Macro

Από το κράτος πρόνοιας στο κράτος – μάνατζερ

Οι μεταρρυθμίσεις διαδέχονται η μια την άλλη, δίχως συνοχή. Ο τεχνικός χαρακτήρας τους τις καθιστά αδιαφανείς. Οι επιπτώσεις τους γίνονται αισθητές μόνον εκ των υστέρων, όταν εξειδικεύονται και περνούν στο στάδιο της πρακτικής εφαρμογής. Κι όμως, πίσω από το θολό αυτό τοπίο, έχει ξεκινήσει μια άνευ προηγουμένου κινητοποίηση για τη δημιουργία ενός κράτους με μειωμένο μέγεθος μεν, αλλά με ενισχυμένες τις δομές της διοίκησής του.

Η συρρίκνωση του κράτους συνοδεύεται από μεταβίβαση δραστηριοτήτων του δημόσιου τομέα στον ιδιωτικό. Πρόκειται για πραγματικό κατακερματισμό των δημόσιων επιχειρήσεων και την πώληση των τμημάτων τους. Οι ιδιωτικοποιήσεις πραγματοποιούνται σταδιακά ή με την παράκαμψη των αντιδράσεων που παρουσιάζονται, χωρίς να κατονομάζονται ως τέτοιες.

Η απόσυρση του κράτους αρχίζει κάθε φορά με τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων των δημόσιων επιχειρήσεων. Έτσι, το 1990, ο διαχωρισμός του Ταχυδρομείου από τις Τηλεπικοινωνίες που συναποτελούσαν τον ενιαίο οργανισμό ΡΤΤ οριοθέτησε τους τομείς δραστηριότητας που «πρέπει να ανοίξουν στον ανταγωνισμό».

Η πρόσληψη εργαζομένων με το καθεστώς του δημοσίου υπαλλήλου έχει σταματήσει από το 2002. Όχι όμως και η πρόσληψη μισθωτών με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου (αορίστου ή ορισμένου χρόνου). Μάλιστα, οι συσχετισμοί αλλάζουν, καθώς, με την πάροδο του χρόνου, οι δημόσιοι υπάλληλοι συνταξιοδοτούνται.

Η πολύμορφη συρρίκνωση του μεγέθους του κράτους συνοδεύεται από μια λιγότερο ορατή τάση αυταρχισμού στη λειτουργία της κρατικής μηχανής, την ενίσχυση των ιεραρχιών και του ελέγχου πάνω στους δημόσιους υπάλληλους. Βέβαια, η πολιτική επιβολή νέων προτεραιοτήτων στους θεσμούς δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Αν και κυβερνήσεις διορίζουν πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης τους ως επικεφαλής των υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης, οι επιλογές τους δεν αποτελούν εγγύηση για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που θα ληφθούν, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι που θα κληθούν να τα εφαρμόσουν τα ερμηνεύουν, τα τροποποιούν και τα προσαρμόζουν στην επαγγελματική ρουτίνα της κάθε υπηρεσίας.

Με τις διάφορες μορφές της και τις χρονικές στιγμές που επιλέγονται για την υλοποίησή της, η διπλή τάση για μεταρρύθμιση του κράτους (από τη μια πλευρά συρρίκνωση, ιδιωτικοποίηση και μεταφορά αρμοδιοτήτων, κι από την άλλη κρατικοποίηση και ενίσχυση του ελέγχου) επηρεάζει με διάφορους τρόπους το σύνολο των δημόσιων υπηρεσιών. Κι όλα αυτά πραγματοποιούνται στο όνομα των «επιδόσεων», οι οποίες έχουν αναχθεί σε πραγματικό φετίχ της δράσης του κράτους.

Η πρόσφατη ιστορία αποκαλύπτει την έκταση του εκσυγχρονισμού διά των μάνατζερ. Στη δυτική Ευρώπη, η ανάπτυξη της δημόσιας διοίκησης αποτέλεσε τη λυδία λίθο για την οικοδόμηση της έννοιας του δημόσιου συμφέροντος, σε αντιδιαστολή με το συμφέρον του μονάρχη. Σηματοδότησε δε το πέρασμα από την ιδιωτική και προσωπική διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων από τον βασιλικό οίκο στη συλλογική και απρόσωπη διαχείριση από τις δημόσιες υπηρεσίες.

