Συνεντεύξεις

Αννέτα Καββαδία: Ήρθε η ώρα να δούμε μια συμμαχική κυβέρνηση χωρίς τη Δεξιά

Κυρία Καββαδία, από όσο καταλαβαίνουμε, ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει συνέχεια στο ζήτημα των παρακολουθήσεων. Εκτιμάτε ότι υπάρχουν, τελικά, στοιχεία, που να αποδεικνύουν αυτό που από την αρχή υποστηρίζετε, ότι υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός από το Μέγαρο Μαξίμου;
 
Αννέτα Καββαδία: «Στοιχεία υπάρχουν πάρα πολλά αλλά τόσο ο Πρωθυπουργός προσωπικά όσο και το περιβάλλον Μαξίμου, κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να μην αποκαλυφθούν.
 
Η κυβερνητική πλειοψηφία εξευτέλισε την Εξεταστική Επιτροπή με το να μην καλέσει ουσιώδεις μάρτυρες και επέτρεψε, σε όσους προσήλθαν, να κρυφτούν πίσω από ένα δήθεν απόρρητο που όλοι οι συνταγματολόγοι δήλωσαν πως δεν υφίσταται.
 
Ακόμα και ο κύριος Βενιζέλος, από τους στυλοβάτες του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, εξέφρασε αυτήν την άποψη. Το ίδιο και ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κύριος Παυλόπουλος, πριν λίγες ημέρες. Παρόμοια συγκάλυψη επέβαλαν οι κυβερνώντες και στην Επιτροπή Θεσμών.
 
Τα στοιχεία όμως υπάρχουν. Οι μάρτυρες, με βάση τα ισχύοντα άρθρα του Ποινικού Κώδικα, είναι υποχρεωμένοι να μιλήσουν αλλιώς αντιμετωπίζουν σοβαρές ποινικές ευθύνες – εφόσον, φυσικά, η Δικαιοσύνη αποφασίσει επιτέλους να κινηθεί χωρίς άλλες ολιγωρίες.
 
Όπως απέδειξε η επίσκεψη της ΑΔΑΕ στην Cosmote, αναφορικά με τις παρακολουθήσεις Κύρτσου και Τέλλογλου, μια απλή έρευνα στους παρόχους τηλεπικοινωνιών – που υποχρεούνται να κρατούν αρχεία – θα καταδείξει πολύ εύκολα τόσο το εύρος όσο και τους συντονιστές του παρακρατικού κυκλώματος που είχε στηθεί.
 
Ωστόσο, αυτή η επίσκεψη από τους αρμόδιους δικαστικούς δεν πραγματοποιείται, με κίνδυνο πράγματι κάποια αρχεία να χαθούν όπως έκανε η ΕΥΠ με την παρακολούθηση Ανδρουλάκη.
 
Δυστυχώς για τους ενόχους, ευτυχώς για όσους αναζητούν την αλήθεια, η ψηφιακή τεχνολογία διευκολύνει τις υποκλοπές αλλά αφήνει ίχνη που δεν σβήνονται. Έχω την εντύπωση ότι θα υπάρξει πολλή συνέχεια στο θέμα αυτό και εξελίξεις καταιγιστικές το επόμενο διάστημα.
 
Η θεσμική εκτροπή, η δηλητηρίαση της Δημοκρατίας, τα ψέματα, δεν θα συνεχίζονται για πάντα. Ανεξαρτήτως όμως των στοιχείων που θα αποκαλυφθούν, άμεσα ή αργότερα, η κοινωνία έχει καταλάβει τι συμβαίνει.
 
Και αν κάποιοι ήθελαν να έχουν αμφιβολίες, αρκεί η εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη να το βάζει στα πόδια στη Βουλή, για να αντιληφθούν την ενοχή του» σχολίασε η Αννέτα Καββαδία.
Θεωρείτε ότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές;
 
Αννέτα Καββαδία: «Σας απαντώ με απόλυτη ειλικρίνεια ότι αν καταφέρουμε να κάνουμε γνωστές – σε όλο τους το εύρος – τις θέσεις μας και το κυβερνητικό μας πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα που έχουμε ανακοινώσει και είναι και κοστολογημένο αλλά και αριστερό – στον αντίποδα του φιλελευθερισμού – ναι, θα είμαστε πρώτο κόμμα.
 
