Macro

Αντώνης Γαλανόπουλος: Προοπτικές και περιορισμοί για το μέλλον της (κεντρο)Αριστεράς

Μετά τις διπλές κάλπες του 2023, το (κεντρο)αριστερό ημισφαίριο βρίσκεται ομολογουμένως σε συνθήκη κρίσης. Οι εκλογές οδήγησαν σε ένα κομματικό σύστημα κυρίαρχου κόμματος, με πολλούς να συνδέουν τη συντριπτική επικράτηση της ΝΔ με την οικοδόμηση μιας κοινωνικής ηγεμονίας ή με μια συντηρητική στροφή της ελληνικής κοινωνίας.
 
Η πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου ΕΝΑ δείχνει ότι η συνολική εικόνα είναι περισσότερο πολύπλοκη. Ο κυβερνητικός λόγος είναι σίγουρα κυρίαρχος, αλλά όχι ηγεμονικός, και η συντηρητική στροφή μπορεί να εντοπίζεται σε συγκεκριμένα πεδία, με ενδεικτικότερο όλων το μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά μια τέτοια εκτίμηση δεν αντικατοπτρίζει την κοινωνική πραγματικότητα σε όλο της το εύρος. Μεγάλο μέρος των ερωτώμενων φαίνεται να υιοθετεί στάσεις και απόψεις που θεωρούνται παραδοσιακά «αριστερές» ή «προοδευτικές».
 
Η αίσθηση της δεξιάς κυριαρχίας εξηγείται και από τη δυσχερή θέση στην οποία βρίσκονται οι λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις συνολικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βιώνει την περιδίνηση μιας ιδεολογικής και ταυτοτικής κρίσης που οξύνθηκε με την ήττα και την αποχώρηση Τσίπρα. Το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να αναπτύξει δυναμική. Το ΚΚΕ παρουσιάζεται ως καταφύγιο συνέπειας, αλλά συναντά τα όρια των συντηρητικών του θέσεων σε σειρά μετα-υλιστικών ζητημάτων. Η Νέα Αριστερά αναζητά βηματισμό για να χαράξει έναν διακριτό και αυτόνομο πολιτικό δρόμο. Το ΜέΡΑ25 βρίσκεται σε υπαρξιακή καμπή.
 
 
Στα (κεντρο)αριστερά του πολιτικού φάσματος εντοπίζεται ένα κενό πολιτικής εκπροσώπησης, με κίνδυνο χιλιάδες πολίτες να συνεχίσουν να οδηγούνται στην αποχή και την κομματική ή/και πολιτική αποξένωση. Δυστοκία, διαλυτικές συνθήκες, κατακερματισμός. Υπάρχει κάποια αισιόδοξη προοπτική;
 
 
Μια απάντηση μπορεί να βρεθεί στην έρευνα του Ινστιτούτου ΕΝΑ. Η συντριπτική πλειοψηφία του κοινωνικού σώματος πιστεύει ότι η κοινωνία είναι διαιρεμένη σε κοινωνικές τάξεις, πως υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα και πως οι λίγοι εκμεταλλεύονται τους πολλούς. Η συντριπτική πλειοψηφία είναι υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Πλειοψηφίες διαφορετικής κλίμακας (64%-88%) πιστεύουν πως το κράτος πρέπει να έχει την ευθύνη για τις υποδομές, την ενέργεια, την εκπαίδευσης, την υγεία και το νερό. Αν μάλιστα έπρεπε να διαλέξουν, προτιμούν την κρατική μέριμνα (56%) από την ιδιωτική πρωτοβουλία (39%). Η πλειοψηφία επιθυμεί την υψηλότερη φορολογία των πλουσίων.
 
 
Αν αυτά ισχύουν, γιατί οι δυνάμεις που εκφράζουν παρόμοιες θέσεις δεν ανταμείβονται εκλογικά; Γιατί, την ίδια στιγμή, ο ρόλος του κράτους στον μισό αιώνα Μεταπολίτευσης αποτιμάται αρνητικά; Αμφιθυμία φαίνεται να επικρατεί και σχετικά με την εφαρμοσιμότητα των ιδεών της Αριστεράς. Μόνο 1 στους 5 κρίνει ως θετική τη διακυβέρνηση της χώρας από την κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την τελευταία κυβέρνηση με βασικό κορμό ένα κόμμα της (κεντρο)Αριστεράς. Οι τομείς που αναγνωρίζεται θετικό έργο είναι η πρόνοια, η υγεία και τα δικαιώματα.
 
 
Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από τα ευρήματα της έρευνας και ήδη προσφέρουν στοιχεία για αναστοχασμό και ανασχεδιασμό της στρατηγικής των κομμάτων της (κεντρο)Αριστεράς. Ζητούμενο δεν είναι ούτε να ικανοποιήσεις μια «κοινή λογική», ούτε να απομονωθείς, αλλά να παρέμβεις στο πεδίο του δημοσίου λόγου με στόχο τη συνδιαμόρφωση αυτής της «κοινής λογικής».
 
 
Με την προοπτική της διακυβέρνησης να φαίνεται μακρινή, τα κόμματα του (κεντρο)αριστερού ημισφαιρίου δίνουν έμφαση στην αντιπροσώπευση, και αυτό εμφανίζεται στον κυρίαρχο ιδεολογικό αυτοπροσδιορισμό των ψηφοφόρων κάθε κόμματος. Η στρατηγική αυτή είναι εύλογη για την περίοδο της κρίσης που βιώνει ο χώρος, αλλά ανεπαρκής στη μακρά διάρκεια. Μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο ως προπαρασκευαστικό στάδιο.
 
Για το επόμενο βήμα χρειάζεται ορθή ανάγνωση της συγκυρίας, επαφή και κατανόηση των διεργασιών στη βάση της κοινωνίας, διαμόρφωση συνεκτικού, αλλά όχι μονολιθικού αφηγήματος που να απευθύνεται στη λογική και το συναίσθημα. Χρειάζονται πρόσωπα και πολιτικά σχήματα που να εκπέμπουν αξιοπιστία και να εμπνέουν. Απαιτεί, ταυτόχρονα, πρόταση ξεκάθαρης κυβερνητικής εναλλακτικής και εμπλοκή στον ιδεολογικό αγώνα.

Αντώνης Γαλανόπουλος