Η άρνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας να δώσει στη δημοσιότητα τα πρακτικά του κρίσιμου συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών τον εκθέτει πρώτα απ’ όλα απέναντι στην ιστορία.
Το δημοψήφισμα του 2015 υπήρξε η πρώτη, και μέχρι σήμερα μοναδική, εφαρμογή του άρθρου 44 παρ. 2 του Συντάγματος του 1975. Ήδη και μόνο γι’ αυτό το λόγο, είναι ιστορικό. Η πολιτική σημασία του ανυπολόγιστη. Μετά από δύο μνημόνια αιματηρής λιτότητας που επιβλήθηκαν έξωθεν και άνωθεν –ερήμην και παρά την αντίθεση των πολιτών– για πρώτη φορά επιχειρήθηκε να εμπλακεί και ο λαός στις, δυστυχώς άνισες, διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Η προσπάθεια, όπως όλοι γνωρίζουμε, απέτυχε. Έμεινε όμως να θυμίζει πως ένας άλλος δρόμος –και ένας άλλος τρόπος– θα μπορούσε να είναι εφικτός, αν δεν γνώριζε τόσο λυσσαλέα αντίδραση εκ των έσω.
Το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, με αιχμή τα μιντιακά και διανοητικά φερέφωνά τους, συκοφάντησαν το δημοψήφισμα όσο ίσως καμία άλλη συνταγματική ενέργεια από τη μεταπολίτευση.
Η ιστορία θα δικαιώσει την προσφυγή στο λαό σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία. Αρκεί να μη θαφτούν τα γεγονότα. Η άρνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας να δώσει στη δημοσιότητα τα πρακτικά του κρίσιμου συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών τον εκθέτει πρώτα απ’ όλα απέναντι στην ιστορία. Συν τοις άλλοις, διότι δικολαβίστικη επιχειρηματολογία και υπαλληλίστικη ευθυνοφοβία απάδουν προς το κύρος του προεδρικού θεσμού.
Το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών δεν είναι όργανο του κράτους, συνιστά άτυπη πρακτική του πολιτεύματος. Ελλείψει οποιασδήποτε ρύθμισης, ούτε απαγορεύεται ούτε επιβάλλεται η δημοσίευση των πρακτικών του. Ανήκει στην κρίση του Προέδρου να τη δεχθεί ή να την αρνηθεί –αιτιολογημένα πάντως. Δεν ταιριάζει σε Πρόεδρο να κρύβεται πίσω από την αιτιολογία «δεν μου το επιτρέπει ο νόμος».