Η ραγδαία άνοδος της θερμοκρασίας απειλεί άμεσα τον τουρισμό των χωρών της Νότιας Ευρώπης. Κάποιοι εκτιμούν ότι για την Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία η πτώση έχει ήδη ξεκινήσει.
Στις 5 Νοεμβρίου του 2023 τα ελληνικά social media πλημμύρισαν από memes για το Βόρειο Σέλας, το οποίο είχε μόλις κάνει μια guest εμφάνιση στον ουρανό της Μακεδονίας. Κάποιοι έγραφαν χαριτολογώντας ότι ήρθε για να τσεκάρει αν πράγματι σαν την Χαλκιδική δεν έχει, κάποιοι άλλοι σχολίαζαν μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι με τη μεταγραφή του σέλαος ολοκληρώσαμε το τουριστικό μας ρόστερ. Δεν μας λείπει πλέον τίποτα. Η high season θα τεντωθεί μέχρι τα Χριστούγεννα, έλα μωρέ ποιο Ροβανιέμι και τέτοια.
Όλος ο υπόλοιπος μήνας βγήκε με χαβαλέ και αστειάκια για τα κουνούπια. Και με τη μεγάλη συσκευασία αυτοκόλλητα Cer’8 πρόχειρη στην τσάντα και τόνους Crilen και after nip γιατί, κατά τ’ άλλα, τα κουνούπια δεν αστειεύονταν.
Δεν έλειψαν βέβαια και αυτοί που ήταν πραγματικά θυμωμένοι με τα αιμοδιψή έντομα. Κυρίως όσοι είχαν φροντίσει από νωρίς να κλείσουν ένα ωραίο τραπεζάκι σε καλό σημείο της πλατείας για να απολαύσουν το negroni τους και τα πόδια τους γίνονταν κόσκινο από τα τσιμπήματα.
Στις αρχές του Δεκέμβρη, αν κάποιος περνούσε από το Σύνταγμα μια τυχαία εργάσιμη ώρα θα βρισκόταν μπροστά σε ένα παράδοξο θέαμα: ομάδες τουριστών με βερμούδες και σανδάλια φωτογράφιζαν με τα κινητά τους τα συνεργεία του Δήμου Αθηναίων που προετοίμαζαν την πλατεία για τον στολισμό του Χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Τώρα πια έχουμε μπει στο 2024. Τα κουνούπια έχουν φύγει επιτέλους και οι τουρίστες που βρίσκονται ακόμα εδώ φορούν μακρυμάνικα και sneakers, αλλά τα περισσότερα τραπεζάκια παραμένουν στη θέση τους. Σε εξωτερικούς χώρους, δηλαδή. Σε πεζοδρόμια και πλατείες, σε φιλόξενα roof gardens και περιποιημένες αυλές. Με εξαίρεση τις ελάχιστες μέρες στις οποίες αναπτύχθηκαν στη χώρα επικίνδυνα μετεωρολογικά φαινόμενα, ο καιρός στην Αθήνα και σε αρκετές άλλες ελληνικές πόλεις παραμένει ιδανικός για δροσερά κοκτέιλ και φασούλα έξω.
Κατά τ’ άλλα, βέβαια, ο καιρός αυτός είναι το αντίθετο του ιδανικού. Όπως επιβεβαίωσαν οι τελευταίες επίσημες μετρήσεις, ο Νοέμβριος των κουνουπιών ήταν ο πιο θερμός Νοέμβριος που γνώρισε ο πλανήτης από το 1979, ενώ συνολικά το 2023 ήταν, σε παγκόσμια κλίμακα, το θερμότερο έτος στα χρονικά των επίσημων μετεωρολογικών καταγραφών.
Η Μεσόγειος φλέγεται
Η άνοδος της θερμοκρασίας, η οποία πλέον γίνεται αντιληπτή στην καθημερινότητά μας κι αρχίζει να έχει αισθητές επιπτώσεις στον τρόπο ζωής μας, είναι το πιο απτό και το πιο εύκολα μετρήσιμο δείγμα της ταχύτητας με την οποία εκδηλώνεται η κλιματική αλλαγή. Η φετινή ετήσια έκθεση του Copernicus, του ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου για το κλίμα, περιλαμβάνει κι άλλα ενδεικτικά και πολύ ανησυχητικά στοιχεία, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται, η θερμοκρασία είναι αυτή που επηρεάζει πιο άμεσα την Ελλάδα και συνολικά τη δική μας περιοχή.
