Αναρωτιέσαι αν πρέπει αυτός ο τόπος να είναι μουσείο και γιατί πηγαίνεις σε ένα τόσο τουριστικό μέρος με 1,5 εκατομμύριο επισκέπτες ετησίως.
Εχει ζέστη, μέσα καλοκαιριού, ο ήλιος λάμπει, σκέφτεσαι «μήπως αν είχε συννεφιά, καταχνιά και κρύο, ίσως τότε να έμπαινα καλύτερα στο κλίμα;». Λες και μπορείς ποτέ να μπεις σ’ αυτό το κλίμα.
Η φύση γύρω καταπράσινη, δέντρα γερμένα κρατούν τη μορφή του αγέρα που απουσιάζει, «σαν τις φωνές αυτών που ήταν κάποτε εδώ». Εξήντα χιλιόμετρα δυτικά της Κρακοβίας, κοντά στα νότια σύνορα της Πολωνίας με τη Σλοβακία, ένα Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco από το 1979.
Περνάς την πύλη του Αουσβιτς, αυτού του εργοστασίου παραγωγής θανάτου, έχεις δει αυτήν την επιγραφή χιλιάδες φορές: «Arbeit macht frei» (η εργασία απελευθερώνει). Κοντοστέκεσαι λίγο, με κίνδυνο να χάσεις το γκρουπ με το οποίο αναγκαστικά είσαι μαζί και την Πολωνή ξεναγό, που με μελαγχολικό αλλά αποδραματοποιημένο ύφος εξιστορεί όσα συνέβησαν.
■ Αουσβιτς Ι, το επονομαζόμενο Stammlager, το αρχικό και μικρότερο από τα τρία στρατόπεδα συγκέντρωσης της περιοχής, διοικητικό κέντρο ολόκληρου του συγκροτήματος.
Δημιουργήθηκε στα μέσα του 1940, σε χώρο ήδη προϋπάρχοντος προπολεμικού πολωνικού στρατοπέδου. Υστερα από επισκόπηση διαφορετικών τοποθεσιών, επιλέχθηκε η συγκεκριμένη απομονωμένη περιοχή από τον Χάινριχ Χίμλερ στις 27 Απριλίου 1940.
Στις 14 Ιουνίου μεταφέρονται εδώ οι πρώτοι κρατούμενοι, 728 Πολωνοί, εκ των οποίων ένας μικρός αριθμός Πολωνών Εβραίων. Στις 6 Ιουλίου, ο Τadeusz Wiejowski, γίνεται ο πρώτος κρατούμενος που καταφέρνει να αποδράσει.
Συνολικά και στα τρία στρατόπεδα συγκέντρωσης της περιοχής εκτοπίστηκαν μέσα σε πέντε χρόνια περισσότεροι από 1,3 εκατ. άνθρωποι, από τους οποίους τουλάχιστον 1,1 εκατ. εξοντώθηκαν. Ο αριθμός όσων κατάφεραν να αποδράσουν προσεγγίζει τους 190.
■ Αν εξαιρέσεις τα διπλά ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα, η εξωτερική εικόνα δεν απέχει πολύ από αυτήν ενός κανονικού στρατοπέδου. Χωροθετημένοι σε ορθογωνικό κάνναβο, οι ομοιόμορφοι διώροφοι στρατώνες, τα επονομαζόμενα μπλοκ, αριθμημένα, με τις τούβλινες εξωτερικές επικαλύψεις, στέκονται αντικριστά ο ένας από τον άλλον.
Η εικόνα των περισσότερων εσωτερικών χώρων των μπλοκ στο Αουσβιτς Ι δεν σοκάρει όσο κανείς θα περίμενε. Η ξεναγός απλώς περιγράφει τα γεγονότα, καμία δραματοποίηση, η καταγραφή και οι εικόνες αρκούν.
Μέσος όρος διαβίωσης στα επονομαζόμενα arbeitslager (στρατόπεδα εργασίας) ήταν για τους υγιείς οργανισμούς 2,5-3 μήνες. Σε μια βιτρίνα μέσα σε ένα μπλοκ στοιβάζεται μια άμορφη γκρι μάζα, είναι οι τρίχες των ξυρισμένων κρατουμένων. Σε αυτόν τον χώρο βρίσκονται περίπου δύο τόνοι μαλλιά. Οι ναζί έστελναν τις τρίχες σε εργοστάσια σε διάφορες περιοχές της Γερμανίας με σκοπό την παραγωγή υφασμάτων.