Προφανώς, δεν θα είναι μια εύκολη μάχη. Τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα δεν θέλουν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κυβέρνηση και θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να τον εμποδίσουν ή για να τον αδυνατίσουν πολιτικά.
 
Ο μόνος τρόπος για να αντέξουμε στην επίθεσή τους, είναι η επιμονή μας στα αριστερά ταυτοτικά και αξιακά χαρακτηριστικά του κόμματός μας.
 
Με αυτά θα κερδίσουμε και τη νεολαία, και τους απογοητευμένους που φλερτάρουν με την αποχή, και τον μεσαίο χώρο που έχει νιώσει στο πετσί του τι σήμαινε η δήθεν αριστεία και η δήθεν ελεύθερη αγορά : κρατικοδίαιτοι παρασιτικοί γαλάζιοι ημέτεροι, που λεηλατούν τον δημόσιο πλούτο και χρησιμοποιούν το κράτος ως λάφυρο».
Δεν σας ανησυχούν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων;
 
Αννέτα Καββαδία: «Κοιτάξτε, οι δημοσκοπήσεις έχουν αξία ως εργαλείο, αλλά ως εκεί. Πολύ συχνά έχουν αποδειχθεί λάθος.
 
Αν υποθέσουμε ότι αποτελούν φωτογραφία ενός κοινωνικού δείγματος σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, ξέρετε καλά ότι από μια φωτογραφία ή έστω από το τρέιλερ μιας ταινίας, δεν μπορεί κανείς να βγάλει συμπεράσματα για το φινάλε του έργου.
 
Ακόμα και έτσι πάντως, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν με καθαρό τρόπο ότι η κυβέρνηση χάνει σε όλα τα μέτωπα».
Θεωρείτε ρεαλιστική την προοπτική σχηματισμού μιας προοδευτικής διακυβέρνησης;
 
Αννέτα Καββαδία: «Θα είναι ένα σημαντικό βήμα για την ελληνική κοινωνία, ειδικά σε συνθήκες διεθνούς αστάθειας, όπως οι τωρινές.
 
Οι συμμαχικές κυβερνήσεις, στη βάση προγραμματικών συμφωνιών, μπορούν να αποδειχθούν πολλαπλά επωφελείς και ναι, είναι ρεαλιστικό κάτι τέτοιο.
 
Τονίζω το «στη βάση προγραμματικών συμφωνιών» γιατί μόνο έτσι μπορούν να φανούν πειστικές στα μάτια των πολιτών αλλά κυρίως χρήσιμες στο διά ταύτα, στο τι αποτελέσματα θα έχει δηλαδή μια τέτοια διακυβέρνηση.
 
Έχουμε δει πολλές συμμαχικές κυβερνήσεις στη χώρα με κύριο κορμό, ή με απαραίτητο εταίρο, τα δεξιά κόμματα. Ήρθε η ώρα να δούμε μια συμμαχική διακυβέρνηση χωρίς τη Δεξιά».
Πού πιστεύετε ότι θα κριθούν οι επόμενες εκλογές;
 
Αννέτα Καββαδία: «Νομίζω ότι το στοίχημα είναι να καταλάβουν οι πολίτες ότι δεν είναι όλες οι πολιτικές δυνάμεις ίδιες.
 
Η ΝΔ αυτό επιδιώκει. Να περάσει στο συλλογικό ασυνείδητο πως «όλοι ίδιοι είναι». Κάθε φορά που ξεσπά ένα σκάνδαλο, εφευρίσκει έναν αντιπερισπασμό για να στρέψει αλλού την προσοχή.
 