Μεσοσταθμικά, ο Νοέμβριος ήταν κατά 0,85°C πιο ζεστός από τον μέσο όρο της περιόδου 1991-2020 (αυτό είναι το καθιερωμένο μέτρο σύγκρισης και σημείο αναφοράς για τη θερμοκρασία). Το πανευρωπαϊκό ρεκόρ υψηλής θερμοκρασίας, μάλιστα, για τον Νοέμβριο του 2023, σημειώθηκε στο Λασίθι της Κρήτης: το Σάββατο 04/11/23, ο τοπικός μετεωρολογικός σταθμός κατέγραψε 35,1 °C. Για να έχουμε κι ένα πρόσφατο μέτρο σύγκρισης, ο μέχρι πρότινος πιο θερμός Νοέμβρης ήταν αυτός του 2020, με απόκλιση +0,53°C από την τιμή αναφοράς.
Συνολικά, οι έξι από τους 12 μήνες του 2023 καταγράφηκαν ως οι θερμότεροι στα χρονικά παγκοσμίως, με αποτέλεσμα η χρονιά που αφήσαμε πίσω μας να περάσει στην ιστορία ως το πιο θερμό έτος στην ιστορία των μετρήσεων, με απόκλιση +0,62 από τη μέση τιμή. Ο πλανήτης μας είναι πλέον 1,42 °C πιο ζεστός απ’ όσο ήταν στην προβιομηχανική περίοδο (1851-1900). Πλησιάζουμε, δηλαδή, ολοταχώς το όριο του +1,5 °C, το οποίο είχε τεθεί ως κόκκινη γραμμή στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή το 2016.
Στην Ευρώπη, οι μεγαλύτερες θετικές αποκλίσεις θερμοκρασίας καταγράφηκαν στα Βαλκάνια και στην Ιβηρική. Στη γειτονιά μας, στη νότια Βαλκανική χερσόνησο, οι θετικές αποκλίσεις της θερμοκρασίας έφτασαν ως και τους 3 °C και συνδυάστηκαν με βροχοπτώσεις άνω του μέσου όρου σε όλη σχεδόν τη χερσόνησο. Η εξαίρεση ως προς της βροχές ήταν η δική μας χώρα και πιο συγκεκριμένα η Θεσσαλία, η Στερεά Ελλάδα και η Κρήτη, όπου πλέον παρατηρείται παρατεταμένη ξηρασία.
Ειδικά για την Ελλάδα, καταγράφεται εδώ και χρόνια μια διαρκώς αυξητική τάση και στην αισθητή θερμοκρασία. Σύμφωνα με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, ως αισθητή θερμοκρασία αναφέρεται η θερμοκρασία που εκτιμάται όχι από τη θερμοκρασία του αέρα, αλλά από τους βιοκλιματικούς ή θερμικούς δείκτες και αποτελεί μέτρο της απόκρισης του ανθρώπινου οργανισμού στις μετεωρολογικές συνθήκες. Για τη μέτρησή της λαμβάνονται υπόψη πρόσθετες μετεωρολογικές παράμετροι όπως η υγρασία, η ταχύτητα του ανέμου και η ακτινοβολία, καθώς και η φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος.
Ο θερμικός δείκτης που ταιριάζει περισσότερο στο μεσογειακό κλίμα είναι ο Παγκόσμιος Δείκτης Θερμικού Κλίματος (UTCI), ο οποίος εκτιμά πώς ανταποκρίνεται το ανθρώπινο σώμα στο θερμικό του περιβάλλον και πόσο καταπονείται στην προσπάθεια του να προσαρμοστεί σε αυτό. H θερμοκρασία που υπολογίζεται από τον UTCI μπορεί να αντιστοιχηθεί σε μια κατηγορία κλίμακας εκτίμησης της θερμικής καταπόνησης (στρες) του ανθρώπινου οργανισμού λόγω ζέστης ή κρύου.