Οι έρευνες αποδεικνύουν πως οι μεγαλύτερες γερμανικές βιομηχανίες της εποχής γνώριζαν την ακριβή προέλευση και τη μέθοδο «εξόρυξης» της πρώτης ύλης. Στο επόμενο δωμάτιο, ένα από τα υφάσματα που δημιουργήθηκαν από τις τρίχες των μελλοθανάτων.
Στο ίδιο κτίριο κι άλλες βιτρίνες με τα αποδεικτικά του εγκλήματος: οι εκατοντάδες βαλίτσες των εκτοπισμένων με τα ονόματά τους πάνω γραμμένα με κιμωλία, χιλιάδες σκελετοί γυαλιών, βούρτσες, χτένες και κουτιά με στιλβωτικό παπουτσιών, δεκάδες πρόσθετα ανθρώπινα μέλη και πιο δίπλα ένας ολόκληρος θάλαμος με αντρικά, γυναικεία και παιδικά παπούτσια. Το επόμενο δωμάτιο «φιλοξενεί» άδεια σκουριασμένα τενεκεδάκια zyklon b, του περιβόητου χημικού μέσου εξόντωσης.
■ Στους στενούς διαδρόμους φωτογραφίες ανδρών και γυναικών, των häftlinge (φυλακισμένων). Ολοι φορούν τη ριγέ ασπρόμαυρη στολή, οι ποινικοί κρατούμενοι έχουν ραμμένο στη ζακέτα δίπλα στο ατομικό τους νούμερο ένα πράσινο τρίγωνο, οι πολιτικοί κρατούμενοι ένα κόκκινο, και οι Εβραίοι, το εβραϊκό άστρο κόκκινο και κίτρινο. Για τον κάθε κρατούμενο διατηρούσαν αρχείο με τα αναλυτικά στοιχεία του.
Τα σωσμένα πρωτότυπα έγγραφα αποτελούν ένα σπουδαίο ερευνητικό και αποδεικτικό υλικό της γενοκτονίας. «Δεν έχουμε καθρέφτη για να δούμε το πρόσωπό μας, αλλά ο καθρέφτης βρίσκεται απέναντί μας, η όψη μας αντανακλάται σε εκατό μελανιασμένα πρόσωπα, σε εκατό ρυπαρές και αξιοθρήνητες μαριονέτες.
Μεταμορφωθήκαμε ήδη σε φαντάσματα. Τότε, για πρώτη φορά, συνειδητοποιήσαμε ότι η γλώσσα μας δεν έχει τις λέξεις για να εκφράσει αυτήν την ύβρι, την εκμηδένιση του ανθρώπου», γράφει το 1947 ο Ιταλός χημικός και συγγραφέας Πρίμο Λέβι για τις πρώτες μέρες μετά την άφιξή του στο Αουσβιτς στις 22 Φεβρουαρίου του 1944, όταν 650 άνθρωποι μεταφέρθηκαν στοιβαγμένοι σε δώδεκα τρένα για εμπορεύματα.
Μόνο αυτός και άλλοι δύο επέζησαν έπειτα από την παραμονή ενός έτους, πριν από την απελευθέρωσή τους από τον ρωσικό στρατό τον Ιανουάριο του 1945.
■ Η ξεναγός τρέχει στον χώρο και στις αφηγήσεις: η ευγονική, το ιατρείο του Μένγκελε, τα βασανιστήρια, οι απαγχονισμοί, οι συγκριτικά λίγες εκτελέσεις (οι σφαίρες κοστίζουν), τα… γεύματα, το «χρηματιστήριο» ανταλλαγής τροφίμων, οι χιλιάδες ώρες αναμονής των κρατουμένων σε στάση προσοχής από το εγερτήριο στις 5 έως τις 8.30 που έρχονταν οι SS, οι περιγραφές των τουαλετών.
Σε αυτόν τον χώρο το να πλένεσαι καθημερινά στο θολό νερό του βρόμικου νεροχύτη, πρακτικά δεν ωφελούσε την καθαριότητα ούτε την υγεία, αντίθετα, όπως λέει ο Π. Λέβι, «ήταν σημαντικό σαν ένδειξη εναπομείνασας ζωτικότητας και μέσον ηθικής επιβίωσης».