Η δομή του σύγχρονου κράτους θεμελιώθηκε σε ένα όραμα που καθιστά τις δημόσιες υπηρεσίες φορείς μιας ανιδιοτελούς δραστηριότητας, προσανατολισμένης στην επίτευξη οικουμενικών στόχων. Όμως, σήμερα, αυτή ακριβώς η αντίληψη για την αποστολή του κράτους δέχεται πυρά από όλες τις κατευθύνσεις. Με τον επανακαθορισμό της αποστολής κάθε επαγγελματικού κλάδου της δημόσιας διοίκησης, εργαζόμενοι όπως οι εφοριακοί, το προσωπικό του ταμείου ανεργίας και οι εκπαιδευτικοί δεν αισθάνονται πλέον, όπως στο παρελθόν, ότι η αποστολή τους είναι να «προσφέρουν υπηρεσίες» στους πολίτες, αλλά βιώνουν επώδυνα αυτές τις αλλαγές, νιώθουν ξεκρέμαστοι, ξένοι σε οτιδήποτε αφορά την άσκηση του επαγγέλματός τους.

Η αίσθηση του καθήκοντος -και της προσωπικής ολοκλήρωσης που συνδέεται με την εκπλήρωσή του- δεν συνάδει με τα νέα κριτήρια αξιολόγησης. Το χάσμα ανάμεσα στον δημόσιο υπάλληλο και τον πολίτη βαθαίνει καθημερινά, καθώς ο πρώτος δυσκολεύεται να εξυπηρετήσει τον δεύτερο αποτελεσματικά. Η αίσθηση εξάντλησης που προκύπτει από αυτήν την κατάσταση δεν είναι δυνατόν να συμβιβαστεί με τις διάφορες μορφές «μάνατζμεντ μέσω της καθιέρωσης στόχων».

Ο «εκσυγχρονισμός» του κράτους διαβρώνει την καθημερινότητα, διεισδύοντας ακόμα και στις πιο ανώδυνες πράξεις των εργαζόμενων. Κι αυτό συμβαίνει καθώς -ανεξάρτητα από τις θυσίες, την οδύνη, την αίσθηση αποπροσανατολισμού και τις εντάσεις- οι εργαζόμενοι που υφίστανται τον «εκσυγχρονισμό» δεν έχουν άλλη επιλογή από το να συμμετέχουν σε αυτόν, να τον υλοποιούν ανά πάσα στιγμή και να συμβιβάζονται. Μάλιστα, βρίσκουν μόνοι τους τούς καλύτερους τρόπους για να το κατορθώσουν και ν’ αντέξουν τις αφόρητες συνθήκες εργασίας, παρά τον υπερβολικό φόρτο. Γιατί διασώζεται ακόμα μια κάποια αφοσίωση στην «αποστολή των δημόσιων υπηρεσιών».

Όσον αφορά το ξήλωμα του κράτους, η αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος οφείλεται στο εξής παράδοξο: Η παραδοσιακή αποστολή των δημόσιων υπηρεσιών, η οποία χαρακτηριζόταν από την αφοσίωση στη δουλειά, την αίσθηση του καθήκοντος και τα κοινωνικά κριτήρια, είναι η ίδια που επιτρέπει σήμερα την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ακυρώνουν αυτές ακριβώς τις μορφές με τις οποίες έως τώρα εκπληρωνόταν.

Συνεπώς, η μετάλλαξη του κράτους δεν μπορεί να περιοριστεί στην κινητοποίηση των υψηλόβαθμων στελεχών των κρατικών υπηρεσιών που την προωθούν και υπερηφανεύονται τόσο για τις περισπούδαστες οδηγίες που δίνουν όσο και για τους ικανοποιητικούς απολογισμούς που παρουσιάζουν. Βέβαια, ο ανταγωνισμός για να γίνουν αρεστοί (στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον υπουργό ή στον υπεύθυνο του υπουργικού γραφείου), όπως επίσης και η αδιάκοπη μεταπήδησή τους από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα και αντιστρόφως, συμβάλλουν σημαντικά σε αυτήν την εξέλιξη.

Η εγκαθίδρυση του κράτους – μάνατζερ προκύπτει επίσης, σε καθημερινό επίπεδο, από τη διαρκή και σωρευτική δραστηριότητα χιλιάδων δημόσιων υπαλλήλων, οι οποίοι, όσο κι αν είναι αντίθετοι με αυτές τις εξελίξεις, στον βαθμό που ασκούν το επάγγελμά τους συμβιβάζονται με αυτές -έστω κι αν αυτό τους κοστίζει σε προσωπικό επίπεδο- και τις ενσωματώνουν, κατά το δυνατόν, στη δουλειά που οφείλουν να κάνουν.

Ο Laurent Bonelli διδάσκει πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Paris X Nanterre.

Ο Willy Pelletier είναι κοινωνιολόγος, συντονιστής του ιδρύματος Copernic στο Παρίσι.

Πηγή: Η Αυγή από Le Monde Diplomatique