Ο χάρτης του Meteo απεικονίζει την τάση του δείκτη UTCI (°C/έτος) για την περίοδο 1991–2020. Τα κόκκινα χρώματα υποδηλώνουν αυξητική τάση, η οποία βέβαια εμφανίζεται σε όλη την ελληνική επικράτεια. Μεσοσταθμικά, η ετήσια τιμή του δείκτη UTCI στο τέλος του 2020 αυξήθηκε κατά 1,5 °C σε σχέση με το 1991, ενώ ανά περιοχές η αύξηση κυμάνθηκε από 0,6 °C (στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο) έως 2,7 °C (στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη).
Τουρισμός στα πρόθυρα κλιματικής κρίσης
Είναι αυτονόητο ότι η άνοδος της θερμοκρασίας γίνεται πολύ περισσότερο αισθητή και ενοχλητική τους θερινούς μήνες. Το περασμένο καλοκαίρι, ειδικά, η παρατεταμένη ζέστη συνοδεύτηκε από μια πρωτόγνωρη για τη χώρα μας υγρασία και από φυσικές καταστροφές που συνδέονται με την αλλαγή του κλίματος. Μαζί με τους καύσωνες, ζήσαμε ξανά τη φρίκη των πυρκαγιών (αυτή τη φορά στη Ρόδο και στον Έβρο) και τα πλημμυρικά φαινόμενα σε περιοχές που είχαν καεί τα προηγούμενα καλοκαίρια.
Στα μισά του καλοκαιριού, τον Ιούλιο του 2023 δημοσιεύθηκε η ετήσια έκθεση της European Travel Commission η οποία συνέδεσε -για πρώτη φορά τόσο άμεσα- την άνοδο της θερμοκρασίας στις χώρες της Νότιας Ευρώπης με αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό τους.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τους ερευνητές της ETC, η οποία συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα υπουργεία τουρισμού των κρατών-μελών της Ε.Ε. για την προαγωγή και προώθηση του τουρισμού συνολικά στην Ευρώπη, είναι πολύ πιθανό αυτό να λειτουργήσει προς όφελος άλλων ευρωπαϊκών χωρών που αποτελούν ανερχόμενους τουριστικούς προορισμούς. «Η ζήτηση για τους Μεσογειακούς προορισμούς μειώθηκε κατά 10% τον περασμένο χρόνο», συνοψίζει η έκθεση της ETC. «Αντίθετα, χώρες όπως η Τσεχία, η Βουλγαρία, η Ιρλανδία και η Δανία, βλέπουν τη δημοτικότητά τους να ανεβαίνει θεαματικά. Μπορούμε να εκτιμήσουμε με ασφάλεια ότι το ποσοστό αντικατοπτρίζει την επιθυμία κάποιων ταξιδιωτών για προορισμούς με ηπιότερες θερμοκρασίες και μικρότερα πλήθη τουριστών». Στην ανάλυση της ETC υπογραμμίζεται ότι το 7,6% των ερωτηθέντων ταξιδιωτών παραδέχτηκε ότι η κλιματική κρίση και η άνοδος της θερμοκρασίας αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή του μέρους που θα επιλέξουν για ένα ταξίδι ή για τις διακοπές τους».
Κυκλάδες, 31 Αυγούστου 2050 Πώς θα είναι η ζωή στο Αιγαίο μετά από (άλλες) τρεις δεκαετίες κλιματικής αλλαγής;
Σε σχετικό άρθρο του εκείνη την περίοδο, ο Guardian περιέγραφε (κάπως υπερβολικά, για να είμαστε δίκαιοι), δυστοπικά στιγμιότυπα, με παραθεριστές στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία, οι οποίοι αναζητούσαν απεγνωσμένα λίγη δροσιά και δεν την έβρισκαν ούτε στη θάλασσα, καθώς σε κάποιες ακτές (κυρίως στην Ανατολική Ισπανία και τις Βαλεαρίδες) η θερμοκρασία του νερού άγγιξε τους 30 βαθμούς.