Φτάνουμε στο Block 11, γνωστό και ως το μπλοκ του θανάτου. Εδώ κρατήθηκαν αρκετοί οι οποίοι προσπάθησαν είτε να αποδράσουν είτε να οργανώσουν εξέγερση. Βασανίστηκαν πολύ άγρια -μετά από 18 ώρες εργασίας, άυπνοι και πεινασμένοι στοιβάζονταν σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο, στο υπόγειο, σε έναν ορθογωνικό χώρο 0,30 μ. x 0,30 μ. ο οποίος ήταν χτισμένος με τούβλα μέχρι την οροφή και τους άφηναν εκεί να μένουν υποχρεωτικά όρθιοι όλο το βράδυ, σε ένα μέρος όπου αδυνατούσαν να κάτσουν. Πολλοί εξ αυτών θανατώθηκαν με πυροβολισμό στον αποκαλούμενο τοίχο του θανάτου, έξω από το συγκεκριμένο μπλοκ.
■ Σε μια γωνιά του στρατοπέδου η αγχόνη που έκοψε το νήμα της ζωής του διοικητή του στρατοπέδου Ρούντολφ Ες, αγαπημένο μέρος του αντιφασίστα εγγονού του, Ράινερ Ες. Λίγο πριν από το τέλος της ξενάγησης στο στρατόπεδο Αουσβιτς Ι, πολύ κοντά στην κρεμάλα του Ες, ένας ήπιος λόφος στην κορυφή του οποίου ξεχωρίζει ένα φουγάρο. Κρεματόριο.
Ο πρώτος χώρος ήταν ο τόπος του μαρτυρικού θανάτου από αέριο, στο διπλανό δωμάτιο οι φούρνοι. Δεν νιώθεις τίποτα, είναι σαν να επισκέπτεσαι ένα ταφικό μνημείο. Αναρωτιέσαι αν συμβαίνει μόνο σε σένα, η παρέα συνομολογεί ανάλογα συναισθήματα, αναζητούμε τις αιτίες στους μηχανισμούς άρνησης και απώθησης. Μπαίνουμε στο πούλμαν.
Σε 10 λεπτά φτάνουμε στο Αουσβιτς-Μπίρκεναου. Ολα αλλάζουν. Η αχανής έκταση του στρατοπέδου, η επιβλητική πύλη, τα εκατοντάδες χιλιόμετρα ηλεκτροφόρα σύρματα, απομεινάρια ξύλινων στρατώνων, οι σιδηροδρομικές γραμμές στα 100 μέτρα από τα βομβαρδισμένα κρεματόρια.
Οσοι επιβίωναν από την κόλαση της διαδρομής στα τρένα, έφταναν στο Αουσβιτς χωρίς να γνωρίζουν τι τους περιμένει. Αρχικά τους περίμενε ένας γιατρός, τους εξέταζε και αμίλητος συνήθως έστριβε τον αντίχειρά του είτε αριστερά είτε δεξιά. Οσοι ήταν εμφανώς ανήμποροι να εργαστούν, με ιατρικά προβλήματα, ηλικιωμένοι, παιδιά, έγκυες έμπαιναν σε μια σειρά στα αριστερά, στον δρόμο του θανάτου.
Τους αναλάμβαναν οι Sonderkommando, αυτές οι ειδικές ομάδες κρατουμένων, Εβραίων στην πλειονότητά τους, που ήταν επιφορτισμένες να οδηγούν τους νεοφερμένους στους θαλάμους αερίων, μέσα σε δυο ώρες μετά την άφιξή τους στο στρατόπεδο, να τους βγάζουν νεκρούς από εκεί, να τους αφαιρούν τα χρυσά δόντια, να κόβουν τα μαλλιά των νεκρών γυναικών, να ταξινομούν τα ρούχα και τα παπούτσια, να μεταφέρουν τα πτώματα στα κρεματόρια, να σκορπίζουν τη στάχτη.
Εβραίοι συνεργοί των ναζί (που έμεναν μακριά από τη φρίκη, δεν έβλεπαν νεκρούς και μελλοθάνατους) στην εξολόθρευση των Εβραίων. Τα μέλη των Sonderkommando, που οργάνωσαν μια ανεπιτυχή εξέγερση τον Οκτώβριο του 1944, τα περίμενε βέβαια και αυτά ο θάνατος ύστερα από λίγους μήνες φρικτής δουλειάς.