Η ταξικά μεροληπτική – προς όφελος των λίγων και εκλεκτών – πολιτική της πρόταση, και η αποτυχία της εφαρμοσμένης πολιτικής της σε όλους τους καίριους τομείς, καταδεικνύεται με συγκεκριμένα στοιχεία.
 
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί του συνεχώς στριμώχνονται, και τότε αναμασούν ότι «επί ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνατε εκείνο ή το άλλο», αποσιωπώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε υπό τον ζυγό των εκβιασμών των μνημονίων.
 
Μνημόνια που βέβαια επιβλήθηκαν στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα των πολιτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς – με μεγάλες, δυσβάσταχτες θυσίες του ελληνικού λαού – έσωσε τη χώρα από τη χρεοκοπία, πέτυχε πολλά πράγματα, αλλά καμία στιγμή δεν κυβέρνησε απερίσπαστη, σύμφωνα με το δικό της σχέδιο.
 
Πρέπει λοιπόν να πείσουμε τον ελληνικό λαό ότι το δικό μας όραμα είναι διαφορετικό, εφαρμόσιμο και κυρίως προς το συμφέρον του. Ότι όταν εμείς λέμε δικαιοσύνη παντού, εννοούμε πρωτίστως κοινωνική δικαιοσύνη. Ό,τι δηλαδή απεχθάνεται η αντίπαλη πολιτική δύναμη» σχολίασε η Αννέτα Καββαδία.
Πριν από μερικές ημέρες είχαμε τον θάνατο ενός παιδιού 16 ετών από τα πυρά αστυνομικού. Πιστεύετε ότι υπάρχει γενικευμένο πρόβλημα αστυνομικής αυθαιρεσίας;
 
Αννέτα Καββαδία: «Η δολοφονία του Κώστα Φραγκούλη δεν μπορεί να ιδωθεί ανεξάρτητα από τη δολοφονία του Νίκου Σαμπάνη πριν μερικούς μήνες. Aπό τα δακρυγόνα και τις απρόκλητες αστυνομικές επιθέσεις σχεδόν σε κάθε πορεία.
 
Aπό την εισβολή στο σπίτι του Δημήτρη Ινδαρέ και τον ξυλοδαρμό του. Από την εικόνα των ΜΑΤ να φεύγουν από τη Χίο και να σπάνε αυτοκίνητα ανυποψίαστων πολιτών στο πέρασμά τους.
 
Από την χωρίς λόγο επίθεση σε νεολαίους στην πλατεία της Νέας Σμύρνης. Από τον βιασμό 19χρονης μέσα στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας – και θα μπορούσα να συνεχίσω τον κατάλογο επί μακρόν.
 
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επί ημερών ΝΔ, η αστυνομική αυθαιρεσία και η καταστολή όχι μόνο έχουν αυξηθεί αλλά βρίσκονται και στο απυρόβλητο ακριβώς εξαιτίας της άνωθεν προστασίας που απολαμβάνουν.
 
Υπήρχαν και υπάρχουν ακραίες αντιλήψεις σε μερίδα των αστυνομικών δυνάμεων, που αντιλαμβάνονται το ρόλο τους πρωτίστως ως «Ράμπο», ως όργανα καταστολής και όχι ως «προστάτες του πολίτη» και των δικαιωμάτων του.
 
Αυτό που λέω, δεν αφορά φυσικά το σύνολο των αστυνομικών δυνάμεων, το τονίζω. Όμως, όταν αυτές οι αντιλήψεις βρίσκουν κυβερνητική ενθάρρυνση. έχουμε την εικόνα που σας περιέγραψα.
 
Η κυβέρνηση θέλει την αστυνομία ως κατασταλτικό μηχανισμό επειδή ξέρει ότι τα αντιλαϊκά μέτρα που εφαρμόζει πρέπει να συνοδευτούν από εκφοβισμό της κοινωνίας, αλλιώς δεν γίνονται αποδεκτά.
 
Με άλλα λόγια, οι περιπτώσεις αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας που συζητάμε, δεν «έτυχαν» αλλά «πέτυχαν». Θέλω να ελπίζω πως η πλειονότητα των αστυνομικών αποδοκιμάζει τέτοιες πρακτικές, δεν τους βάζουμε όλους και όλες στο ίδιο τσουβάλι.
 