Για την Ισπανία το περασμένο καλοκαίρι ήταν όντως μαρτυρικό. Η ζέστη δεν πύρωσε μόνο τις νότιες περιφέρειες – στη Βαρκελώνη υπήρχαν μέρες που το θερμόμετρο ξεπέρασε τους 36 °C (σε συνδυασμό με την υγρασία της πόλης η συνθήκη που δημιουργήθηκε ήταν αβίωτη), ενώ στη Φιγκέρες, γενέτειρα του Σαλβαδόρ Νταλί που βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της Ισπανίας στα σύνορα με τη Γαλλία, σημειώθηκε ιστορικό ρεκόρ θερμοκρασίας για την περιοχή, ύψους 45 °C. Όλα αυτά, βέβαια, δεν εμπόδισαν 85 εκατομμύρια ανθρώπους να ταξιδέψουν στην Ισπανία τον περασμένο χρόνο (περίπου δύο εκατομμύρια περισσότεροι σε σχέση με το 2019, το τελευταίο καλοκαίρι πριν τον Covid), αλλά η Ένωση των Ξενοδόχων της χώρας σημείωσε ότι αρκετοί απ’ αυτούς τους τουρίστες επέλεξαν προορισμούς σε βορειότερες περιοχές της Ισπανίας, στην Αστούριας, την Κανταβρία και τα Πυρηναία.
Στο άρθρο του Guardian, ο Ζόριτσα Ουρόσεβιτς, εκτελεστικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού δήλωνε απερίφραστα ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει ήδη τις τουριστικές ροές στην Ευρώπη. «Οι καύσωνες παίζουν ρόλο στην επιλογή ενός προορισμού διακοπών. Οι ακραίες θερμοκρασίες λειτουργούν αποτρεπτικά για μια μερίδα τουριστών που υπό άλλες συνθήκες θα προτιμούσε ένα ταξίδι στη Μεσόγειο. Η κλιματική αλλαγή ίσως αλλάξει συνολικά την αντίληψή μας για τον τουρισμό». Στην ανάλυσή του, ο Ουρόσεβιτς σημειώνει ότι πολλοί ταξιδιώτες προγραμματίζουν τις διακοπές τους αρκετούς μήνες νωρίτερα προκειμένου να μειώσουν τα κόστη κι έρχονται αντιμέτωποι με ταξιδιωτικά γραφεία που δεν καλύπτουν ασφαλιστικά το ενδεχόμενο ενός καύσωνα ή κάποιου άλλου ακραίου καιρικού φαινομένου. Σε ό,τι αφορά το κόστος αυτό καθαυτό, υπογραμμίζει ότι οι Μεσογειακοί προορισμοί έχουν γίνει σημαντικά πιο ακριβοί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι επιχειρηματίες στον κλάδο του τουρισμού προσπαθούν να βγάλουν τα σπασμένα της εποχής του Covid. Κατά την εκτίμησή του, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου πολύ σύντομα θα βρεθούν αντιμέτωπες και με μια νέα κρίση, καθώς η παρατεταμένη ξηρασία θα δημιουργήσει πρόβλημα υδροδότησης σε συγκεκριμένες επαρχίες ή και ολόκληρες περιφέρειες. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα έχει άμεσο αντίκτυπο και στις τουριστικές δομές των περιοχών αυτών (πισίνες, γήπεδα γκολφ κλπ), ειδικά αν χρειαστεί να επιβληθούν περιοριστικά μέτρα στη χρήση του νερού.
Σε αντίστοιχο δημοσίευμά του, με τον εύγλωττο τίτλο «Ήρθε το τέλος των διακοπών στις ακτές της Μεσογείου;» το βρετανικό BBC εμπλουτίζει το δυστοπικό πανόραμα με σκηνές από τις πυρκαγιές στον Έβρο («κατέκαψαν περισσότερα από 54.000 εκτάρια γης, σχεδόν πέντε φορές περισσότερα από τον ετήσιο μέσο όρο της χώρας και οδήγησαν σε εκκενώσεις οικισμών σε κλίμακα που δεν είχε ξαναβιώσει η Ελλάδα»), ενώ δεν ξεχνά και τις μέδουσες που επισκέφθηκαν μαζικά τις μεσογειακές ακτές και -βέβαια- τα αγαπημένα μας κουνούπια.
Σχετικά με τις επιπτώσεις που αναμένεται να έχουν αυτά τα φαινόμενα στον τουρισμό των τριών κρατών, της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιταλίας, το BBC στέκεται σε ένα επιπλέον στοιχείο της έκθεσης της ETC: το 5% των ερωτηθέντων ταξιδιωτών παραδέχτηκαν ότι στο εξής θα προτιμούν λιγότερο ζεστούς και δημοφιλείς μήνες για τις επισκέψεις τους, όπως ο Οκτώβρης και ο Νοέμβρης. Ήδη, στην Ιταλία, ο αριθμός των ξένων που επισκέφθηκαν τη χώρα από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο του 2023 ήταν αυξημένος κατά 43% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα το 2022.