■ Οι στρατώνες στο Μπίρκεναου επαναφέρουν στον νου εικόνες από την ταινία «Η ζωή είναι ωραία» του Μπενίνι. Η ζέστη εδώ μέσα είναι αποπνικτική. Τα ελάχιστα παράθυρα παρέμεναν πάντα ερμητικά κλειστά.
Είναι αδύνατον να περιγράψεις αυτούς τους χώρους-κρεβάτια στα οποία στοιβάζονταν οι άνθρωποι ή ό,τι είχε μείνει από αυτούς. Η διάρροια ήταν μόνο ένα από τα καθημερινά προβλήματα.
Τον Αύγουστο του 1944 εδώ πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες εξοντώσεις στην Ιστορία. Δεν ήταν σίγουρα η μοναδική τεραστίων διαστάσεων σφαγή αυτού του αιώνα (βλ. μαζικές εκτελέσεις Αρμενίων, εθνοκαθάρσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία, εκτελέσεις στη Ρουάντα κ.ά.), όμως όπως υπογραμμίζει ο Εντσο Τραβέρσο στο σπουδαίο βιβλίο του «Οι ρίζες της ναζιστικής βίας.
Μια ευρωπαϊκή γενεαλογία», η «ιουδαιοκτονία δεν ήταν μια έκρηξη ωμής βίας αλλά ένας σκοτωμός που εκτελέστηκε, δίχως μίσος, χάρη σε ένα σχεδιοποιημένο σύστημα βιομηχανικής παραγωγής του θανάτου, έναν μηχανισμό που δημιουργήθηκε από μια μειοψηφία αρχιτεκτόνων του εγκλήματος και μπήκε σε λειτουργία από μια μάζα άλλοτε ένθερμων και άλλοτε ασυνείδητων εκτελεστών, μέσα στη σιωπηρή αδιαφορία της μεγάλης πλειοψηφίας του γερμανικού πληθυσμού με τη συνενοχή της Ευρώπης και την παθητικότητα του κόσμου».
■ Κρατάς ως τελευταία εικόνα τη σιδηροδρομική γραμμή. Στο τέλος της διαδρομής το κρεματόριο, πίσω από αυτό ένα δάσος. Συνειρμικά στον νου η φράση-κλισέ του Λέβι πως ο «Θεός δεν υπάρχει μετά το Αουσβιτς».
Διαβάζεις προσπαθώντας να κατανοήσεις πώς φτάσαμε στην «Τελική Λύση»: «Η γκιλοτίνα (σ.σ.: της Γαλλικής Επανάστασης), το σφαγείο, το φορντιστικό εργοστάσιο, η ορθολογική διοίκηση, η γραφειοκρατία, όπως κι ο ρατσισμός, ο ευγονισμός, οι αποικιακές σφαγές είχαν ήδη διαμορφώσει το κοινωνικό σύμπαν και το νοητικό τοπίο για να φτάσουμε στο Αουσβιτς, στην καρδιά του δυτικού πολιτισμού», εξηγεί ο Ε. Τραβέρσο εντάσσοντας τη ναζιστική βία εντός της ευρωπαϊκής Ιστορίας, όχι ως φυσική κατάληξή της αλλά ως παθολογική εκδήλωση.
«Η απειλή υποτροπής στη βαρβαρότητα συνεχίζει να υπάρχει, καθώς οι βασικές συνθήκες που ευνόησαν αυτή την υποτροπή εξακολουθούν, σε μεγάλο βαθμό, να μην έχουν αλλάξει. Αυτός είναι ο καθολικός τρόμος.
Η κοινωνική πίεση εξακολουθεί να υφίσταται, αν και ο κίνδυνος παραμένει αόρατος στις μέρες μας», έγραφε ο Αντόρνο στο δοκίμιό του «Η Εκπαίδευση μετά το Αουσβιτς».
Δεν είναι αόρατος πια, σκέφτεσαι και πάλι τα τρένα, τα τρένα της ντροπής με τους εκτοπισμένους πρόσφυγες, την άνοδο του εθνικισμού σε όλη την Ευρώπη, τους χιλιάδες ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής.
Και μετά έρχονται οι χιλιάδες εικόνες της αλληλεγγύης, οι πολυάριθμες ιστορίες ανθρωπιάς, η ελπίδα μέσα από τη συλλογικότητα, αυτοί που αντιστέκονται και αυτοί που προσπαθούν να κατανοήσουν.
Σκέφτεσαι: Είναι και αυτό ο άνθρωπος.