες σαν να αλληλοσπαράζονταν κάτω από το λιοπύρι […] Πίσω από τις δίχρωμες ταινίες που οριοθετούσαν το εργοτάξιο του μελλοντικού γυμναστηρίου, δύο νεαροί κακοποιούσαν έναν μικρό, ένα ψωριάρικο καχεκτικό πιτσιρίκι, που μετά βίας στεκόταν όρθιο…».
 
 
Ελεύθεροι, αλλά όχι ίσοι
Ο Φερέ περιγράφει μια χαοτική αστική κατάσταση, που περιφρονεί την ανθρώπινη ύπαρξη. Ασκεί λελογισμένη κριτική για τη διαφθορά των πρωτοκλασάτων στελεχών του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου στα χρόνια μετά τον θάνατο του Μαντέλα. Ωστόσο, περισσότερο στρέφει τα βέλη του κατά του προηγούμενου καθεστώτος και κατά της διαδικασίας της Μετάβασης, που διασφάλισε το ατιμώρητο για τους εμπνευστές του Απαρτχάιντ και διαιώνισε το ακλόνητο της λευκής υπεροχής στις τάξεις των κρατικών λειτουργών-υπαλλήλων (για να μη θίξουμε το θέμα τού ποιος εξακολουθεί να ελέγχει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας). Οι μαύροι διεκδίκησαν και κέρδισαν την ελευθερία και τα πολιτικά τους δικαιώματα, όχι όμως και την οικονομική τους ανεξαρτησία. Αυτό ήταν το τίμημα της εθνικής συμφιλίωσης. Το δόγμα της μετάβασης θα μπορούσε να συνοψιστεί στο «ελεύθεροι, αλλά όχι ίσοι» – με την έννοια της ισοελευθερίας που επεξεργάστηκε ο Ετιέν Μπαλιμπάρ. Απηχώντας ίσως τις σκέψεις ενός… παλαιότερου στοχαστή, ο Φερέ μας λέει ότι οι Ζουλού, οι Κόσα και οι άλλες εθνότητες της Νότιας Αφρικής γράφουν την Ιστορία τους, «όχι όμως σε συνθήκες που οι ίδιες έχουν επιλέξει, αλλά σε συνθήκες που τους έχουν αντικειμενικά παραδοθεί από το παρελθόν». Εξάλλου, όπως σημειώνει και ο Φερέ, το Απαρτχάιντ δεν επέβαλε μόνο άμεσα την καταπιεστική εξουσία του. Στη δεκαετία του 1980, ακολουθώντας την πολιτική του διαίρει και βασίλευε, υποδαύλισε έναν φρικτό και πολύνεκρο εμφύλιο, που έφερε αντιμέτωπους τους κομματικούς σχηματισμούς (Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο, Ενωμένο Δημοκρατικό Μέτωπο, Κόμμα Ζουλού-Ινκάτα, Κίνημα της Μαύρης Συνείδησης του Στίβεν Μπίκο) και τις διάφορες εθνοτικές ομάδες των μαύρων.
 
Ας σημειωθεί επίσης ότι, αν και δεν εμφανίζονται ως λογοτεχνικοί χαρακτήρες (ούτε καν ως δευτερεύοντες), τις σελίδες του μυθιστορήματος βαραίνει η ανάμνηση δύο ανθρώπων: (προφανώς) αυτή του Νέλσον Μαντέλα και αυτή του δημοσιογράφου και ακτιβιστή Στίβεν Μπίκο.
 
 
Κάτι παραπάνω από απλώς καλογραμμένο
Ως αστυνομικό μυθιστόρημα, το «Ζουλού» είναι κάτι παραπάνω από απλώς καλογραμμένο. Η πλοκή είναι δαιδαλώδης, το σασπένς παραμένει αμείωτο ως το τέλος, οι ανατροπές είναι συνεχείς (αλλά, και εδώ λελογισμένες), οι χαρακτήρες είναι καλοσχηματισμένοι (και όπως το συνηθίζει στα βιβλία του, οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι πολύ ισχυροί). Υπάρχει μπόλικη βία στις σελίδες του βιβλίου, όπως και σε όλα τα βιβλία του Φερέ. Βία λεκτική αλλά και σωματική, η οποία δεν απορρέει από ανέξοδες «τσάμπα μαγκιές» και δεν καταλήγει σε θεαματικά λουτρά αίματος. Και πάλι όμως, αυτό που συγκλονίζει στο μυθιστόρημα δεν είναι το ορατό, αυτό που περιγράφεται, αλλά οι συνδηλώσεις του.
 
Σημείωση: Τα βιβλία του Καρίλ Φερέ έχουν πάντα πολύ προσεγμένο rock soundtrack: αυτή τη φορά ακούμε Clash, Stooges, Red Hot Chilli Peppers, P.J. Harvey, Girls Against Boys, Nine Inch Nails, Jeff Buckley κ.ά. Αν όμως κάποιος ενδιαφέρεται για τις παραδοσιακές μουσικές των Ζουλού (marabi) και για το πάντρεμά τους με την jazz, ο υπογράφων προτείνει τoυς πέντε δίσκους της σειράς συλλογών «Next Stop Soweto» της εταιρείας Strut, που ανατρέχουν στην περίοδο 1963-1985.
 
Θανάσης Μήνας