Με δεδομένο, όμως, ότι η θερμοκρασία θα συνεχίσει να ανεβαίνει και οι επιπτώσεις θα γίνονται αισθητές όλο και πιο έντονα, ακόμα κι αυτή η προοπτική, μιας διαφοροποιημένης ημερολογιακά τουριστικής περιόδου δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. «Οι συνθήκες στη Μεσόγειο θα γίνονται χειρότερες κάθε καλοκαίρι», ξεκαθαρίζει ο Μπας Άμελουνγκ, καθηγητής περιβαλλοντικών συστημάτων στο ολλανδικό πανεπιστήμιο Wageningen, που ειδικεύεται στην αξιολόγηση των επιπτώσεων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή στον τουρισμό. «Δεν είμαστε ακόμα σε θέση να εκτιμήσουμε τι ακριβώς θα σημάνει αυτό, αλλά νομίζω ότι πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το χειρότερο».
Ένα κάποιο τέλος
Το χειρότερο αποτυπώνεται σε κάποιον βαθμό στην τελευταία έκθεση του Ερευνητικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Εκεί ξεκαθαρίζεται -ψυχρά και ακαδημαϊκά, χωρίς περιστροφές- ότι αν επιβεβαιωθούν κάποια από τα κακά σενάρια σχετικά με την κλιματική αλλαγή, πιο χαμένος απ’ όλους θα βγει ο ευρωπαϊκός Νότος. Συγκεκριμένα, μια αύξηση της θερμοκρασίας της τάξης των 3 °C ή των 4 °C, θα μεταφραστεί σε μείωση του πλήθους των τουριστών κατά τουλάχιστον 10% τους θερινούς μήνες σε σχέση με την κίνηση του 2019. Ως παράδειγμα, μάλιστα, χρησιμοποιούνται τα νησιά του Ιονίου, τα οποία εκτιμάται ότι θα χάνουν κάθε καλοκαίρι το 9% των επισκεπτών τους. «Για κάποιες περιοχές στη Νότια Ευρώπη είναι αναπόφευκτο: οι συνθήκες θα χειροτερεύουν κάθε καλοκαίρι. Κάποιες ίσως καταλήξουν να γίνουν ακατάλληλες για τουρισμό», προειδοποιούν οι επιστήμονες του Ερευνητικού Κέντρου.
Ακόμα κι αν καταφέρουμε να αναχαιτίσουμε τη ζέστη και υπερασπιστούμε το σύνορο του +1,5 °C, ο Μεσογειακός τουρισμός θα δεχτεί σοβαρά πλήγματα. Σ’ αυτό το σενάριο, πιο χαμένη απ’ όλες θα είναι η Κύπρος, η οποία εκτιμάται ότι θα δει την τουριστική της κίνηση να συρρικνώνεται κατά 2%.
Για τους επιστήμονες που διεξάγουν τις έρευνές τους στο πεδίο, η δυσοίωνη εικόνα που σχηματίζουν τα νούμερα και οι εκτιμήσεις ενισχύεται από τις πρακτικές και τις συμπεριφορές που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. Ο δρ Άμελουνγκ εμφανίστηκε απηυδισμένος στο BBC από την αδιαφορία και τον στρουθοκαμηλισμό των ανθρώπων που ασχολούνται με τον τουρισμό στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. «Κάποιοι αμφισβητούν ακόμα την κλιματική αλλαγή», σχολίασε. «Κάποιοι άλλοι απλώς αδιαφορούν, λένε ότι έχουν πιο επείγοντα ζητήματα να αντιμετωπίσουν». Ο ίδιος, βέβαια, σημειώνει ότι σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, η «βιομηχανία» του τουρισμού έχει ως επίκεντρο μικρές ή και οικογενειακές επιχειρήσεις και ανθρώπους που εστιάζουν τις προσπάθειές τους στο πώς θα επιβιώσουν από τη μία χρονιά στην άλλη και δεν έχουν τον χρόνο ή την εκπαίδευση να σκεφτούν τι θα σημάνουν μακροπρόθεσμα για τον χώρο και τις δουλειές τους αυτές οι αλλαγές.