Συγκεκριμένες ωστόσο ομάδες παίρνουν κεφάλι εξαιτίας, όπως είπα, της κυβερνητικής όχι απλά ανοχής αλλά ενθάρρυνσης» τόνισε η Αννέτα Καββαδία.
Γιατί αντιδράσατε – και εσείς προσωπικά και αρκετοί άλλοι σύντροφοί σας – τόσο έντονα στο κοινοβουλευτικό «ναι» του κόμματός σας στο επίδομα προς τους άνδρες και τις γυναίκες της ΕΛΑΣ;
 
Αννέτα Καββαδία: «Όπως ξέρετε, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, πράγματι διαφωνήσαμε ως προς τη χορήγηση αυτού του επιδόματος.
 
Δεν στέλνει σωστό μήνυμα στην κοινωνία ένα επίδομα μόνο στους ανθρώπους της ΕΛ.ΑΣ και όχι, για παράδειγμα, στους υγειονομικούς, στους εκπαιδευτικούς, στους εργαζόμενους στην καθαριότητα των ΟΤΑ, όπως εκ των υστέρων προβλέπει η τροπολογία που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
 
Φανερώνει μια μεροληψία, εντελώς αδικαιολόγητη στα μάτια μας. Επιπλέον και ο χρονικός συγχρονισμός ήταν εντελώς λανθασμένος.
 
Δεν γίνεται την ημέρα που πραγματοποιείται η κηδεία ενός αδικοχαμένου νέου, που πέθανε από αστυνομικές σφαίρες για 20 ευρώ, στη Βουλή να ψηφίζεται ένα τέτοιο έκτακτο επίδομα.
 
Θεωρήσαμε ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και του ΚΚΕ, που επίσης υπερψήφισε το επίδομα, έκαναν λάθος σε αυτήν την απόφαση και διατυπώσαμε δημόσια την αντίθεσή μας.
 
Και δεν θα μπω σε λεπτομέρειες – ότι η απόφαση για μια τροπολογία της τελευταίας στιγμής που δεν έχει έρθει από την αρχή σαν άρθρο σε ένα νομοσχέδιο, είναι μια πιεστική διαδικασία, που δεν προλαβαίνεις, ή δεν επιλέγεις, να τη συζητήσεις με όλους τους βουλευτές του κόμματός σου κ.λπ.
 
Τούτων δοθέντων, η τροπολογία που κατέθεσε προχθές ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στη Βουλή, ζητώντας να επεκταθεί η ενίσχυση του επιδόματος και σε άλλες κατηγορίες, τροπολογία που είχαμε ξανακαταθέσει πριν μερικές εβδομάδες αλλά είχε απορρίψει η κυβέρνηση, βάζει νομίζω το θέμα σε πιο σωστές βάσεις.
 
Κι επειδή πολιτικοί αντίπαλοι θα σπεύσουν να εκμεταλλευθούν το θέμα, λέγοντας ότι στον ΣΥΡΙΖΑ «τρώγονται μεταξύ τους» κ.λπ., θέλω να είμαι σαφής: στη ριζοσπαστική, ανανεωτική Αριστερά, η διαφωνία και η δημόσια έκφρασή της είναι από χρόνια κατοχυρωμένο δικαίωμα. Συζητάμε, συμφωνούμε, διαφωνούμε σε επί μέρους, ανταλλάσσουμε επιχειρήματα, συνθέτουμε απόψεις και προχωράμε.
 
Έτσι έχουν μάθει να λειτουργούν τα δημοκρατικά κόμματα της Αριστεράς. Αυτή είναι η δύναμή μας και αυτό φοβίζει τις δυνάμεις εκείνες που αν και έχουν πάμπολλες εσωτερικές συγκρούσεις και έριδες, τις κρατούν κουκουλωμένες στο όνομα της νομής της εξουσίας».
 

Πέτρος Δημακόπουλος