Εξίσου απογοητευτική και σίγουρα πιο προβληματική είναι η συμπεριφορά των θεσμών στις χώρες αυτές, που σε μεγάλο βαθμό είναι οικονομικά εξαρτημένες από τον τουρισμό. Στις 21 Ιουλίου του 2023, ενώ μέσω του χειρότερου καύσωνα που έχει πλήξει την Ιταλία, η υπουργός τουρισμού της γείτονος, Ντανιέλα Σανταντσέ δήλωνε: «Η ανταγωνιστικότητα και το επίπεδο των υπηρεσιών μας οδηγούν τις ξένες εφημερίδες σε υπερβολικές διογκώσεις του αφηγήματός τους για τον καύσωνα. Οι υψηλές θερμοκρασίες είναι φυσιολογικές αυτήν την εποχή και δεν υπονομεύουν ούτε στο ελάχιστο το τουριστικό προϊόν που προσφέρουμε». Δύο περίπου μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβρη του ‘23, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, εκτιμούσε σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Bloomberg ότι «η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια ευκαιρία για να επεκτείνουμε την τουριστική μας σεζόν».
Η κλιματική αλλαγή, βέβαια, δεν αποτελεί ευκαιρία για κανέναν και για τίποτα. Και οι καύσωνες που σαρώνουν τις μεσογειακές χώρες κάθε καλοκαίρι δεν είναι ούτε αφήγημα ούτε προάγγελοι καταστροφής. Είναι η καταστροφή που συμβαίνει ήδη και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει και θύματα (στην Ισπανία, στις οκτώ μέρες που διήρκεσε ο καύσωνας του Ιουλίου περίπου 1000 άνθρωποι πέθαναν από θερμοπληξία, ανάμεσά τους και πολλοί τουρίστες). Αντίθετα, αφήγημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προς το παρόν η επέκταση της τουριστικής περιόδου. Ο κύριος όγκος των επισκεπτών που υποδέχεται η Ελλάδα είναι από την Ευρώπη, όπου τα σχολικά προγράμματα και γενικά αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως «σεζόν» για τους μαθητές, τους υπαλλήλους και τους επαγγελματίες δεν αφήνουν περιθώρια για διακοπές σε νησιά και παραλίες πέραν της θερινής περιόδου. Σίγουρα θα προσελκύσουμε κάποιους συνταξιούχους τον Απρίλιο και τον Οκτώβριο, αλλά για όλον τον υπόλοιπο πληθυσμό και όλους τους υπόλοιπους μήνες υπάρχουν πολύ πιο δελαστικοί προορισμοί στην ήπειρο.
Ένα πρώτο δείγμα για το κόστος που θα πληρώσουμε ως τουριστική χώρα ίσως αποτελεί η τοποθέτηση του Σεμπάστιαν Έμπελ. Ο διευθύνων σύμβουλος της TUI (είναι το μεγαλύτερο ταξιδιωτικό πρακτορείο στην Ευρώπη), σε πρόσφατη παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων της εταιρείας, τόνισε ότι οι πυρκαγιές στη Νότια Ευρώπη επηρέασαν την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων στην περιοχή. Οι φωτιές στη Ρόδο κόστισαν στην TUI περίπου 25 εκ. ευρώ, καθώς 8.000 πελάτες της αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί εν μέσω των διακοπών τους. Όπως σημείωσε ο Έμπελ, στο εξής η εταιρεία του θα επικεντρώσει τις ενέργειές της στην προσθήκη νέων, εναλλακτικών προορισμών, προκειμένου να μετριάσει το ρίσκο της μελλοντικά.
Οι φωτιές στη Ρόδο και στην Κέρκυρα αποτέλεσαν την αφορμή για ένα δυστοπικό άρθρο που αναρτήθηκε στο Prevention Web, την ιστοσελίδα του Οργανισμού Πρόληψης Καταστροφών του ΟΗΕ. Το ρεπορτάζ ξεκινά με την περιγραφή στιγμιοτύπων φρίκης και τρόμου από τα δύο νησιά: «Χιλιάδες άνθρωποι στην παραλία. Παιδιά που γλιστρούν και πέφτουν από τις σωστικές λέμβους. Πανικός. Άνθρωποι που τρέχουν για να σωθούν κουβαλώντας λίγα ρούχα στην πλάτη τους». Λίγες γραμμές παρακάτω, σημειώνεται ότι η Ακρόπολη παρέμεινε κλειστή κάποιες από τις μέρες του καύσωνα. Σε άλλο σημείο του κειμένου υπάρχει η φράση «οι φωτιές που κατέκαψαν τα ελληνικά νησιά της Ρόδου και της Κέρκυρας μας δείχνουν ότι κάποιοι αγαπημένοι τουριστικοί προορισμοί δεν είναι πλέον ασφαλή μέρη, καθώς η κλιματική αλλαγή εντείνεται… Πολλοί από εμάς αλλάζουμε γνώμη για τις διακοπές σε ζεστά καλοκαιρινά θέρετρα. Κάποτε τις αποζητούσαμε, τώρα τις φοβόμαστε».
Το άρθρο του Prevention Web δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αναφέρονται σ’ αυτό κι άλλα παραδείγματα χωρών όπου συνέβησαν καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής. Το συμπέρασμα, όμως, για όλες τις χώρες που «πουλάνε» διακοπές κάτω απ’ τον καυτό ήλιο είναι κοινό: Πρέπει ν’ αλλάξουν το τουριστικό τους μοντέλο. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που επιβάλλουν αυτήν την αλλαγή -ο τουρισμός ως μονοκαλλιέργεια είναι βέβαιο ότι σε λίγο δεν θα είναι βιώσιμος- και ίσως έχουμε ήδη καθυστερήσει τη δρομολόγησή τους. Στο κείμενο του Οργανισμού Πρόληψης Καταστροφών του ΟΗΕ, για παράδειγμα, αναφέρεται με σαφήνεια ότι στη Ρόδο υπήρξαν πολλά προβλήματα με τις εκκενώσεις. Οι δομές και οι φορείς δεν ήταν επαρκείς ή δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι.
Σε γενικές γραμμές, οι λύσεις που προτείνονται στο άρθρο είναι οι χιλιοειπωμένες: αναχαίτιση του υπερτουρισμού, προώθηση ορεινών και λιγότερο δημοφιλών προορισμών, αλλαγή στον σχεδιασμό του οικονομικού μοντέλου των κρατών προκειμένου να μην υπάρχει εξάρτηση από τον τουρισμό κλπ. Η θλιβερή διαπίστωση, όμως, είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα κι αυτές οι δύσκολες και ριζικές αλλαγές μπορεί να μην αρκούν για τη σωτηρία. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «οι χώρες που σκέφτονται και δρουν προληπτικά θα είναι καλύτερα προετοιμασμένες, αλλά η προετοιμασία και η προσαρμογή μπορούν να λειτουργήσουν μέχρις ενός ορίου. Οι καλοκαιρινές διακοπές στη Μεσόγειο θα γίνονται όλο και λιγότερο δελεαστικές, καθώς η περιοχή είναι ένα κλιματικό hotspot, που θερμαίνεται 20% πιο γρήγορα από τον πλανητικό μέσο όρο. Ο τουρισμός στο μέλλον θα είναι πολύ διαφορετικός απ’ αυτό που ξέρουμε σήμερα».
Το μέλλον, φυσικά, είναι απροσδιόριστο. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια πότε θα έρθει και τι θα φέρει. Οι εκτιμήσεις, πάντως, για το δικό μας μέλλον είναι δυσοίωνες. Αν τίποτα δεν πάει καλά, το μεσογειακό καλοκαίρι -και μαζί του το ονειρεμένο ελληνικό καλοκαίρι- θα γνωρίσει έναν άδοξο, παράδοξο και κάπως ποιητικό θάνατο: Θα τελειώσει γιατί δεν θα τελειώνει ποτέ. Οι καύσωνες θα καταστήσουν τους θερινούς μήνες νεκρή, απροσπέλαστη ζώνη και όλοι οι υπόλοιποι μήνες θα μεταλλαχθούν σε ένα πολύ μακρύ και πολύ θερμό καλοκαίρι στο οποίο κανείς δεν θα θέλει να κολυμπήσει, να κάνει ηλιοθεραπεία ή να ζήσει τον μύθο του.
Αντώνης Τζαβάρας